Metropolis: Πώς ο “καταστροφέας πόλεων”, Χίτλερ, καταστράφηκε από τις ίδιες τις πόλεις

Διαβάζεται σε 15'
Metropolis: Πώς ο “καταστροφέας πόλεων”, Χίτλερ, καταστράφηκε από τις ίδιες τις πόλεις
Η τελική παράδοση των Γερμανών στο βομβαρδισμένο Στάλινγκραντ AP Photo

Από τις εκδόσεις Διόπτρα κυκλοφορεί το βιβλίο του Μπεν Γουίλσον με τίτλο “Metropolis”. Ένα πολύχρωμο ταξίδι σε 7.000 χρόνια και 26 πόλεις του κόσμου. Διαβάστε αποκλειστικό απόσπασμα στο NEWS 24/7.

Το “Metropolis” του Ben Wilson αποτελεί ένα εκδοτικό γεγονός που συμπίπτει χρονικά με μια στρατιωτική επιχείρηση μεγάλης κλίμακας σε εδάφη που έχουν βαφτεί και πάλι στο αίμα. Στο έργο του που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, ο ιστορικός διερευνά το πώς έχουν διαμορφωθεί, εξελιχθεί και εδραιωθεί οι μεγαλουπόλεις του πλανήτη, με την ανάπτυξή ή τον αφανισμό τους να συμπτίπτει με τα επιτεύγματα ή τα επαναλαμβανόμενα λάθη του ανθρώπου.

Ο συγγραφέας διαπλέκει τις ιστορίες μέσα στις 608 σελίδες του έργου, χτίζοντας ένα γλαφυρό, ενιαίο αφήγημα, που κάνει τον αναγνώστη να αισθανθεί το χθες, το σήμερα αλλά και το αύριο της μεγάλης πόλης στην οποία ζει. Η Αθήνα άλλωστε δεν θα μπορούσε να λείπει από εδώ. Όπως και δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι σημαδιακές συγκρούσεις που επηρέασαν ολόκληρα έθνη, και εν πολλοίς θεμελίωσαν τους αστικούς ιστούς όπως τους ξέρουμε σήμερα. Αν υπάρχει ένα συνεκτικό στοιχείο που διαπερνά τις αφηγήσεις του Wilson, αυτό είναι το κοινό αίσθημα του “ανήκειν” που εξασφάλιζε η ίδια η πόλη, κόντρα στο εύρος της αστικοποίησης. Ένα αίσθημα που φάνηκε καθοριστικό για πολλά γεγονότα που άφησαν το αποτύπωμά τους στο πέρασμα του χρόνου, είτε σαν σημεία αναφοράς, είτε σαν μνημεία μνήμης προς αποφυγή επανάληψης των ίδιων σφαλμάτων.

Παρακάτω, το NEWS 24/7 δημοσιεύει αποκλειστικό απόσπασμα από το “Metropolis” (μετάφραση: Βιολέττα Ζεύκη), που ρίχνει φως στο τι σημαίνει “πολιορκία μιας μεγάλης πόλης”, αλλά και αντίσταση μέχρι τη τελευταία στιγμή, για την υπεράσπιση της ελευθερίας, αλλά και του κοινού αισθήματος.

Εκδόσεις Διόπτρα

Πώς να σκοτώσεις μία πόλη: Ολοκληρωτικός πόλεμος

Όπως σημειώνει ο συγγραφέας Ben Wilson στο κεφάλαιο “Αφανισμός” από το Metropolis, “η κατάκτηση µιας µεγάλης µητρόπολης συχνά είναι συνώνυµη µε τη νίκη στον πόλεµο. Το τι θα πράξει κάποιος στη συνέχεια είναι άλλο θέµα”. Η διατύπωση αυτή είναι παραπάνω από επίκαιρη σήμερα, με τη Ρωσία να πραγματοποιεί εισβολή στην Ουκρανία, ενώ το Κίεβο φυσικά αποτελούσε εξ αρχής τον κύριο στόχο.

Είναι κοινά αποδεκτό πως δεν μπορούν να γίνονται ρεαλιστικές συγκρίσεις του σήμερα με το χθες, ειδικά όταν μιλάμε για αναγωγές στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ή αλλιώς σε ολοκληρωτικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν 80 χρόνια πριν. Ωστόσο, η κατάκτηση των Μητροπόλεων, των πρωτευουσών, θα αποτελεί για πάντα το νούμερο ένα ζητούμενο, κάθε κατακτητή, όπως εν προκειμένω είναι ο Βλαντιμίρ Πούτιν (όσο κι αν θέλει να λέει το αντίθετο).

Πριν 80 χρόνια, ο Χίτλερ με την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα ξεκινούσε τη µεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση στην ιστορία, καθώς αν πετύχαινε, η Γερμανία θα είχε καταφέρει να εξαρθρώσει την οικονομία και το ηθικό της Σοβιετικής Ένωσης, και θα χρησιμοποιούσε τη γη της.

Όπως σημειώνει ο Wilson, “χωρίς προµήθεια τροφής, οι Γερµανοί υπολόγισαν ότι 30 εκατοµµύρια άνθρωποι στη Σοβιετική Ένωση θα πέθαιναν. Ο ρωσικός αστικός πληθυσµός είχε αυξηθεί κατά 30 εκατοµµύρια µεταξύ του Α’ Παγκοσµίου Πολέµου και του 1939. Συνεπώς, χρησιµοποιώντας τα ρωσικά εδάφη ως πηγή τροφής και καυσίµων, η Γερµανία θα υποβάθµιζε τη Ρωσία στο προ-αστικό παρελθόν της ξεκληρίζοντας τον «περιττό» πληθυσµό της. Τη θέση των κατεστραµµένων σοβιετικών µητροπόλεων θα έπαιρναν γερµανικές αποικιακές πόλεις περιτριγυρισµένες από παραγωγικούς αγρούς, ο άριος «Κήπος της Εδέµ».

Η Βέρµαχτ είχε τρία σηµεία επίθεσης: το Λένινγκραντ, τη Μόσχα και τη πολύπαθη Ουκρανία, που βρίσκεται και σήμερα στο επίκεντρο.

Τότε, περίπου “70.000-80.000 πολίτες του Χάρκοβο εξαναγκάστηκαν στη λιµοκτονία, µια ζοφερή πρόγευση όσων σκόπευαν να κάνουν οι ναζί σε αµέτρητες πόλεις στη νέα αυτοκρατορία τους. Εκεί, και σε αµέτρητες άλλες κωµοπόλεις και πόλεις, οι εβραϊκοί πληθυσµοί συγκεντρώθηκαν και εκτελέστηκαν ή εξολοθρεύτηκαν µεθοδικά σε φορτηγά αερίου”. Οι αφηγήσεις του Wilson αναδεικνύουν εδώ τη φρίκη του πολέμου, και παρότι δεν μπορούν να θεωρηθούν ως πλαίσιο σύγκρισης με το σήμερα και τις μεθόδους της Ρωσίας, φέρνουν στην επιφάνεια στρατηγικές κατάληψης μεγαλουπόλεων που σε αστικό περιβάλλον, παραμένουν διαχρονικές. Παράλληλα, δείχνουν γιατί ένας επιθετικός στρατός δεν ευνοείται όταν αποφασίζει να βάλλει εναντίον ενός στόχου που είναι πυκνοκατοικημένος, ή με πυκνή αστική ανάπτυξη.

Φυσικά, ο στόχος του Χίτλερ το ’41 ήταν να καταστρέψει ολοσχερώς τη Μόσχα και το Λένινγκραντ, κάτι που δεν ισχύει τώρα στο Κίεβο, ή τουλάχιστον δεν θα μπορούσαμε να διανοηθούμε ότι κάτι τέτοιο είναι στις προθέσεις οποιουδήποτε “μεγάλου ηγέτη”. Ο ίδιος ο Πούτιν άλλωστε, διατείνεται πως είναι… “απελευθερωτής”.

Για το πώς προσπάθησε να επιβιώσει το Λένινγκραντ, οι περιγραφές του Wilson είναι αποκαλυπτικές:

“Οι κάτοικοι του Λένινγκραντ τρέφονταν µε γάτες, περιστέρια, κοράκια, γλάρους και στη συνέχεια µε κατοικίδια ζώα και ζώα από τους ζωολογικούς κήπους έβραζαν τις ταπετσαρίες τοίχων για να εξαγάγουν την κόλλα και έτρωγαν δερµάτινα υποδήµατα και βαζελίνη. Παρασκεύα­ζαν σούπα και ψωµί από γρασίδι και τα πουλούσαν. «Όταν περπατάς έξω από το σπίτι σου το πρωί, πέφτεις πάνω σε πτώµατα», έγραφε η Σκριάµπινα στο ηµερολόγιό της. «Είναι παντού: στους δρόµους, στις αυλές. Τα πτώµατα κείτονται εκεί για πολύ καιρό. Δεν υπάρχει κανείς για να τα περισυλλέξει». Το σκορβούτο έπληξε τον πληθυσµό οι άνθρωποι παραληρούσαν αναζητώντας κάθε υπόλειµµα τροφής. Έξυναν τη σκόνη αλευριού από τους τοίχους και από τις σανίδες στα δάπεδα των αλευρόµυλων. Τα «πιτάκια» από βαµβακόσπορο, ο οποίος συνήθως καιγόταν στους καυστήρες των πλοίων, χρησιµοποιήθηκαν για την παρασκευή ψωµιού. Τα εντόσθια των προβάτων και τα δέρµατα των µοσχαριών βράζονταν για την παρασκευή «ζελέ κρέατος». Τον Οκτώβριο η µερίδα ψωµιού µειώθηκε στα 250 γραµµάρια την ηµέρα για τους εργαζόµενους και 125 για όλους τους άλλους.

Χωρίς προµήθειες τροφίµων, ηλεκτρικό ρεύµα και καύσιµη ύλη, το Λένινγκραντ, από µια πόλη σε πλήρη λειτουργία, µετατράπηκε σε µια θανατηφόρα παγίδα µέσα σε λίγες εβδοµάδες. Οι κάτοικοι του Λένινγκραντ παροµοίαζαν τους εαυτούς τους µε τους λιµοκτονούντες λύκους, που τους απασχολεί µόνο η σκέψη της επιβίωσης και είναι αδιάφοροι απέναντι σε οτιδήποτε άλλο συµβαίνει γύρω τους… Μέσα σε έναν χρόνο, 2.015 άτοµα συνελήφθησαν για τη «χρήση ανθρώπινου κρέατος ως τροφής», όπως περιέγραψε η αστυνοµία”.

Πριν 80 χρόνια, η μεγαλομανία λοιπόν του Χίτλερ στάθηκε μοιραία για τα σχέδιά του. Παράλληλα με το Λένινγκραντ, αποφάσισε να χτυπήσει και τη Μόσχα, η οποία τελικά δεν εγκαταλείφθηκε από τον Στάλιν.

“Στη συνέχεια, στις 19 Οκτωβρίου, ο Στάλιν έλαβε µία από τις πιο µοιραίες αποφάσεις του πολέµου. Ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να παραµείνει στην πόλη η Μόσχα έπρεπε να κρατηθεί µε κάθε κόστος. Σε έναν άθλο εφοδιασµού, 400.000 νέα στρατεύµατα, 1.500 αεροπλάνα και 1.700 άρµατα µάχης έσπευσαν από απόσταση περίπου 6.500 χιλιοµέτρων, από την Άπω Ανατολή στη Μόσχα. Με τους Γερµανούς να πλησιάζουν στη µητρόπολη και τις αεροπορικές επιδροµές να προκαλούν εκτεταµένες ζηµιές, η ετήσια στρατιωτική παρέλαση στην Κόκκινη Πλατεία πραγµατοποιήθηκε στις 7 Νοεµβρίου – µια επίδειξη σηµαντικής υπεροχής που καταγράφηκε σε ταινία και προβλήθηκε σε όλη τη Σοβιετική Ένωση.

