Νέες ταινίες: Ο The Rock κάνει οσκαρική μεταμόρφωση στο φοβερά άνευρο “Smashing Machine”

Διαβάζεται σε 14'
Νέες ταινίες: Ο The Rock κάνει οσκαρική μεταμόρφωση στο φοβερά άνευρο “Smashing Machine”
24 Media Creative Team

Κάθε εβδομάδα, ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Φανταστικό άνοιγμα με 35.000 για το σπουδαίο “Μια Μάχη Μετά την Άλλη” που εκτός από καλή επίδοση δεδομένης της διάρκειάς του, έχει όλα τα φόντα να έχει πολύ σταθερή πορεία για καιρό ακόμα. Το αρχικό word of mouth φάνηκε να είναι ενθουσιώδες, αντίστοιχα με τον τρομερά θερμή υποδοχή της κριτικής. Εμείς ποντάρουμε ότι η ταινία θα έχει πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής και σας προτρέπουμε να βρείτε τον χρόνο να τη δείτε στο σινεμά – από τις λιγοστές ταινίες που πραγματικά δεν χάνονται, και πόσο μάλλον στη μεγάλη οθόνη.

Δε θα βρει και πολύ ανταγωνισμό αυτή την εβδομάδα έτσι κι αλλιώς. Ωστόσο έχουμε δύο πολύ θεαματικές κυκλοφορίες από τη μποκμπάστερ πλευρά του σινεμά. Πάμε να δούμε τις νέες κυκλοφορίες.

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας

The Smashing Machine: Η Καρδιά Ενός Μαχητή

(“The Smashing Machine”, Μπένι Σάφντι, 2ω3λ)

★★

Η αληθινή ιστορία του πυγμάχου Μαρκ Κερ ο οποίος στη διάρκεια των ‘90s είδε την καριέρα του στα mixed martial arts να εκτοξεύεται καθώς κυνηγούσε με μανία την κάθε μία νίκη. Λίγο πριν τον μεγαλύτερό του όμως αγώνα, οι προσωπικοί δαίμονες θα τον απειλήσουν περισσότερο από όσο μπόρεσε ο οποιοσδήποτε αντίπαλος.

Σε 25 λέξεις: Αδρανές βιογραφικό δράμα με επιφανειακές στιλιστικές πινελιές και ανύπαρκτο κέντρο βάρους. Εντυπωσιακά μεταμορφωμένος (και εντυπωσιακά καλός!) στο ρόλο ο The Rock. Αχρείαστο βραβείο Σκηνοθεσίας στη Βενετία.

Κριτική

Η ταινία ακολουθεί με αρκετά συμβατικό τρόπο την άνοδο του Μαρκ Κερ στο ρινγκ, μέσα από mixed μάχες πολεμικών τεχνών και την κατάκτηση δύο φορές του τίτλου του πρωταθλητή βαρέων βαρών στο UFC. Όλες οι περιγραφές μιλάνε για τον «θρύλο» του Μαρκ Κερ, αλλά ειλικρινά, ως απλός θεατής ένιωσα πως δεν καταλάβαινα καν γιατί γίνεται μια ταινία για αυτόν.

Τα πάντα στο “Smashing Machine” είναι συγκρατημένα, και ιδίως σε επίπεδο αφήγησης, που σχεδόν αναιρεί τον λόγο ύπαρξής του. Δεν είναι πως το φιλμ είναι συμβατικό – αλλά ο σκηνοθέτης Μπένι Σάφντι το τραβάει τόσο πολύ προς την αντίπερα όχθη, αποφεύγοντας μελοδραματικές κορυφώσεις και κινηματογραφικού λυρισμού πυγμαχικά κρεσέντα, που καταλήγει σε σίγαση.

Το όποιο ενδιαφέρον εντοπίζεται στην σκιαγράφηση του χαρακτήρα εκτός του ρινγκ, όπου μοιάζει να ακροβατεί αντίρροπες συνιστώσες. Είναι ένας άνθρωπος-τιτάνας, μια τρομακτική και επιβλητική παρουσία, που όμως εμφανίζεται ψύχραιμος και ευγενικός σε κάθε του συνομιλία με άλλους ανθρώπους. Μοιάζει με έναν εξωγήινο που προσπαθεί με πράο τρόπο να καταλάβει τον κόσμο και να επιτρέψει να συνυπάρξουν μέσα του οι τάσεις βίαιης επιβολής, όσο και φύσει πράας συνύπαρξης με τους γύρω του.

(Η σχέση του ειδικά με τη γυναίκα του, Ντων, την οποία παίζει η Έμιλι Μπλαντ σε ξεδιάντροπη απόπειρα Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου, είναι από τα πιο μισοψημένα κομμάτια της ταινίας. Εκείνη είναι ένας πολύ επιφανειακά γραμμένος χαρακτήρας, κάτι που αφήνει δίχως υποστήριξη το μεγάλο κρεσέντο της σχέσης τους προς το τέλος του φιλμ.)

Ο Ντουέιν “The Rock” Τζόνσον είναι καλός σε τέτοιο βαθμό που πολύ γρήγορα στην διάρκεια της ταινίας, ξεχνάς ότι βλέπεις αυτόν. Βυθίζει κάπου πολύ βαθιά την μετα-ειρωνική, καρτουνίστικα ανίκητη περσόνα του, βάζοντας μπροστά ένα απρόσμενα ανθρώπινο πορτρέτο μιας ατελούς, αβέβαιης προσωπικότητας. Μοιάζει σα να προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο γύρω του, άλλοτε μέσω επιβολής, άλλοτε αποτραβώντας τον όγκο του από τον χώρο.

(Και σίγουρα είναι κάθε άλλο παρά τυχαία μια σκηνή στην τρίτη πράξη που σχεδόν γκρεμίζει με φόρα την τέταρτο τοίχο – αλλά προσωπικά με πέταξε τόσο άγαρμπα έξω από την ταινία, χωρίς στα αλήθεια κάποιο λόγο.)

Είναι πάντως μια πολύ ενδιαφέρουσα άσκηση ισορροπίας και μακράν το πιο ενδιαφέρον στοιχείο ενός κατά τα άλλα άνευρου φιλμ. Ο Μπένι Σάφντι, στην πρώτη του σόλο ταινία μετά από μια σειρά σημαντικών φιλμ με τον αδερφό του, Τζος (μαζί έχουν γυρίσει το “Uncut Gems” αλλά και το “Good Time” με τον Ρόμπερτ Πάτινσον), δίνει στην ταινία μια επιφανειακή υφή παλιομοδίτικων στοιχείων, έχοντας ταυτόχρονα επιρροές από το σκοτεινό και άφοβο αμερικάνικο σινεμά των ‘70s, αλλά και κάτι από την ξεφτισμένη mainstream κουλτούρα των ‘80s.

Όμως εξαντλείται κυρίως σε κάποια οπτικά στοιχεία, την ώρα που στην ουσία του, το φιλμ που γυρίζει δεν έχει κάτι αληθινά απρόσμενο ή αντισυμβατικό να παρουσιάσει. Αργότερα μες στη σεζόν, ο αδερφός του Μπένι, Τζος Σάφντι, θα κάνει κι εκείνος το δικό του σόλο σκηνοθετικό βήμα, με επίσης ένα αθλητικό φιλμ – στο “Marty Supreme”, ο Τίμοθι Σαλαμέ παίζει έναν πρωταθλητή πινγκ πονγκ σε ένα φιλμ που χαρακτηρίζεται ως «αθλητική κωμική δραματική περιπέτεια». Για να δούμε εκείνος ο αδερφός Σάφντι τι έχει να μας δώσει.

Ne Zha 2

(“Nezha: Mo tong nao hai”, Γιου Γιανγκ, 2ω24λ)

★★★

Ο Νέζα είναι ένα παιδί-δαιμονική ενσάρκωση μεγαλωμένο όμως από ένα καλόκαρδο ζευγάρι ανθρώπων και εκπαιδευμένο από έναν σπουδαίο δάσκαλο ώστε να τιθασεύσει τις δαιμονικές ορμές του για το ευρύτερο. Με το σώμα του ακόμα εύθραυστο ύστερα από την αναγέννησή του, ο Νέζα θα ξεκινήσει μια επικίνδυνη αποστολή για να μπορέσει να φέρει πίσω τον σύμμαχό του, Άο Μπινγκ, το παιδί των δράκων.

Σε 25 λέξεις: Η πιο εμπορική φετινή ταινία κινουμένων σχεδίων παγκοσμίως, εμπνέεται από την κινέζικη μυθολογία και φέρνει χορταστικό θέαμα και πανδαισία χρώματος, κίνησης και δράσης.

Κριτική

Η μεγαλύτερο animation εμπορική επιτυχία της χρονιάς έρχεται και στην Ελλάδα παρά το γεγονός πως το ορίτζιναλ φιλμ δεν κυκλοφόρησε ποτέ στις αίθουσές μας. Δεν πειράζει, ακόμα κι έτσι αξίζει η εμπειρία. Μετά από κάπως μπουκωμένο πρώτο ημίωρο που βάζει σε τάξη πολλά στοιχεία πλοκής και μας συνδέει χαρακτήρες και εξελίξεις μετά το τέλος του πρώτου φιλμ (θα επανέλθω σε αυτό), ό,τι ακολουθεί είναι ένα χωρίς σταματημό υπερθέαμα.

Για τα δεδομένα του ψηφιακού animation, που μοιάζει γενικά πλαστικό και δίχως ζωή, το “Ne Zha 2” λειτουργεί αισθητικά. Εμπνευσμένο βαθιά από μυθολογικά στοιχεία της Κίνας, χρησιμοποιεί πολύ συχνά το κάδρο του σα να επρόκειτο για κάποιο έντονο πίνακα γεμάτο χρώματα και αποχρώσεις που ανοίγουν το μάτι. Τα διαφορετικά χρώματα των δράκων, οι αντιθέσεις ανάμεσα στους στρατούς, το φόντο ενός κόσμο στο χείλος της Αποκάλυψης – όλα προσφέρουν την πινελιά τους.

Αυτές οι εικαστικές στιγμές εναλάσσονται φυσικά με ασταμάτητη δράση καθώς διαρκώς αλλάζουν οι συμμαχίες και αποκαλύπτονται αληθινά κίνητρα χαρακτήρων. Παρότι η δράση παρουσιάζεται ως φρενήρης, θα έλεγα πως η κίνηση είναι τόσο απότομη και καρτουνίστικη (δεν υπάρχει “ρεαλιστικό” flow, και το λέω για καλό) με αποτέλεσμα ακόμα κι η διαρκής κίνηση να μοιάζει με διαδοχή παγωμένων στιγμών στο χρόνο – σαν στιγμιότυπα.

Σε κάθε περίπτωση, η αισθητική προσέγγιση και η δράση δουλεύουν εξαιρετικά μαζί με μια ιστορία που εστιάζει πού στο ωμό συναίσθημα, μιλώντας για εκδίκηση, για απώλεια, για χαμένες οικογένειες και για το πώς η αγάπη μας σχηματίζει περισσότερο από την όποια προδιάθεση. Η ταινία καταλήγει να βρίσκει αρμονία ακόμα και μέσα από την απόρριψη της πάντα ύποπτης καθαρότητας.

Της συγχωρούμε το χιούμορ που δεν λειτουργεί καθόλου, ειδικά στον ρυθμό της μεταγλώττισης, αλλά και μια ομολογουμένως πηγμένη ιστορία ειδικά αν δεν έχεις δει το (επίσης ωραίο, αν και πιο ισχνό) πρώτο φιλμ. Τι χρειάζεται να ξέρει κανείς; Ότι ο Νέζα είναι η ενσάρκωση μια δαιμονικής σφαίρας που όμως μεγάλωσε με φροντίδα και αγάπη διαλέγοντας στην ουσία τη φύση του – ο έξω κόσμος πίστευε πως θα ήταν ενσάρκωση του πνευματικού κρυστάλλου, αλλά αυτός ενσαρκώθηκε ως Άο Μπινγκ, ο γιος του Βασιλιά Δράκου, επίσης στα κρυφά.

Ο Νέζα κι ο Άο Μπινγκ έγιναν φίλοι και σύμμαχοι παρά τη φύση τους που θα οδηγούσε σε σύγκρουση. Όταν πέθαναν ως αποτέλεσμα μιας κατάρας με στόχο τη δαιμονική σφαίρα, αναγεννήθηκαν σε νέα σώματα τα οποία στην αρχή αυτού του σίκουελ είναι ακόμα ανέτοιμα, στα όρια της διάλυσης. Όλα δύσκολα!

Dracula

(“Dracula: A Love Tale”, Λικ Μπεσόν, 2ω9λ)

★½

Ένας πρίγκιπας του 15ου αιώνα χάνει την αγαπημένη του, αποκηρύσσει τον θεό και καταδικάζεται σε μια αιώνια καταραμένη ζωή. Ως Δράκουλας πλέον, θα διασχίσει ωκεανούς χρόνου για να βρει την αιώνια αγάπη του – όποιο κι αν είναι το κόστος, ή οι συνέπειες.

Σε 25 λέξεις: Μια από τα ίδια διασκευή του γνωστού μύθου, με έμφαση στην αγάπη και την απώλεια του Δράκουλα, αλλά χωρίς τίποτα καινούριο σε προσέγγιση ή σε αισθητική ματιά.

Κριτική

Επιτέλους κάποιος αναρωτήθηκε, «πώς θα ήταν άραγε ο μύθος του Δράκουλα στη μεγάλη οθόνη;;». Δεν ξανάγινε! Λίγους μήνες μετά το –επίσης άνευρο αφηγηματικά αλλά αδιανόητο αισθητικά– «Νοσφεράτου» του Ρόμπερτ Έγκερς, ο Λικ Μπεσόν διασκευάζει κι αυτός τον Δράκουλα βάζοντας τον Κέιλεμπ Λάντρι Τζόουνς στον κεντρικό ρόλο. Έναν εξαιρετικό ηθοποιό που είναι αρκετά αλλόκοτος ως παρουσία και vibe για να δεχτείς ως Δράκουλα, με την σημείωση όμως ότι ο Μπεσόν γέρνει πλήρως προς την αισθηματική πτυχή της ιστορίας κι εκεί ο Λάντρι Τζόουνς είναι ξεκάθαρα λάθος κάστινγκ.

Η Ζόι Μπλου (κόρη της Ροζάνα Αρκέτ) ως Μίνα έχει μια κάποια αναντίρρητη παρουσία, όμως αυτό δεν αρκεί για να σώσει την ταινία από την πλήρη αδιαφορία. Καθώς ούτε κάποια ενδιαφέρουσα ιδέα ή take υπάρχει σε αυτή την εκδοχή, ούτε ο συνήθως απολαυστικός Κριστόφ Βαλτς έχει κάτι να συνεισφέρει (παίζει απίστευτα βαριεστημένος), ούτε η αισθητική διαφήμισης αρώματος βοηθάει.

Avatar: The Way of Water

(Τζέιμς Κάμερον, 3ω10λ)

★★★½

Ο Τζέικ Σάλι ζει με τη νέα του οικογένεια στο φεγγάρι Πανδώρα. Όταν όμως ο Κουάριτς επιστρέψει για να τελειώσει με μανία ό,τι λογαριασμούς άφησε ανοιχτούς, ο Τζέις θα πρέπει να δουλέψει μαζί με τη Νεϊτίρι και τον στρατό των Να’βι για να προστατέψουν τον τόπο τους.

Σε 25 λέξεις: Το αντι-ιμπεριαλιστικό υπερθέαμα του Τζέιμς Κάμερον διαθέτει μια μίξη γνώριμων μοτίβων και παράτολμων ιδεών (η φάλαινα!) που κορυφώνονται σε ένα σπάνιας ομορφιάς μεγα-μπλοκμπάστερ. Η ταινία κυκλοφορεί σε επανέκδοση ενόψει του τρίου φιλμ που έρχεται τον Δεκέμβριο.

 

Κριτική

Στο 13 χρόνια αργότερα σίκουελ της εμπορικότερης ταινίας όλων των εποχών, ο Τζέικ Σάλι (Σαμ Γουόρθινγκτον) κι η οικογένειά του ζουν ειρηνικά στον πλανήτη Πανδώρα μέχρι που η επιστροφή των στρατιωτικών δυνάμεων της Γης αναγκάζει τους Νά’βι να σχηματίσουν ομάδες αντίστασης. Καθώς ο Τζέικ, η Νεϊτίρι (Ζόι Σαλντάνια) και τα παιδιά τους αναγκάζονται να αναζητήσουν νέο καταφύγιο για να προστατευθούν, ταξιδεύουν σε μακρινά χωριά του πλανήτη, όπου γνωρίζουν τις φυλές του νερού. Τα πράγματα εκεί θα αποδειχθούν εχθρικά αλλά με διαφορετικό τρόπο.

Πρώτη αφηγηματική ταινία εδώ και 13 χρόνια (και μόλις δεύτερη τα τελευταία 25) για τον πιο πετυχημένο σκηνοθέτη στην ιστορία του αμερικάνικου box office, οπότε το “Avatar: The Way of Water” είναι μια ντε φάκτο ταινία-γεγονός. Το κατά πόσον τόσα χρόνια αναμονής αξίζαν τον κόπο έχει υποθέτω να κάνει με τις προσδοκίες καθενός, αλλά αυτό που μπορούμε με σιγουριά να πούμε είναι πως, αν περιμένατε μία ταινία του Τζέιμς Κάμερον, με αυτό το σίκουελ είναι σα να παίρνετε πολλές σε συσκευασία μίας.

Έχεις από τους «πεζοναύτες στο διάστημα» του “Aliens” μέχρι τις φιλοσοφικές αναζητήσεις περί σώματος και συνείδησης των “Εξολοθρευτών” κι από ένα εκπληκτικό τελευταίο set piece δράσης α λα “Τιτανικός” μέχρι –περισσότερο από κάθε τι άλλο– όλη την σπουδαία “Άβυσσο”: Μια κυριολεκτική υδάτινη εμβύθιση, με οικογενειακούς δεσμούς σε κρίση και μια εξωγήινη παρουσία στο ρόλο της συλλογικής συνείδησης που οι άνθρωποι έχουμε χάσει.

Υπό αυτή την οπτική, δεν είναι τελικά περίεργο αλλά ούτε και δυσάρεστο όταν αποδεικνύεται πως σχεδόν κάθε δραματικό στοιχείο και κάθε μοτίβο της περιπέτειας το έχουμε συναντήσει ξανά, και συχνά μάλιστα στις ίδιες τις ταινίες του Κάμερον. Ξέρει όμως πολύ καλά τι κάνει και υπάρχει γοητεία και –γιατί όχι– και μια κάποια ελευθερία στο να παρακολουθείς κάποιον να παίζει τόσο αποτελεσματικά τα χιτς. Ειδικά καθώς φαίνεται στην πορεία πως ίσως εν τέλει να πρόκειται και για κάτι παραπάνω από αυτό.

Αποφασισμένο να χρησιμοποιήσει όλο τον χρόνο κι όλο του τον χώρο, σα να λέει «τώρα που επιτέλους ήρθατε, θα κάτσετε να σας τα πώ», το φιλμ περνάει το μεγαλύτερο μέρος του πρώτου μισού της διάρκειάς του απλώς κάνοντας βόλτες στον θαυμαστό κόσμο του, με καλά τοποθετημένα διαλείμματα για τις απαραίτητες επεξηγήσεις. Είναι περίπου σαν το National Geographic ντοκιμαντέρ ενός κατασκευασμένου κόσμου που φαντάστηκε ένας άνθρωπος που έχει ταξιδέψει σε κάθε γωνιά του αληθινού κόσμου.

Με αναφορές σε υπαρκτές πολυνησιακές κουλτούρες, με αφηγηματικές αναφορές σε πρώιμο γουέστερν επανατοποθετημένο (και θεματικά αναποδογυρισμένο) σε εξωγήινους κόσμους, και με μια αίσθηση εξερεύνησης που συμπεριλαμβάνει από αφιλόξενες γωνιές του ωκεανού μέχρι μια σειρά από νέα πλάσματα, το “Avatar: The Way of Water” μοιάζει όχι απλά με αποτελεσματικό world building, αλλά με την παρανοϊκή απόφαση ενός δημιουργού να χτίσει ξανά τον κόσμο από την αρχή, αποφασίζοντας τι θα έκανε εκείνος διαφορετικά αν μπορούσε.

(Η ταινία ζητά από τον θεατή ας πούμε να ακολουθήσει με απόλυτα ειλικρινή τρόπο την περιπέτεια μιας φάλαινας με υποτιτλισμένους διαλόγους. Γιατί όχι;)

Μέσα σε αυτό τον κόσμο, σταδιακά μαθαίνουμε περισσότερα για τοπικές συνήθειες αλλά και για τοπικές απειλές, για τους τοπικούς ήρωες και τους τοπικούς δαίμονες. Μέσα από εντελώς γνώριμα αφηγηματικά στάδια, ο Κάμερον χτίζει τελικά προς κάτι όχι ακριβώς απρόσμενο, αλλά περιέργως καινοτόμο σε σχέση με τις άλλες ιστορίες του. Ακολουθεί τις περίπλοκες οικογενειακές δυναμικές, τις υπαρξιακές sci-fi αναζητήσεις περί σώματος, συνείδησης και μνήμης, και τις συγκρούσεις που σιγοβράζουν για δυόμιση ώρες, σε ένα τελικά εκστατικό τελευταίο act. Αποστομωτικό ως δράση και αγνά συγκινητικό ως θεματική κατακλείδα, το αποκορύφωμα αυτό του φιλμ είναι από τα κορυφαία σημεία της φιλμογραφίας του Κάμερον.

Κι εκεί, εν τέλει, τα πάντα πίσω στη βάση επιστρέφουν. Σε ιδέες αλληλοκατανόησης ανάμεσα στις διαφορετικές γενιές, στις διαφορετικές φυλές και στα διαφορετικά στάδια ανθρώπου-μηχανής-εξωγήινου. Σε ιδέες αρμονίας με τη φύση. Σε ιδέες αναζήτησης και πλήρους αμφισβήτησης του «εαυτού» (όπως εξερευνάται μέσα από τον συναρπαστικό εδώ Κουάριτς του Στίβεν Λανγκ, έναν χαρακτήρα οπωσδήποτε γεννημένο μέσα από το υποσυνείδητο του Κάμερον).

Τίποτα από αυτά μπορεί να μην είναι απίστευτα βαθύ ή ριζοσπαστικό, όμως ο Κάμερον –υποτιμημένος ως σεναριογράφος για ακόμη μια φορά– ξέρει ακριβώς πώς να δομήσει μια αχανή περιπέτεια ώστε να μοιάζει απολύτως συναρπαστική, οικεία και σαφής. Προσφέρει ασφάλεια και γνώριμους κώδικες για να μας βοηθήσει να νιώσουμε σαν στο σπίτι μας μέσα σε ένα πανέμορφο άγνωστο κόσμο, εκεί όπου τελικά και αντικατοπτρίζεται κάθε όραμα ενός καλύτερου Εγώ μας. Και τελικά καταφέρνει να μεγαλώσει τον κόσμο του με τρόπο οργανικό, χωρίς ειρωνείες, χωρίς κλεισίματα του ματιού, χωρίς easter eggs: Στο τέλος, όλο αυτό το σύμπαν μοιάζει πιο μεστό, και πιο έτοιμο να μας προσφέρει κι άλλες περιπέτειες.

Σχετικό Άρθρο

Κυκλοφορεί επίσης

Η Πέππα Γνωρίζει το Νέο Μωρό: Η Πέππα μεγαλώνει και μαζί της, η οικογένειά της! Στη νέα περιπέτεια, οι μικροί θεατές θα ζήσουν μαζί της την άφιξη ενός μωρού, σε μια ιστορία γεμάτη χαρά, συγκίνηση και γέλιο. Με ανακαινίσεις στο σπίτι, αγορά καινούριου αυτοκινήτου και πολλές οικογενειακές στιγμές, η Πέππα και οι φίλοι της μας καλούν να γιορτάσουμε την αρχή μιας νέας εποχής.

Σχετικό Άρθρο

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα