Νέες ταινίες: Tα “Οχτώ Βουνά” και το απρόσμενα διασκεδαστικό “Dungeons & Dragons”

Νέες ταινίες: Tα “Οχτώ Βουνά” και το απρόσμενα διασκεδαστικό “Dungeons & Dragons”

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Εβδομάδα με αρκετές επιλογές, με μια πολύ διασκεδαστική στουντιακή κωμική περιπέτεια βασισμένη στο διάσημο RPG, αλλά και μπόλικες φεστιβαλικές προτάσεις από Κάννες, Βενετία, αλλά κι ένα ντοκιμαντέρ-έκπληξη που είδαμε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Στο μεταξύ δεν ξεχνάμε την Κυριακή 2 Απριλίου το κάλεσμα υπέρ της σωτηρίας των Ιντεάλ και Άστορ, τα οποία περιμένουν την απόφαση που θα κρίνει το μέλλον τους και το κατά πόσο θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Από το απόγευμα της Κυριακής, τα σινεμά Ιντεάλ και Άστορ θα παίζουν δωρεάν ταινίες για το κοινό, ενώ κι η πλατεία Κοραή θα μετατραπεί σε υπαίθριο σινεμά. Περισσότερες πληροφορίες εδώ.

Οι ταινίες της εβδομάδας:

Τα Οχτώ Βουνά

(“The Eight Mountains / Le Otto Montagne”, Φέλιξ βαν Γκόνινγκεν, Σάρλοτ Βάντερμις, 2ω27λ)

3.5 / 5

Δύο φίλοι περνούν στιγμές μαζί ως παιδιά, στιγμές καθοριστικές για το τι άντρες, τι άνθρωποι θα μεγαλώσουν να γίνουν. Κι οι οποιες θα καθορίζουν για πάντα τη σχέση τους με τη φύση αλλά τη μεταξύ τους. Ο Πιέτρο είναι παιδί της πόλης, κι ένας άνθρωπος που μοιάζει διαρκώς να τρέχει για να βρεθεί και κάπου αλλού, να γνωρίσει κάτι άλλο. Ο Μπρούνο είναι ένα ορεινό αγρίμι, μοιάζει να έχει βρει το κέντρο του στο βουνό. Κάθε χρόνο βρίσκονται ξανά, μέχρι που απομακρύνονται. Πριν έρθουν ξανά κοντά. Και ξανά μακριά. Είναι μια ταινία, βασικά, για τη ζωή.

Γυρισμένη σε κάδρο 4:3 μπροστά από την απόκρημνη ποίηση του ορεινού τοπίου της Ιταλίας η ταινία κλείνει τους δύο ήρωες (από την παιδική τους ηλικία και διαμέσου των εξερευνήσεών τους καθώς περνάνε τα χρόνια) σε ένα κάδρο που χωράει μόνο αυτούς, και απομακρύνοντας έτσι από το μάτι του θεατή την αποστομωτική ομορφιά των ορεινών τοπίων που τους περιτριγυρίζει. Είναι μια ενδιαφέρουσα, διχαστική επιλογή, που υπογραμμίζει την πρωταρχική μεν θέση των ηρώων στην ίδια τους την ιστορία, αλλά και τη διαρκή υπενθύμιση του (τρομακτικά, πανέμορφα) ατελείωτου κόσμου της φύσης πίσω τους– γύρω τους.

Η ταινία είναι διασκευή του βιβλίου “Οκτώ Βουνά” του Πάολο Κονιέτι και οι λογοτεχνικές της ρίζες φαίνονται από τον τρόπο που πολλές πλούσιες θεματικές δεν ξεδιπλώνονται πάντα, παρά προκύπτουν ως αφήγηση. Αυτό που για κάποιους θεατές μπορεί σαφέστατα να καταλογιστεί ως αρνητικό στοιχείο, ως φλυαρία ή έλλειψη μέτρου, μπορεί να είναι τελικά και η ουσία μιας τέτοιας ιστορίας: Τοπία, επαναλήψεις μοτίβων και σιωπές ανάμεσα στο πάντοτε έξαφνο πέρασμα του χρόνου, επιτρέπουν σε μικρές μεμονωμένες στιγμές να γιγαντωθούν μέσα από την επανάληψη και την σιωπή σε καθοριστικά σημεία αναφοράς ολόκληρων ζωών– ή πώς κάτι το οσοδήποτε μικρό μπορεί να εξελιχθεί σε χιονοστιβάδα αν προλάβει να πάρει αρκετές στροφές. Κινηματογραφικές ανάσες και κινηματογραφικοί χρόνοι που σμιλεύουν ολόκληρες ζωές και σχέσεις ηρώων με τρόπο αβίαστο και μεγαλόπνοο.

Πρωταγωνιστούν ο Λούκα Μαρινέλι (του σπουδαίου “Μάρτιν Ίντεν”) κι ο Αλεσάντρο Μπόργκι παίρνοντας την ταινία πάνω τους, στα βλέμματά τους, στην κορμοστασιά και στην δυναμική τους. Γράφουν και σκηνοθετούν οι Φέλιξ Βαν Γκρόνινγκεν (του επιτυχημένου “Broken Circle Breakdown” που όμως είχε από τότε να κάνει καλή ταινία) και η παρτενέρ του, ηθοποιός (και συν-σεναριογράφος του “Broken Circle”) Σάρλοτ Βάντερμις. Η ταινία κέρδισε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στις περσινές Κάννες και οπωσδήποτε –και κατανοητά– θα διχάσει. Όμως αποτελεί μια εμπειρία, ένα φιλμ-ύμνο στη ζωή, την φιλία, την συγχώρεση, την κληρονομιά και το να χαράζεις τον δικό σου δρόμο (ή να το νομίζεις), που ακόμα κι αν δεν σου αρέσει, εγγυημένα θα μείνει μέσα σου για καιρό.

Το Μπλε Καφτάνι

3 / 5

(“The Blue Caftan / Le Bleu du Caftan”, Μαριάμ Τουζάνι, 2ω2λ)

Ράφτης σε μια παραδοσιακή συνοικία του Μαρόκου, παραμένοντας πιστός στην επαγγελματική του παράδοση, πραγματοποιεί την ίδια στιγμή τη ριζοσπαστικότερη επανάσταση όλων, καθώς τα αισθήματά του για έναν άλλο άντρα αρχίζουν να βγαίνουν στην επιφάνεια. Πώς θα αντιδράσεις η σύζυγός του;

Τρυφερή ιστορία όχι απλά για ένα έρωτα αλλά για ένα πλέγμα σχέσεων σε μια κοινωνία που κρατά όλες τις μη αποδεκτές δυναμικές στο mute. Εντοπίζει τη σύνδεση χειροπιαστού και παθιασμένου, παράδοσης και ανατροπής, με τρόπο με μεστό και λιγομίλητο, λέγοντας μια κλασικής δομής ιστορία με τα πιο κλασικά υλικά. Κρύβοντας όμως στις ραφές της βελονιές μεγαλείου. Πρεμιέρα στις Κάννες, βραβείο κριτικών και κοινού στις Νύχτες Πρεμιέρας.

Dungeons and Dragons: Εντιμότητα μεταξύ Κλεφτών

(“Dungeons and Dragons: Honor Among Thieves”, Τζον Φράνσις Ντέιλι, Τζόναθαν Γκόλντστιν, 2ω14λ)

3 / 5

To διάσημο RPG μεταφέρεται ξανά στο σινεμά μετά την τραγική απόπειρα του 2000 (εκείνο με τον Τζέρεμι Άιρονς να μοιάζει παγιδευμένος στο περιθώριο της αφίσας), ακολουθώντας έναν κλέφτη και μια ομάδα από ετερόκλητους τυχοδιώκτες που επιχειρούν να φτάσουν στις πιο απόμερες τοποθεσίες του θρύλου για να φέρουν στην κατοχή τους ένα χαμένο κειμήλιο που μπορεί να σταματήσει έναν τσαρλατάνο δυνάστη και τα μοχθηρά του σχέδια.

Παντελώς απρόσμενα και χωρίς να έχει κανένα λόγο να το κάνει, αυτό το νέο D&D αποτελεί τιμιότατη και άκρως διασκεδαστική περίπτωση φιλμ μαζικής διασκέδασης που ξέρει πώς να κάνει τον θεατή να περάσει καλά χωρίς να πέφτει σε φτήνιες ή να τεμπελιάζει. Για την ακρίβεια η ταινία όχι μόνο αποτελεί πρώτης τάξεως mainstream χορταστική κωμωδία (είδος που παραμένει σε έκλειψη, αλλά εδώ δίνει φωναχτό παρών), αλλά ξέρει πώς να πει μια ιστορία πιστή στη δομή και στις ιδιαιτερότητες μιας αφήγησης-campaign, δηλαδή με fetch quests, side-missions, φροντισμένες μάχες, ξεχωριστές ικανότητες, αποστολές, κλπ. Το σκηνοθετικό δίδυμο πίσω από το “Game Night” –μια από τις καλύτερες στουντιακές κωμωδίες εδώ και πολλά χρόνια– αποδεικνύει πως εκείνη η ταινία, επίσης συνδυασμός σασπένς και γέλιου με σεβασμό στους μηχανισμούς αμφότερων των ειδών, ήταν κάθε άλλο παρά ατύχημα.

Η Βασίλισσα της Νέας Υόρκης

(“Queen of the Deuce”, Βάλερι Κοντάκος, 1ω18λ)

3 / 5

Η απίθανη ιστορία μιας ακόμα πιο απίθανης γυναίκας: Της Τσέλι Γουίλσον, γεννημένης στη Θεσσαλονίκη ελληνοεβραίας που μετανάστευσε στη Νέα Υόρκη ξεφεύγοντας από χίλια δεινά και καταφέρνοντας εκεί να χτίσει μια ολόκληρη πορνό αυτοκρατορία. Μια σπουδαία φιγούρα που μοιάζει να ξεπήδησε κατευθείαν από κάποιο παλπ ανάγνωσμα, με τσιγάρο στα χείλη, με μασούρια από μετρητά καταχωμένα (ή και φανερά στιβαγμένα) σε γωνιές του σπιτιού, εκεί που ζούσε πάνω από ένα θρυλικό γκέι πορνοσινεμά της Times Square, εκεί που σύχναζαν τα πιο απίθανα χαρτόμουτρα, οι ερωμένες της, και μια σειρά από γραφικούς χαρακτήρες.

Δίχως τομές στην αφήγηση και την αισθητική, με πολλές συνεντεύξεις και παλιές εικόνες, αυτό το κινηματογραφικό προφίλ καταφέρνει ωστόσο να διατηρεί τον θεατή καθηλωμένο καθόλη την (οικονομική, πολύ σοφά) διάρκειά του. Σκιαγραφώντας όχι μόνο το πορτρέτο μιας απίθανης ηρωίδας με το βλέμμα σε οικογένεια, σεξουαλικότητα, και κοινωνικές συμβάσεις– αλλά και εξετάζοντας τη θέση αυτής της γυναίκας υπό τους όρους ενός αμερικάνικου ονείρου λίγο πριν αυτό αλλοιωθεί προς μια πιο σύγχρονη, «καθαρή» αισθητική.

Ο Άρχοντας των Μυρμηγκιών

(“Lord of the Ants / Il Signore Delle Formiche”, Τζιάνι Αμέλιο, 2ω14λ)

2.5 / 5

O σημαδιακός σκηνοθέτης Τζιάνι Αμέλιο σκηνοθετεί την αληθινή ιστορία του ιταλού καλλιτέχνη Άλντο Μπραϊμπάντι, ο οποίος πίσω στα ‘60s καταδικάστηκε σε φυλάκιση λόγω μιας σχέσης με έναν άλλο, νεότερό του, άντρα. Μια υπόθεση για την οποία το καθεστώς έπρεπε να υπάρξει αρκετά δημιουργικό όσο αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή των νόμων, μιας και επισήμως η ομοφυλοφιλία δεν υπήρξε ποτέ παράνομη.

Πρόκειται δηλαδή στην ουσία για μια ματιά πάνω στους τρόπους με τους οποίους ένα σύστημα καταφέρνει να επιβάλλεται αρκεί κι εφόσον το επιθυμεί αρκετά– με την έμφαση ωστόσο να δίνεται περισσότερο στην ίδια την προσωπική εμπειρία του Άλντο σε ένα τελικά αρκετά ακαδημαϊκό δράμα που δεν εκμεταλλεύεται πλήρως την αξιοσημείωτη οπτική του.

Ζλάταν

(“Jag är Zlatan / I am Zlatan”, Γενς Σιέγκρεν, 1ω40λ)

1.5 / 5

Μεταφορά της αυτοβιογραφίας του Ζλάταν Ιμπραϊμοβιτς, από το ξεκίνημα της καριέρας του μέχρι την δόξα των μεγαλύτερων πρωταθλημάτων του κόσμου. Παρακολουθείται ευχάριστα και παθητικά ειδικά από τους φανς (ή εξίσου, τους haters) του μοναδικού αυτού αθλητή, όμως χάνει μια μεγάλη ευκαιρία για κάτι αληθινά ξεχωριστό, όπως κι ο ίδιος ο Ζλάταν εξάλλου. Αντ’αυτού, περιορίζεται σε μια αφηγηματικά ανέμπνευστη παράθεση σταθμών στην καριέρα του, τυλιγμένων με μια εντελώς συμβατική και προβλέψιμη δραματουργική ματιά.

Είναι σχεδόν προσβλητικό να κοιτά κανείς την καριέρα (στα όρια του θρύλου και του underperformance) και την περσόνα (μια εριστικά meta, meme οντότητα που κουμπώνει τέλεια στην αισθητική του 21ου αιώνα) του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς και το καλύτερο που να μπορεί να σκεφτεί να είναι μια ιστορία τύπου «όλοι μου έλεγαν οτι δε θα τα καταφέρω στο American Idol αλλά εγώ έκανα το όνειρό μου πραγματικότητα».

Κυκλοφορούν ακόμη

Anthropause: Ένα ντοκιμαντέρ πάνω στην πίστη, την γνώση, την τύχη και το πεπρωμένο, το φυσικό και το μεταφυσικό.

Demon Slayer: Kimetsu No Yaiba – To The Swordsmith Village: Όταν η οικογένειά του σκοτώνεται από έναν δαίμονα, ο Tanjiro Kamado θα ενταχθεί στο Σώμα Φονιάδων Δαιμόνων για να επαναφέρει την αδερφή του στην ανθρώπινη μορφή της.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα