Μπέττυ Μπαζιάνα: Οι δανειστές φέρθηκαν σαν μια τιμωρητική φασιστική μπότα

Μπέττυ Μπαζιάνα: Οι δανειστές φέρθηκαν σαν μια τιμωρητική φασιστική μπότα

"Αν ξέρετε κάποιον από τον ΣΥΡΙΖΑ που έβγαλε χρήματα στην πλάτη του ελληνικού λαού να μου το πείτε. Πρώτη εγώ θα βγω στους δρόμους" λέει μεταξύ άλλων η σύντροφος του πρωθυπουργού στην πρώτη της συνέντευξη

Η Μπέττυ Μπαζιάνα έδωσε την πρώτη της συνέντευξη στην Εφημερίδα των Συντακτών.

“Δεν δέχομαι κατηγορίες περί προδοσίας και εξαπάτησης” λέει η ίδια, ενώ σε άλλο σημείο προσθέτει:

“Αν ξέρετε κάποιον από τον ΣΥΡΙΖΑ που έβγαλε χρήματα στην πλάτη του ελληνικού λαού να μου το πείτε. Πρώτη εγώ θα βγω στους δρόμους” για να επισημάνει ότι “Η Ιστορία έχει καταγράψει τη διαφορά ήθους και πολιτικής”.

“Ο κόσμος των παραδείσιων τόπων ανήκει σε διαφορετικό από μένα αξιακό σύστημα. Πώς είναι δυνατόν να θεωρείται αξία η ιδιώτευση, το προσωπικό κέρδος σε βάρος του κοινού καλού και του δίκιου;”, λέει ακόμη σε άλλο σημείο.

Με αφορμή τη σύγκρουση κυβέρνησης – δικαστικών δηλώνει “κι εγώ αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να συζητάμε για το αν πρέπει οι δικαστικοί να δηλώνουν πόθεν έσχες ή όχι” και σε αυτό το σημείο προσθέτει “ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την κυβέρνηση αλλά δεν πήρε την εξουσία. Γιατί εξουσία δεν είναι ο υπουργός αλλά ο μηχανισμός. Υπάρχουν άνθρωποι σε θέσεις-κλειδιά που εξυπηρετούν το παλιό διεφθαρμένο σύστημα, και περιμένω την κάθαρση”.

Όσον αφορά τη λιτότητα, η κ. Μπαζιάνα απαντά ότι “αυτό είναι το μεγάλο κόστος, όμως έρχεται η στιγμή που σταδιακά θα πρέπει να ανακληθούν. Δεν γίνεται αλλιώς. Οι παροχές που δόθηκαν αυτές τις ημέρες αποτελούν ένα είδος αντιστάθμισμα σε αυτή τη λαίλαπα. Συμβιβάστηκες για να υπάρχει η χώρα σου”.

Απευθυνόμενη στη συνέχεια “σε όσους μοιράστηκαν μαζί την κοινή αγωνία, την κοινή προσδοκία, το κοινό όνειρο”, λέει: “Έχω να πω ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει”. “Δεν ξέρω τι νόημα έχει αν είχαμε αυτοκτονήσει συλλογικά. Ο πόλεμος έχει πολλές μάχες” παρατηρεί.

Tα τελευταία τρία χρόνια κάθε 5η Ιουλίου κλαίω από νεύρα, από οργή

Αναφορικά με το δημοψήφισμα του 2015 σημειώνει δε ότι “προσωπικά μιλώντας, τα τελευταία τρία χρόνια κάθε 5η Ιουλίου κλαίω από νεύρα, από οργή – ναι κυριολεκτώ. Πώς είναι δυνατόν να υποτιμήθηκε τόσο η γνώμη ενός λαού από τους ισχυρούς-δυνάστες του; Ποια “δημοκρατία” των ισχυρών μπορεί να αγνοήσει την επιλογή ενός λαού να ακολουθήσει άλλο δρόμο; Θυμηθείτε, το μήνυμα που διαδόθηκε παγκόσμια σαν φλόγα εκείνο το βράδυ της μοιραίας διαπραγμάτευσης: This is a coup…”.

Για πρώτη φορά μιλάει δημόσια ως πολίτης και αναφέρεται στα δραματικά γεγονότα μέσα και έξω από το Μαξίμου το καλοκαίρι του 2015. “Ο Τσίπρας το πήγε ως το όριο της αντοχής που είχε η χώρα. Μέσα σ’ αυτή τη δίνη δεν άλλαξε τον χάρτη των αξιών του, δεν τάχτηκε υπέρ των ισχυρών, είναι πάντα με την πλευρά των ανθρώπων του μόχθου”.

Η κ. Μπαζιάνα αποκαλεί τους δανειστές “μια τιμωρητική, φασιστική μπότα που προσπαθούσε να σου λιώσει το κεφάλι, να σε πατήσει κάτω επειδή τόλμησες να ξεστομίσεις “δεν αντέχω άλλο”… Λες και δεν είχες δικαίωμα να αντιστέκεσαι”.

Στο εκβιαστικό take it or leave it ο Τσίπρας πάλεψε όσο άντεξε

“Ο Τσίπρας το οδήγησε μέχρι εκεί που μπορούσε να το πάει, έχοντας συναίσθηση της ευθύνης για ό,τι είχε υποσχεθεί στον ελληνικό λαό αλλά και της ευθύνης μπροστά στο διακύβευμα. Γι’ αυτό δεν δέχομαι τις κατηγορίες περί προδοσίας και εξαπάτησης. Δεν είχε άλλα στο μυαλό του και άλλα έκανε, δεν είπε ψέματα, δεν οπισθοχώρησε. Πάλεψε να διαχειριστεί μια σκληρή, αμετακίνητη κατάσταση που ορθώθηκε μπροστά του άκρως απειλητική. Και το πήγε ως το όριο που είχε η χώρα μπροστά στην τρομακτική πίεση, τον πνιγμό, την τιμωρία” τονίζει, και προσθέτει:

“Ναι, αγωνίστηκε όσο καλύτερα μπορούσε έχοντας απόλυτα συναίσθηση της επικίνδυνης κατάστασης. Και στην τελευταία πρόταση συμφωνίας από τους δανειστές, στο εκβιαστικό take it or leave it πάλεψε όσο άντεξε”.

“’Έχοντας ρωτήσει τον ελληνικό λαό στο δημοψήφισμα, έφυγε να διαπραγματευτεί ξανά με τους δανειστές μια καλύτερη συμφωνία” και αναφέρει για το αποτέλεσμα: “επέστρεψε με μια συμφωνία που ήταν μακρυά από αυτό που οραματιζόταν αρχικά. Έκανε έναν συμβιβασμό, όχι όμως ταπεινωτικό. Έναν συμβιβασμό που πίστευε ότι είχε μια προοπτική: να οδηγήσει τελικά στο τέλος της ηγεμονίας των ισχυρών, στο τέλος της παράλογης λιτότητας”.

Η σύντροφος του πρωθυπουργού αναφέρει επίσης ότι έχει και φίλους με τους οποίους διαφωνεί σε πολλά θέματα, “άλλους προοδευτικούς άλλους συντηρητικούς, δεξιούς”.

Αποκαλύπτει δε, ότι θα ήθελε να είχε συναντήσει τον Φιντέλ Κάστρο και τονίζει: “η εξουσία, ακόμα και η αριστερή, χτυπάει σε πολύ εσωτερικές χορδές του ανθρώπου, έχει να κάνει με την αυταρέσκειά του, την εικόνα του εαυτού του, ακόμα και με τη λίμπιντό του. Ο ναρκισσισμός καιροφυλακτεί. Ίσως η ψυχανάλυση να βοηθούσε τους πολιτικούς… Αλλά ποιος αντέχει να συγκρουστεί με το είδωλό του;”.

Φωτογραφία: Εφημερίδα των Συντακτών

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα