Πέθανε ο Διονύσης Σαββόπουλος – H Ελλάδα θρηνεί τον μέγιστο τραγουδοποιό
Διαβάζεται σε 9'
Ο Διονύσης Σαββόπουλος υπήρξε μια από τις πιο επιδραστικές μορφές του ελληνικού τραγουδιού — ένας καλλιτέχνης που δεν χωρούσε σε καμία ταμπέλα. Με λόγο αιχμηρό, μουσική ευρηματική και προσωπική σφραγίδα σε κάθε του δημιουργία, άνοιξε τον δρόμο για μια ολόκληρη γενιά τραγουδοποιών που τόλμησαν να εκφραστούν με τη δική τους φωνή.
- 21 Οκτωβρίου 2025 21:35
Πέθανε σε ηλικία 80 ετών ο Διονύσης Σαββόπουλος, ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες και δημιουργούς της γενιάς του – μία “κατηγορία” από μόνος του.
Ο σπουδαίος καλλιτέχνης, ύστερα από νοσηλεία στο νοσοκομείο “Υγεία”, έφυγε το βράδυ της Τρίτης (21/10) από ανακοπή καρδιάς. Ο μεγάλος δημιουργός νοσηλευόταν από τις 6 Οκτωβρίου, καθώς είχε επιβαρυνθεί η υγεία του και είχε εμφανίσει προβλήματα με την καρδιά του.
Υπήρξε πρωτεργάτης της σχολής των Ελλήνων “τραγουδοποιών”, των καλλιτεχνών εκείνων δηλαδή που γράφουν, συνθέτουν και παράλληλα τραγουδούν τη μουσική τους, έχοντας μία ξεκάθαρη και αδιαπραγμάτευτη ματιά πάνω στο σύνολο του έργο τους.
Τρεις ήταν οι τελευταίες φορές που τον είδαμε και θα αφήσουν ανεξίτηλο το στίγμα τους. Στην όγδοη δεκαετία της ζωής του παρέμενε γεμάτος ζωή, πάντα έτοιμος να θυμηθεί κάτι συναρπαστικό και ευγνώμων για την κάθε στιγμή. Τον Ιανουάριο του 2025 βρεθήκαμε στην παρουσίαση του βιβλίου «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα» του Σαββόπουλου στο Μέγαρο Μουσικής, όπου ο ίδιος ο μουσικοσυνθέτης μάς μίλησε για τη σημασία που έχουν οι “ιστορίες” και ο τρόπος να τις λες. Τον Μάιο τον είδαμε λαλίστατο στο Μουσείο Μπενάκη όπου προβλήθηκε για πρώτη φορά το θρυλικό ντοκιμαντέρ «Χαίρω πολύ, Σαββόπουλος». Και φυσικά το έπος του προηγούμενου καλοκαιριού στο Rockwave στη Μαλακάσα, όπου τον λατρέψαμε για άλλη μια φορά πάνω στη σκηνή να μας ευχαριστεί για την αγάπη τόσων χρόνων.
Διονύσης Σαββόπουλος – Στη ζωή ένας ακούραστος “εργάτης” της μουσικής
Όλοι έχουμε ονειρευτεί και χορέψει με τα τραγούδια του Σαββόπουλου· τραγούδια διαχρονικά, που κεντρίζουν το θυμικό και αγγίζουν ζητήματα πολιτικά και κοινωνικά. Κανείς δεν πρόκειται να ξεχάσει έργα όπως το “Φορτηγό”, το “Περιβόλι του Τρελλού”, τον “Μπάλλο”, το “Βρώμικο ψωμί”, τη “Ρεζέρβα” και τα “Τραπεζάκια έξω”.
Και για όσους από εμάς είχαμε την τύχη να τον έχουμε δει live, τίποτα τελικά δεν είναι τυχαίο. Εκτός όλων των άλλων, ήταν ένας ταλαντούχος περφόρμερ, που μάγευε το κοινό με το μπρίο και τη ζωντάνια του. Ο καλύτερος αφηγητής των δικών του “παραμυθιών”.
Στη σκηνή ένας αιώνιος έφηβος, στη ζωή ένας ακούραστος “εργάτης” της μουσικής. Τα μυστικά της νεότητάς του βρίσκονται στα τραγούδια του, στους ειλικρινείς στίχους, αλλά και στις συνεργασίες του με σημαντικά ονόματα της ελληνικής μουσικής σκηνής.
Η ζωή, μια ανηφόρα γεμάτη τραγούδια
Ο Διονύσης Σαββόπουλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 2 Δεκεμβρίου 1944. Έχοντας ρίζες από την Κωνσταντινούπολη και την Φιλιππούπολη δέχτηκε σε νεαρή ηλικία ένα ευρύ φάσμα επιρροών από την Ανατολή.
Το 1963 μετακόμισε στην Αθήνα και αν και ξεκίνησε να φοιτά στην Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης, πολύ γρήγορα κατάλαβε ότι ο δρόμος της ζωής του είναι ένας. Η ακάματη ενασχόληση με τη μουσική.
Θεωρώ τον Σαββόπουλο τον σημαντικότερο εκπρόσωπο της γενιάς σου που διαδέχτηκε τη δική μας! Ο Σαββόπουλος, στα τόσα χρόνια που υπάρχει, έχει ήδη δημιουργήσει την προσωπική του ιστορία. Ο Σαββόπουλος δεν κατέβηκε στην Αθήνα φτιάχνοντας απλώς ένα ωραίο τραγουδάκι. – Μ. Χατζιδάκις.
Ο νεαρός Σαββόπουλος έκανε οτοστόπ, ώσπου κάποια στιγμή βρέθηκε στην Αθήνα, μόνος, χωρίς γνωριμίες και με σχεδόν άδειο πορτοφόλι. Ήδη από το πρώτο βινύλιο που κυκλοφόρησε γνώρισε επιτυχία ως μουσικός και σύντομα έγινε πολύ δημοφιλής στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό. Είχε συνδυάσει τη μουσική Αμερικανών θρύλων, όπως του Μπομπ Ντίλαν και του Φρανκ Ζάπα, με τη μακεδονική λαϊκή μουσική.
Σε παλαιότερη συνέντευξή του, στο πλαίσιο συνεργασίας με τη Δόμνα Σαμίου είχε δηλώσει: “Εγώ νομίζω το πιο σπουδαίο πράγμα στο δημοτικό τραγούδι είναι αυτό το μάθημα ήθους που μας δίνει. Δηλαδή το δημοτικό τραγούδι μας μαθαίνει ότι τα τραγούδια γράφονται για να εκφραζόμαστε κι όχι για να κάνουμε επιτυχία, όχι δηλαδή να κάνουμε σουξέ. Αυτό είναι το πιο σοβαρό του νομίζω. Αλλά αυτό όχι έτσι ξερά που το λέω. Αυτό το δίνει με ένα τρόπο πάρα πολύ γοητευτικό” (ΕΡΤ, 1977).
Ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πει για τον Σαββόπουλο στον Λευτέρη Παπαδόπουλο: “Θεωρώ τον Σαββόπουλο τον σημαντικότερο εκπρόσωπο της γενιάς σου που διαδέχτηκε τη δική μας! Ο Σαββόπουλος, στα τόσα χρόνια που υπάρχει, έχει ήδη δημιουργήσει την προσωπική του ιστορία. Ο Σαββόπουλος δεν κατέβηκε στην Αθήνα φτιάχνοντας απλώς ένα ωραίο τραγουδάκι. Ο Σαββόπουλος κατέβηκε κουβαλώντας μια προσωπική μυθολογία, η οποία είναι συνδυασμός καταγωγής (Μακεδονία), ενός κλίματος της εποχής που έζησε και έγινε νέος κι ενός κλίματος ποιητικού από μια ομάδα ποιητών της Θεσσαλονίκης που βγήκε.
Μπορεί, βέβαια, με όλ’ αυτά να γινόταν απλώς ένας επαρχιακός καλλιτέχνης. Έγινε όμως πανελλαδικός. Αυτό είναι το μεγάλο ταλέντο του. Συγχρόνως, διαμόρφωσε μια ζωή σύμφωνα με τη μουσική του. Αυτά όλα είναι πολύ σημαντικά πράγματα”.
Η εμφάνιση του Σαββόπουλου στο μουσικό προσκήνιο συμπίπτει με ένα καταιγισμό ανατροπών σε όλο τον πλανήτη. Γράφει χαρακτηριστικά ο Νίκος Αναγνωστάκης: «…λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’60, η νεολαία άλλαζε, όπως και η στάση της απέναντι στην εξουσία. Πληροφορείται πλέον για τα παγκόσμια προβλήματα, για το Βιετνάμ, τον Μάη του ’68, για το Γούτστοκ, για την εξέγερση στο πανεπιστήμιο του Berkeley, και σε συνδυασμό με την ελληνική δικτατορία δημιουργείται μια συσσώρευση συναισθημάτων που ψάχνει διέξοδο.
Η νεολαία είναι πλέον μορφωμένη, καλλιεργημένη. Βλέπει καλές ταινίες στην ‘Αλκυονίδα’ και στο ‘Studio’, καλό θέατρο, ακούει αξιόλογα ξένα τραγούδια από τον Bob Dylan, την Joan Baez, με στίχο ψαγμένο και πολυσήμαντο. Αυτή, λοιπόν, η νεολαία, με την αντισυμβατικότητα που τη διακρίνει, ζητάει εναγωνίως κάποια άλλη στιχουργική και μουσική εκπροσώπηση, ευθέως ανάλογη με τις ανησυχίες και τις προσδοκίες της”. Και τότε εμφανίζεται ο Σαββόπουλος.
Η “πλούσια” σταδιοδρομία του ξεκίνησε το 1964 και υπήρξε πολιτικά ενεργός σε όλη τη ζωή του, κάνοντας, μεταξύ άλλων, εμφανίσεις σε νυχτερινά κέντρα μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη και τον Μάνο Λοΐζο. Κατά τη διάρκεια της Χούντας φυλακίστηκε δύο φορές για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, το 1967.
Στη φυλακή γράφει τραγούδια
Κατά τη διάρκεια της Χούντας, ο Διονύσης Σαββόπουλος εξέφραζε ανοιχτά τις αριστερές του πεποιθήσεις και για αυτό φυλακίστηκε δύο φορές – τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1967. Στη φυλακή, όπου έμεινε για περίπου σαράντα ημέρες βασανίστηκε σκληρά και πέρασε πολλές ώρες στην απομόνωση. Ο ίδιος είχε πει: “Έχω μείνει σε ένα κελί για πάρα πολύ καιρό. Μπορεί βέβαια να ήμουν στενεμένος, αλλά ένα φως μέσα μου έγραφε τραγούδια. […] Δεν με επηρέασε η στενότης ή ο περιορισμός, πετούσα μέσα μου”.
Το τραγούδι “Δημοσθένους λέξις” γράφτηκε εκεί και ο πρώτος του τίτλος ήταν “Εμβατήριο για μετέωρο φυλακισμένο”. Η “Δημοσθένους λέξις” προοριζόταν για τον Στέλιο Καζαντζίδη, που όμως τελικά δεν το ερμήνευσε και ίσως … για καλό, γιατί ο ο Σαββόπουλος μας έδωσε μία ερμηνεία ψυχής, τραγουδώντας τους στίχους: “Κι αν βγω απ’ αυτή τη φυλακή κανείς δε θα με περιμένει/οι δρόμοι θα ‘ναι αδειανοί κι η πολιτεία μου πιο ξένη/τα καφενεία όλα κλειστά κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι/αέρας θα με παρασέρνει κι αν βγω απ’ αυτή τη φυλακή”.
Πολλοί οι σταθμοί στη ζωή του και πολλές οι εικόνες που βρήκαν το δρόμο τους στα τραγούδια του. Ταξίδεψε πολύ, στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια, στη Μεσόγειο, τη Βόρεια Ευρώπη, την Ιαπωνία, στον Καναδά και στις Η.Π.Α. Έγραψε μουσική για το θέατρο και για την Επίδαυρο, αλλά και για τον κινηματογράφο (παίρνοντας βραβείο μουσικής για την ταινία του Παντελή Βούλγαρη “Happy Day” το 1976, το οποίο όμως αρνήθηκε να παραλάβει).
Το 1997 ο Διονύσης Σαββόπουλος δημιουργεί το άλμπουμ “Ξενοδοχείο” με δώδεκα τραγούδια και έχοντας δίπλα του μια all star μπάντα, απαρτιζόμενη από τον Γιάννη Σπάθα (κιθάρες και μαντολίνο), τον Σταύρο Λάντσια (πλήκτρα και κρουστά), τη Γιώτη Κιουρτσόγλου (μπάσο), και στα φωνητικά τους: Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Ορφέα Περίδη, Αλκίνοο Ιωαννίδη, Νίκο Πορτοκάλογλου, Αργύρη Μπακιρτζή, Νίκο Ζιώγαλα, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Διονύση Τσακνή, κ.ά.). Στον δίσκο “υποδέχθηκε” μεταξύ άλλων τον Lucio Dalla, τον Nick Cave, τον Ian Anderson, τον Van Morrison, τον Steve Winwood και φυσικά τον Lou Reed.
Το 1986-1987 παρουσίαζε τη θρυλική τηλεοπτική εκπομπή με τίτλο “Ζήτω το ελληνικό τραγούδι”. Ο Διονύσης Σαββόπουλος εξέδωσε βιβλία με στίχους, παρτιτούρες και κείμενα, ενώ το τον Δεκέμβριο του 2003 κυκλοφόρησε επιτομή του συνόλου των στίχων του, καθώς και δύο βιβλία, αφιερωμένα στη ζωή και στο έργο του, από τον Κώστα Μπλιάτκα και τον Δημήτρη Καράμπελα.