Γρηγόρης Κολλάρος/24 MEDIA LAB

ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΣΤΟ TELEGRAM: Η ΚΟΙΝΟΤΟΠΙΑ ΕΝΟΣ ΕΜΦΥΛΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ

Το οδυνηρό βίωμα χιλιάδων θηλυκοτήτων που εμβρόντητες ανακάλυψαν μια μέρα πως οπτικό υλικό που τις αφορά έχει διακινηθεί στο διαδίκτυο χωρίς και παρά τη θέλησή τους

Στη σειρά του Netflix «Ιδιωτικότητα», η Ανε αυτοκτονεί όταν αντιλαμβάνεται πως βίντεο που απεικονίζει την ίδια σε ερωτικές στιγμές, διέρρευσε χωρίς τη συναίνεση της στο εργοστάσιο που δουλεύει. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα η καθημερινότητα της γίνεται αβίωτη, καθώς αναμετριέται διαρκώς με τα περίεργα βλέμματα και τους ψιθύρους των συναδέλφων της. Όσο το βίντεο διαμοιράζεται, τόσο η δική της ντροπή μεγαλώνει, μέχρι που γίνεται δυσβάσταχτη κι αποφασίζει να δώσε τέλος στη ζωή της. Είναι μυθοπλασία αλλά αποτυπώνει τις επιπτώσεις μιας αρκετά διαδεδομένης μορφής βίας που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες. Αντικατοπτρίζει το οδυνηρό βίωμα χιλιάδων θηλυκοτήτων που εμβρόντητες ανακάλυψαν μια μέρα πως οπτικό υλικό που τις αφορά έχει διακινηθεί στο διαδίκτυο χωρίς και παρά τη θέληση τους, το φόβο ότι η εικόνα σου θα φύγει από σένα και θα γίνει αντικείμενο χλευασμού, κέρδους ή πεδίο που σφυρηλατείται η τοξική αρρενωπότητα.

Τον Φεβρουάριο του 2016, η Λίνα Κοεμτζή έπεσε από τον 9ο όροφο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, έχοντας εκβιαστεί με τη δημοσιοποίηση προσωπικών της φωτογραφιών. Θύμα ενός εγκλήματος που συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό σε κινητά και λαπτοπ. Ελάχιστες υποθέσεις μαθαίνουμε. Έτσι, πριν λίγες μέρες μάθαμε ότι στο Telegram δραστηριοποιείται ομάδα που απαριθμεί 15.000 μέλη, οι οποίοι ανεβάζουν, κυκλοφορούν και καταναλώνουν εικόνες θηλυκοτήτων – ακόμα και ανήλικων, χωρίς τη συναίνεση τους. Κακοποιούν, ταπεινώνουν και διαπομπεύουν σε μαζική κλίμακα και με πλήρη επίγνωση. Αυτό κάνουν και είναι απεχθές.

Σε διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει ένας κοινός και περιεκτικός όρος για τη διαδικτυακή έμφυλη βία. Μπορούμε να ανατρέξουμε ενδεικτικά στην Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ για τη Βία κατά των Γυναικών, όπου το συνόψισε ως εξής: «Ο ορισμός της διαδικτυακής βίας κατά των γυναικών, επεκτείνεται σε κάθε πράξη έμφυλης βίας κατά των γυναικών που διαπράττεται, υποβοηθιέται ή επιδεινώνεται εν μέρει ή πλήρως από τη χρήση των τεχνολογιών επικοινωνίας, όπως τα κινητά τηλέφωνα ή τα έξυπνα τηλέφωνα, το διαδίκτυο, οι πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, κατά γυναίκας επειδή είναι γυναίκα ή επηρεάζει δυσανάλογα τις γυναίκες».

Μια στις τέσσερις γυναίκες στην Ευρώπη έχει βιώσει κάποια μορφή κακοποίησης ή παρενόχλησης στο διαδίκτυο σύμφωνα με την έκθεση του Cybersafe το 2021. Μια από τις πιο συνηθισμένες εκδοχές αυτής της βίας είναι η σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας, η δημοσιοποίηση δηλαδή εικόνων ή βίντεο που απεικονίζουν μια γυναίκα σε προσωπικές στιγμές της, χωρίς η ίδια να συναινεί. Παλιότερα τέτοιες εικόνες και βίντεο βάφονταν «ροζ» στα ΜΜΕ, κάτι που ήταν εντελώς παραπλανητικό και συσκοτιστικό. Ένας όρος που επικρατεί πλέον είναι η εκδικητική πορνογραφία αλλά ενέχει πολλές προβληματικές και πρέπει να εγκαταλειφθεί, όπως εξηγεί η δικηγόρος Ιωάννα Στεντούμη:

«Η εκδικητική πορνογραφία είναι ένας αρκετά παρωχημένος όρος. Έχει προχωρήσει πλέον η νομική επιστήμη και σε πολλές έννομες τάξεις του εξωτερικού κωδικοποιείται ως έμφυλη κακοποίηση μέσω εικόνας. Είναι πιο σαφές και υποδηλώνει τον έμφυλο χαρακτήρα του αδικήματος. Η εκδικητική πορνογραφία εξάλλου υποδεικνύει μόνο έναν από τους τρόπους τέλεσης του αδικήματος, όταν το θύμα – για παράδειγμα – συναινεί στη λήψη του βίντεο αλλά όχι στη δημοσιοποίηση του. Δε συμβαίνει πάντα έτσι. Εγώ έχω αναλάβει υποθέσεις, που τα θύματα δεν είχαν συναινέσει ούτε στη λήψη βίντεο. Επίσης, ο σκοπός δεν είναι απαραίτητα η εκδίκηση, μπορεί να είναι το κέρδος, ο εξευτελισμός, ο εκβιασμός.»

Η εκδικητική πορνογραφία είναι ένας αρκετά παρωχημένος όρος. Έχει προχωρήσει πλέον η νομική επιστήμη και σε πολλές έννομες τάξεις του εξωτερικού κωδικοποιείται ως έμφυλη κακοποίηση μέσω εικόνας.

Δυστυχώς για ένα κομμάτι της κοινωνίας για πολύ καιρό τέτοιες πρακτικές δεν εκλαμβάνονταν ως εγκληματικές πράξεις. Ενίοτε υπέβοσκε η πεποίθηση πως το θύμα φέρει ευθύνη γι’ αυτό που του συμβαίνει, πως μια γυναίκα φταίει επειδή συμμετείχε σ’ ένα sextape, επειδή μπορεί να έστειλε φωτογραφίες, επειδή φωτογραφήθηκε με όρους που προσκρούουν στα στερεότυπα περί αρετής για τις γυναίκες. Στο πυρήνα του ζητήματος βρίσκεται η δαιμονοποίηση της γυναικείας σεξουαλικότητας και της αυτονομίας του γυναικείου σώματος. Η σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας συνήθως συνοδεύεται από τα συμφραζόμενα του slutshaming. Το σημάδι της «αμαρτίας» δεν έπαψε ποτέ να είναι ενεργό για τις γυναίκες που δεν εκπληρώνουν τις νόρμες της ηθικής. Σε αντιπαραβολή, για τους άνδρες που κατέχουν, υποκλέπτουν, διακινούν και καταναλώνουν τέτοιο υλικό θεωρείται τελετουργικό ανδροπρέπειας. Ακριβώς επειδή η σεξιστική κουλτούρα παρέμενε αδιασάλευτη μέχρι την επάνοδο του φεμινιστικού κινήματος, η ίδια η Πολιτεία αδιαφορούσε γι’ αυτό το φαινόμενο. Το άφησε να εξελίσσεται χωρίς καμία μέριμνα απόδοσης ευθύνης και τιμωρίας. Μέχρι πολύ πρόσφατα η ελληνική νομοθεσία δεν τυποποιούσε ως ποινικό αδίκημα τη διαδικτυακή κακοποίηση.

«Μέχρι το 2022 δεν προβλεπόταν καν στο νομοθετικό πλαίσιο. Ο νόμος πλέον προβλέπει ότι τιμωρείται όποιος, χωρίς δικαίωμα, δημοσιοποιεί ή κοινολογεί εικόνα άλλου ανθρώπου σε μη δημόσιες πράξεις της γενετήσιας σφαίρας. Τιμωρείται και η απειλή, που είναι αρκετά συνηθισμένο κάποιος πρώην ιδίως να σε απειλεί ότι θα δημοσιοποιήσει βίντεο από προσωπικές σας στιγμές. Υπάρχουν και κακουργηματικές μορφές όταν αφορά σε ανήλικο, σε πρώην σύντροφο, όταν ανέβει στο διαδίκτυο σε αόριστο αριθμό ανθρώπων, όταν υφίσταται σχέση εξάρτησης, όταν γίνεται για οικονομικό όφελος. Ενώ ορίστηκε ως επιβαρυντική περίσταση όταν το θύμα προβεί σε απόπειρα αυτοκτονίας. Κατά την άποψη μου, ο νόμος έχει κενά, διότι δεν ορίζεται ρητά η έλλειψη συναίνεσης. Το «χωρίς δικαίωμα» αφήνει ερωτηματικά. Θα έπρεπε να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια. Γιατί έχουμε περιπτώσεις που το θύμα συναίνεσε στη λήψη βίντεο αλλά όχι στο διαμοιρασμό. Επιπλέον, θεωρώ ότι απαιτείται αναφορά για την κάθε είδους επεξεργασία εικόνων μέσω της σύγχρονης τεχνολογίας, γιατί – για παράδειγμα- στο Telegram εντοπίστηκαν φωτογραφίες γυναικών που είχαν αλιευτεί από τα socialmedia και είχαν υποστεί αλλοιώσεις, όπως αφαίρεση ρούχων. Αυτό θα μπορούσε να μην εμπίπτει στην κείμενη νομοθεσία, ανάλογα τη νομολογιακή ερμηνεία που θα δοθεί» λέει η Ιωάννα Στεντούμη.

Το ζήτημα, βεβαίως, έστω και σε ποινικό επίπεδο, ποτέ δεν επιλύεται μόνο με τη θέσπιση των νομοθετικών ρυθμίσεων. Είναι σημαντικό να έχεις ένα νόμο που να καλύπτει τη συγκεκριμένη κατηγορία αδικημάτων αλλά για να μην είναι κούφιος, προϋποθέτει την έγκαιρη, ορθή και αποτελεσματική ενεργοποίηση του μηχανισμού. Πρέπει δηλαδή οι αρμόδιες υπηρεσίες να είναι κατάλληλα στελεχωμένες με ευαισθητοποιημένο και καταρτισμένο προσωπικό που θα ανταποκρίνεται άμεσα στα αιτήματα των θυμάτων. Όπως και στα υπόλοιπα εγκλήματα που έχουν έμφυλο πρόσημο, κάτι τέτοιο δε συμβαίνει.

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΑ ΘΥΜΑΤΑ

«Να αποσαφηνίσουμε αρχικά ότι πρόκειται για αδίκημα που διώκεται αυτεπάγγελτα και είναι χρήσιμο τα θύματα όταν θα πάνε στις αρχές να έχουν συλλέξει ό,τι αποδεικτικό υλικό είναι εφικτό, όπως screenshots και συνομιλίες που να ταυτοποιούν τον δράστη και τις σελίδες. Υπάρχει η ποινική ευθύνη αυτού που ανεβάζει το υλικό αλλά και πιθανόν και των διαχειριστών της σελίδας που το φιλοξενεί. Οι αρχές επικαλούνται τη δυσκολία στον εντοπισμό τους, γιατί ενδεχομένως η έδρα να μην είναι καν στην Ελλάδα. Πάνω σ’ αυτό η Σύμβαση της Βουδαπέστης που αφορά γενικά στην παραβίαση των δικαιωμάτων μέσω διαδικτύου και την έχουμε κυρώσει από το 2016, θα έδινε τη δυνατότητα για έναν διακρατικό συντονισμό, ώστε να εντοπίζονται οι εκάστοτε δράστες, αν είχε τεθεί ως προτεραιότητα. Αυτό που παρατηρούμε, όμως, είναι μια τρομερή καθυστέρηση σε όλα τα επίπεδα. Με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις που υπήρχε άμεση κινητοποίηση, σημειώνεται πάλι το γνωστό θέμα της ολιγωρίας, της αποθάρρυνσης των θυμάτων, της εξέτασης τους χωρίς τη συνδρομή ψυχολόγου και με υποχρέωση επανέκθεσης στο δράστη. Μπορεί να διαρκέσει εβδομάδες ολόκληρες η αποστολή μιας δικογραφίας στον εισαγγελέα.

Στο μεταξύ το υλικό διαχέεται στο ίντερνετ και όλο αυτό είναι ιδιαιτέρα ψυχοφθόρο. Να αναγκάζεται το θύμα να ψάχνει σε ποιες σελίδες έχουν ανέβει οι εικόνες του. Έχω μια περίπτωση που κλείνουμε δύο χρόνια από την καταγγελία κι ακόμα δεν έχει προσδιοριστεί το δικαστήριο. Αυτή η γυναίκα είναι σε αναμονή γιατί θα κληθεί να τα ξαναπεί, δε μπορεί να προχωρήσει και να προσπαθήσει να το αφήσει πίσω της. Τις επιζώσες τις αντιμετωπίζουν αστυνομικοί χωρίς την απαιτούμενη κατάρτιση και κοινωνικά απομορφωμένοι, οι οποίοι συχνά φέρονται με ιεραρχήσεις και υπονοούμενα victimblaming, ότι «αφού συμμετείχες με τη συναίνεση σου, δεν πρόσεχες και άρα δε θα ασχοληθούμε μαζί σου». Έχω προχωρήσει και σε αστικές δίκες σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων και έχω δει τραυματικές συμπεριφορές από την έδρα, για παράδειγμα να ρωτούν την εντολέα μου σκωπτικά τι δουλειά κάνει, αν σπουδάζει, να της απευθύνονται με επιθετικότητα. Λες και υπάρχει διασύνδεση με τη βία που υφίστασαι, αν έχεις εγκαταλείψει τις σπουδές σου ή είσαι άνεργη για παράδειγμα. Σε μια δίκη είχα ζητήσει να αποχωρήσει ο κατηγορούμενος, να μην είναι στο ίδιο χώρο με το θύμα και η πρόεδρος προέτρεψε το θύμα να βγει αυτή έξω, αν δε θέλει. Η καθυστέρηση κάνει τους δράστες να νιώθουν ότι δεν έχουν ποινή γιατί στην ουσία η καθημερινότητα τους δεν επηρεάζεται. Επιπρόσθετα, τα θύματα σπανίως ασκούν τα δικαιώματα τους σε αστικό επίπεδο, γιατί φοβούνται ότι αν το πράξουν, θα κατηγορηθούν πως το κάνουν για τα χρήματα. Έτσι ακυρώνεται και αυτός ο μοχλός πίεσης και οι δράστες δεν έχουν αξιοσημείωτες επιπτώσεις» συμπληρώνει η Ιωάννα.

Πολύ συχνά οι γυναίκες και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που υφίστανται σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας δε γνωρίζουν καν τα δικαιώματα τους, που μπορούν να προσφύγουν και πώς να δρομολογήσουν μια διαδικασία αποκατάστασης.

Το σύστημα απονομής δικαιοσύνης είναι κατασκευασμένο με έμφυλες και σεξουαλικές περιφράξεις. Πρόκειται για μια πικρή επαναλαμβανόμενη διαπίστωση που ταλαιπωρεί τις επιζώσες και ενίοτε δημιουργεί συναισθήματα ματαίωσης. Πολύ συχνά οι γυναίκες και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα που υφίστανται σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας δε γνωρίζουν καν τα δικαιώματα τους, που μπορούν να προσφύγουν και πώς να δρομολογήσουν μια διαδικασία αποκατάστασης. Δεν έχουν εκπονηθεί ενημερωτικές καμπάνιες, δεν υπάρχουν επαρκείς δομές, οι διάφορες υπηρεσίες τραμπαλίζονται μεταξύ απάθειας, γραφειοκρατικής ραθυμίας και κρυμμένου μισογυνισμού, οπότε όλα είναι παρατημένα στη σφαίρα της ατομικής ανθεκτικότητας, μιας ανθεκτικότητας που ούτως ή άλλως έχει πληγεί βάναυσα από το ίδιο το γεγονός της κακοποίησης και απομειώνεται από τη δευτερογενή θυματοποίηση.

«Γίνεται συχνά λόγος για τις ποινές, κατά πόσο είναι αυστηρές ή όχι. Εγώ δε θεωρώ ότι έχει να κάνει με τις ποινές. Κανένα εγκληματολογικό φαινόμενο δε βρίσκει την απάντηση του στην ποινική καταστολή. Αυτή θα πρέπει να είναι η τελευταία λύση. Προηγούνται άλλα κρίσιμα στάδια. Η πρόληψη, η προστασία, η εκπαίδευση, η δημιουργία κοινωνικών δομών, η αλλαγή νοοτροπίας, να σταματήσει η κοινωνία να θεωρεί ότι φταίει εκείνη που δέχθηκε να βγει φωτογραφία ή που έστειλε φωτογραφία, οι θύτες να μην απενεχοποιούνται ως «πραγματικοί άνδρες που είναι δικαίωμα τους να κάνουν ό,τι θέλουν». Αν η κοινωνική μομφή στρέφονταν στους θύτες κι όχι στα θύματα, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά» καταλήγει η Ιωάννα Στεντούμη.

Κάθε άτομο έχει απόλυτο δικαίωμα να χειρίζεται την εικόνα του και το σώμα του, όπως επιθυμεί και να μη λογοδοτεί πουθενά γι’ αυτό. Δε νοείται το 2023 μια γυναίκα να θεωρείται «μιαρή», «ανήθικη» ή «επιπόλαιη» επειδή κάνει σεξ, επειδή δεν καλύπτει με ύφασμα κάθε εκατοστό του δέρματος της, επειδή κάνει sexting ή επειδή απλά ανεβάζει φωτογραφίες στα socialmedia. Έχει το δικαίωμα να το κάνει. Κανείς δε έχει το δικαίωμα να διακινήσει αυτό το υλικό χωρίς τη συναίνεση της. Κι εκεί θα πρέπει να τελειώνει η κουβέντα, να αναλαμβάνει η δικαιοσύνη χωρίς επιφυλάξεις και κωλυσιεργίες, και η κοινωνία να πλαισιώνει υποστηρικτικά τα θύματα. Οποιαδήποτε διαφορετική μεταχείριση διαιωνίζει το έγκλημα.

Φορείς που μπορεί να απευθυνθεί μια θηλυκότητα εάν βιώνει σεξουαλική κακοποίηση μέσω εικόνας *Στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (2144027860) *Στο 15900, την εθνική γραμμή SOS για γυναίκες – θύματα έμφυλης βίας *Στο Κέντρο Διοτίμα που παρέχει δωρεάν νομική συνδρομή και προγράμματα ψυχοκοινωνικής στήριξης για επιζώσες έμφυλης βίας, συμπεριλαμβανομένης της διαδικτυακής κακοποίησης (2103244380)

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα