Φοίβους Δεληβοριάς ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΦΡΑΝΤΣΕΣΚΑ ΓΙΑΪΤΖΟΓΛΟΥ-WATKINSON

Ο ΦΟΙΒΟΣ ΜΕΓΑΛΩΣΕ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟΝ ΧΑΛΑΣΕ ΚΑΘΟΛΟΥ

Χαίρεται που η “Ταράτσα” του είναι γεγονός για πέμπτη χρονιά. Θλίβεται που ορισμένοι πολιτικοί επενδύουν στον συντηρητισμό και παίζουν ακόμη το παιχνίδι “ησυχία, τάξη και ασφάλεια”.

Έχει σχεδόν νυχτώσει και φυσάει λίγο αλλά ο Φοίβος Δεληβοριάς φοράει βερμούδα, γιατί λίγο πριν τελειώσει η άνοιξη βιάζεσαι να νιώσεις ότι έχει ήδη ξεκινήσει το καλοκαίρι, τελικά όμως παραγγέλνει ουίσκι, ακριβώς γιατί λίγο πριν τελειώσει η άνοιξη μερικά βράδια μοιάζουν με εκείνα του φθινοπώρου που αργά ή γρήγορα και όπως πάντα τόσο “αναπάντεχα” θα σημάνουν το τέλος του #endlessgreeksummer και ίσως φέτος, περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά, αυτό να είναι κάτι που κανείς δεν θέλει να σκέφτεται γιατί όλοι ανησυχούν ή φοβούνται ή τρέμουν ότι εκείνες οι φθινοπωρινές μέρες θα σηματοδοτήσουν την επικείμενη έλευση ενός χειμώνα που κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι θα είναι λιγότερο ζόρικος από τον χειμώνα του 2020, ο οποίος ήταν πιο ζόρικος από τον χειμώνα του 2019, ο οποίος ήταν ο πιο ζόρικος και τραυματικός και δυσοίωνος χειμώνας που είχαν ζήσει μέχρι τότε τουλάχιστον για όσους η τρίτη ηλικία δεν έχει ξεκινήσει ακόμη. Ουφ…

Η γενικότερη κονιορτοποίηση κάθε βεβαιότητας ήταν, όμως, τελικά που κινητοποίησε τον ούτως ή άλλως πολυπράγμονα Δεληβοριά ίσως περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά. “Πάντα την έκφρασή μου σκέφτομαι, σε ό,τι κάνω”, λέει.

Την έκφρασή του σκεφτόταν δηλαδή όταν έγραψε, μαζί με τον Δημήτρη Καραντζά την επιθεώρηση “1821”, για ένα έθνος που “έρχεται πάντα με καθυστέρηση να ακολουθήσει τους τρελούς του”.

Την έκφρασή του σκεφτόταν όταν αποφάσισε ότι η “Ταράτσα”, που μόλις ξεκίνησε για δεύτερη φορά στο Άλσος (και πέμπτη γενικά) “ήταν το κατάλληλο όχημα όχι μόνο για να ξαναγυρίσουμε στη δουλειά, αλλά και για να εκφράσουμε αυτό που μας συνέβη σ’ αυτό το επεισόδιο του ‘Black Mirror’ που βιώσαμε”.

Και φυσικά πρώτα και πάνω απ’ όλα την έκφρασή του σκέφτεται τώρα που κλείνεται ξανά στο στούντιο για να τελειώσει τον επόμενό του δίσκο, γνωρίζοντας ότι το “να γράψεις ένα καλό τραγούδι είναι πάντα δύσκολο, γιατί πρέπει να καθαρίσει ο ψυχισμός απ’ τα διάφορα. Απλά όταν είσαι νέος σου συγχωρούνται και τα κακά τραγούδια γιατί είσαι ωραίος και αφελής”.

Ε, λοιπόν, ο Φοίβος πια μεγάλωσε. Δεν τον χάλασε…

"Το μέλημα για την Ταράτσα είναι να αποκαλυφθεί ως χειροποίητο βαριετέ όλος αυτός ο περίεργος υδροβιότοπος που αποτελεί το ελληνικό τραγούδι, αλλά και να είναι και πρόσωπα που θα ταίριαζαν σε ένα τέτοιου είδους επιθεωρησιακό θέαμα." ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΦΡΑΝΤΣΕΣΚΑ ΓΙΑΪΤΖΟΓΛΟΥ-WATKINSON

Πρώτα απ’ όλα, και πέρα από τα της πανδημίας, ήξερες από πέρυσι ότι, αν επιτρεπόταν, θα ανέβαζες ξανά φέτος την Ταράτσα;
Όχι, ειλικρινά. Αυτά τα πράγματα είναι πάντοτε ζήτημα έμπνευσης. Και πέρσι μόνο λόγω της τραγωδίας με τον ιό και του λοκντάουν αποφασίστηκε. Είχαμε αποφασίσει με τη μπάντα μας (τους σπουδαίους Σωτήρη Ντούβα, Κωστή Χριστοδούλου, Κώστα Παντέλη και Γιοέλ Σότο) να συνεχίσουμε στο δρόμο που ανοίξαμε στο «Κύτταρο» και στο Gagarin. Συναυλίες παντού και ηχογράφηση του νέου άλμπουμ. Όλα ανατράπηκαν και αποφασίσαμε πως η “Ταράτσα” ήταν το κατάλληλο όχημα όχι μόνο για να ξαναγυρίσουμε στη δουλειά, αλλά και για να εκφράσουμε αυτό που μας συνέβη σ’ αυτό το επεισόδιο του “Black Mirror” που βιώσαμε. Εκεί έκαναν την εμφάνισή τους ο Αλευράς, ο Βύρων, η Νεφέλη, όλη η Ταρατσοσυμμορία. Όλοι σα συνεννοημένοι αρχίσαμε να λέμε ιδέες, να βγαίνουν αστεία, η απελπισία μας να ακουμπάει στο γέλιο του άλλου. Το ίδιο κι ακόμα πιο έντονο συνέβη και φέτος. Τώρα είχαμε να αντιμετωπίσουμε και την απόλυτη 9μηνη ανεργία. Και μόνο το συγκρότημά μου που σκεφτόμουν, όλη την δραματική μας ανάγκη για επιβίωση, δεν θα διάλεγα ποτέ τίποτα άλλο. Τώρα το πώς μέσα απ’ αυτά τα υλικά καταφέραμε και στήσαμε μια γιορτή, αυτό είναι μια άλλη ιστορία και ένα υπέροχο μυστήριο.

Πότε και πώς καθορίζεται το πρόγραμμα της “Ταράτσας”; Είτε πρόκειται για τους καλεσμένους είτε για τα τραγούδια σου που θα παρουσιαστούν είτε και για τα υπόλοιπα, standup κομμάτια της βραδιάς. Κρατάς, ας πούμε, σημειώσεις όλο το χρόνο για πράγματα που ενδεχομένως θα μπορούσες να χρησιμοποιήσεις ή αφήνεσαι στη μνήμη σου και στην ρέουσα επικαιρότητα; Ή μήπως τελικά όλα τα παραπάνω είναι αλληλοσυναρτώμενα;
Όλα τα φτιάχνει η ομάδα. Έρχεται ο Βύρωνας ή ο Θανάσης και μου λένε κάτι που έζησαν. Ο Άγγελος Τριανταφύλλου, ο σκηνοθέτης, η Ιωάννα η βοηθός του μου λένε μιαν αστεία εμμονή τους. Η Νεφέλη μου διηγείται ένα όνειρό της. Έχω μαζέψει κι εγώ πολλά μέσα μου που όμως δεν τα σημειώνω, απλά τα παρατηρώ σαν υπνοβάτης. Και εκεί ξαφνικά εμφανίζομαι με κείμενα. Τα δίνω στον Βύρωνα για ένα δεύτερο χέρι. Αυτός μου δίνει άλλα. Όταν όλη η ομάδα γελάει ή αισθάνεται σα να εκφράστηκε όλη η χρονιά μέσα απ’ αυτά, τότε τα κρατάμε. Πετάμε πάντως και πολλά στην πορεία.

Με τους καλεσμένους είναι πιο πολύπλοκο. Καλώ φίλους ή δασκάλους. Ανθρώπους που δεν είχαμε ποτέ γνωριστεί και ανθρώπους που τους βλέπω συχνά. Το μέλημα είναι να αποκαλυφθεί ως χειροποίητο βαριετέ όλος αυτός ο περίεργος υδροβιότοπος που αποτελεί το ελληνικό τραγούδι, αλλά και να είναι και πρόσωπα που θα ταίριαζαν σε ένα τέτοιου είδους επιθεωρησιακό θέαμα. Υπάρχουν ας πούμε άνθρωποι που θαυμάζω ανείπωτα, ξέρω όμως πως δεν θα ταίριαζαν σ’αυτό. Πρόχειρα αναφέρω τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, τον Μάλαμα, τον Αλκίνοο, τον Αγγελάκα, τον Παυλίδη, τον Boy, τους Κορε. Υδρο. Τους έχω όλους πολύ ψηλά, αλλά οι δρόμοι μέσα απ’ τους οποίους θα τους συναντούσα θα ήταν διαφορετικοί. Εννοείται πως σε όλους έχω μιλήσει, αλλά ποτέ δεν επιμένω, γιατί καταλαβαίνω απόλυτα τους κόσμους τους.

Όταν ετοιμάζεις τα κείμενα και γενικά την Ταράτσα, σκέφτεσαι περισσότερο τον εαυτό σου, να βγάλεις αυτά που θες να βγάλεις από μέσα σου, ή τον κόσμο που θα έρθει να σε δει;
Πάντα την έκφρασή μου σκέφτομαι, σε ό,τι κάνω. Μου αρέσει όμως να ξυπνάω στον κόσμο πράγματα. Μέσα απ’ τη σύμβαση του βαριετέ μπορείς να μιλήσεις στον κόσμο για την ίδια του τη νάρκωση απ’ το μεγάλο θέαμα. Για το πόσα χάνει γονατιστός πίσω απ’ την τηλεοπτική κλειδαρότρυπα.

Κατά τα άλλα, πόσες φορές έχεις σκεφτεί να κλείσεις τα social media σου και γιατί δεν το κάνεις;
Τα χρησιμοποιώ αυστηρά ως παράδρομο της δουλειάς μου. Γράφω μόνο για αυτά που φτιάχνω και για αυτά που με επηρέασαν. Δεν έχει δει ποτέ κανείς τίποτα από την προσωπική μου ζωή μέσα εκεί. Κάποιες φορές αποφασίζω να πω κάτι για κάποιο ζήτημα πολιτικό ή κοινωνικό που με σοκάρει. Μου κάνει εντύπωση το πόσα έμμισθα τρολάκια μου την πέφτουν όταν κάνω κάτι τέτοιο και πόσο γρήγορα εξαφανίζονται μετά. Αλλά σιγά μην τα κλείσω εξαιτίας τους.

Κινδυνεύει η ελευθερία του λόγου από την πολιτική ορθότητα; Το αντίστροφο; Τέλος πάντων, ρεαλιστικά μιλώντας, με τους (σοσιαλμιντιακούς) όρους που παίζεται σήμερα το παιχνίδι, είναι εφικτή η αποφυγή μιας ντε και καλά κόντρας ανάμεσα στα δύο;
Η πολιτική ορθότητα μου είναι απεχθής γιατί εμπεριέχει μέσα της την κατήχηση. Την ψευδαίσθηση πως ένα σαβουάρ βιβρ θα καταλύσει τα πατριαρχικά π.χ. στερεότυπα. Το ίδιο απεχθής μου είναι όμως και η -και καλά- καφρίλα. Μ’ αρέσουν η ποίηση και η κωμωδία. Όταν είναι καλές, δεν είναι ποτέ μονοδιάστατες. Όταν είναι κακές, τις αναρτά ο πάσα ένας και καταδικάζονται σε ισόβια, στο κάτεργο με τα κλισέ.

"Τα ελληνικά πράγματα που μ’ αρέσουν -και μου αρέσουν πολλά- με κάνουν υπερήφανο για τον εκάστοτε δημιουργό τους, όχι για το έθνος. Το έθνος έρχεται πάντα με καθυστέρηση να ακολουθήσει τους τρελούς του." ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΦΡΑΝΤΣΕΣΚΑ ΓΙΑΪΤΖΟΓΛΟΥ-WATKINSON

Που καταφεύγεις για να ξαλεγράρεις από την τοξικότητα εκεί έξω;
Την προτιμώ απ’ την αφασία. Ας βγει και λίγο δηλητηριάκι, δεν πειράζει. Ας μη γίνουν όλα δημόσιες σχέσεις και “εθνική ενότητα”. Καλύτερα ένας αυθεντικός τσακωμός μέσα σ’ ένα μπαρ, παρά μια ψεύτικη φιλία.

Σκέφτεσαι ποτέ τι θα έλεγε ο Χατζιδάκις, τον οποίο όλοι επικαλούμαστε κατά βούληση, για την Ελλάδα σήμερα;
Σίγουρα θα έλεγε κάτι απροσδόκητο. Ήταν ένα απ’ τα ζωντανά κύτταρα, έπρεπε να διανύσεις εσωτερικά χιλιόμετρα για να φτάσεις τη σκέψη του. Μπορεί να έλεγε κάτι απολύτως εκνευριστικό για τους πολλούς. Εγώ ξέρω πως μου λείπει ιδιαίτερα, ακόμα και η πιο αυτοκαταστροφική, μηδενιστική πλευρά του.

Μ’ αρέσουν η ποίηση και η κωμωδία. Όταν είναι καλές, δεν είναι ποτέ μονοδιάστατες. Όταν είναι κακές, τις αναρτά ο πάσα ένας και καταδικάζονται σε ισόβια, στο κάτεργο με τα κλισέ.

Θα προτιμούσες να είσαι σήμερα στην ηλικία της κόρης σου;
Όχι, νιώθω ότι υπάρχει αυτή η ηλικία υγιώς μέσα μου. Τώρα όμως ξέρω και να την εκφράσω, τότε δεν μπορούσα ακόμα και -χωρίς να καταλαβαίνω γιατί- με πονούσε αυτό.

Μιας και εκτός από την “Ταράτσα”, έγραψες με τον Δημήτρη Καραντζά και την επιθεώρηση “1821”, νιώθεις καθόλου εθνική υπερηφάνεια;
Καθόλου. Τα ελληνικά πράγματα που μ’ αρέσουν -και μου αρέσουν πολλά- με κάνουν υπερήφανο για τον εκάστοτε δημιουργό τους, όχι για το έθνος. Το έθνος έρχεται πάντα με καθυστέρηση να ακολουθήσει τους τρελούς του. Και τα ξένα πράγματα πάλι που μ’ αρέσουν δεν μ’ αρέσουν γιατί εκφράζουν τα έθνη τους. Αλλά γιατί εκφράζουν τα πάθη των ανθρώπων, τα πάθη μου.

"Να γράψεις ένα καλό τραγούδι είναι πάντα δύσκολο, γιατί πρέπει να καθαρίσει ο ψυχισμός απ’ τα διάφορα. Απλά όταν είσαι νέος σου συγχωρούνται και τα κακά τραγούδια γιατί είσαι ωραίος και αφελής." ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΦΡΑΝΤΣΕΣΚΑ ΓΙΑΪΤΖΟΓΛΟΥ-WATKINSON

Τελικά οι Έλληνες ως λαός είμαστε συντηρητικοί ή προοδευτικοί;
Συντηρητικοί. Αλλά σε γενικές γραμμές δε με πειράζει αυτό. Παίρνουμε το χρόνο μας, δυσπιστούμε απέναντι σε κάθε πρόοδο. Αυτό που με πειράζει είναι όταν οι πολιτικοί επενδύουν σ’ αυτό το συντηρητισμό. Το να παίζεις το παιχνίδι “ησυχία, τάξη και ασφάλεια” ακινητοποιώντας τους πολίτες είναι αηδιαστικό. Εξόριζαν ανθρώπους στο όνομα αυτού του πράγματος. Λογόκριναν. Εξαφάνιζαν. Και κάποιοι έχουν ακόμη την επιθυμία να το κάνουν. Γι’ αυτό και η Ελλάδα έμεινε πίσω στα μεταπολεμικά χρόνια. Αν δεν συνέβαιναν αυτά τα αίσχη, ίσως να είχαμε βρει έναν δικό μας, ντόπιο και αργό τρόπο να γίνουμε διεθνείς, όπως το έκαναν πχ οι Ιταλοί στο σινεμά τους.

Ο Νίκος Αλιβιζάτος μου είπε πρόσφατα ότι κατά τη γνώμη του “στην κουλτούρα του Έλληνα υπερέχει πολύ η ισότητα της ελευθερίας. Η ανισότητα σοκάρει πιο πολύ από την ανελευθερία. Συνέβαινε από τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ήταν πολύ πιο αγαπητός στους διανοούμενους της σκλαβωμένης Ελλάδας ο Ρουσώ από τον Βολταίρο, ο φιλόσοφος της ισότητας από τον φιλόσοφο της ελευθερίας”. Συμφωνείς;
Και ο Καστοριάδης μιλούσε για “εθελοδουλεία”. Ναι, το διαπιστώνει κανείς αυτό καθημερινά. Όταν έχουν ένα κακό μπαμπά οι Έλληνες νιώθουν λίγο καλύτερα απ’ ό,τι αναλαμβάνοντας οι ίδιοι την ελευθερία τους.

Θα προτιμούσες να μη σου κάνουν τέτοιες ερωτήσεις;
Αν συνοδεύονταν μ’ αυτό το τέλειο ουϊσκάκι που μας έδωσε ο κύριος εδώ στο Galaxy, θα ζητούσα ακόμη περισσότερες – κι ας είμαι ο πιο ελαφρύς τύπος για να τις απαντήσω.

Από τη μία η Ταράτσα. Από την άλλη η επιθεώρηση 1821. Από την παράλλη η ΕΔΕΜ. Τραγούδια προλαβαίνεις να γράψεις;
Μα όλα αυτά τα κάνω για να βρω το δρόμο προς τα τραγούδια. Για να δοκιμαστεί, να στραπατσαριστεί η καρδιά μου απ’ τη δουλειά κι απ’ τους ανθρώπους. Και όταν μείνω μόνος, να εκφράσω τις νέες της περιπέτειες.

Πόσο πιο δύσκολο γίνεται με τα χρόνια; Γιατί, να σου πω την αλήθεια, πέρα από τεχνικές ευκολίες που αποκτά κανείς λόγω πείρας, στοιχηματίζω ότι αποκλείεται να μη γίνεται πιο δύσκολο.
Να γράψεις ένα καλό τραγούδι είναι πάντα δύσκολο, γιατί πρέπει να καθαρίσει ο ψυχισμός απ’ τα διάφορα. Απλά όταν είσαι νέος σου συγχωρούνται και τα κακά τραγούδια γιατί είσαι ωραίος και αφελής.

Σήμερα, τώρα που μιλάμε, είσαι χαρούμενος;
Ναι, που βλεπόμαστε επιτέλους. Εδώ, στην απόλυτη στοά.

Πότε νευρίασες τελευταία φορά και γιατί; Τι έκανες για να ηρεμήσεις;
Με νευριάζουν ιδιαίτερα οι συνομωσίες και οι παλινωδίες που αφορούν τα κλαδικά μας ζητήματα. Είτε από τους άνωθεν παράγοντες, είτε από ορισμένους διχαστικούς ανάμεσά μας. Ηρεμώ προχωρώντας το έργο και όντας ενωτικός. Το χάπι εντ -όταν έρθει- θα μας ενώσει και θα μας ησυχάσει όλους.

Ποιο ήταν το πιο περίεργο όνειρο που είδες μέσα στην καραντίνα;
Βλέπω συχνά δύο μοναχικούς όρχεις που πετάνε πάνω απ’ τα σπίτια. Το έχω κάνει και τραγούδι. Αλλά ας περιμένουμε το δίσκο.

Η μεγαλύτερη ατασθαλία που επέτρεψες στον εαυτό σου τη σεζόν που τελειώνει;
Δούλευα στο στούντιο καθημερινά. Θεωρούσα σημαντικό για μένα και για τους συνεργάτες μου να μην εγκαταλείψουμε ποτέ τα όπλα.

Τι είναι τελικά αυτό που κάνει έναν άνθρωπο να βιώνει μια τραυματική εμπειρία που αφορά τους πάντες και να βγαίνει από την άλλη πλευρά συναισθηματικά χαντακωμένος ή πολύ πιο δυνατός;
Το να αγαπάει. Έστω κι έναν-δυο ανθρώπους.

Συνήθως τι σκέφτεσαι όταν βλέπεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη το πρωί;
Ότι θυμίζω όλο και περισσότερο έναν dirty old man, αλλά παρ’όλ’αυτά είμαι κάπως συμπαθής.

Ποιο είναι το πιο ενδιαφέρον πράγμα στο να πλησιάζει κανείς τα 50;
Ότι ξέρει πως το να αμύνεται είναι μάταιο. Λιγοστεύουν τα πράγματα που έχεις να χάσεις, άρα λες αλήθειες, είσαι πιο ήρεμος μ’ αυτό.

Θα μου εξηγήσεις επιτέλους γιατί δεν χαμογελάς πολύ στις φωτογραφίες;
Γιατί δυσκολεύομαι να προσποιηθώ κάποιο συναίσθημα. Πέραν της μελαγχολίας.

Η Ταράτσα του Φοίβου, κάθε Πέμπτη, στο «Άλσος» (Ευελπίδων 4, Κυψέλη – Πεδίον του Άρεως)
Ώρα έναρξης παραστάσεων: 20.45. Ώρα εισόδου κοινού: 19.00

17/6: Ελεωνόρα Ζουγανέλη. 24/6: Νικολόπουλος, Τσαλιγοπούλου, Σιώτας, Καραπατάκη. 1/7: Γιάννης Κότσιρας. 8/7: Καίτη Γαρμπή. 15/7: Μια βραδιά για το Μικρούτσικο (Θηβαίος, Αντωνοπούλου, Θ.Παπαδόπουλος). 22/7: Μαργαρίτης, Μεντζέλος. 29/7: Πορτοκάλογλου, Δρογώσης. 5/8: Μαρίζα Ρίζου

Περισσότερες πληροφορίες: https://www.facebook.com/taratsatoufoivou/

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα
Exit mobile version