Νέες ταινίες: Επιστροφή στη ζόμπι δυστοπία του Ντάνι Μπόιλ με το “28 Χρόνια Μετά”

Διαβάζεται σε 11'
Νέες ταινίες: Επιστροφή στη ζόμπι δυστοπία του Ντάνι Μπόιλ με το “28 Χρόνια Μετά”

Κάθε εβδομάδα, ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Πολύ καλό το άνοιγμα για τις “Άγριες Μέρες Μας” του Βασίλη Κεκάτου που ξεπέρασε τις 6.000 εισιτήρια σε 25 αίθουσες πανελλαδικά και μένει να φανεί τώρα αν θα έχει πόδια. Πόδια που σίγουρα έχει το “Βερμίλιο”, η ξεκάθαρη καλλιτεχνική επιτυχία του καλοκαιριού ως τώρα, που πρόσθεσε άλλα 4.500 εισιτήρια για να φτάσει τις 11.500 σε 10 μέρες. Δύσκολο, «φεστιβαλικό» σινεμά που δείχνει όμως πως πάντα θα έχει κοινό.

Στην κορυφή άνοιξε το “Πώς να Εκπαιδεύσετε το Δράκο Σας” αλλά με χαμηλές πτήσεις, καθώς με 18.000 εισιτήρια άνοιγμα ίσα που ξεπέρασε το “Λίλο και Στιτς” (16.300) στην 3η του εβδομάδα. Οπότε έχουμε σαφή νικητή στην μάχη των φετινών “live action” διασκευών ταινιών κινουμένων σχεδίων που γύρισε πριν χρόνια ο animator σκηνοθέτης Κρις Σάντερς. (Ο οποίος αντί να ασχολείται με περιττές διασκευές των μπλοκμπάστερ έργων του, σκηνοθέτησε φέτος ένα πανέμορφο ορίτζιναλ, το πανέμορφο “Ατίθασο Ρομπότ”. Εμείς μαζί του είμαστε.)

Κατά τα άλλα το “Υπάρχω” ξεκινά νέα επέλαση, στα θερινά αυτή τη φορά όπου αναμένεται να παίξει με τρελό σουξέ το υπόλοιπο τρίμηνο, ενώ αξίζει να σημειώσουμε την πορεία για δύο σημαντικές καλλιτεχνικές ταινίες των φετινών Καννών: Η τελευταία “Επικίνδυνη Αποστολή” με τον Τομ Κρουζ ξεπέρασε τα 115.000 εισιτήρια, ενώ το “Φοινικικό Σχέδιο” του Γουές Άντερσον συνεχίζει να χάνει λιγότερα εισιτήρια από ό,τι αίθουσες – προσέθεσε 3.000 εισιτήρια σε μόλις 9 πλέον αίθουσες, φτάνοντας τις 20.000.

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας

28 Χρόνια Μετά

(“28 Years Later”, Ντάνι Μπόιλ, 1ω55λ)

★★★½

Η Μεγάλη Βρετανία είναι πλέον σε καραντίνα, αποκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο. Εκεί, σε μια αποκομμένη νησίδα, μια κοινότητα ανθρώπων προσπαθούν να επιβιώσουν απέναντι στα ζόμπι. Ένα μικρό αγόρι ταξιδεύει με τον πατέρα του στην ενδοχώρα, για να δοκιμαστεί – και να αποκτήσει το πρώτο του ζόμπι θήραμα.

Σε 25 λέξεις: Ντάνι Μπόιλ και Άλεξ Γκάρλαντ επανενώνονται σε σκηνοθεσία-σενάριο μετά την επιδραστική ορίτζιναλ ταινία τρόμου του 2002 και συνδυάζουν σασπένς, ιστορία ενηλικίωσης και στοχασμό πάνω στη ζωή και τον θάνατο.

Κριτική

Η ταινία τρόμου του Ντάνι Μπόιλ από το 2002 όχι απλά έδωσε νέα πνοή στην καριέρα του βραβευμένου με Όσκαρ σκηνοθέτη, αλλά έφερε κάτι καινούριο στο είδος του ζόμπι θρίλερ. 23 Χρόνια Μετά, το “28 Χρόνια Μετά” βρίσκει τον Μπόιλ πάλι σε μια κοιλιά στην καριέρα του, κι ενώ το να υπάρξει ένα αντίστοιχο πολιτισμικό σοκ με εκείνο της ορίτζιναλ ταινίας είναι κάπως απίθανο (έτσι κι αλλιώς θα μας έπαιρνε χρόνια να το αντιληφθούμε), μπορούμε με χαρά να πούμε πως και πάλι έχουμε στα χέρια μας κάτι αντίστοιχα ανανεωτικό.

Σε ένα σίκουελ που στην ουσία δεν χρειάζεται καμία πρότερη γνώση ή πληροφορία για να λειτουργήσει αυτοτελώς, ο Μπόιλ επανενώνεται με τον σεναριογράφο της ορίτζιναλ ταινίας, Άλεξ Γκάρλαντ (“Ex Machina”, “Εμφύλιος Πόλεμος”) και βρίσκουν κάτι φρέσκο στην πορεία.

Με μια ιδιόρρυθμη δομή δύο πράξεων (ας τις βαφτίσουμε «ενηλικίωση» και «θάνατο» σε μια κλιμάκωση απότομη όσο κι η ίδια η ζωή), ο Μπόιλ σκηνοθετεί μια σκληρή, σκοτεινή αλλά τελικά ανθρώπινη και στοχαστική ιστορία ενηλικίωσης υπό το μανδύα ενός θρίλερ επιβίωσης. Στο πρώτο μέρος, ο νεαρός ήρωας Σπάικ (Άλφι Γουίλιαμς) ταξιδεύει στην ενδοχώρα μαζί με τον πατέρα του (Άαρον Τέιλορ Τζόνσον) ώστε να σκοτώσει το πρώτο του ζόμπι θήραμα – κομμάτι μιας παράδοσης ενηλικίωσης του αποκομμένου από τον κόσμο χωριού όπου μεγαλώνει.

Ο πατέρας του είναι σκληρός, άλλοτε άξεστος και τοξικός, αλλά άλλοτε δοτικός και προστατευτικός. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα πατρική φιγούρα που κάνει με τη σειρά της την απότομη ενηλικίωση του Σπάικ να αποκτά επιπλέον πτυχές νοιαξίματος και ενσυναίσθησης απέναντι στον κόσμο γύρω του – κάτι που τον προετοιμάζει για το απρόσμενο (με πολλούς τρόπους) δεύτερο μέρος του φιλμ. Εκεί, ο νιχιλισμός αυτού του σινε-κόσμου μπαίνει στο μικροσκόπιο και αποκτά ένα ευρύτερο πλαίσιο ανάγνωσης καθώς το φιλμ φλερτάρει με το folk horror. Ο θάνατος, λέει, είναι βέβαιος και σκληρός και απότομος και αναπόφευκτος. Αλλά το ίδιο αναπόφευκτο –και σημαντικό και, τελικά, ανεξίτηλο– είναι το να έχεις ζήσει.

Ο Μπόιλ μοντάρει σκηνές αγωνίας εμπλέκοντας πολεμικά επίκαιρα, προσφέροντας στο έργο μια αίσθηση βάρους και ασφυξίας πριν καν εμφανιστεί το πρώτο ζόμπι. Κινηματογραφεί σκηνές αγωνίας με μια εντυπωσιακή σκληρά ποιητική ομορφιά, με απόλυτο highlight μια νυχτερινή υδάτινη καταδίωξη που μοιάζει σα να συμβαίνει στον ουρανό. Προσφέρει μια ενδιαφέρουσα ανάγνωση πάνω στις αποκομμένες κοινωνίες και στο πώς φιλτράρουν αλήθεια και ψέμα για να χτίσουν την ταυτότητά τους πάνω σε επιλεγμένες μυθολογίες του Παλιού Κόσμου, συνδέοντας αυτή την απώλεια συλλογικής αθωότητας με την ενηλικίωση ενός νεαρού αγοριού γεννημένου στον Νέο Κόσμο. Μιλά για το να ζεις και να πεθαίνεις και να νοιάζεσαι, χωρίς να ξεχνά να προσφέρει αιματηρή αγωνία σε ένα θρίλερ όπου κάθε γωνιά ενός ανοιχτού κάδρου, είναι απειλητική.

Μια εξόφθαλμη σεναριακή/συμβολική ευκολία στο β’ μισό του φιλμ, καθώς και ένας αψυχολόγητα αταίριαστος επίλογος που μοιάζει εντελώς εκτός τόνου σε σχέση με όλο το υπόλοιπο φιλμ (Ντάνι Μπόιλ, αν μας διαβάζεις, οι post-credit scenes γι’αυτό υπάρχουν αν θες απλά να δώσεις cliffhanger για το σίκουελ) δεν μπορούν να ακυρώσουν τις κατά τα άλλα πολύ ενδιαφέρουσες επιλογές που κάνει το φιλμ, από τις στιλιστικές παρεμβάσεις του Μπόιλ και την σεναριακή δομή του Γκάρλαντ, μέχρι τις ερμηνείες του καστ – η Τζόντι Κόμερ κάνει πολλά με λίγα, ο Άαρον Τέιλορ Τζόνσον είναι στιβαρός σε έναν ενδιαφέροντα ρόλο, κι ο χρωματιστός Ρέιφ Φάινς κινείται με χάρη από το καρτουνίστικο στο πνευματικό.

Ο Ντάνι Μπόιλ είναι εν ολίγοις εδώ, με το γνωστό του πολύ ζωντανό στυλ: Κοφτό μοντάζ, δυναμική χρήση μουσικής, εμπλοκή media πηγών εκτός αφήγησης (εδώ τα επίκαιρα και το ποίημα), και μια κάμερα που μοιάζει να μην καθησυχάζεται ποτέ. Αυτό το σίκουελ καταφέρνει μάλιστα να βρει πτυχές και πέρα από τη νιχιλιστική ασφυξία του ορίτζιναλ, χωρίς να χάνει την ορμή και την αιχμή του. Δεν είναι χωρίς τις ατέλειές του, αλλά διαβάζει με ψυχή και τόλμη τον κόσμο αυτή τη στιγμή – κοιτάζει μια εν εξελίξει Αποκάλυψη, και βλέπει ζωή. Δεν είναι και λίγο.

Έλιο

(“Elio”, Μάντελιν Σαράφιαν, Ντόμι Σι, Άντριαν Μολίνα, 1ω38λ)

★★

Ορφανό αγόρι που είναι πεπεισμένο πως κανείς δεν το θέλει στη Γη, επιθυμεί διακαώς να εμφανιστούν εξωγήινοι και να τον απαγάγουν. Μια μέρα η ευχή του θα γίνει πραγματικότητα.

Σε 25 λέξεις: Δημιουργικές δυσκολίες που φαίνονται στην οθόνη, σε μια γλυκιά ταινία με όμορφες ιδέες που όμως παρουσιάζονται με αόριστο τρόπο και χωρίς ιδιαίτερη ευρηματικότητα οπτική ή αφηγηματική. Όχι από τα καλύτερα της Pixar.

Κριτική

Κάτι ανάμεσα σε “Λίλο και Στιτς” και Σπίλμπεργκ της ‘80s αθωότητας, το “Έλιο” ακολουθεί ένα νεαρό αγόρι σε διαγαλαξιακό ταξίδι μέσα από το οποίο μαθαίνει το ίδιο να ανοίγεται και να αγαπά, αλλά και συνειδητοποιεί πως δεν είναι όσο ανεπιθύμητος νόμιζε. Το ταξίδι του είναι χαριτωμένο και διασκεδαστικό, αλλά αόριστες ιδέες περί αποδοχής και αγάπης δεν αγκιστρώνονται σε κάτι πολύ βάσιμο: Ο Έλιο νιώθει απόβλητος αλλά με έναν κάπως φορσέ τρόπο, περισσότερο η ταινία μας το ανακοινώνει ξανά και ξανά παρά το νιώθουμε, ενώ η εξωγήινη ουτοπία που ανακαλύπτει δεν κάνει κάτι για να κερδίσει στα αλήθεια τον θαυμασμό μας πέρα από το να είναι απλώς πολύχρωμη.

Μέσα σε όλα αυτά υπάρχουν γλυκές ιδέες πάνω στην αποδοχή και την ύπαρξή μας μες στο άπειρο του σύμπαντος, αλλά η ταινία μοιάζει αρκετά ασύνδετη σε πολλά σημεία, πιθανό αποτέλεσμα του ότι ξεκίνησε δημιουργικά από τον σεναριογράφο του “Coco” αλλά στην πορεία εκείνος απομακρύνθηκε, την ταινία ανέλαβαν οι δημιουργοί του “Turning Red” κι ο τόνος άλλαξε – το αποτέλεσμα κινείται ανάμεσα σε διαφορετικές ιδέες και προσεγγίσεις που δεν καταφέρνει στα αλήθεια να γεφυρώσει.

(Επίσης η ενέργειά της είναι αρκετά μονότονη, αλλά αυτό ίσως να έχει να κάνει και με την ελληνική μεταγλώττιση όπου μεταξύ άλλων χάνεται τελείως η δύναμη των λέξεων του Καρλ Σαγκάν από αρχειακό υλικό – δυστυχώς αυτή είναι η εκδοχή που μας έγινε διαθέσιμη, οπότε βάσει αυτής κρίνουμε το φιλμ.)

Αισθητικά, η ποικιλομορφία των εξωγήινων πλασμάτων προσφερόταν για μια λίγο πιο παιχνιδιάρικη ή πειραματική προσέγγιση – βλέπε και “Στο Στοιχείο Τους”, μια από τις ομορφότερες ταινίες που έχει παράξει ποτέ η Pixar κυρίως χάρη στον σχεδιασμό και την υφή των διαφορετικών φυλών του φιλμ – αλλά δυστυχώς πρόκειται για μια αρκετά επίπεδη πολυχρωμία. Η δύναμη τελικά του φιλμ βρίσκεται στις επιμέρους συνδέσεις του Έλιο (με τη θεία του, με τον απρόσμενο φίλο που κάνει, και τελικά ακόμα και με το ίδιο το σύμπαν) αλλά ευχόμαστε κάτι από όλα να είχε αναπτυχθεί με πιο μεστό τρόπο.

Το Παιδί και το Δελφίνι

(“Boy on a Dolphin”, Ζαν Νεγκουλέσκο, 1ω51λ)

★★½

Στην Ύδρα, η Φαίδρα βουτάει για σφουγγάρια στο βυθό και μια μέρα ανακαλύπτει ένα άγαλμα μεγάλης αξίας και μυθικών διαστάσεων. Θα το πιάσει στα χέρια του ο έμπορος έργων τέχνης, ή ο έντιμος αρχαιολόγος;

Σε 25 λέξεις: Παλιομοδίτικα φολκλορική περιπέτεια με τη Σοφία Λόρεν να τραγουδά “Τι Είναι Αυτό Που Το Λένε Αγάπη” και φόντο από την Ύδρα ως την Ακρόπολη. Έχει την παλιομοδίτικη γοητεία της, και για μια βραδιά σε θερινό είναι μια χαρά.

Alphaville

(“Alphaville: une étrange aventure de Lemmy Caution”, Ζαν-Λικ Γκοντάρ, 1ω39λ)

★★★½

Ο Λέμι Κόσιον πρέπει να εξολοθρεύσει τον δημιουργό ενός μοχθηρού υπολογιστή που κυβερνά την πόλη Αλφαβίλ. Θα γνωρίσει την κόρη του αντιπάλου του και, αντιμέτωπος με τα μυστήρια αυτού του κόσμου, θα της μάθει το νόημα της «αγάπης».

Σε 25 λέξεις: Σε ένα από τα κλασικά του φιλμ, ο Γκοντάρ ξετυλίγει και ξανατυλίγει το DNA του sci-fi, του νουάρ, της σάτιρας και του ρομάντσου σε ένα εντελώς μοναδικό δείγμα κινηματογραφικής γραφής που φαντάζεται το αστικό παρόν ως διαστημική δυστοπία.

Η Νύχτα των Σαλτιμπάγκων

(“Sawdust and Tinsel / Gycklarnas afton”, Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, 1ω33λ)

★★★½

Το 1900, ένα περιπλανόμενο τσίρκο σταματά σε μια επαρχιακή πόλη όπου ο υπεύθυνος του θιάσου είχε κάποτε εγκαταλείψει την οικογένειά του. Εκεί θα δημιουργεί ένα τρίγωνο ανάμεσα σε εκείνον, την γυναίκα του και την ερωμένη του.

Σε 25 λέξεις: Φορμαλιστικά αιχμηρός Μπέργκμαν, ανάμεσα στον μελοδραματισμό και την αλληγορία, με το τσίρκο να είναι μια ολόκληρη ζωή και το συλλογικό να συνδέεται με το προσωπικό. Ανθολογίας το ξεκίνημα της ταινίας.

Επιλεγμένες προβολές

Queer Cinema for Palestine: Προβολή μικρού μήκους ταινιών με κουήρ θεματική με στόχο την οικονομική ενίσχυση κουήρ συλλογικοτήτων στην Παλαιστίνη. (Παρασκευή 20/6, 22.30, Ατενέ)

Ρώμη Ανοχύρωτη Πόλη: Ο αντιναζιστικός αγώνας ενός αντιστασιακού κι ενός ιερέα μέσα από το φακό του Ρομπέρτο Ροσελίνι σε ένα εμβληματικό φιλμ του ιταλικού νεορεαλισμού.

Καμία Συμπάθεια για τον Διάβολο: Μια ατμοσφαιρική μεταφορά του μύθου του Ορφέα και της Ευρυδίκης σε μια δυστοπική Αθήνα. Το βραβευμένο φιλμ του Δημήτρη Αθανίτη προβάλλεται σε director’s cut.

Marathon Man: Ένας φοιτητής μπλέκει σε συνωμοσίες και τρέχει για τη ζωή του στο κλασικό θρίλερ του Τζον Σλέσινγκερ με τους Ντάστιν Χόφμαν και Λόρενς Ολίβιε. Προβολή και συζήτηση με τον κριτικό Αλέξανδρο Παπαγεωργίου. (Τετάρτη 25/6, 21.00, Παναθήναια)

Κυκλοφορούν ακόμη

Πάρτι Χωρισμού: Μετά από 14 χρόνια, η Άλε και ο Άλεξ, αγαπημένο κατά τ’ άλλα ζευγάρι, παίρνουν από κοινού τη δύσκολη απόφαση να χωρίσουν. Θέλουν, όμως, ο χωρισμός τους να είναι διαφορετικός από το συνηθισμένο, μια αφορμή για εορτασμό και όχι για πένθος. Έτσι, ανακοινώνουν στους πάντες γύρω τους ότι θα οργανώσουν ένα μεγάλο «πάρτι χωρισμού» – γιατί ποιος είπε ότι μόνο οι γάμοι αξίζουν το δικό τους πάρτι;

Διπλή Ταυτότητα: Αφού πέρασε αρκετά χρόνια διεισδύοντας στους κύκλους της αριστεράς του Abertzale ως μία νεαρή υποστηρίκτρια της τρομοκρατικής ομάδας ETA, μια μυστική πράκτορας αποκτά αυτό που έψαχνε: η ETA επικοινωνεί μαζί της.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα