Γιατί όχι προκηρύξεις κυρία Κονιόρδου;

Γιατί όχι προκηρύξεις κυρία Κονιόρδου;

Πίσω από τα τυπικά προσόντα για τον διορισμό τι κρύβεται για το οποίο δεν μιλάμε; Δηλαδή δεν ενοχλεί κανέναν η αυθαιρεσία της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας που επιλέγει χωρίς αξιοκρατική διαδικασία χρόνια τώρα;

Έπεσαν να φάνε την υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού Λυδία Κονιόρδου, γιατί αλλάζει τα κριτήρια επιλογής των καλλιτεχνικών διευθυντών των ΔΗΠΕΘΕ , δίνοντας τη δυνατότητα σε καλλιτέχνες που δεν έχουν πτυχίο να αναλάβουν καθήκοντα. Με λίγα λόγια τα δημοσιεύματα υποστηρίζουν, πως η υπουργός φρόντισε να ανταποκριθεί με υπερβάλλοντα ζήλο στις υποδείξεις του κ. Σκουρολιάκου να καταργηθούν τα κριτήρια τυπικών προσόντων υπονοώντας ή δηλώνοντας ευθέως  ότι κάπως έτσι της δόθηκε η ιδανική ευκαιρία να βολέψει «ημετέρους» .

Χύθηκαν δάκρυα για την τιμή της χαμένης αριστείας από ΜΜΕ και την αντιπολίτευση με την Ολ. Κεφαλογιάννη να δηλώνει μεταξύ άλλων ότι «Τα κομματικά μπαλώματα για το βόλεμα των ημετέρων εξυπηρετούν μόνο το πελατειακό σύστημα που προσπαθεί να εγκαθιδρύσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Άλλη μια ευκαιρία χαμένη για τον πολιτισμό». Υπήρξαν δημοσιεύματα μάλιστα που φωτογράφισαν και συγκεκριμένα κομματικά  μέλη που υποτίθεται ότι διεκδικούν τις θέσεις αυτές.

Προσωπική μας γνώμη είναι ότι σε θέσεις που αφορούν την τέχνη (όχι την διαχείριση οικονομική κλπ) κρίνεται ο καθείς από το έργο του  κι όχι από τα πτυχία του όπως συμβαίνει και στις σχολές καλών τεχνών.  Φανταστείτε να ζητούσαμε από τον Μίμη Φωτόπουλο πτυχίο για να διδάξει νέους ηθοποιούς. Αντιστοίχως, υποψήφιοι χωρίς απολυτήριο λυκείου μπορούν να γίνουν δεκτοί ως εξαιρετικά ταλέντα, κατόπιν εξετάσεων, σε δραματικές σχολές και σχολές καλών τεχνών ως φοιτητές.

Κι ενώ χύθηκε λοιπόν αρκετό μελάνι για τις προφητείες περί των κομματικών μνηστήρων, που περιμένουν χωρίς προσόντα να λάβουν αξιώματα (πράγμα που καλό είναι να το καταγγείλει κανείς αφού το διαπιστώσει και κοντός ψαλμός αλληλούια), δεν έθεσε κανείς από την αντιπολίτευση τα ουσιαστικά ερωτήματα.  Γιατί άραγε; Αν προσπεράσουμε το πρώτο ερώτημα που είναι το ποια ΔΗΠΕΘΕ θα αναλάβουν αυτοί οι διευθυντές, αφού τα περισσότερα είναι παρατημένα και χρειάζονται νέο πλαίσιο και οργάνωση, πάμε στο βασικό.

Πίσω από τα τυπικά προσόντα για τον διορισμό τι κρύβεται για το οποίο δεν μιλάμε;  Ο ίδιος ο διορισμός τον οποίο αποδέχονται όλοι , την ώρα  μάλιστα που στον πολιτισμένο κόσμο, γίνονται προκηρύξεις προκειμένου να καλυφθούν οι θέσεις.

Δηλαδή δεν ενοχλεί κανέναν  η αυθαιρεσία της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας που επιλέγει χωρίς αξιοκρατική διαδικασία χρόνια τώρα; Και καλά, εκεί που δεν το προβλέπει ο νόμος , αλλά σε αυτή τη χώρα εθελοτυφλούμε κι εκεί που προβλέπεται. Για παράδειγμα το μουσείο της Ακρόπολης, παραμένει δέκα χρόνια χωρίς διευθυντή, γιατί κανένας υπουργός δεν έκανε την προκήρυξη όπως ορίζει ο νόμος. Δηλαδή εκεί που δεν μπορούμε να διορίσουμε, απλά αγνοούμε τη θέση!

Θα έπρεπε λοιπόν οι θέσεις τόσο των διευθυντών όσο και των καλλιτεχνικών διευθυντών,  να καταλαμβάνονται με προκήρυξη  διαγωνισμού και οι υποψήφιοι να κρίνονται από ειδικές επιτροπές  (μέλη των ΔΣ των φορέων) βάσει διαφανών και εύλογων κριτηρίων, για τα ουσιαστικά προσόντά τους και για την ειδική θέση που προορίζονται.  Έτσι στον απολογισμό του έργου του κάθε διευθυντή θα μπορούμε να κρίνουμε τον ίδιο, το ΔΣ που τον πρότεινε και τον – την υπουργό που επέλεξε μετά από μια αξιοκρατική διαδικασία. Αυτό συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.  Στην Ιταλία, π.χ. γίνεται πια διεθνής διαγωνισμός για τους διευθυντές ακόμη και για τα μεγάλα εθνικά μουσεία της χώρας.

Γι΄ αυτό απαιτείται αλλαγή των σχετικών νόμων που διέπουν τους ανάλογους φορείς (θέατρα, μουσεία, ορχήστρες , φεστιβάλ κ.α.) . Δεν είναι δα και δύσκολο τη στιγμή που νομοθετούν καθημερινά για άλλα κι άλλα.

Κάποτε είχαμε ακούσει από κυβερνητικά χείλη και συγκεκριμένα του τέως αναπληρωτή υπουργού Νίκου Ξυδάκη, την πρόθεση να προχωρήσει στην προκήρυξη διεθνούς διαγωνισμού για την πλήρωση της θέσης της διεύθυνσης  στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης «Εμείς θα το προικίσουμε με σύγχρονο διοικητικό πλαίσιο και, όπως αρμόζει στην εξωστρέφεια ενός σύγχρονου μουσείου σε διεθνοποιημένο περιβάλλον, θα προκηρύξουμε διεθνή διαγωνισμό για την ανάδειξη του διευθυντή που αξίζει του μουσείου» είχε πει χαρακτηριστικά. Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να μας πει τι μεσολάβησε και δεν έγινε. Αν δεν απατώμαι, τη θέση κατέχει ακόμα η “προσωρινή” κα Κοσκινά. Το “ουδέν μονιμότερο του προσωρινού” και το “διορίζουμε μέχρι να μπορούμε” το συναντάμε σε όλους τους εποπτευόμενους φορείς και οργανισμούς διαχρονικά και αυτό φυσικά δεν αφορά μόνο το Υπουργείο Πολιτισμού, είναι μια κουλτούρα που έως τώρα δεν έχει αλλάξει και θα περίμενε κανείς από τη συγκεκριμένη κυβέρνηση να το τολμήσει. Αλλά δεν….

*Η Φωτεινή Λαμπρίδη είναι δημοσιογράφος και στιχουργός

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα