Eddie Palmieri: Πέθανε ο καινοτόμος μουσικός της Latin
Διαβάζεται σε 5'
Σε ηλικία 88 ετών έφυγε από τη ζωή ο οραματιστής της Latin που ένωσε salsa, jazz, funk και κλασική μουσική.
- 07 Αυγούστου 2025 13:00
O Έντι Παλμιέρι (Eddie Palmieri), ο θρυλικός πιανίστας, συνθέτης και μαέστρος, ο άνθρωπος που έδωσε μία νέα πνοή στην αφροκαραϊβική μουσική και θεμελιωτής της “χρυσής εποχής” της salsa στη Νέα Υόρκη, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών.
Η Fania Records ανακοίνωσε το θάνατο του Παλμιέρι το βράδυ της Τετάρτης, με την κόρη του Γκαμπριέλα στη συνέχεια να επιβεβαιώνει τη δυσάρεστη είδηση στους New York Times κάνοντας γνωστό πως ο πατέρας της άφησε την τελευταία του πνοή νωρίτερα την ίδια μέρα στο σπίτι του στο Χάκενσακ του Νιου Τζέρσεϊ, ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια.
Με καριέρα που απλωνόταν σε δεκαετίες και περιλάμβανε συνεργασίες, καινοτομίες και καλλιτεχνικά ρίσκα, ο Παλμιέρι καθιερώθηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους μουσικούς δημιουργούς του 20ού αιώνα, ενώ χαρακτηριστική ήταν η κριτική που είχε γραφτεί κάποτε για το έργο του, η οποία αποτύπωνε με τον καλύτερο τρόπο την πρωτοποριακή του προσέγγιση: “Μια νέα παγκόσμια μουσική γεννιέται”, είχε γράψει ένας κριτικός κάποτε“.
Ο Παλμιέρι ήταν ο πρώτος Λατίνος που κέρδισε βραβείο Grammy, το 1975 για το άλμπουμ The Sun of Latin Music, και κέρδισε άλλα επτά κατά τη διάρκεια της καριέρας του, που περιλάμβανε σχεδόν 40 άλμπουμ. Συνέχισε να κυκλοφορεί μουσική μέχρι τα 80 του χρόνια, ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού, μέσω ζωντανών μεταδόσεων.
Η ζωή και η καριέρα του Παλμιέρι
Ο Έντι Παλμιέρι γεννήθηκε το 1936 στη γειτονιά Spanish Harlem της Νέας Υόρκης, σε μια εποχή που η μουσική φάνταζε ως μια πιθανή διέξοδος από τα γκέτο. Από μικρή ηλικία άρχισε να μελετά πιάνο, ακολουθώντας τα χνάρια του διάσημου αδελφού του, Τσάρλι. Ωστόσο, στα 13 του χρόνια, εγκατέλειψε προσωρινά τα πλήκτρα, παρασυρμένος από την αγάπη του για τα ντραμς και άρχισε να παίζει κρουστά στην ορχήστρα του θείου του.
Ωστόσο, αργότερα επέστρεψε στο πιάνο, ενώ ο ίδιος είχε δηλώσει στην αυτοβιογραφία του πως είναι “ένας απογοητευμένος κρουστός, γι’ αυτό ξεσπάω στο πιάνο“.
Σε συνέντευξή του στο Associated Press το 2011, όταν ρωτήθηκε αν του είχε μείνει κάτι σημαντικό να κατακτήσει, απάντησε με το χαρακτηριστικό του χιούμορ και τη γνώριμη ταπεινότητα: “Να μάθω να παίζω καλά πιάνο… Άλλο να είσαι πιανίστας και άλλο να είσαι δεξιοτέχνης”.
Στη δεκαετία του ’50, ο Έντι ξεκίνησε τη διαδρομή του στη τροπική μουσική ως πιανίστας στην ορχήστρα του Eddie Forrester. Στη συνέχεια μπήκε στα σχήματα του Johnnie Seguí και του Tito Rodríguez, μέχρι που το 1961 ίδρυσε τη δική του μπάντα, τη θρυλική La Perfecta, μαζί με τον τρομπονίστα Barry Rogers και τον τραγουδιστή Ismael Quintana.
Η La Perfecta ήταν η πρώτη μπάντα που αντικατέστησε τις παραδοσιακές τρομπέτες της λάτιν μουσικής με τρομπόνια, δημιουργώντας έναν μοναδικό ήχο, που την εισήγαγε γρήγορα δίπλα στους κορυφαίους της εποχής, όπως τον Machito και τον Tito Rodríguez.
Ο Παλμιέρι υπήρξε παραγωγός πολλών άλμπουμ στις δισκογραφικές εταιρείες Alegre και Tico Records, συμπεριλαμβανομένου του κλασικού Vámonos Pa’l Monte του 1971.
Η αντισυμβατική προσέγγιση του Έντι θα εξέπληττε ξανά τους κριτικούς και τους θαυμαστές του εκείνη τη χρονιά με την κυκλοφορία του “Harlem River Drive“, στο οποίο συνδύασε αφροαμερικανικές και λατινογενείς μουσικές ρίζες για να δημιουργήσει έναν ήχο που περιλάμβανε στοιχεία σάλσα, φάνκ, σόουλ και τζαζ.
Το 1974, ηχογράφησε το “The Sun of Latin Music” με τον νεαρό τότε τραγουδιστή Λάλο Ροντρίγκεζ και το άλμπουμ έγινε η πρώτη λάτιν παραγωγή που τιμήθηκε με Grammy, εγκαινιάζοντας μια περίοδο αναγνώρισης της λάτιν τζαζ από τα θεσμικά όργανα της μουσικής βιομηχανίας.
Βραβευμένος με συνολικά 8 Grammy, ο Παλμιέρι συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία της κατηγορίας Best Latin Jazz Album το 1995, και όταν το 2011 η κατηγορία καταργήθηκε, δεν δίστασε να κατηγορήσει την ακαδημία ότι “περιθωριοποιεί ακόμη περισσότερο τη μουσική, τον πολιτισμό και τον λαό μας“. Η κατηγορία επανήλθε έναν χρόνο αργότερα.
Στη δεκαετία του ’80 κέρδισε ακόμα δύο βραβεία Grammy για τα άλμπουμ “Palo Pa’ Rumba” (1984) και “Solito” (1985), επιβεβαιώνοντας την εμβληματική του θέση στον παγκόσμιο μουσικό χάρτη.
Δύο ακόμα Grammy απέσπασε με το άλμπουμ “Masterpiece” το 2000, ενώ δύο χρόνια αργότερα, το Πανεπιστήμιο Yale του απένειμε το βραβείο Chubb fellowship, ένα βραβείο που συνήθως απονέμεται σε διεθνείς αρχηγούς κρατών, σε αναγνώριση του έργου του στην οικοδόμηση κοινοτήτων μέσω της μουσικής.