ΕΛΛΑΔΑ-ΤΟΥΡΚΙΑ: ΣΕ ΠΟΙΟΝ ΑΝΗΚΕΙ Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΤΕΛΙΚΑ;

Σαν σήμερα το 2009 πέθανε ο καλλιτέχνης του θεάτρου σκιών, Ευγένιος Σπαθάρης. Θυμηθείτε τι μας είχε πει η Μένια Σπαθάρη, κόρη του θρυλικού καραγκιοζοπαίχτη

Επτά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα, από τον θάνατο του θρυλικού καραγκιοζοπαίχτη Ευγένιου Σπαθάρη. Στις 6 Μαΐου του 2009 και ενώ βρισκόταν στο Ινστιτούτο Γκαίτε Αθηνών για να παραστεί σε εκδήλωση προς τιμήν του, έχασε την ισορροπία του και έπεσε από σκάλες, με αποτέλεσμα να υποστεί πολλά κατάγματα και να δημιουργηθεί σοβαρό αιμάτωμα στον εγκέφαλο, με την κατάστασή του να χαρακτηριστεί ως κρίσιμη. Τελικά, στις 9 Μαΐου, ύστερα από τρεις ημέρες νοσηλείας απεβίωσε, σε ηλικία 85 ετών. Η σορός του εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα στο Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών και η κηδεία έγινε στις 13 Μαΐου του 2009, στο Μαρούσι, με δημόσια δαπάνη.

Ο Ευγένιος Σπαθάρης γεννήθηκε στην Κηφισιά στις 2 Ιανουαρίου 1924. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του άρχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και ιδιαίτερα με τους ήρωες του θεάτρου σκιών, από τους πρωτοπόρους του οποίου ήταν ο πατέρας του, Σωτήρης Σπαθάρης. Το γεγονός αυτό τον εξοικείωσε με το καλλιτεχνικό αυτό είδος και ξεκίνησε να δίνει ο ίδιος παραστάσεις, αρχικά στη διάρκεια της κατοχής, σε θέατρα της Αθήνας, σε πρεσβείες, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη κ.α.. Από τότε, έδωσε πληθώρα παραστάσεων, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού, συμμετέχοντας σε διεθνή φεστιβάλ και συνέδρια ειδικά για το θέατρο σκιών. Παρουσίασε πολλά έργα με ήρωα τον Καραγκιόζη, τόσο ως άψυχο υλικό (φιγούρες ηρώων), όσο και σε έμψυχη (ζωντανή) παράσταση με ηθοποιούς, στο Κρατικό Θέατρο Β. Ελλάδος, στο «Ελληνικό Χορόδραμα», στο Θέατρο Χατζώκου (Θεσσαλονίκη), στο Θέατρο Συντεχνίας κ.α. με τις παραστάσεις «Το ταξίδι», «Το καταραμένο φίδι», «Ο δικτάτορας», «Ο Αλέκος με τα κυδώνια» κ.ά.

Το 1970 κυκλοφόρησε 13 εικονογραφημένα τεύχη (των 2 δρχ. έκαστο) με μαυρόασπρες φιγούρες και έγχρωμο εξώφυλλο. Ενώ το 1979 παρουσιάστηκε από τις εκδόσεις Νεφέλη το επιτυχημένο βιβλίο του «Ο Καραγκιόζης των Σπαθάρηδων» με εφτά έργα και εφτά περιλήψεις (τα τέσσερα δικά του και τα τρία του πατέρα του Σωτήρη). Από το 1962 κυκλοφόρησαν 10 έργα του σε δίσκους 45 στροφών από την His Master’s Voice, ενώ ακολούθησαν άλλοι 2 δίσκοι 33 στροφών από τη Μinos-EMI αρχές της δεκαετίας του ’80, και άλλες έξι παραστάσεις σε 6 αντίστοιχα CD από τη Legend το 2002.

Το 1950 ο Ευγένιος πραγματοποιεί την πρώτη του συμμετοχή σε κινηματογραφική ταινία, στο Πικρό Ψωμί του Γρηγόρη Γρηγορίου. Έπαιξε έργα του στην κρατική τηλεόραση από το 1966 μέχρι το 1992. Κάποια από τα έργα του αυτά κυκλοφορούσαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’90 σε βιντεοκασέτες, ενώ τις ημέρες του θανάτου του ξεκίνησε συμπτωματικά η κυκλοφορία τους σε DVD.

Ο Ευγένιος Σπαθάρης ήταν μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και του Ινστιτούτου Παγκοσμίου Θεάτρου της UNESCO. Έκανε περιοδείες σε πολλές χώρες λαμβάνοντας μέρος σε διάφορα φεστιβάλ και συνέδρια όπως: Παρίσι, Λιέγη, Ρώμη, Κάιρο, Λονδίνο, Κοπεγχάγη. Αλλά και ως ζωγράφος έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις ατομικές και ομαδικές στην Αθήνα, Ζυρίχη, Παρίσι και Νέα Υόρκη.

Τιμήθηκε με το Βραβείο Ρώμης (1962), με το Α’ Μετάλλιο του Πρίγκιπα του Μοντ, το Α’ Βραβείο Πολωνίας (1978), το Α’ Μετάλλιο Τοσκανίνι (Ιταλία) το 1978 κ.α. Τέλος, το 2007 τιμήθηκε ιδιαίτερα από το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού για τη μεγάλη του προσφορά στο καλλιτεχνικό αυτό είδος, για το οποίο του αναγνωρίστηκε ο τίτλος του μεγάλου δασκάλου.

Το 1991 ιδρύθηκε το Σπαθάρειο Μουσείο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου, το οποίο λειτουργεί συστηματικά από το 1996, με στόχο την προβολή του θεάτρου σκιών και του καραγκιόζη.

Η πατρότητα του Καραγκιόζη

Τι συμβαίνει τελικά με την πατρότητα του Καραγκιόζη; Είναι Έλληνας ή Τούρκος; Ή μήπως απλά η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση;

“Επειδή πολλοί μελετητές έχουν ασχοληθεί με το θέμα αυτό και άκρη δεν έχουν βγάλει, ακόμα η καταγωγή του Καραγκιόζη εξακολουθεί να παραμένει σκοτεινή και ιστορικά μη επιβεβαιωμένη.  Έλληνες μελετητές, όπως ο Κώστας  Μπίρης, ο Θανάσης Φωτιάδης, αργότερα ο Γ. Κιουτσάκης , ο Β. Πούχνερ κ.α. , βασίστηκαν σε μαρτυρίες καραγκιοζοπαιχτών. Οι παλιοί καραγκιοζοπαίχτες ακόμα  και ο ίδιος ο παππούς μου, πίστευαν σε τούρκικους μύθους που είχαν ακούσει από τους δασκάλους τους. Όλα τα γεγονότα διαδραματίζονταν στην Τουρκία και αυτό είναι το μεγάλο μπέρδεμα, θα έλεγα”, τονίζει η κα. Μένια Σπαθάρη, κόρη του  θρυλικού καραγκιοζοπαίχτη.

“Οι δικοί μας μελετητές αποδίδουν την καταγωγή του θεάτρου σκιών, προσοχή, του θεάτρου σκιών και όχι του Καραγκιόζη, στο μυστηριακό θέατρο, στα Ελευσίνια  ή στα Καβείρια μυστήρια και σαφώς μπορεί να έχουν δίκιο. Ισχυρίζονται, μάλιστα, ότι με τον Μέγα Αλέξανδρο ο οποίος κατακτώντας παράλληλα  διέδιδε και τον πολιτισμό μας, το θέατρο σκιών έφτασε στην Ινδία τον 4ο αιώνα”, προσθέτει και συμπληρώνει:

“Από την άλλη πλευρά, οι Τούρκοι μελετητές βασίζονται και αυτοί σε μαρτυρίες με τη διαφορά ότι οι πληροφορίες τους αντλούνται από κείμενα ενός γνωστού χρονογράφου της εποχής, του Ελία Τσελεπή, ο οποίος σαν οδοιπόρος συνέλλεγε στοιχεία “.

Related content

Οι ρίζες του Καραγκιόζη

“Οι ρίζες του θεάτρου του Καραγκιόζη τοποθετούνται τόσο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία όσο και στη Βυζαντινή εφόσον υπάρχουν πολλές παραλλαγές του ίδιου μύθου που διαδραματίζονται και στις δύο χρονικές περιόδους. Αν, δηλαδή, επιλέξουμε το μύθο επί κυριαρχίας του Σουλτάνου Ορχάν, που χρονολογείται γύρω στα 1220, όταν είχε ιδρυθεί η οθωμανική αυτοκρατορία, θα δούμε ότι αναφέρει πως ο Σουλτάνος είχε έναν αξιωματικό με το όνομα Κιουστερή . Τότε ο Ορχάν έχτιζε ένα τζαμί και είχε προσλάβει τον Karagöz και τον Χατζηβάτ για την αποπεράτωση του έργου. Όταν είδε όμως ότι οι εργασίες δεν προχωρούσαν, εκείνος θύμωσε και τους κρέμασε. Κατόπιν μετάνιωσε και μελαγχόλησε βαριά”, αναφέρει.

“Η διαφορά του παραπάνω μύθου από το δικό μας που διηγείται άλλωστε και ο παππούς μου στα Απομνημονεύματά του δεν είναι μεγάλη. Μόνο που εκείνος τον διατύπωσε με απλά λόγια σύμφωνα με τις διηγήσεις που άκουσε από το δάσκαλό του, Θοδωρέλλο. Δεν αναφερόταν σε ονόματα ούτε σε χρονολογίες αλλά τελικά κατέληξε να θεωρείται η πιο διαδεδομένη εκδοχή”, σημειώνει και συνεχίζει:

“Ο Κιουστερή, λοιπόν, αποφάσισε να ζωντανέψει τις φιγούρες των δύο ηρώων που κρεμάστηκαν για να διασκεδάσει τον Ορχάν. Έτσι υποτίθεται εδραιώθηκε το θέατρο τότε του Καραγκιόζη και μάλιστα λένε οι Τούρκοι ότι στον τάφο της Προύσας είναι θαμμένος ο Καραγκιόζης. Εγώ, ωστόσο νομίζω ότι ίσως εκεί βρίσκεται η σωρός  καραγκιοζοπαίκτη  και όχι του Καραγκιόζη γιατί ο συγκεκριμένος τάφος χρονολογείται από το 1400 “.

“Υπάρχουν γενικά κάποιες χρονολογικές ασάφειες. Τότε εμείς από την πλευρά μας, αν χρησιμοποιήσουμε το θρύλο του Έλληνα από την Ύδρα, του Μαυρομάτη, μύθος και αυτός που  υποστήριζε πολύ ο πατέρας μου, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι εκεί είναι θαμμένος ο δικός μας, ο Μαυρομάτης, ο καραγκιοζοπαίχτης που έπαιζε στην Κωνσταντινούπολη και είχε μαθητή του τον Μπάρμπα Γιάννη  Μπραχαλη ο οποίος έφερε τον Καραγκιόζη στην Ελλάδα.

Ας εξετάσουμε τον άλλο μύθο τώρα, πάλι σύμφωνα με τον Τούρκο χρονογράφο Τσελεπή, ο οποίος έγραψε ότι ο Καραγκιόζης ήταν αγγελιοφόρος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επομένως βρισκόμαστε τώρα στην περίοδο που είχε ιδρυθεί η ελληνική βυζαντινή αυτοκρατορία και που επίσημη γλώσσα σαφώς ήταν η ελληνική. Το όνομα, λοιπόν, Καραγκιόζ με αυτή τη λογική  και σύμφωνα με τους  μελετητές, μεταφρασμένο στα ελληνικά σημαίνει Μαυρομάτης! “, τονίζει.

“Ένας Έλληνας βυζαντινός αυτοκράτορας δε θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει έναν Τούρκο υπήκοο για μια τόσο σοβαρή αποστολή όπως του ταχυδρόμου μεταξύ Μέκκας και Προύσας , άρα συμπεραίνουμε ότι ήταν Έλληνας με το τούρκικο όνομα. Αυτό φυσικά ο Τσελεπή σαν Τούρκος δε θα το παραδεχόταν, εμείς όμως δεν θα μπορούσαμε να το υποστηρίξουμε; Βλέπετε ότι η κατάσταση γύρω από την πατρότητα του Καραγκιόζη είναι όντως πολύ μπλεγμένη”, υπογραμμίζει.

“Τον Καραγκιόζη τον υιοθετήσαμε τόσο εμείς όσο και οι Τούρκοι. Οι Τούρκοι όταν είχαν διαμαρτυρηθεί και πριν το 2009 για τον Καραγκιόζη προφανώς ήθελαν να κατοχυρώσουν το όνομα Karagöz. Το θέατρο σκιών άλλωστε αφού κι ο Καραγκιόζης τέτοιο θέατρο είναι, δεν είναι μόνο δικό τους. Υπήρχε και υπάρχει και στις Ινδίες, στην Κίνα, στην Ιάβα, στην Αίγυπτο… Αν υπήρχε δηλαδή ακόμα το αιγυπτιακό θέατρο σκιών, ( ο τελευταίος Αιγύπτιος καραγκιοζοπαίχτης δυστυχώς πέθανε πριν χρόνια), τότε θα τον διεκδικούσαν και οι Αιγύπτιοι; Διότι υπάρχει άλλος ένας μύθος σύμφωνα με τον οποίο οι Αιγύπτιοι μετέδωσαν στη Τουρκία την τέχνη με το όνομα Καρακχούζ”. Ας μην επεκταθούμε άλλο καλύτερα γιατί θα χαθούμε… Τι θα γινόταν σήμερα;», αναφέρει.

“Οι Τούρκοι θέλουν να κατοχυρώσουν το όνομα μάλλον για εμπορικούς σκοπούς, όπως εμπορεύονται και τον τάφο της Προύσας”, τονίζει και προσθέτει πως “εμείς στην Ελλάδα διατηρούμε ένα θέατρο ζωντανό, το θέατρο σκιών μας είναι ενεργό, έχουμε πάνω από 60 – 70 καλούς επαγγελματίες καραγκιοζοπαίχτες. Στην Τουρκία, αντίθετα, το θέατρο σκιών προσπαθούν να το διασώσουν, είναι δυστυχώς καθαρά μουσειακός ο Καραγκιόζης τους”.

“Δε βλέπω το λόγο να υπάρχει αυτή η διαμάχη γιατί οι καραγκιοζοπαίχτες, Έλληνες και Τούρκοι, ποτέ δεν ασχολήθηκαν με το θέμα της πατρότητας, ίσα ίσα αγκαλιάζονταν με τις φιγούρες τους σαν να κρατούν στα χέρια τους δυο  αδέρφια. Τόσα χρόνια οθωμανικής αυτοκρατορίας στην Ελλάδα υιοθετήσαμε δικά τους στοιχεία και υιοθέτησαν δικά μας και μάλιστα σήμερα οι Τούρκοι παίκτες αρχίζουν να χρησιμοποιούν πλαστικές φιγούρες όπως εμείς: Θα τους το απαγορέψουμε επειδή ήταν δική μας πατέντα; Όχι.”, τονίζει.

“Δεν υπάρχει λόγος διαμάχης, πρέπει να αγκαλιάσουμε το θέατρο σκιών και να το προβάλλουμε Έλληνες και Τούρκοι εξίσου. Τι θέλουν δηλαδή να μας απαγορεύσουν να παίζουμε Καραγκιόζη, θέατρο σκιών; Αυτό δεν γίνεται”.

Παράλληλα, ερωτηθείσα για το αν ο Καραγκιόζης ήταν πάντα αυτοσχεδιασμός, μας λέει: “Στην Ελλάδα, ο Καραγκιόζης  ήταν ανέκαθεν αυτοσχεδιασμός. Στην αρχή περιοριζόταν σε ατάκες και στη συνέχεια διαμορφώθηκαν σε έργα με υπόθεση. Δηλαδή υπήρχε ο κορμός του έργου, η περίληψη, η οποία αναπτυσσόταν στη σκηνή πλαισιωμένη από τον ανάλογο αυτοσχεδιασμό. Από το 1900 περίπου που εξελληνίζεται καθαρά ο Καραγκιόζης, εδραιώνεται και το ελληνικό ρεπερτόριο”.

Οι διαφορές του τούρκικου και του ελληνικού Καραγκιόζη

“Οι Τούρκοι έχουν μικρή αλλά χαριτωμένη σκηνή, γιατί έχουν μικρές δερμάτινες φιγούρες, ενώ μερικοί  Έλληνες παλιοί καραγκιοζοπαίχτες συνήθιζαν να χρησιμοποιούν μεγάλη σκηνή που έφτανε μέχρι και τα 4 μέτρα. Ο πατέρας μου χρησιμοποιούσε σκηνή 2 μέτρων για να μπορεί να τη μεταφέρει στις περιοδείες του. Επίσης οι πιο πολλοί νέοι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν κανονική δίμετρη ή τρίμετρη σκηνή. 

Οι δικές μας φιγούρες δεν έχουν καμία σχέση με αυτές των Τούρκων, είναι μεγάλες, καλοφτιαγμένες από χαρτόνι, δέρμα ή πλαστικό και ανάλογες με το μέγεθος της σκηνής μας.

Οι Τούρκοι στο παίξιμο δεν κρατούν τις λεγόμενες σούστες με τις οποίες κινούνται και στρίβουν οι φιγούρες. Χρησιμοποιούν ένα ξύλο μόνιμα καρφωμένο πάνω στη φιγούρα με αποτέλεσμα να μπαίνει ή να βγαίνει από το μπερντέ χωρίς να στρίβει για να φύγει από την πλευρά των σκηνικών. Έτσι έκαναν παλιά και οι δικοί μας καλλιτέχνες μέχρι που ο καραγκιοζοπαίκτης Κελαρινόπουλος εφηύρε το μεντεσέ στο ξύλο ενώ αργότερα εξελίχθηκε στη χειροποίητη σούστα.

Επίσης, υπάρχουν διαφορές στα κοστούμια. O Καραγκιόζης των Τούρκων είναι αρχοντικά ντυμένος και φοράει παπούτσια γιατί είναι άνθρωπος του σαραγιού. Ο δικός μας είναι φτωχικά ντυμένος και προσαρμοσμένος στην ελληνική κοινωνία. Το ίδιο και ο Χατζηαβάτης των Τούρκων είναι πολύ πιο περιποιημένος και μένει μαζί με τον Καραγκιόζη στο σεράι”.

Η εξέλιξη του Καραγκιόζη

“Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Καραγκιόζης με τον Μπάρμπα Γιάννη τον Μπράχαλη- γιατί από εκεί ξεκινούν οι γραπτές μας πηγές-  (1840 -1860), η μορφή του δεν είχε καμία σχέση με τη μορφή του τούρκικου και μάλιστα δεν υπήρχε το πλούσιο δέρμα στις φιγούρες όπως στην Τουρκία. Τότε οι φιγούρες κατασκευάζονταν από απλό χαρτόνι, κούτα δηλαδή. Ήταν μαυρόασπρος, λοιπόν,  ο Καραγκιόζης μας και όπως έλεγε ο πατέρας μου, το γνήσιο ελληνικό θέατρο σκιών εκπροσωπείται από τις σκαλιστές χαρτόνινες φιγούρες.

Οι φιγούρες επίσης στην αρχή ήταν ελάχιστες ενώ «Καραγκιόζης» παιζόταν στα Καφενεία και τα κείμενα περιείχαν αρκετή βωμολοχία. Για αυτό θεωρείτο  θέαμα ακατάλληλο για γυναικόπαιδα. Περί τα 1900 άρχισε να εξελληνίζεται ο Καραγκιόζης όταν ο Πατρινός ψάλτης Δημήτρης Σαρδούνης, γνωστός ως Μίμαρος,  αποφάσισε να γίνει καραγκιοζοπαίχτης καθώς  μαγεύτηκε από το θέατρο σκιών . Ήταν ο πρώτος στην ουσία που άρχισε να εξελληνίζει τον Καραγκιόζη. Άρχισε να γράφει τα πρώτα σενάρια – (περιλήψεις) – όπως τον Μέγα Αλέξανδρο και το καταραμένο φίδι, πρόσθεσε το γιο του Καραγκιόζη, τον Κολλητήρη και αργότερα το Νιόνιο ή Σιορ Διονύσιο για να σατιρίσει τους Ζακυνθινούς.

Επίσης, κατάργησε τη βωμολοχία και μετέτρεψε το θέατρο του  Καραγκιόζη σε ελληνικό οικογενειακό θέατρο. Σιγά – σιγά, οι συνεχιστές του και γενικότερα ο κάθε καραγκιοζοπαίχτης έβαζε τη δική του νότα εμπλουτίζοντας με φιγούρες το θίασο και τις πιο πολλές φορές ανάλογα με τον τόπο καταγωγής του. Για παράδειγμα, ο Μώρος που καταγόταν από τον Πειραιά έβαλε τον Σταύρακα, ο Ρούλιας εδραίωσε τη φιγούρα του μπάρμπα Γιώργου στη σκηνή γιατί ήταν από τη Ρούμελη, ο  Ξάνθος πρόσθεσε τον Καπετάν Μανούσο αφού ήταν Κρητικός κ.λ.π”.

Ο δικός της Ευγένιος Σπαθάρης

Ζητώντας της να μας πει δύο λόγια για τον πατέρα της και πως τον έζησε εκείνη, μας αναφέρει:

“Ο πατέρας μου όταν ήταν σπίτι ήταν πάντα με το χαμόγελο, με το χιούμορ, τραγουδούσε όταν ζωγράφιζε αλλά ποτέ δεν έπαιζε Καραγκιόζη στο σπίτι. Όταν έδινε παραστάσεις πηγαίναμε μαζί εγώ και ο αδελφός μου.

Ο παππούς μου δεν άφηνε το πατέρα μου να γίνει καραγκιοζοπαίχτης γιατί είχε περάσει δύσκολα χρόνια και προτιμούσε να τον σπουδάσει. Οι συγκυρίες, ωστόσο, συντέλεσαν στο να αναδειχθεί το ταλέντο του και  τελικά να αποδειχθεί ακόμη καλύτερος, με την έννοια ότι  πρόβαλε τον Καραγκιόζη σε ολόκληρο τον κόσμο. Με τον ίδιο τρόπο ο μπαμπάς απέτρεπε τον αδερφό μου επειδή κι εκείνος αγωνίστηκε σκληρά με την τέχνη του για να μας μεγαλώσει. Πραγματικά εκείνα τα χρόνια το επάγγελμα του καραγκιοζοπαίχτη δεν ήταν εύκολο.

Ήθελε να σπουδάσουμε πρώτα και από εκεί και πέρα ας κάναμε ό,τι θέλαμε. Έτσι, ο αδερφός μου σπούδασε  Κινηματογράφο – Τηλεόραση αλλά ασχολείται παράλληλα με το αρχείο του πατέρα μας ενώ εγώ παρόλο που τελείωσα τη Φιλοσοφική ασχολήθηκα περισσότερο με το θέατρο σκιών, γιατί λάτρευα την τέχνη και δεν αρνούμαι ότι  είχα μεγάλη αδυναμία . Για αυτό είμαι σήμερα στο Μουσείο  και προσπαθώ να συνεχίσω το έργο του τόσο εδώ όσο και εκτός”.

“Η αλήθεια είναι ότι από μικρή έλεγα πως όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω καραγκιοζοπαίχτης”, αναφέρει, γελώντας.

“Καλά, καλά”, μου έλεγε θυμάμαι ο πατέρας μου, αλλά εγώ το είχα μέσα μου. Αγαπώ και τα παιδιά όπως εκείνος γι’αυτό στο Μουσείο ασχολούμαι μαζί τους, μιμούμαι τις φωνές των φιγούρων στους μαθητές που μας επισκέπτονται καθημερινά, παίζω Καραγκιόζη μαζί τους και ξετρελαίνονται! Δεν έχει καμία σημασία που είμαι γυναίκα. Θυμάμαι, σε μια συνέντευξη, όταν είχαν ρωτήσει τον πατέρα μου αν θα ήθελε μια γυναίκα να ακολουθήσει το επάγγελμα , π.χ η εγγονή του, εκείνος απάντησε: «γιατί όχι; εδώ οι γυναίκες πήγαν στο φεγγάρι!».

 

 

 

Ακολουθήστε το News24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα