Διαβάσαμε το μυθιστόρημα της Carson McCullers Η καρδιά κυνηγάει μονάχη – Τι μας γοήτευσε

Διαβάσαμε το μυθιστόρημα της  Carson McCullers Η καρδιά κυνηγάει μονάχη – Τι μας γοήτευσε

Η αλήθεια είναι πως εξεπλάγην όταν διάβασα πως η Carson McCullers, μία γυναίκα συγγραφέας γεννημένη το 1917, συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες φωνές της αμερικανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα και θεωρείται μία από τους κύριους εκπροσώπους του Southern gothic.

Δεν τη γνώριζα. Ούτε είχα διαβάσει το μυθιστόρημά της Η καρδιά κυνηγάει μονάχη που το περιοδικό ΤΙΜΕ περιλαμβάνει στα 100 καλύτερα μυθιστορήματα της αγγλικής γλώσσας από το 1923 έως το 2005. Πάνε πλέον σαράντα χρόνια από όταν το βιβλίο κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Εξάντας, το 1981, σε μετάφραση Βικτώριας Τράπαλη και τώρα επανακυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα σε νέα μετάφραση από τον Μιχάλη Μακρόπουλο.

Αιχμηρή, ασυμβίβαστη και γοητευτικά ρέουσα λογοτεχνική γραφή

Με το μυθιστόρημα αυτό, το 1940, η McCullers έκανε το εντυπωσιακό λογοτεχνικό της ντεμπούτο και μέσα σε μία νύχτα αναγορεύτηκε enfant terrible των αμερικανικών γραμμάτων. Καθόλου παράλογο αν αναλογιστεί κάποιος πως κατάφερε να χωρέσει στις σελίδες του τις φυλετικές εντάσεις, το γυναικείο ζήτημα, το θέμα των ταυτοτήτων, τον συνδικαλιστικό και πολιτικό λόγο και τα προμηνύματα του πολέμου από την Ευρώπη, αλλά προπάντων να εισχωρήσει εντυπωσιακά βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή αναδεικνύοντας μοναδικά τα τραύματά της. Και όλα μέσα από μία αιχμηρή και γοητευτικά ρέουσα λογοτεχνική γραφή που βυθίζει και παρασύρει τον αναγνώστη στο μοναδικό ψηφιδωτό των ιστοριών των ηρώων της που συνιστούν ένα ασυμβίβαστο και έξυπνο ανθρώπινο μείγμα.

Η υπόθεση και το ψηφιδωτό των ηρώων της

Στην καρδιά του Αμερικάνικου Νότου, η Μικ Κέλι, ένα δεκατετράχρονο αγοροκόριτσο ονειρεύεται να γίνει πιανίστρια και συνθέτρια, αλλά δεν έχει τα λεφτά όχι μόνο για να αγοράσει πιάνο, αλλά ούτε καν για μαθήματα μουσικής. Ο μαύρος γιατρός Κόπλαντ, που παλεύει για την αξιοπρέπεια της φυλής του, αποξενωμένος από την οικογένειά του, άθεος και μαρξιστής. Ο Μπιφ Μπράνον, ο εστιάτορας που στο μαγαζί του συχνάζουν τα πρόσωπα της ιστοριας δίνει την εντύπωση πως αιωρείται μέσα σε ένα υπαρξιακό και φιλοσοφικό κενό. Ο Τζέικ Μπλάουντ, ένας περιπλανώμενος μέθυσος ριζοσπάστης πιάνει δουλειά σε ένα λούνα παρκ και κάνει ανεδαφικά σχέδια για το πώς θα οργανώσει ένα εργατικό κίνημα.

Και στο κέντρο αυτών των προσώπων και του μυθιστορήματος του ίδιου ένας κωφάλαλος χαράκτης κοσμημάτων, ο Τζον Σίνγκερ, που τους δέχεται και τους “ακούει” όλους καθημερινά στο μοναχικό δωμάτιο μιας χρεωκοπημένης πανσιόν. Και η σιωπή του μουγγού αυτού εξομολογου- ψυχαναλυτή ενσαρκώνει την ανάγκη όλων τους να επικοινωνήσουν, να αποτινάξουν τα δεσμά της μοναξιάς και την αδυναμία τους να το κατορθώσουν…

Η «ποιήτρια των αλλόκοτων»

Η McCullers είναι η «ποιήτρια των αλλόκοτων», όπως την ονομάζει η Joyce Carol Oates , γιατί μια τέτοια… αλλόκοτη υπήρξε σ’ έναν βαθμό και η ίδια. Η ματιά της πέφτει στους απόκληρους και τους αταίριαστους αυτού του κόσμου, στους μοναχικούς και θλιμμένους μαζί, με συμπόνια και αλληλεγγύη. Ο κόσμος της είναι ένας κόσμος υπαρξιακής αγωνίας, ανεπούλωτου ψυχικού τραύματος και απέραντης μοναξιάς. Η Αμερική της μπορεί να απέχει χρονικά από εμάς σχεδόν έναν αιώνα, όμως η ματιά της στην ανθρώπινη κατάσταση φαντάζει συγκλονιστικά επίκαιρη. Οι ήρωές της ζουν στη βαριά σκιά της ανέχειας και της κοινωνικής ανισότητας κα αντικατοπτρίζουν το τραύμα και τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου. Και βέβαια η δύναμη της αγάπης παραμένει λυτρωτική, ακόμη και αν είναι σε έναν μεγάλο βαθμό ουτοπική.

Για τη συγγραφέα η μοναξιά και η απομόνωση, δεν είναι το μέσο για να καταγγείλει μια κοινωνική πραγματικότητα, να μιλήσει για τον Νότο ή οτιδήποτε άλλο. Είναι το ίδιο το θέμα της. Το βαθύτερο δράμα των ανθρώπων βρίσκεται στην αδυναμία τους να γίνουν κατανοητοί, να ανήκουν κάπου. Εξαντλούνται στο κυνήγι ενός άπιαστου ονείρου και ταλανίζονται από μια επιθυμία φυγής από τα ασφυκτικά όρια της μικρής τους πόλης. Πόσο συμβολικό άλλωστε που το μόνο μαγαζί που μένει ανοιχτό τη νύχτα στο βιβλίο ονομάζεται “Νέα Υόρκη”. Και μπορεί η συγγραφέας να μην έζησε όλη της τη ζωή στον Νότο, ωστόσο αυτός, είναι “πανταχού παρών” σε όλο της το έργο.

Μία “προσωπική” φωνή που πραγματικά συναρπάζει

«Μου βρήκε μια φθηνή πανσιόν κάπου στη δυτική πλευρά, όπου εκεί, τελείως αποκομμένη, πέρασα την ημέρα που κυκλοφόρησε το πρώτο μου βιβλίο», έγραψε η McCullers στα απομνημονεύματά της Illumination and Night Glare, περιγράφοντας την ημέρα που κυκλοφόρησε το “The Heart Is a Lonely Hunter” (στα ελληνικά Η καρδιά κυνηγάει μονάχη). Μαζί με τον σύζυγό της, επίσης συγγραφέα, Reeves McCullers, περίμεναν το τελευταίο μέρος της προκαταβολής για το βιβλίο, για να μετακομίσουν στη Νέα Υόρκη. Ειχαν ελάχιστα προαισθανθεί τη λογοτεχνική αίσθηση που θα έδινε το βιβλίο και το πόσο θα άλλαζε η ζωή τους. Τρία χρόνια “πάλευε” με το μυθιστόρημα αυτό. Όταν άρχισε να το γράφει ήταν δεκαεννιά χρόνων και όταν τελικά εκδόθηκε, ήταν μόλις είκοσι τριών, αλλά ήδη ώριμη συγγραφέας, με πλήρη έλεγχο των εκφραστικών της μέσων και με μία απόλυτα προσωπική φωνή που πραγματικά συναρπάζει. Το βιβλίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και το 1968 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο. Η συγγραφέας εξέδωσε τρία ακόμα μυθιστορήματα και μια συλλογή διηγημάτων, καθώς και πολλά μεμονωμένα διηγήματα και άρθρα. Υπέφερε από σοβαρά προβλήματα υγείας σε όλη της τη ζωή. Πέθανε το 1967, σε ηλικία 50 ετών.

* του ρεύματος που αξιοποιεί το μακάβριο και το γκροτέσκο εμβαθύνει στα θέματα της τρέλας και της φθοράς, για να μιλήσει για την αποξένωση, την πτώση και την παρακμή του Νότου, τις φυλετικές εντάσεις.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα