Τσαουσάκης: Το δημοψήφισμα του 2015 – Από την κρίση ελπίδας στην κρίση εμπιστοσύνης

Διαβάζεται σε 5'
Τρικάκια για το δημοψήφισμα του 2015
Τρικάκια για το δημοψήφισμα του 2015 Eurokinissi

Ο Ηλίας Τσαουσάκης γράφει στο NEWS 24/7 για το δημοψήφισμα του 2015, μία από τις πιο φορτισμένες στιγμές της μεταπολιτευτικής περιόδου με αφορμή την συμπλήρωση 10 ετών από την διεξαγωγή του

Το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 υπήρξε μια από τις πιο φορτισμένες πολιτικές στιγμές της μεταπολιτευτικής περιόδου. Δέκα χρόνια μετά, σχεδόν οι μισοί ερωτώμενοι στην έρευνα της aboutpeople (48,4%) θεωρούν ότι το δημοψήφισμα ήταν μια λανθασμένη επιλογή. Ενώ το 61,2% αναγνωρίζει ότι αποτέλεσε «μια στιγμή δημοκρατικής έκφρασης», την ίδια στιγμή ένα αντίστοιχα υψηλό ποσοστό (57,3%) συμφωνεί ότι έγινε για να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης και όχι για να κριθεί ουσιαστικά η πορεία της χώρας. Αυτή η διπλή ανάγνωση που διατρέχει μεγάλο μέρος της έρευνας συνοψίζει και την αμφισημία της εποχής. Είναι αποκορύφωμα μιας περιόδου παρατεταμένης αστάθειας που ξεκίνησε με την κρίση του 2010, συνεχίστηκε με τον διπλό εκλογικό σεισμό του 2012 που αποδιοργάνωσε το κομματικό σύστημα, και κορυφώθηκε το 2015, όταν η πολιτική φαντασίωση μιας εύκολης ρήξης συγκρούστηκε με τα όρια που έθεταν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί .

Δείτε όλη την έρευνα της aboutpeople για το δημοψήφισμα

parousiasi

Η απουσία εφαρμόσιμου σχεδίου και η αδυναμία του πολιτικού συστήματος για ρεαλιστικές απαντήσεις στην κρίση χρέους, άφησε άπλετο χώρο σε αφηγήματα που παρουσίαζαν την Ελλάδα ως θύμα διεθνούς επιβολής και ταυτόχρονα ως χώρα με ειδική μεταχείριση, έξω από τους κοινούς κανόνες. Η πολιτική αντιπαράθεση μετατοπίστηκε από συγκεκριμένα σχέδια και ρεαλιστικά προγράμματα διακυβέρνησης που ποτέ δεν κατατέθηκαν, σε ένα πεδίο συμβολικών αντιπαραθέσεων και συνθημάτων.

Το δημοψήφισμα εντάχθηκε σε αυτό το περιβάλλον ως απόπειρα θεσμικής εκτόνωσης. Το ερώτημα που τέθηκε αφορούσε πρόταση που είχε ήδη αποσυρθεί, ενώ η διαχείριση του αποτελέσματος πυροδότησε μια νέα, μεγάλη κρίση εμπιστοσύνης. Η εντολή της κάλπης δεν υλοποιήθηκε, και αυτό δεν ερμηνεύτηκε ως αναγκαίος ρεαλισμός, αλλά ως αναίρεση.

Η κοινωνική αντίδραση σε αυτή την αλλαγή στάσης δεν ήταν εκρηκτική, ήταν όμως διαβρωτική. Δεν ακολούθησε ένα κύμα διαμαρτυρίας – η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 αναλύθηκε λάθος –   ακολούθησε μια περίοδος σιωπηλής απομάκρυνσης. Η ψήφος έπαψε να νοείται ως εργαλείο αλλαγής και άρχισε να εκλαμβάνεται ως σύμβαση χωρίς αποτέλεσμα. Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, το 45,4% των πολιτών θεωρεί ότι το δημοψήφισμα «μάλλον έβλαψε τη χώρα», ενώ μόνο 15% πιστεύει ότι την ωφέλησε.

Παράλληλα, το «ΟΧΙ» του 2015 συγκρότησε ένα ιδιότυπο πολιτικό ρεύμα, με ετερόκλητες ιδεολογικές αναφορές από την άκρα δεξιά έως την άκρα αριστερά. Ήταν περισσότερο αντίδραση παρά πρόταση. Η ενεργοποίηση υπήρξε εντυπωσιακή, αλλά το αποτέλεσμα δεν μετουσιώθηκε σε συνεκτική στρατηγική διακυβέρνησης. Η μετατόπιση της κυβέρνησης προς τα μνημόνια αποδόμησε τη ρητορική της ρήξης και ενίσχυσε την εικόνα αποπροσανατολισμού. Για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα προσωπικά, το δημοψήφισμα λειτούργησε ως σημείο καμπής, τραυματίζοντας τον ίδιο τον πυρήνα της ταυτότητας τους. Αν και η μετέπειτα διαχείριση της κρίσης προσέφερε τη δυνατότητα μετασχηματισμού, την ευκαιρία δηλαδή να εξελιχθεί σε μια νέα δύναμη διακυβέρνησης, η ευκαιρία αυτή χάθηκε.

Η απώλεια της αξιοπιστίας τους στον σκληρό πυρήνα του κοινωνικού του ακροατηρίου είχε υψηλό πολιτικό κόστος. Παράλληλα, στα πιο ενεργά κοινωνικά στρώματα, η απομάκρυνση υπήρξε σταδιακή αλλά σταθερή στα επόμενα χρόνια διακυβέρνησης. Το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο είχε ήδη γεννηθεί. Ταυτόχρονα, και ως αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό αυτών των τεκτονικών γεγονότων, διαμορφώθηκε σταδιακά ένα νέο προφίλ πολιτικής ηγεσίας, προσανατολισμένο στην τεχνοκρατική διαχείριση και τον πολιτικό πραγματισμό. Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην αρχηγία της ΝΔ το 2016, συσπείρωσε σε μεγάλο βαθμό το «ΝΑΙ» του Δημοψηφίσματος και εξέφρασε την ανάγκη να σταθεροποιήσει το σύστημα εκπροσώπησης.

Το δίπολο «μνημόνιο – αντιμνημόνιο» αντικαταστάθηκε από το δίπολο «λαϊκισμός – ρεαλισμός». Παρά την μετάβαση από την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια στην σταθερότητα, το ζήτημα της συμμετοχής και της εμπιστοσύνης στους θεσμούς όμως παραμένει ανοιχτό. Σήμερα, το 70,9% των πολιτών δηλώνει υπέρ της διεξαγωγής δημοψηφισμάτων γιατί «ενισχύουν τη δημοκρατία». Την ίδια στιγμή, το 48,4% θεωρεί ότι εκείνο το συγκεκριμένο δημοψήφισμα ήταν λάθος. Αυτό δεν αποτελεί άλλη μια αντίφαση, αλλά ένδειξη μιας βαθιάς θεσμικής ανησυχίας. Οι πολίτες εξακολουθούν να αναζητούν τρόπους συμμετοχής, αλλά θέλουν σαφείς όρους, καθαρό διακύβευμα, και πάνω από όλα συνέπεια. Δέκα χρόνια μετά, το Δημοψήφισμα δεν προκαλεί πλέον έντονη πολιτική αντιπαράθεση, αλλά εξακολουθεί να ενεργοποιεί αντανακλαστικά, φωτίζοντας κρίσιμα ζητήματα θεσμικής λειτουργίας και υπενθυμίζοντας  το κενό στρατηγικής που μπορεί να προκύψει όταν η ρητορική αποδόμησης του συστήματος γίνεται κυβερνητική γραμμή.

Το Δημοψήφισμα δεν παρήγαγε λύση, παρήγαγε αδιέξοδο αλλά και συναίσθηση των ορίων. Ανέδειξε το χάσμα ανάμεσα στην πολιτική αυταπάτη και την εφαρμοσμένη πολιτική, ανάμεσα σε προεκλογικές προσδοκίες και στις πραγματικές δυνατότητες άσκησης πολιτικής. Και συνέβαλε στη μετάβαση από την ελπίδα της ρήξης, στην συνειδητοποίηση των ορίων της – λιγότερο ηρωική, αλλά περισσότερο ρεαλιστική. Μια μετάβαση με κόστος και αποτελέσματα που βιώνουμε στην εξέλιξη του πολιτικού μας συστήματος ακόμα και σήμερα.

O Ηλίας Τσαουσάκης
O Ηλίας Τσαουσάκης

*Ο Ηλίας Τσαουσάκης είναι Πολιτικός επιστήμονας, σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα