Τράπεζες: Παγώνουν προς το παρόν οι νέες μειώσεις επιτοκίων
Διαβάζεται σε 5'
Μετά την στάση αναμονής που έδειξε χθες η ΕΚΤ, οι αγορές περιόρισαν τις προσδοκίες για νέα μείωση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο. Παρ’ όλα αυτά μέχρι το τέλος του έτους θα συνεχιστεί η μείωση των επιτοκίων για τους δανειολήπτες σε κυμαινόμενο επιτόκιο.
- 25 Ιουλίου 2025 06:24
Νέα δεδομένα προκαλεί για το εγχώριο πιστωτικό σύστημα και την ελληνική οικονομία γενικότερα η «στάση αναμονής» που έδειξε χθες η ΕΚΤ αναφορά με την συνέχιση της πτωτικής τάση των επιτοκίων από τον Σεπτέμβριο.
Η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε χθες το απόγευμα ότι η ΕΚΤ βρίσκεται τώρα σε κατάσταση «αναμονής», με τον πληθωρισμό να βρίσκεται στο στόχο του 2% και την οικονομία να αποδίδει σύμφωνα με τις προσδοκίες ή και καλύτερα από αυτές. «Βρισκόμαστε σε καλή θέση επειδή οι προβλέψεις μας δείχνουν σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον στόχο μεσοπρόθεσμα», σημείωσε.
Όπως ήταν φυσικό μετά από αυτά τα σχόλια, οι αγορές περιόρισαν τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο.
Δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters μετά τις δηλώσεις Λαγκάρντ τόνισε ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίες είχαν προβλέψει μόλις πριν από λίγες ημέρες τη μείωση των επιτοκίων αυτό το φθινόπωρο, τώρα βλέπουν μόνο 80% πιθανότητα για μια κίνηση, και ακόμη και αυτή μπορεί να μην συμβεί πριν από την άνοιξη».
Τραπεζικές πηγές στην Αθήνα, σχολιάζοντας την χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ τόνισαν ότι «μετά τις σημερινές δηλώσεις της Προέδρου της ΕΚΤ η διατήρηση των επιτοκίων στο 2% φαίνεται να είναι το βασικό σενάριο για τον Σεπτέμβριο μετά από οκτώ μειώσεις από τον Ιούνιο του 2024 και πιθανότατα μέχρι το τέλος του χρόνου να δούμε το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ να έχει υποχωρήσει στο 1,75%».
Η εξέλιξη αυτή θα οδηγήσει μέχρι τέλος του έτους τους διατραπεζικούς δείκτες euribor, με τους οποίους είναι συνδεδεμένη η πλειονότητα του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων των τραπεζών, σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα. Οι ίδιες πηγές προσθέτουν ότι έστω και η μία ακόμη μείωση των επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους θα πιέσει, όπως είναι φυσικό, τα έσοδα από τόκους των ελληνικών τραπεζών που προέρχονται από το υφιστάμενο στοκ δανείων.
Θετικό περιβάλλον για τους δανειολήπτες
Υπ’ αυτές τις συνθήκες το περιβάλλον που διαμορφώνεται ευνοεί περαιτέρω τη μείωση του κόστους δανεισμού των δανειοληπτών με δάνεια σε κυμαινόμενο επιτόκιο, τα οποία, άλλωστε, είναι η πλειονότητα και αναλογούν στο 85% των δανείων.
Οι δανειολήπτες αυτοί είχαν δει το κόστος των μηνιαίων δόσεων τους να διπλασιάζεται από τον Δεκέμβριο του 2022 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2023, με το βασικό επιτόκιο του ευρώ να ανεβαίνει από το 2% στο 4% και το επιτόκιο Euribor, στο οποίο βασίζεται η τιμολόγηση των δανείων, να ακολουθεί. Τώρα οι ίδιοι δανειολήπτες διατρέχουν την αντίστροφη πορεία, αποκλιμάκωσης των επιτοκίων, παίρνοντας βαθιές ανάσες.
Οι συνεχείς μειώσεις πέρασαν αυτομάτως στα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου σε όλες τις κατηγορίες δανείων. Προστατευμένοι ήταν μόνο οι δανειολήπτες στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο, καθώς οι τράπεζες προχώρησαν στην πρωτοβουλία να «παγώσουν», με ημερομηνία 31ης Μαρτίου 2023, το επιτόκιο βάσης με το οποίο διαμορφώνονταν τα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών δανείων.
Καλύπτουν τη «χασούρα» οι τράπεζες
Από την πλευρά τους τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα εργάζονται εδώ και μήνες προς αυτή την κατεύθυνση τουλάχιστον μιας ακόμη μείωσης μέχρι τέλος του έτους και ήδη τα τριετή business plans που έχουν επικοινωνήσει με την επενδυτική κοινότητα και τους μετόχους τους προβλέπουν την αναπλήρωση του μεγαλύτερου μέρους των αναπόφευκτων απωλειών με δύο κυρίως τρόπους:
Την ταχύτερη μεγέθυνση του ενεργητικού τους δια της επιτάχυνσης των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης αλλά και την αύξηση των εσόδων από προμήθειες κυρίως μέσω των νέων δανείων που θα χορηγηθούν και των εργασιών σε asset management και bancassurance.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που υπάρχουν στους κόλπους των τραπεζών, τα έσοδα από τόκους αναμένεται να καταγράψουν το β’ τρίμηνο πτώση 2% έως 3% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, δηλαδή θα εμφανίσουν επιβράδυνση σε σχέση με το 6% έως 7% που καταγράφηκε στο α’ τρίμηνο του 2025 έναντι του 4ου τριμήνου του 2024.
Σε ότι αφορά στην πιστωτική επέκταση, οι στόχοι που έχουν θέσει οι τράπεζες για το 2025 να ανεβάζουν τον πήχη στα 12 δισ. ευρώ συνολικά. Τα στοιχεία που έχουν στην διάθεση τους τα τραπεζικά επιτελεία δείχνουν ότι η πιστωτική επέκταση του πρώτου εξαμήνου αναμένεται να κινηθεί γύρω στα 4,5–5 δισ. ευρώ, ενώ το υπόλοιπο ποσό, περίπου 7 δισ. ευρώ, προβλέπεται να επιτευχθεί στο δεύτερο εξάμηνο, κυρίως μέσω επιτάχυνσης των εκταμιεύσεων σε επιχειρήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι στο α’ τρίμηνο του 2025 η καθαρή πιστωτική επέκταση που κατέγραψαν οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες ανήλθε σε 3,2 δισ. ευρώ, με τη Eurobank και την Τράπεζα Πειραιώς να καταγράφουν καθαρή πιστωτική επέκταση 1,2 και 1,1 δισ. ευρώ αντίστοιχα, την Alpha Bank 0,6 δισ. ευρώ και την Εθνική Τράπεζα 0,3 δισ.