Φρεντερίκ Φαρουτσί: “Το να κάνεις ταινίες δεν είναι αντίσταση. Αντίσταση είναι να βάζεις το σώμα σου μπροστά”
Διαβάζεται σε 9'
Ο σκηνοθέτης της βραβευμένης ταινίας “Ο Μοϊκανός” μιλάει στο NEWS24/7 για τους ανθρώπους που χάνουν το έδαφός τους και για το πολιτικό σινεμά είδους που του αρέσει να δημιουργεί.
- 13 Ιουνίου 2025 12:33
Η περιπέτεια αυτού του σύγχρονου “Μοϊκανού” ξεκινά όταν μια τοπική μαφία τουριστικών συμφερόντων αποφασίζει πως θέλει να εκμεταλλευτεί τη γη ενός από τους τελευταίους κτηνοτρόφους στην Κορσική. Στον διαπληκτισμό που ακολουθεί συμβαίνει ένα ατύχημα κι ο Ζοζέφ αναγκάζεται να διαφύγει ως φυγάς. Θα ακολουθήσει ανθρωποκυνηγητό, αλλά σύντομα θα διαπιστώσει πως δεν είναι μόνος του σε αυτή την περιπέτεια καθώς θα μετατραπεί σταδιακά σε σύμβολο αντίστασης απέναντι στην καταπάτηση της γης.
Είναι μια τρομερά επίκαιρη ιστορία που μπορούμε να νιώσουμε κομμάτια της αλήθειας της και εδώ στην Ελλάδα, γι’αυτό και θελήσαμε να κουβεντιάσουμε με τον άνθρωπο πίσω από τη δημιουργία του φιλμ.
Ο “Μοϊκανός” έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ Βενετίας και λίγο αργότερα προβλήθηκε και στη Θεσσαλονίκη όπου και κέρδισε το Βραβείο Κοινού του τμήματος Meet the Neighbors+. Είναι δηλαδή 100% μια ταινία κοινού – ενός κοινού που αναμφίβολα, θα αναγνωρίσει και κάτι δικό του στην οθόνη.
Λίγο πριν η ταινία προβληθεί στη Θεσσαλονίκη, καθίσαμε να συζητήσουμε με τον σκηνοθέτη Φρεντερίκ Φαρουτσί για το σινεμά είδους, για τις μορφές αντίστασης, και για τη γη που αποκαλούμε δική μας.
Πώς είναι η εμπειρία της προβολής της ταινίας σε φεστιβάλ μέχρι τώρα; Ρωτάω επειδή είναι μια τοπική ιστορία που λέει η ταινία, αλλά νομίζω με ευρύτερο ενδιαφέρον.
Στη Βενετία ήταν πραγματικά υπέροχο, γιατί οι άνθρωποι μου έλεγαν ότι υπήρχαν 500.000 Βενετοί στη Βενετία, πριν από 50 χρόνια. Και τώρα υπάρχουν μόνο 50.000 και δεν τους αποκαλούν πλέον κατοίκους. Τους αποκαλούν Αντίσταση της Βενετίας. Έχει λοιπόν μεγάλη απήχηση εκεί. Και φαίνεται ότι το εδαφικό ζήτημα ήταν πραγματικά ένα από τα προβλήματά τους. Και νομίζω ότι το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα τώρα, έτσι δεν είναι;
Ναι. Ναι, είναι.
Οπότε προς το παρόν, η απήχηση είναι πολύ καλή. Και είμαι πραγματικά χαρούμενος που μια τοπική ιστορία όπως αυτή μπορεί να έχει μια παγκόσμια απήχηση. Αλλά, αλλά νομίζω ότι είναι κάτι παγκόσμιο αυτή τη στιγμή. Άνθρωποι που είναι οργανικά συνδεδεμένοι με ένα μέρος βιώνουν ριζικές αλλαγές ή ακόμα και μια απομάκρυνση από το σπίτι τους. Γιατί είμαστε σε έναν πολιτισμό όπου μόνο τα οικονομικά ζητήματα έχουν σημασία.
Ναι, ακριβώς. Μερικές φορές νιώθω ότι είμαι μια ενόχληση μόνο και μόνο επειδή υπάρχω στη γειτονιά μου. Οπότε εσύ έχεις κάποιες από αυτές τις εμπειρίες, υποθέτω. Το έχεις νιώσει αυτό ο ίδιος; Είναι αυτό ένα ζήτημα που προφανώς σε απασχολεί;
Στην πραγματικότητα, έκανα ένα ντοκιμαντέρ το 2017, στο νότιο παράκτιο νησί της Κορσικής, με έναν βοσκό που περιγράφει τον εαυτό του ως μια ανωμαλία στο δικό του έδαφος. Και αποκαλούσε τον εαυτό του «Ο τελευταίος των Μοϊκανών». Και μου είπε ότι δεν θα μπορούσε να μεταβιβάσει το αγρόκτημα στους γιους του, γιατί ήταν σίγουρος ότι κάποια μέρα θα δέχονταν την επίσκεψη ενός άντρα, στον οποίο δεν μπορείς να πεις όχι. Και που θα ήταν εκεί για να αγοράσει τη γη και να κάνει κάτι άλλο με αυτήν, πιο κερδοφόρο.
Λοιπόν, αυτό δεν είχε συμβεί ακόμα στην περίπτωσή του, αλλά η ταινία θέτει το ερώτημα: τι θα γινόταν αν όντως συνέβαινε; Επειδή συμβαίνει σε πολλά άλλα μέρη της Κορσικής. Η εκτροφή αιγών και προβάτων στην ακτή ήταν παράδοση στην Κορσική και τώρα υπάρχουν ίσως 2 ή 3 τέτοια αγροκτήματα, επειδή εκδιώχθηκαν προς το εσωτερικό από τον τουρισμό και την κερδοσκοπία που συνοδεύει αυτό το φαινόμενο.
Και το στοιχείο του εγκλήματος ήταν πάντα μέρος της ανάπτυξης της ιστορίας;
Ναι. Επειδή είναι μια κατάσταση στην Κορσική, όπου οι εγκληματικές οργανώσεις είναι πραγματικά παρούσες στην οικονομία και έχουν μεγάλη επιρροή, ιδιαίτερα στον τουρισμό και στον τομέα των ακινήτων.
Νιώθω ότι τα τελευταία χρόνια βλέπουμε κάποιες ταινίες που ασχολούνται με αυτό, συγκεκριμένα με την ιδέα της κλεμμένης γης, από δυνάμεις που μπορεί να είναι εγκληματίες, μπορεί να είναι όμιλοι εταιρειών… Έχουμε τις “Ροδακινιές του Αλκαράς” ας πούμε, το πιο πρόσφατο του Χαμαγκούτσι “Ο Διάβολος Δεν Υπάρχει”, μια ελληνική ταινία το “Digger”… Είναι κάτι που έχουμε συλλογικά στο μυαλό μας προφανώς, αλλά πιστεύεις ότι μπορεί να σταματήσει κάτι αυτή την πορεία των πραγμάτων; Κάποιες φορές νιώθω απελπισμένος.
Όχι, νιώθω το ίδιο. Δυστυχώς, νιώθω το ίδιο, επειδή είναι πολύ δυνατοί, το σύστημα είναι πολύ ισχυρό. Και νομίζω ότι οι άνθρωποι έχουν όλο και λιγότερη ικανότητα και ευκαιρία να συγκεντρωθούν και να είναι σε θέση να δημιουργήσουν μια αντίρροπη δύναμη. Γι’ αυτό η ταινία μου είναι κατά κάποιον τρόπο ένα παραμύθι. Επειδή λειτουργεί. Επειδή οι νέοι μπορούν να συγκεντρωθούν. Αλλά από την άλλη έχουμε και κάποιες νέες εμπειρίες, έχουμε συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις νέων ανθρώπων, οπότε έλεγα στον εαυτό μου… «Κι αν μπορούμε;;»
Ζεις εν μέρει στην Κορσική και εν μέρει στο Παρίσι. Τι νιώθεις ότι σου προσφέρει το καθένα από αυτά, ως πολίτης;
Όλα συμβαίνουν στο Παρίσι, οπότε είναι πολύ σημαντικό να είσαι εκεί για να κάνεις ταινίες. Αλλά η φαντασία μου και ο τρόπος που θέλω να δουλεύω, είναι πραγματικά στην Κορσική. Ήμουν πραγματικά ευτυχισμένος που δούλευα στο νησί μου, γιατί, νομίζω ότι δούλευα πιο γρήγορα και πιο διαισθητικά. Υπήρχαν πολλά πράγματα που δεν τα σκεφτόμουν γιατί ήταν προφανή για μένα. Αλλά είναι σημαντικό να μην είσαι πολύ μακριά από τη βιομηχανία στο Παρίσι.
Όμως το ενδιαφέρον σου παραμένει στο να λες ιστορίες σε αυτούς τους χώρους που δεν είναι πιο αστικοί.
Ναι. Φυσικά. Έχω ένα πρότζεκτ στην Κορσική και ελπίζω να μπορέσω να το γυρίσω. Και έχω και άλλα πρότζεκτ, πιο αστικά, αλλά όλα έχουν να κάνουν με κάποιο είδος αντίστασης. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που πραγματικά με συγκινεί όταν βλέπω νέους ανθρώπους να μπορούν να πουν όχι – νέους ή και λιγότερο νέους, να μπορούν να πουν όχι στο σύστημα. Και αυτό είναι κάτι που θέλω να αντιμετωπίσω μέσω του κινηματογράφου και.
Μια ταινία όπως αυτή, αισθάνεσαι πως είναι μια πράξη αντίστασης;
Ποτέ δεν είναι πράξη αντίστασης. Επειδή η αντίσταση είναι όταν βάζεις το σώμα σου μπροστά, στο δρόμο για παράδειγμα, αυτό είναι αντίσταση. Και πρέπει να είμαστε ειλικρινείς σχετικά με αυτό. Δεν είναι τόσο επικίνδυνο το να κάνεις ταινίες, αλλά είναι ένας τρόπος να εκφράσω τον εαυτό μου και ένας τρόπος, ίσως, να βρω άλλους ανθρώπους που νιώθουν το ίδιο και ίσως να κάνουμε συζητήσεις.
Αλλά νομίζω ότι είναι δύσκολο να είσαι πραγματικά φιλόδοξος με μια ταινία στις μέρες μας, από κοινωνική άποψη. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα με το να δημιουργούμε ταινίες. Αλλά ίσως αν δημιουργήσεις κάποια συζήτηση, ίσως αν οι άνθρωποι το συζητήσουν, είναι μικρό, αλλά είναι κάτι.
Όταν την πρόβαλα στην Κορσική, ήταν εκεί ο δήμαρχος μιας από τις μεγάλες πόλεις, της Μπαστιά, ο οποίος μου είπε, θέλω να δείξεις την ταινία στα παιδιά, στο κολέγιο, στα σχολεία. Γιατί για μένα είναι πολύ σημαντικό για αυτά να καταλάβουν ότι, όταν έχουν μια γη, δεν μπορούν να την πουλήσουν έτσι – μπορούν να αντισταθούν. Είναι εφικτό. Η αντίσταση είναι εφικτή. Έτσι, μερικές φορές ακούς κάτι τέτοιο, σε κάνει να νιώσεις ότι αυτό που έκανες δεν είναι μόνο τέχνη, είναι και κάτι κοινωνικό.
Ναι, ναι. Και είναι ενδιαφέρον ότι η ίδια η ταινία δεν είναι υπερβολικά στιλιζαρισμένη, ακολουθεί τους μηχανισμούς μιας αστυνομικής ιστορίας, οπότε παρουσιάζεται ως μια ταινία που θέλει οι άνθρωποι απλά να την ακολουθήσουν και να την καταλάβουν.
Αυτό είναι αλήθεια. Γι’ αυτό μου αρέσει πολύ το genre στον κινηματογράφο. Επειδή αυτές οι ιστορίες είναι ένα είδος Δούρειου Ίππου. Επειδή δεν μου αρέσει όταν η πολιτική άποψη του σκηνοθέτη είναι εκφράζεται ευθέρως, σα να σου λέει ότι αυτό είναι που πρέπει να σκεφτείς. Γι’ αυτό η προηγούμενη ταινία μου ήταν μια ταινία νουάρ που αφορούσε τη μετανάστευση, και γι’αυτό ετούτη είναι μια ταινία γουέστερν. Μου αρέσει αυτός ο τρόπος να κάνω τα πράγματα.
Εξάλλου τα είδη που αναφέρεις… το γουέστερν ας πούμε πάντα είχε πολιτική φόρτιση, δεν μπορεί να είναι αλλιώς. Δεν μπορείς να αφαιρέσεις την πολιτική ένταση από αυτό. Και το φιλμ νουάρ, φυσικά.
Ναι, ναι, αυτού του είδους οι genre ταινίες με ενδιαφέρουν πολύ. Και είναι ένας τρόπος για μένα να είμαι γενναιόδωρος με το κοινό και να το κάνω να σκεφτεί. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο αγαπώ τον κινηματογράφο κι αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο θέλω να κάνω κινηματογράφο. Δεν θέλω να κάνω ταινίες που δεν έχουν πολιτικό περιεχόμενο. Είναι πολύ σημαντικό για μένα. Αλλά θέλω να το κάνω έτσι.
Και είναι κι οι ταινίες που σου άρεσαν πάντα και σαν θεατής;
Ναι. Πάντα το φιλμ νουάρ. Ιστορίες αστικές, για ανθρώπους που έχουν συνήθως προβλήματα ένταξης και που είναι συνήθως αταίριαστοι. Ενώ το γουέστερν είναι πάντα αυτό: Κάποιου τύπου εδαφική σύγκρουση, μια σύγκρουση πολιτισμών. Με ενδιαφέρει πάντα στο σινεμά να υπάρχει κάτι περισσότερο από τη δράση.
Η ταινία “Ο Μοϊκανός” προβάλλεται στις αίθουσες από την One from the Heart. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του ’24 στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.