Μέχρι που μπορούν να φτάσουν οι Ευρωπαίοι Πράσινοι;

Μέχρι που μπορούν να φτάσουν οι Ευρωπαίοι Πράσινοι;
Το κόμμα των Γερμανών Πρασίνων AP

Το "καμπανάκι" χτυπά για όλους, με το CDU της Καγκελαρίου Μέρκελ να αναγνωρίζει σταδιακά την ανάγκη "στροφής" προς πιο μετριοπαθείς κεντροδεξιές πολιτικές

Τα κόμματα των Πράσινων έχουν αναπτύξει εσχάτως μια σημαντική δυναμική σε αρκετά κράτη-μέλη. Στη Γερμανία, και συγκεκριμένα στη Βαυαρία, κατάφεραν να πετύχουν μια σπουδαία εκλογική απόδοση, ενώ στην επικείμενη αναμέτρηση στην Έσση, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, σταθεροποιούνται στη δεύτερη θέση. Στην Ολλανδία και στις εθνικές εκλογές του 2017, οι Πράσινοι Αριστεροί σημείωσαν τη μεγαλύτερη άνοδο από όλα τα κόμματα, καταφέρνοντας να έρθουν στην πρώτη θέση στο Άμστερνταμ, ενώ και στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές στο Βέλγιο η εκλογική τους απόδοση ήταν αξιοσημείωτη.

Στον ευρωπαϊκό Νότο, οι δυνάμεις των Πράσινων δεν έχουν ανάλογη απόδοση μέχρι τώρα, πλην της Καταλονίας, όπου το τοπικό κίνημα έχει ισχυρή παρουσία. Παράλληλα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η δράση και οι πρωτοβουλίες τους είναι δυναμικές, αναπτύσσοντας διάλογο και συνεργασίες με την ευρωομάδα της Αριστεράς και των Σοσιαλιστών, απέναντι σε σειρά υπερ-συντηρητικών και νεοφιλελεύθερων ψηφισμάτων που προτείνει το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα.

Οι βασικοί άξονες δράσεις των Πράσινων αναπτύσσονται παράλληλα με τις πάγιες θέσεις τους για το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή, με τη ρεαλπολιτίκ να διαδέχεται τη ριζοσπαστική οικολογία σε μια σειρά από ζητήματα: τις πολιτικές κοινωνικής συνοχής, την ψηφιακή οικονομία, τη βιώσιμη ανάπτυξη, την ενίσχυση της δημοκρατικότητας και της διαφάνειας μέσα από μεταρρυθμίσεις που δεν ανατρέπουν, αλλά βελτιώνουν το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο στην ΕΕ. Η εκλογική τους ενδυνάμωση οφείλεται επίσης στην εκλογική συρρίκνωση των σοσιαλιστικών κομμάτων, έλκοντας μεγάλο τμήμα της εκλογικής τους στήριξης από τις νεότερες ηλικιακά ομάδες, αλλά και από τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα.

Συγκεκριμένα για τη Γερμανία, η συνεχής ενδυνάμωση της εκλογικής τους επιρροής έχει ήδη προκαλέσει μια συζήτηση γύρω από την πιθανότητα συμμετοχής τους στην κυβέρνηση, μαζί με τους Χριστιανοδημοκράτες και τους Φιλελεύθερους, αντικαθιστώντας τους Σοσιαλδημοκράτες, που βλέπουν τις δυνάμεις τους να υποχωρούν σε τοπικό και ομοσπονδιακό επίπεδο.

Μια τέτοια εξέλιξη έχει αρχίσει να προβληματίζει τα υπόλοιπα κόμματα της συγκυβέρνησης, θέτοντας πιθανότητα τη βάση για εσωτερικές διεργασίες και ανακατατάξεις. Το «καμπανάκι» χτυπά για όλους, με το CDU της Καγκελαρίου Μέρκελ να αναγνωρίζει σταδιακά την ανάγκη «στροφής» προς πιο μετριοπαθείς κεντροδεξιές πολιτικές, κυρίως αναφορικά με το προσφυγικό και τις πολιτικές συνοχής, το SPD να βρίσκεται αντιμέτωπο με το δίλημμα «ριζοσπαστικοποίηση και απομάκρυνση από την κυβερνητική συμμαχία ή παραμονή σε αυτή και εκλογική καταβαράθρωση», και τη Die Linke, η οποία ενισχύει δειλά αλλά σταθερά τις δυνάμεις της, να επιχειρεί το επόμενο διάστημα να μπει σφήνα σε εκείνο το τμήμα του εκλογικού σώματος που είναι απογοητευμένο συνολικά από το γερμανικό πολιτικό σύστημα.

Η αντανάκλαση της εκλογικής δυναμικής των Πράσινων στο πεδίο των πολιτικών διεργασιών με ορίζοντα τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2019 είναι επίσης σημαντική. Στο εσωτερικό των Ευρωπαίων Πρασίνων υπάρχουν δύο τάσεις. Η μία επιθυμεί συνεργασία με τα δεξιά κόμματα σε κυβερνητικό επίπεδο, ενισχύοντας την επιρροή των Πράσινων στην άσκηση κυβερνητικής πολιτικής και στη διαμόρφωση κεντροαριστερών και αριστερών «αντίβαρων» σε κυβερνήσεις με πρώτο κόμμα συντηρητικούς Χριστιανοδημοκράτες, ενώ η άλλη τάση δεν επιθυμεί καμία συνεργασία με συντηρητικές δυνάμεις, αλλά ενίσχυση του διαλόγου με την Αριστερά και την αριστερή πτέρυγα της Σοσιαλδημοκρατίας. Σε αυτό το δίπολο, σημαντικός είναι και ο ρόλος των εσωτερικών πολιτικών συσχετισμών σε κάποια κράτη-μέλη, όπως η Ισπανία ή η Γαλλία, όπου οι Πράσινοι έχουν αναπτύξει κοινή προγραμματική ατζέντα με την Αριστερά.

Προς τα που θα κινηθούν συνολικά οι Ευρωπαίοι Πράσινοι, και εάν τελικά θα έχουν μια ενιαία «γραμμή» σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, μένει να το δούμε. Μπορεί αυτή τη στιγμή να αποτελούν το «next big thing» στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, ωστόσο η πολιτική τους μακροημέρευση θα εξαρτηθεί από τις συνεργασίες που θα αναπτύξουν στην πορεία προς τις ευρωεκλογές.

*Ο Δημήτρης Ραπίδης είναι πολιτικός επιστήμονας και επικοινωνιολόγος, συντονιστής του Ευρωπαϊκού Προοδευτικού Φόρουμ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα