Super Paradise: Η αλήθεια που κανείς δεν θέλει να σου πει για τη Μύκονο
Διαβάζεται σε 7'
Με μία ταινία ντοκιμαντέρ, το Super Paradise, ο διεθνής σκηνοθέτης Στηβ Κρικρής σκιαγραφεί την ιστορία του πιο εμβληματικού νησιού του κόσμου. Της Μυκόνου των φτωχών που από άγνωστη γωνιά του Αιγαίου έγινε ένας από τους ακριβότερους προορισμούς του κόσμου και παγκόσμιος πόλος έλξης και από σύμβολο ελευθερίας έγινε τόπος των προνομιούχων.
- 13 Οκτωβρίου 2025 06:26
Με σπάνιο αρχειακό υλικό και απολαυστικές αφηγήσεις, το Super Paradise του Στηβ Κρικρή δεν σκιαγραφεί απλώς τη Μύκονο· καταθέτει ένα καίριο, σήμερα πιο επίκαιρο από ποτέ, case study για το πώς ένας «παράδεισος» ανακαλύπτεται, πωλείται και αγοράζεται ξανά και ξανά, μέχρι να αποσυντεθεί. Τον σκηνοθέτη γνώρισα πριν από χρόνια σε μία συνέντευξη για την ταινία του The Waiter, την πρώτη ελληνική που προβλήθηκε στο Netflix.
Eίναι ένας άνθρωπος που φαίνεται πως έχει ζήσει στην Αμερική – έχει μια σεμνότητα, μια λογική και έναν τρόπο ξεκάθαρο, σταθερό αλλά ήσυχο. Και σίγουρο. Κάνει τη δουλειά του υπέροχα και αθόρυβα.
Ο Στηβ Κρικρής ξεκίνησε την καριέρα του στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε ως σκηνοθέτης και παραγωγός σε τηλεοπτικές διαφημίσεις, μουσικά βίντεο και σειρές. Το 2010 υπήρξε συνιδρυτής και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Πάτμου (IFFP), που καθιερώθηκε ως ένα ξεχωριστό σημείο συνάντησης δημιουργών από όλο τον κόσμο.
Το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στη μεγάλη οθόνη έγινε με το «The Waiter», την πρώτη ελληνική ταινία που προβλήθηκε στο Netflix σε 23 ευρωπαϊκές χώρες. Η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερου πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στο 59ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και τέσσερα Βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, ενώ συμμετείχε σε περισσότερα από 40 διεθνή φεστιβάλ. Έκτοτε, έχει σκηνοθετήσει τρεις μικρού μήκους ταινίες που έχουν προβληθεί σε φεστιβάλ ανά τον κόσμο, και μια θεατρική παράσταση, ενώ σήμερα αναπτύσσει τη νέα μεγάλου μήκους ταινία του με τίτλο «Lava Love», μια διεθνή συμπαραγωγή Ελλάδας, Ισλανδίας και Γαλλίας.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα αυτής της ταινίας και γιατί την έκανες;
Η ιδέα γεννήθηκε πριν πέντε χρόνια περίπου όταν ο Paul Typaldos ένας πολύ καλός φίλος και ένας από τους παραγωγούς της ταινίας με πλησίασε με την ιδέα να κάνουμε μια ταινία για την Μύκονο του 1960 και του 1970 – τις ένδοξες εποχές της Μυκόνου. Αμέσως του έφερα κάποιες φωτογραφίες μου από τις πρώτες μου διακοπές στη Μύκονο το 1979, και έτσι αρχίσαμε τη έρευνα και την μελέτη . Η εταιρεία ΦΙΛΜΙΚΗ αμέσως αγκάλιασε το project και μας υποστήριξε μέχρι τέλους.
Το Super Paradise ξεκίνησε σαν μια προσωπική έρευνα μνήμης, αλλά στην πορεία έγινε κάτι μεγαλύτερο: μια ιστορία για την Ελλάδα που αλλάζει, για το πώς η ελευθερία μπορεί να χαθεί μέσα στην επιτυχία, και για το πώς ένας τόπος κουβαλάει μέσα του τις αντιφάσεις όλων μας.
Είχα την τύχη να επισκεφθώ τη Μύκονο το 1979 και να περάσω εκεί τα επόμενα έξι καλοκαίρια. Αυτά τα ταξίδια σημάδεψαν τη ζωή μου· ήταν στο μικροσκοπικό αυτό νησί που αποφάσισα να γίνω σκηνοθέτης, χάρη στην ενθάρρυνση ανθρώπων που με βοήθησαν να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα. Οι νέοι που γνώρισα τότε ήταν πρωτοπόροι, ενσάρκωναν το πνεύμα της δεκαετίας του ’70 – κι από ένα παιχνίδι της μοίρας, 45 χρόνια αργότερα, κάποιοι από αυτούς είναι οι βασικοί χαρακτήρες της ταινίας μας.
Δεν υπήρξαν απλοί μάρτυρες των ριζικών μεταμορφώσεων που καθόρισαν τη Μύκονο τις τελευταίες επτά δεκαετίες· πολλοί συμμετείχαν ενεργά, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη –και στη μετέπειτα υπερανάπτυξη– του νησιού. Έτσι, σε βαθύτερο επίπεδο, το SUPER PARADISE δεν αποτυπώνει μόνο μοναδικές προσωπικότητες, αλλά εξετάζει πώς προσωπικές φιλοδοξίες, κοινωνικοπολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες συνδιαμόρφωσαν την ιστορία του τόπου.
Στόχος μου δεν είναι απλώς να αφηγηθώ το παρελθόν και το παρόν, αλλά να αξιοποιήσω κάθε κινηματογραφικό μέσο για να δημιουργήσω μια βαθιά σύνδεση με τον θεατή· να μεταδώσω τι σημαίνει να σε κατακλύζει η ωμή ομορφιά και να σε αγγίζει το θείο φως.
Τι ήταν το πιο δύσκολο στην πραγματοποίησή της;
Η όλη διαδικασία της παραγωγής ήτανε δύσκολη και κυρίως η εύρεση του αρχειακού υλικού. Πολλά από τα πλάνα βρέθηκαν μέσα από προσωπικές συλλογές, ξεχασμένα Super 8 film ή κασέτες VHS αλλά και σε εταιρείες αρχειακού υλικού.
Επίσης η διαδικασία του μοντάζ ήταν ένα πολύ απαιτητικό και δύσκολο κομμάτι διότι είχαμε συγκεντρώσει υλικό περίπου ογδόντα ώρες. Ο μοντέρ της ταινίας Μάριος Κλεφτάκης είναι ένας αφανής ήρωας που έφερε την ταινία με μεγάλη δεξιοτεχνία στα 88 λεπτά.
Τι σου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση – κάτι που δεν περίμενες – και γιατί;
Αυτό που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση – και που πραγματικά δεν περίμενα – ήταν η νοσταλγία των ίδιων των ντόπιων. Παρόλο που ζουν μέσα σε ένα νησί που έχει γίνει διεθνές σύμβολο, πίσω από τη λάμψη υπάρχει μια βαθιά, σχεδόν σιωπηλή επιθυμία να ξαναβρεθεί η απλότητα και η αυθεντικότητα του παλιού τόπου.
Τελικά, γιατί η Μύκονος; Θέλω να πω πως υπάρχουν πολλά όμορφα μέρη στον κόσμο. Ποιο είναι το δικό σου συμπέρασμα;
Ναι, υπάρχουν πολλά όμορφα μέρη στον κόσμο, αλλά η Μύκονος δεν είναι μόνο όμορφη. Είναι συμβολική. Είναι ένας μικρός τόπος που κατάφερε να εκφράσει κάτι πολύ μεγάλο: την έννοια της ελευθερίας, της αποδοχής, της ζωής χωρίς ρόλους.
Για μένα, η Μύκονος ήταν πάντα ένας καθρέφτης. Καθρέφτης της Ελλάδας, αλλά και του κόσμου ολόκληρου: δείχνει πώς η ομορφιά, όταν δεν προστατεύεται μπορεί να γίνει εμπόρευμα, να χάσει την μοναδικότητα της και να μεταμορφωθεί σε κάτι μαζικό.
Τι κρατάς θετικό από τη σημερινή Μύκονο που τόσο έχει αλλάξει;
Παρά τις τεράστιες αλλαγές, αυτό που κρατάω θετικό από τη σημερινή Μύκονο είναι ότι παραμένει ζωντανή. Μπορεί να έχει αλλάξει πρόσωπο, αλλά ο παλμός της – αυτή η ενέργεια, η αίσθηση ελευθερίας και αποδοχής – υπάρχει ακόμη, έστω και κάτω από τις στρώσεις της υπερβολής. Για μένα, το πιο ελπιδοφόρο είναι ότι μέσα σε όλη την ταχύτητα και την αχαλίνωτη ανάπτυξη υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που νοιάζονται.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Στηβ Κρικρής Πρωτότυπη ιδέα: Πωλ Τυπάλδος Σενάριο: Πωλ Τυπάλδος, Δάφνη Καλαφάτη, Στηβ Κρικρής Παραγωγοί: Πωλ Τυπάλδος, Δάφνη Καλαφάτη Εκτελεστικοί παραγωγοί: Μαριάννα Ι. Λάτση, Πάθη Κατσούφη, Νικόλας
Αλαβάνος Συμπαραγωγοί: Στηβ Κρικρής, Τίτους Κράιενμπεργκ, Δημήτρης Λογιάδης
Μοντάζ: Μάριος Κλεφτάκης Διεύθυνση φωτογραφίας: Στέλιος Πίσσας Ηχοληψία:
Λευτέρης Καμπαλώνης Πρωτότυπη μουσική: Cof K. Animation: Ειρήνη Βιανέλλη
Σχεδιασμός ήχου: Λέανδρος Ντούνης
Συντονισμός Παραγωγής-Μύκονος: Sarah Pearson
Παραγωγή: FILMIKI – UNAFILM- ΕΡΤ- ΑRΤΕ
Με την υποστήριξη: EKKOMEΔ – Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών
Μέσων και Δημιουργίας
Interna|onal Sales: THE PARTY FILM SALES