Στο έντονο ψύχος του χειµώνα του 1941-2, η στρατιωτική µηχανή του Χίτλερ σταµάτησε έξω από τη Μόσχα. Στις 5 Δεκεµβρίου οι Ρώσοι ξεκίνησαν την αντεπίθεσή τους. Μέσα σε έναν µήνα η ισχυρή Βέρµαχτ του Χίτλερ είχε απωθηθεί κατά 240 χιλιόµετρα από την πρωτεύουσα του κοµµουνισµού. Αν και η Μόσχα εξακολουθούσε να κινδυνεύει, η Επιχείρηση Μπαρµπαρόσα είχε λάβει τέλος. Σε αυτόν τον θανατηφόρο αγώνα για µια πόλη, 7 εκατοµµύρια άνδρες συµµετείχαν επί έξι κολασµένους µήνες. Αν ο Τσάρος Αλέξανδρος Α’ είχε θυσιάσει τον δοµηµένο ιστό της Μόσχας για να σώσει την πόλη από τον Ναπολέοντα, ο Στάλιν θυσίασε 926.000 ζωές. Όπως και άλλοι επίδοξοι κατακτητές σε όλη την ιστορία, ο Χίτλερ θυσίασε εαυτόν για µια πόλη”.

Εκδόσεις Διόπτρα

“Ο Δρόμος της ζωής”

“Στο µεταξύ, στο Λένινγκραντ οι θερµοκρασίες έπεσαν στους -30°C στον πιο ψυχρό χειµώνα του 20ού αιώνα. Αποδυναµωµένοι από τον υποσιτισµό, τις συνθήκες κατάψυξης και τη συσσώρευση ανθρώπινων ακαθαρσιών, οι άνθρωποι υπέκυψαν στη δυσεντερία. Άλλοι απλώς πέθαιναν από την πείνα. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 1942, τον χειρότερο µήνα της πολιορκίας, 20.000 άνθρωποι πέθαιναν καθηµερινά. Τα ορφανά παιδιά επιβίωναν καταλαµβάνοντας έναν µεταβατικό κόσµο βοµβαρδισµένων κτιρίων. Αλλά ο χειµώνας έφερε και κάποια ανακούφιση. Όταν η λίµνη Λαντόγκα πάγωσε αρκετά τον Ιανουάριο, άνοιξε ο «Δρόµος της Ζωής», ένας αυτοκινητόδροµος πάγου, έξι λωρίδων, που έσπασε τον γερµανικό αποκλεισµό. Φορτηγά µετέφεραν τροφή στην πόλη και βοήθησαν στην εκκένωσή της από µισό εκατοµµύριο ανθρώπους, κυρίως παιδιά, γυναίκες και ηλικιωµένους, πριν από τον Απρίλιο”, αναφέρει ο Wilson στο βιβλίο του.

“Αν και η πολιορκία, µε τους συνεχείς βοµβαρδισµούς της και µε ελάχιστη τροφή για να επιβιώσει κανείς, κράτησε ως τον Ιανουάριο του 1944, τα χειρότερα είχαν τελειώσει. Μέχρι το τέλος του 1942, ο πληθυσµός του Λένινγκραντ είχε µειωθεί από 3 εκατοµµύρια σε 637.000 κατοίκους, προσδίδοντας στην ερειπωµένη πόλη την αίσθηση µιας πόλης-φαντάσµατος. Πάνω από τα τρία τέταρτα του πληθυσµού ήταν τότε γυναίκες, οι οποίες απασχολούνταν σε εργοστάσια πυροµαχικών και ναυπηγεία. Οι θάνατοι από βοµβαρδισµό, ασθένειες και πείνα ανήλθαν σε τουλάχιστον ένα εκατοµµύριο την πόλη εκκένωσαν 1,4 εκατοµµύρια άνθρωποι. Οι αριθµοί των µαχητών του Άξονα και των Ρώσων αλλά και των αµάχων του Λένινγκραντ που πέθαναν στον ολέθριο αγώνα για τη µητρόπολη ξεπέρασαν κατά πολύ τον συνολικό αριθµό ανθρώπων που σκοτώθηκαν σε αεροπορικές επιδροµές σε ολόκληρο τον κόσµο”.

Οι πόλεις µπορούν να καταπιούν ολόκληρους στρατούς. Είναι τα νεκροταφεία των στρατιωτικών φιλοδοξιών

Στη συνέχεια, ο Wilson καταγράφει τη δυναμική της αντίστασης της ίδιας της πόλης.

“Για έναν στρατό, µια πόλη αποφασισµένη να αντισταθεί έως τον τελευταίο άνδρα, γυναίκα και παιδί της είναι ίσως το πιο τροµερό εµπόδιο στον κόσµο, µια δίνη καταστροφής. Οι πόλεις µπορούν να καταπιούν ολόκληρους στρατούς. Είναι τα νεκροταφεία των στρατιωτικών φιλοδοξιών. Ο Ναπολέων κατατροπώθηκε στη Μόσχα το 1812 και στη Λειψία έναν χρόνο αργότερα. Τον Χίτλερ τον αψήφησε το Λένινγκραντ, η Μόσχα και, µε τρόπο ακόµα πιο καταστροφικό, το Στάλινγκραντ.

Ως το 1942 η Βέρµαχτ χρειαζόταν απεγνωσµένα καύσιµα. Η κατάληψη των πετρελαιοπηγών του Καυκάσου, η Επιχείρηση Κυανή Περίπτωση, ήταν απαραίτητη εάν η Γερµανία σκόπευε να κερδίσει τον πόλεµο. Ωστόσο, η κατάληψη της άχαρης νότιας βιοµηχανικής πόλης του Στάλινγκραντ ήταν δευτερεύουσα σε αυτόν τον στόχο. Αλλά για άλλη µια φορά, ο Χίτλερ είχε εµµονή µε τον αφανισµό µιας ρωσικής πόλης συµβολικής σηµασίας, εκτρέποντας το ζωτικό πετρέλαιο και τα αεροσκάφη µακριά από τον Καύκασο στην εκστρατεία κατά του Στάλινγκραντ. Πολλές πόλεις και κωµοπόλεις της Ρωσίας είχαν παραδοθεί ή εγκαταλειφθεί µπροστά στο Blitzkrieg. Αλλά ο Στάλιν δεν θα υποχωρούσε ούτε εκατοστό από την πόλη που πήρε το όνοµά του”.

“Η γερµανική 6η Στρατιά υπό τον Φρίντριχ Πάουλους έφτασε στο Στάλινγκραντ στα τέλη Αυγούστου του 1942. Στις 23 του ίδιου µήνα και επί πέντε ακόµα ηµέρες ο αεροπορικός στόλος Luftflotte IV εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στο Στάλινγκραντ και στους 400.000 κατοίκους του, υποβαθµίζοντας τη βιοµηχανική πόλη σε αστική έρηµη χώρα.

Η τελική παράδοση των Γερμανών στο βομβαρδισμένο Στάλινγκραντ AP Photo/Novosti

Το Σπίτι του Παβλόφ

Αυτά τα εδάφη, γεµάτα µε ερείπια και χαλάσµατα, έγιναν ένα από τα πιο κρίσιµα πεδία µάχης στην ιστορία. Ό,τι συνήθως έδινε στη Βέρµαχτ την ανωτερότητά της –ολέθρια ταχύτατες επιθέσεις και ικανότητα ελιγµών– το στερήθηκαν στον πόλεµο των πόλεων. Το Blitzkrieg υποβαθµίστηκε σε αυτό που οι Γερµανοί στρατιώτες ονόµασαν Rattenkrieg – πόλεµο αρουραίων. Κάθε εκατοστό των δρόµων, κάθε σωρός ερειπίων, κάθε κτίριο και κάθε δωµάτιο µέσα σε αυτό έπρεπε να το διεκδικήσουν σε µάχες εκ του σύνεγγυς. Οι µάχες πραγµατοποιούνταν µέσα σε υπονόµους η Βέρµαχτ και ο Κόκκινος Στρατός αντιµάχονταν για ερειπωµένα ασκεπή κτίρια, όροφο τον όροφο. Σε κάποια σηµεία η πρώτη γραµµή της µάχης ήταν ένας διάδροµος µεταξύ δωµατίων. Τα κουφάρια των εργοστασίων τρακτέρ και των ανελκυστήρων σιτηρών έγιναν πεδία µάχης µέσα σε ένα ευρύτερο πεδίο µάχης. Σύµφωνα µε τη διαταγή υπ’ αριθµ. 227 του Στάλιν, οι υπερασπιστές και οι πολίτες του Στάλινγκραντ διατάχθηκαν να µην κάνουν «ούτε βήµα πίσω». Μια σοβιετική διµοιρία υπό τη διοίκηση του λοχία Γιάκοφ Παβλόφ οχύρωσε και υπερασπίστηκε µια βοµβαρδισµένη τετραώροφη πολυκατοικία επί 60 ηµέρες ενάντια στις επαναλαµβανόµενες γερµανικές επιθέσεις.
Ο Βασίλι Τσουικόφ, διοικητής των ρωσικών δυνάµεων στο Στάλινγκραντ, αστειευόµενος, είπε ότι οι Γερµανοί έχασαν περισσότερους άνδρες προσπαθώντας να καταλάβουν το «Σπίτι του Παβλόφ» παρά όσους έχασαν για να καταλάβουν το Παρίσι”.

«Όταν προσέγγιζαν αυτό το µέρος, οι στρατιώτες έλεγαν: “Μπαίνουµε στην κόλαση”. Και αφού περνούσαν µία ή δύο µέρες εδώ, έλεγαν: “Όχι, αυτό δεν είναι κόλαση, είναι δέκα φορές χειρότερο από την κόλαση”».

Το ίδιο γράφουν και οι Ουκρανοί στα μπάνερ που “υποδέχονται” τους Ρώσους στις μεγάλες πόλεις. “Καλωσήρθατε στη κόλαση”.

Σε μια ακόμη αναλογία σημερινής αλλά και διαχρονικής σύγκρισης, γράφει ο Wilson: “Πολλοί από τους ελεύθερους σκοπευτές, τους οδηγούς αρµάτων µάχης, τους στρατιώτες και τους πολίτες που υπερασπίζονταν το Στάλινγκραντ και πολεµούσαν µέσα από τις ανθρωπογενείς ρεµατιές, τις σπηλιές και τα φαράγγια, ήταν γυναίκες άντεξαν σε µία από τις πιο τροµερές όλων των µαχών”. Κάτι που μας θυμίζει τις γυναίκες στην Ουκρανία που παίρνουν του τουφέκι και δεν αφήνουν τις πόλεις τους, αλλά και τις γυναίκες στο Κομπάνι.

Η ιστορία έγραψε πως τελικά το Στάλινγκραντ που σχεδόν είχε πέσει, έγινε και η παγίδα για τους ίδιους τους Γερμανούς.

“Οι Γερµανοί σφυροκοπούσαν την πόλη, από σπίτι σε σπίτι, έως ότου το µεγαλύτερο µέρος του Στάλινγκραντ ήταν στα χέρια τους µέχρι τα µέσα Νοεµβρίου, µε µόνο µερικούς εναποµείναντες θύλακες ρωσικής αντίστασης. Σε αυτό το σηµείο, πριν οι Γερµανοί µπορέσουν να διεκδικήσουν την κατοχή της πόλης, οι Σοβιετικοί εξαπέλυσαν την Επιχείρηση Ουρανός, τη µαζική αντεπίθεσή τους που περικύκλωσε το Στάλινγκραντ.

Η γερµανική 6η Στρατιά –270.000 άντρες– παγιδεύτηκε στο εσωτερικό του. Τον Σεπτέµβριο ο Χίτλερ είχε ορκιστεί να µη φύγει ποτέ από το Στάλινγκραντ. Στον στρατηγό Πάουλους απαγορεύτηκε είτε να επιχειρήσει να σπάσει τον κλοιό είτε να παραδοθεί. Τα τρόφιµα µεταφέρονταν στην πόλη µε αερογέφυρα για ένα µικρό χρονικό διάστηµα. Αλλά στα τέλη Δεκεµβρίου οι γερµανικές δυνάµεις στον Καύκασο και τη Ρωσία είχαν υποχωρήσει πλήρως, αφήνοντας την 6η Στρατιά να επιζήσει ολοµόναχη. Με µειωµένα τα αποθέµατα τροφίµων και πυροµαχικών, οι Γερµανοί ήρθαν αντιµέτωποι µε µια δεύτερη περίοδο αστικού πολέµου. Βίωσαν όσα υπέστησαν οι πολίτες του Λένινγκραντ και του γκέτο της Βαρσοβίας στα χέρια των Γερµανών: πείνα και καταστροφικές ασθένειες. Στις 31 Ιανουαρίου του 1943 παραδόθηκαν και τα τελευταία αποµεινάρια της 6ης Στρατιάς.

Ο αυτοαποκαλούµενος καταστροφέας πόλεων, ο Χίτλερ, καταστράφηκε από τις πόλεις. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσµίου Πολέµου 1.710 ρωσικές πόλεις και 70.000 χωριά επλήγησαν σε σηµείο ερείπωσης. Όσο ο Κόκκινος Στρατός εξανάγκαζε τους Γερµανούς σε οπισθοχώρηση προς τα δυτικά το 1943 και το 1944 τόσο περισσότερη βία επιδείκνυαν εκείνοι σε πόλεις και πολίτες…”.

Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε στο “Metropolis: Η ιστορία των πόλεων, της μεγαλύτερης ανακάλυψης του ανθρώπου”, του Ben Wilson.

Εκδόσεις Διόπτρα

Η περιγραφή του βιβλίου

Από έναν ευφυή νέο ιστορικό, ένα πολύχρωμο ταξίδι σε 7.000 χρόνια και 26 πόλεις του κόσμου, το οποίο παρουσιάζει πώς η αστική διαβίωση υπήρξε το κίνητρο και το λίκνο για τις μεγαλύτερες καινοτομίες της ανθρωπότητας.

Στις διακόσιες χιλιετίες της ύπαρξής μας τίποτα δεν μας έχει διαμορφώσει πιο βαθιά από την πόλη. Ο ιστορικός Ben Wilson, συγγραφέας βραβευμένων best sellers, αφηγείται τη μεγάλη, ένδοξη ιστορία του τρόπου με τον οποίο η ζωή στην πόλη επέτρεψε την ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Ξεκινώντας με την Ουρούκ, την πρώτη πόλη του κόσμου, που χρονολογείται από το 4.000 π.Χ. και απεικονίζεται στο Έπος του Γκιλγκαμές, μας δείχνει ότι οι πόλεις δεν ήταν ποτέ μια ανάγκη, αλλά, όταν δημιουργήθηκαν, η εγγύτητά τους οδήγησε σε άνθηση των επιτευγμάτων του ανθρώπου, δημιουργώντας νέα επαγγέλματα, νέες μορφές τέχνης, λατρείας και εμπορίου – όλα αυτά που συνθέτουν τον πολιτισμό.

Ξεναγώντας τους αναγνώστες σε διάσημες πόλεις σε μια περίοδο που καλύπτει πάνω από 7.000 χρόνια, ο Wilson αποκαλύπτει στο Metropolis τις καινοτομίες καθεμίας: την ενασχόληση με τα κοινά στην Αγορά της Αθήνας, το παγκόσμιο εμπόριο στη Βαγδάτη του 9ου αιώνα, τα οικονομικά στα καφέ του Λονδίνου, τις οικιακές ανέσεις στην καρδιά του Άμστερνταμ.

Ζωντανό, ευφυές, ευκολοδιάβαστο, το Metropolis είναι μια υπέροχη περιήγηση στα ανθρώπινα επιτεύγματα.

Μετάφραση: Βιολέττα Ζεύκη

Κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Διόπτρα

 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα