Μαθητής στο Πόρτλαντ των ΗΠΑ. Craig Mitchelldyer/AP Images for Portland Public Schools

ΕΝΑΣ ΣΤΟΥΣ ΔΕΚΑ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΕΧΕΙ ΥΠΟΣΤΕΙ ΒΙΑ ΑΠΟ ΜΑΘΗΤΗ ΤΟΥ

Τα γυμνάσια στις ΗΠΑ γίνονται όλο και πιο επικίνδυνα και για κάποιους καθηγητές η λύση είναι να κυκλοφορούν με όπλο μέσα στην τάξη.

Σύμφωνα με μια νέα έρευνα, σχεδόν ένας στους δέκα καθηγητές ισχυρίζεται ότι έχει δεχτεί σωματική επίθεση στις ΗΠΑ από μαθητή του σχολείου του, γεγονός αρκετά εντυπωσιακό αν λάβει κανείς υπόψη την ηλικία των δραστών.

Αυτό το “κύμα κακής συμπεριφοράς” -όπως το χαρακτηρίζει το Conversation- που έχει παρατηρηθεί από τη μέρα που οι μαθητές επέστρεψαν από την εξ αποστάσεως μάθηση στην προσωπική διδασκαλία, έχει δημιουργήσει πολλές συζητήσεις και μία σειρά από διεθνή ενημερωτικά πρακτορεία δεν παραλείπουν να το αναφέρουν με προβληματισμό.

Αυτό το αυξανόμενο ποσοστό κακής συμπεριφοράς είναι μόνο ένα μέρος μιας ανοδικής τάσης που παρατηρείται στις επιθέσεις μαθητών εναντίον των καθηγητών τους. Σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται το Conversation, το ποσοστό αυτό ήταν στο 6%, και μόνο την τελευταία δεκαετία έχει φτάσει το 10%.

Καθώς οι σχολικές περιφέρειες σε όλη τη χώρα αναφέρουν κρίσιμες ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό, ορισμένοι άνθρωποι ανησυχούν ότι οι επιθέσεις σε καθηγητές μπορεί να ωθήσουν τους ειδικευόμενους υποψήφιους να μείνουν μακριά από το επάγγελμα.

Και “αυτές οι ανησυχίες είναι βάσιμες”, ισχυρίζεται ο Τσαρλς Μπελ, καθηγητής ποινικού δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις.

“Στις ερευνητικές μου συνεντεύξεις με καθηγητές γυμνασίου που δέχθηκαν επίθεση από μαθητές, έμαθα από πρώτο χέρι ότι αυτές οι επιθέσεις έχουν αρνητική επίδραση στο ηθικό τους και τους κάνουν να θέλουν να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους”, γράφει στο Conversation.

Όταν οι δάσκαλοι ανέφεραν στους διευθυντές ότι είχαν πέσει θύματα βίας, οι διευθυντές μείωναν τη σημασία των ανησυχιών τους, και ταυτόχρονα άλλαζαν το κέντρο βάρους της κουβέντας, επιμένοντας πάνω σε αυτό που έκανε ή δεν έκανε ο δάσκαλος και “οδήγησε” στην επίθεση. AP Photo/Michal Dyjuk

Μεταξύ άλλων, οι επιθέσεις τραυματίζουν και ψυχικά τους εκπαιδευτικούς. Υπήρξαν περιπτώσεις εκπαιδευτικών, οι οποίοι μιλώντας στον Μπελ, παραδέχτηκαν ότι μετά την επίθεση που δέχτηκαν, άρχισαν να κουβαλούν πάνω τους μέσα στο σχολείο παράνομα όπλα.

“Οι δάσκαλοι μου είπαν επίσης ότι αισθάνονται σαν οι διευθυντές να μην τους στηρίζουν. Μάλιστα, αρκετοί καθηγητές που έχουν δεχθεί επίθεση εξέφρασαν φόβο για αντίποινα από τους διευθυντές”, λέει ο καθηγητής του πανεπιστημίου.

Γιατί όμως ένας διευθυντής να μην υποστηρίξει έναν δάσκαλο που κατήγγειλε ότι δέχθηκε επίθεση; Οι δάσκαλοι αυτό το εξηγούν λέγοντας ότι οι διευθυντές ανησυχούν μήπως τα σχολεία τους αποκτήσουν κακή φήμη, κάτι που θα μπορούσε να δυσκολέψει την πρόσληψη νέων δασκάλων και την εγγραφή νέων μαθητών.

Στη μελέτη που έκανε ο Μπελ, βρέθηκε τουλάχιστον ένα σχολείο που δεν μπορούσε να προσλάβει αναπληρωτές καθηγητές επειδή είχε τη φήμη ότι οι μαθητές είναι βίαιοι απέναντι στους καθηγητές.

Όταν οι δάσκαλοι ανέφεραν στους διευθυντές ότι είχαν πέσει θύματα βίας, οι διευθυντές μείωναν τη σημασία των ανησυχιών τους, και ταυτόχρονα άλλαζαν το κέντρο βάρους της κουβέντας, επιμένοντας πάνω σε αυτό που έκανε ή δεν έκανε ο δάσκαλος και “οδήγησε” στην επίθεση.

Την τελευταία δεκαετία, οι δάσκαλοι στις ΗΠΑ προέτρεψαν τους πολιτικούς να προχωρήσουν στη θέσπιση νόμων που να αντιμετωπίζουν τη βίαιη συμπεριφορά των μαθητών. Άλλωστε, οι δάσκαλοι έχουν μιλήσει πολλές φορές δημοσίως για το πώς η επίθεση από μαθητές υπονόμευσε την ικανότητά τους να διδάξουν αποτελεσματικά.

Οι νομοθέτες προσπάθησαν να σκεφτούν σκληρότερους νόμους για να αποτρέψουν τη βία κατά των εκπαιδευτικών, ωστόσο, “πολλά νομοσχέδια αποτυγχάνουν λόγω ανησυχιών ότι τα θα διαβρώσουν τα νόμιμα δικαιώματα των μαθητών”, λέει ο Μπελς. “Με τη σειρά τους, όπως διαπίστωσα και στο βιβλίο μου, πολλοί δάσκαλοι αισθάνονται ανίσχυροι επειδή επιτρέπεται στους βίαιους μαθητές να παραμένουν μέσα στις τάξεις τους”.

Για παράδειγμα, στο Κονέκτικατ, αν υπερψηφιζόταν ο νόμος “18-89” θα επέτρεπε στους δασκάλους να απομακρύνουν τους μαθητές από την τάξη τους στην περίπτωση που οι τελευταίοι εμπλέκονται σε βίαιες πράξεις. Θα τους επέτρεπε επίσης να θέσουν οι ίδιοι τα στάνταρ που θα απαιτούνταν για την επιστροφή του μαθητή στην τάξη.

Αν και αυτή η πρόταση έλαβε ουσιαστική υποστήριξη στη Βουλή και τη Γερουσία του Κονέκτικατ, ο τότε κυβερνήτης, Ντάνελ Μαλόι. άσκησε βέτο στο νομοσχέδιο, υποστηρίζοντας ότι έρχεται σε αντίθεση με τις προσπάθειές του να μειώσει τον αποκλεισμό από την τάξη και να σταματήσει να μετατρέπει το σχολείο σε προπαρασκευαστικό σωλήνα της φυλακής.

Ένας άλλος νόμος, παρόμοιος, στη Μινεσότα αυτήν τη φορά θα υποχρέωνε τα δημόσια σχολεία να διώξουν μαθητές που επιτέθηκαν σε δασκάλους. Ο νόμος εδώ όμως απέτυχε να κερδίσει ευρεία υποστήριξη λόγω της σφοδρής αντίθεσης από την Education Minnesota -μία μη κερδοσκοπική οργάνωση που εκπροσωπεί τους εκπαιδευτικούς. Ο συγκεκριμένος οργανισμός ήθελε να δώσει προτεραιότητα σε πρωτοβουλίες αποκαταστατικής δικαιοσύνης που επιδιώκουν να κρατήσουν τους μαθητές στο σχολείο για να επανορθώσουν αντί να αποβληθούν.

Η πρόκληση για τους Αμερικανούς νομοθέτες είναι να βρουν έναν τρόπο να προστατεύουν τους εκπαιδευτικούς χωρίς ταυτόχρονα να τίθενται σε κίνδυνο και τα νόμιμα δικαιώματα των μαθητών. Και από ό, τι φαίνεται αυτό θα πάρει αρκετό καιρό.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα