ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ 1000 ΛΕΞΕΙΣ: ΣΥΝΟΜΙΛΩΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΟΛΟΦΟΝΟ ΣΟΥ

Η συζήτηση μυστήριο μεταξύ του πάπα Ιωάννη Παύλου Β' και του Τούρκου επίδοξου δολοφόνου του Αλί Αγκτσά

Ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ βρισκόταν εδώ και δυόμιση χρόνια στο κορυφαίο ιερατικό αξίωμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Στα χρόνια αυτά είχε ταξιδεύσει ουκ ολίγες φορές σε «επικίνδυνες αποστολές». Από την Τουρκία για να παραβρεθεί στους εορτασμούς του Αγίου Ανδρέα έως το ταξίδι μαμούθ σε έξι αφρικανικές χώρες και τις φαβέλες της Βραζιλίας. Η ειρωνεία ήθελε τον επίδοξο δολοφόνο του να τον περιμένει εντός έδρας. Στην πλατεία μπροστά από τον καθεδρικό του Αγίου Πέτρου, στην καρδιά του Βατικανού.

Είναι απόγευμα της 13ης Μαΐου του 1981 και ο Ποντίφικας κατευθύνεται με το ανοιχτό λευκό Φίατ στον καθεδρικό ναό χαιρετώντας τους περίπου 10.000 πιστούς που έχουν συγκεντρωθεί. Λίγο πριν φθάσει στον προορισμό του και καθώς έχει σηκωμένα τα χέρια προς το πλήθος, ακούγεται μια σειρά από πυροβολισμούς. Δύο σφαίρες του περιστρόφου θα τρυπήσουν τα λευκά, μεταξένια άμφια του Ποντίφικα και θα τον βρουν στην κοιλιά, μία στον αριστερό του δείκτη και άλλη μία στο μπράτσο. Δύο ακόμη σφαίρες θα τραυματίσουν δύο Αμερικάνους τουρίστες που βρίσκονται ανάμεσα στο πλήθος. Εκεί που ο επίδοξος δολοφόνος του πάπα, ο 23χρόνος Τούρκος ακροδεξιός Μεχμέτ Αλί Αγκτσά είχε βρει την πρόχειρη κρυψώνα του.

Ο Αγκτσά είχε καταδικαστεί σε θάνατο στην πατρίδα του για την δολοφονία του Αμπτί Ιπεκτσί, εκδότη της ανεξάρτητης εφημερίδας «Μιλιέτ» τον Φεβρουάριο του 1979. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς δραπετεύει, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, από τις στρατιωτικές φυλακές από τις οποίες κρατείτο. Με αρκετή δόση θράσους – κανείς θα έλεγε ότι αυτό οφείλονταν στα 21 χρόνια του αλλά η μετέπειτα ιστορία του έδειξε ότι ήταν κάτι διαφορετικό – λίγο μετά από την δραπέτευση του θα στείλει επιστολή στην εφημερίδα «Μιλιέτ» όπου ανέφερε ότι ο λόγος που δραπέτευσε ήταν για να δολοφονήσει τον πάπα ο οποίος επισκέπτονταν εκείνες τις ημέρες την Τουρκία. Στην επιστολή του τον αποκαλούσε «διοικητή των σταυροφόρων ιμπεριαλιστών της δύσης». Ο ίδιος εκείνα χρόνια ακροβατούσε ανάμεσα στην άκρα αριστερά έως την άκρα δεξιά των Γκρίζων Λύκων.

Τελικά την υπόσχεση του τήρησε αλλά σε διαφορετικό σημείο. Βρέθηκε στην Ρώμη μετά από ένα περιπετειώδες ταξείδι που ξεκίνησε από το Ιράν, τις χώρες τις Βαλκανικής και της Ανδριατικής, την Δυτική Γερμανία και την Αυστρία για να καταλήξει στο Μιλάνο με τρένο στις 10 Μαΐου. Αμέσως μετά την δολοφονική επίθεση o Αγκτσά συνελήφθη από τους άντρες ασφαλείας του Βατικανού. Ποιος πραγματικά κρύβονταν πίσω από την επίθεση δεν έγινε ποτέ γνωστό. Τα χρόνια του ψυχρού πολέμου οι υποψίες κινούνταν γύρω από κομμουνιστικά καθεστώτα. Ο συμπατριώτης του Πάπα, στρατηγός Γιαρουζέλσκι, λίγο πριν πάει να τον συναντήσει στους ουρανούς, ανέφερε ότι δεν ήταν αυτοί αλλά εξτρεμιστές ισλαμιστές αυτοί που επιδίωκαν την δολοφονία του Ποντίφικα. Ο ίδιος Αγκτσά πριν μερικά χρόνια ανέφερε ότι την δολοφονία του Πάπα την είχε ζητήσει ο Αγιατολάχ Χομεϊνί όμως η αξιοπιστία του κατά συρροήν κακοποιού είχε κριθεί επανειλημμένα ανεπαρκής.

Ο 61χρόνος πάπας χρειάστηκε να χειρουργηθεί για έξι ώρες στο νοσοκομείο Τζεμέλι για να αποφύγει τον κίνδυνο και ένα από τα πρώτα πράγματα που ζήτησε, όταν συνήλθε, από τους ανά τον κόσμο πιστούς ήταν να προσευχηθούν «για τον αδελφό μου που ήδη τον έχω συγχωρέσει». Η ιταλική δικαιοσύνη δεν φάνηκε το ίδιο γενναιόδωρη και στις 22 Ιουλίου θα καταδικάσει τον Αγκτσά σε ισόβια κάθειρξη για απόπειρα δολοφονίας αρχηγού κράτους, δηλαδή του ανεξάρτητου κράτους του Βατικανού. Όπως ανακοίνωσε ο εισαγγελέας κατά την διάρκεια της δίκης, οι αστυνομικές αρχές απέδειξαν ότι ο Αγκτσά σχεδίαζε να δολοφονήσει στην συνέχεια την Βασίλισσα Ελισάβετ, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τον τότε πρωθυπουργό της Μάλτας.

Ο Αγκτσά θα μεταφερθεί στην φυλακή όπου τον Δεκέμβριο του 1983 θα τον επισκεφθεί το πρώην υποψήφιο θύμα του. Οι δύο άνδρες θα βρεθούν μαζί στον ίδιο χώρο όπου θα συνομιλήσουν για αρκετή ώρα. Λίγο πριν το τέλος ο Αγκτσά θα φιλήσει το χέρι του Πάπα και θα λάβει για άλλη μία φορά την συγχώρεση του. Ο τελευταίος βγαίνοντας θα αναφέρει στους δημοσιογράφους ότι «Ότι είπαμε θα παραμείνει ένα μυστικό ανάμεσα σε αυτόν και σε εμένα. Του μίλησα σαν αδελφός που τον έχει συγχωρέσει και που έχει την πλήρη εμπιστοσύνη μου». Το τι ακριβώς ειπώθηκε στην συνάντηση τους παραμένει ένα μυστήριο δίνοντας τροφή για σενάρια ταινιών τύπου «Πεφωτισμένοι» και το «Τέταρτο Πρωτόκολλο». Ο πάπας διατήρησε την επαφή με την οικογένεια του Αγκτσά καθώς συνάντησε χρόνια αργότερα την μητέρα του και τον αδελφό του.

Μετά από την αποφυλάκιση από τις ιταλικές φυλακές ο Αγκτσά οδηγήθηκε σε αυτές της Τουρκίας καθώς κατηγορούνταν για μία δολοφονία ακόμη καθώς για δύο ληστείες. Θα περάσει συνολικά τα τριάντα καλύτερα χρόνια της ζωής ενός ανθρώπου στην φυλακή και θα αποφυλακισθεί τον Ιανουάριο του 2010.

Το 2005, λίγο πριν φύγει από την ζωή ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β’, ο Αγκτσά θα του στείλει επιστολή όπου του εύχονταν ταχεία ανάρρωση. Πριν από σχεδόν ένα χρόνο, στις 27 Δεκεμβρίου του 2014 θα συλληφθεί στην Ρώμη καθώς είχε απαγορευθεί η είσοδος του στην χώρα έως το 2016. Σκοπός του ήταν να επισκεφθεί το σκηνικό της επίθεσης του και να αφήσει μερικά λευκά τριαντάφυλλα στον τάφο του Ποντίφικα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα