Πέθανε ο εμβληματικός Robert Wilson: Ο σκηνοθέτης που μετέτρεψε τη σιωπή σε φως
Διαβάζεται σε 7'
Ο Robert Wilson, ο άνθρωπος που μεταμόρφωσε τη σιωπή σε ρυθμό και το φως σε θεατρική γλώσσα, έφυγε από τη ζωή στα 83 του χρόνια, αφήνοντας πίσω του έναν ολόκληρο κόσμο από εικόνες που δεν θα σβήσουν ποτέ.
- 31 Ιουλίου 2025 20:13
Ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της εποχής μας, ο Robert M. Wilson, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών, αφήνοντας πίσω του ένα έργο που άλλαξε για πάντα το τοπίο του σύγχρονου θεάτρου.
Ο Robert M. Wilson δεν ήταν απλώς σκηνοθέτης: ήταν εικαστικός ποιητής, αρχιτέκτονας του χώρου και του χρόνου, οραματιστής της σκηνής. Τα έργα του λειτουργούσαν περισσότερο σαν εικαστικές εγκαταστάσεις ή κινηματογραφικά όνειρα παρά σαν παραδοσιακές θεατρικές αφηγήσεις. Για τον ίδιο, το φως ήταν δράση και η σιωπή γλώσσα.
Το ελληνικό κοινό είχε την τύχη να γνωρίσει από κοντά τη μαγεία του οπτικού θεάτρου του Robert Wilson μέσα από πολυάριθμες παραστάσεις που παρουσιάστηκαν κατά καιρούς στη χώρα μας. Η τελευταία, που έμελλε να είναι και η αποχαιρετιστήρια, ήταν η παράσταση «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι, σε σκηνοθεσία του ιδίου.
Το έργο έκανε πρεμιέρα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και στη συνέχεια παρουσιάστηκε στο Θέατρο Ολύμπια, συστήνοντας στο ελληνικό κοινό μια ακόμα όψη του σκηνοθετικού του σύμπαντος — αυτή της βαθιάς συναισθηματικής εσωστρέφειας και της γλυκόπικρης ενδοσκόπησης μέσα από τη φόρμα και την αισθητική αυστηρότητα που τον χαρακτήριζε.
Ο Wilson δεν ήταν ποτέ απών από τη διεθνή θεατρική σκηνή και η σχέση του με το ελληνικό κοινό ήταν βαθιά και αμφίδρομη. Οι παραστάσεις του υπήρξαν σημαντικά πολιτιστικά γεγονότα, επιβεβαιώνοντας τη θέση του ως ενός από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους σκηνοθέτες που άφησαν βαθύ αποτύπωμα και στον ελληνικό πολιτιστικό χάρτη. Αξέχαστο θα μείνει το εκπληκτικό Κουαρτέτο του Χάινερ Μύλλερ στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2007, η επιβλητική του “Οδύσσεια” βασισμένη στο έπος του Ομήρου το 2012 στο Εθνικό Θέατρο, αλλά και ο “Οιδίποδας” που ανέβασε το 2019 στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου. Το 2022 είδαμε στην Εθνική Λυρική Σκηνή σε σκηνοθεσία δική του τον Οθέλλο του Βέρντι υπό τη δική του εικονοκλαστική ματιά.
Η είδηση του θανάτου του
Η είδηση του θανάτου του έγινε γνωστή μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα του, με μία ανακοίνωση στη μνήμη του του σκηνοθέτη, ο οποίος έφυγε σήμερα, Πέμπτη (31/07) από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών. Ο Γουίλσον πέθανε ειρηνικά στο Water Mill της Νέας Υόρκης, μετά από σύντομη αλλά σοβαρή ασθένεια. Παρά τη διάγνωση, συνέχισε να δημιουργεί με αφοσίωση και εσωτερική δύναμη, μέχρι και τις τελευταίες του ημέρες.
“Με μεγάλη λύπη ανακοινώνουμε το θάνατο του Robert M. Wilson, καλλιτέχνη, σκηνοθέτη θεάτρου και όπερας, αρχιτέκτονα, σκηνογράφου και σχεδιαστή φωτισμών, εικαστικού καλλιτέχνη και ιδρυτή του The Watermill Center.
Ο Γουίλσον άφησε την τελευταία του πνοή ήρεμα σήμερα, στο Water Mill της Νέας Υόρκης, έπειτα από σύντομη αλλά επιθετική ασθένεια.
Αν και αντιμετώπισε τη διάγνωση με καθαρό μυαλό και αποφασιστικότητα, ένιωθε την ανάγκη να συνεχίσει να εργάζεται και να δημιουργεί μέχρι το τέλος. Τα έργα του για το θέατρο, τα έργα του σε χαρτί, τα γλυπτά και τα βίντεο πορτρέτα του, καθώς και το The Watermill Center, θα παραμείνουν η καλλιτεχνική κληρονομιά του Robert Wilson“, αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Ποιος ήταν ο Ρόμπερτ Ουίλσον
Γεννημένος στο Ουέικο του Τέξας το 1941, αφιέρωσε περισσότερες από έξι δεκαετίες σε πάνω από 200 πειραματικές παραγωγές, αφήνοντας ανεξίτηλο αποτύπωμα στο θέατρο, την όπερα, τις εικαστικές τέχνες, το σκηνικό design, την αρχιτεκτονική της σκηνής και την καλλιτεχνική εκπαίδευση. Βοήθησε να αλλάξει ριζικά ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον χώρο, το φως και τον χρόνο.
Ο Γουίλσον δεν αναγνώριζε όρια μεταξύ των τεχνών: για εκείνον, το φως, ο χώρος, η κίνηση, τα αντικείμενα και ο ήχος αποτελούσαν εργαλεία μιας ενιαίας, οπτικής γλώσσας. Σκηνοθέτης, συγγραφέας, σκηνογράφος, εικαστικός, περφόρμερ, χορογράφος και αρχιτέκτονας, δημιούργησε έναν ολόκληρο καλλιτεχνικό κόσμο, στον οποίο η σιωπή, το φως και ο χρόνος δεν λειτουργούσαν ως εργαλεία, αλλά ως πρωταγωνιστές.
Μεγάλωσε σε ένα συντηρητικό περιβάλλον στο Τέξας, κουβαλώντας ένα τραύλισμα και μια ντροπαλότητα που τον απομόνωναν από τα άλλα παιδιά. Η συνάντησή του με την Byrd Hoffman, δασκάλα χορού και θεραπεύτρια, στάθηκε καθοριστική: η αργή, τελετουργική κίνηση, που της χρωστά, έγινε η σφραγίδα ολόκληρης της σκηνοθετικής του γραφής.
Ξεκίνησε σπουδές στην αρχιτεκτονική στο Pratt Institute της Νέας Υόρκης, όμως το πάθος του για το θέατρο δεν άργησε να φανεί. Ίδρυσε την ομάδα Byrd Hoffman School of Byrds, εμπνεόμενος από τη μέντορά του, και στα 24 του, μετά από μια προσωπική κρίση και απόπειρα αυτοκτονίας, επανήλθε δυναμικά στην τέχνη με έργα-εικαστικές εγκαταστάσεις που τάραξαν τη Νέα Υόρκη.
Από την αρχή, ο Γουίλσον απέφευγε τη γραμμική αφήγηση και τον ψυχολογικό ρεαλισμό. Για εκείνον, η σκηνή ήταν ένας αφηρημένος, νοητικός και κατασκευασμένος χώρος. Ως ένας από τους θεμελιωτές του λεγόμενου Image Theatre, επηρεάστηκε από το ιταλικό Teatro-Immagine αλλά και από σκηνοθέτες όπως ο Giorgio Strehler και ο Luchino Visconti.
Η καταξίωσή του ήρθε τη δεκαετία του 1970 με έργα όπως το “Deafman Glance” και κυρίως το εμβληματικό “Einstein on the Beach” (1976), σε συνεργασία με τον Philip Glass – μια όπερα που διέλυσε κάθε παραδοσιακή δομή: χωρίς πλοκή, χωρίς πράξεις, χωρίς άριες. Μόνο εικόνες. Όπως ο ίδιος είχε πει: «Όταν πάω στην όπερα, θέλω να ακούσω τη μουσική. Κλείνω τα μάτια μου. Η πρόκληση είναι πώς θα μείνω με τα μάτια ανοιχτά. Πώς αυτό που βλέπω θα με βοηθήσει να ακούσω καλύτερα.»
Η διεθνής καταξίωση ακολούθησε με την εμβληματική «Αϊνστάιν στην Ακρογιαλιά» (1976), σε συνεργασία με τον Philip Glass, εγκαινιάζοντας ένα νέο υβρίδιο θεάτρου, μουσικής και εγκατάστασης που άλλαξε τους όρους του θεατρικού τοπίου.
Ο Wilson συνεργάστηκε με μορφές από διαφορετικούς κόσμους — τη Sylvie Guillem, τον Tom Waits, τον Lou Reed, τον David Byrne, τη Jessi Norman — και σκηνοθέτησε έργα από Σαίξπηρ μέχρι Χάινερ Μύλλερ και από Τσέχωφ μέχρι Όμηρο. Όλα πάντα μέσα από το προσωπικό του σύμπαν: μια γεωμετρία του φωτός, του ήχου και του σώματος.
Από το 1995 και για τρεις δεκαετίες υπήρξε η ψυχή του Watermill Center, του διεθνούς καλλιτεχνικού εργαστηρίου που ίδρυσε στο Λονγκ Άιλαντ. Εκεί φιλοξένησε δεκάδες δημιουργούς από όλο τον κόσμο, μετατρέποντας την πειραματική τέχνη σε κοινότητα.
Βραβεύτηκε με όλα τα μεγάλα διεθνή βραβεία: δύο UBU Awards, Χρυσό Λιοντάρι της Biennale της Βενετίας, Praemium Imperiale (2023) και πολλαπλές τιμητικές διακρίσεις σε Ευρώπη, Αμερική και Ασία.
Από το επτάωρο “The Life and Times of Joseph Stalin” μέχρι την επταήμερη performance KA MOUNTAIN στο Ιράν με 700 συμμετέχοντες στα βουνά του Σιράζ, ο χρόνος για τον Γουίλσον ήταν πλαστικό υλικό: μπορούσε να επιμηκύνεται, να καθυστερεί, να μετατρέπεται σε εμπειρία.