ΜΙΝΕΡΒΑ: 111 ΧΡΟΝΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ
Πως η Μινέρβα κατάφερε να είναι μία από τις ελάχιστες ελληνικές βιομηχανίες που πέρασε στο κλαμπ των υπεραιωνόβιων
«Έχουμε επιβιώσει δύο παγκόσμιους πολέμους, εμφύλιο, τρεις τουλάχιστον χρεωκοπίες στην Ελλάδα, παγκόσμια και πετρελαϊκή κρίση, τώρα είναι τα δύσκολα;». Με αυτό τον τρόπο προσπάθησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για την κατάσταση στην Ελλάδα στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων ο απερχόμενος Διευθύνων Σύμβουλος της Μινέρβα, Γιάννης Μπούρας, στην συνέντευξη Τύπου που έγινε στα τέλη Ιουνίου με αφορμή την συμπλήρωση 111 χρόνων δραστηριότητας της ελαιουργίας.
Από εκείνη την ημέρα πολλά άλλαξαν: λίγες ώρες αργότερα ο πρώην πρωθυπουργός ανήγγειλε την διενέργεια δημοψηφίσματος, οι Έλληνες γνώρισαν στην πράξη τι θα πει capital control, o Γιάννης Μπούρας έφυγε από την Μινέρβα για να αναλάβει στην Τζακάρτα υπεύθυνος Νοτιοανατολικής Ευρώπης για την μητρική της ελαιουργίας PZ Cussons, στην θέση του να ήρθε ο Παναγιώτης Κατσής από την Νιγηρία, και όντως, η Μινέρβα είναι ακόμη εδώ και μας παρακολουθεί πάνω από μια ετικέτα σε κάποιο ράφι ενός σούπερ μάρκετ.
Αλήθεια πόσες είναι οι ελληνικές φίρμες που μπορούν να αντέξουν πάνω από έναν αιώνα; Μην το ψάχνεται μετρημένες στα δάχτυλα. Και το εντυπωσιακό είναι ότι η συγκεκριμένη όχι μόνο επιβίωσε αλλά την τελευταία δεκαετία, ακόμη και στα χρόνια της ύφεσης κατάφερε να αναπτυχθεί και να μεταμορφωθεί από μία ελαιουργία σε μία από τις μεγαλύτερες εταιρίες τροφίμων της χώρας.
Η επόμενη γενιά το 1930 θα φέρει την καινοτομία, την πρώτη γυάλινη φιάλη ελαιολάδου στην Ελλάδα. Ήταν η εποχή που ξεκινούσε η πρώτη αστικοποίηση και που η μητέρα πατρίδα είχε υποδεχθεί τους Έλληνες της Μικράς Ασίας. Τρία χρόνια αργότερα θα έρθει η πρώτη διαφήμιση : « Είνε το καλλίτερον όλων, διότι παράγεται από εκλεκτές εληές. Προσέξατε τας απομιμήσεις και ζητείτε επιμόνως την μάρκα ΜΙΝΕΡΒΑ. Όσον και αν απομιμούνται δεν μας φθάνουν». Το ’37 οι δρόμοι των δύο συνεταίρων θα χωρίσουν ο Γιαννάκος θα πάρει την Μινέρβα και ο Καρακώστας την Ρεγγίνα. Η Μινέρβα αν και βρίσκεται σε ανοδική πορεία θα έρθει αντιμέτωπη με την γερμανική κατοχή και στην συνέχεια με τον εμφύλιο, θα υπολειτουργήσει, θα κλείσει και θα βρει ξανά τα πατήματα της μετά το 1945 και από το 1949 θα ξεκινήσει και τις εξαγωγές.
Τις επόμενες δεκαετίες με την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών του Έλληνα θα έρθει το αραβοσιτέλαιο και το μαγειρικό λίπος «Μινερβίνη». Το 1977 ήταν η χρονιά σταθμός καθώς εξαγοράστηκε από την πολυεθνική PZ, κίνηση στην οποία πιθανόν οφείλει και την σημερινή ύπαρξη της η Μινέρβα. Η PZ δεν είναι μία οποιαδήποτε πολυεθνική, έχει ελληνικές ρίζες που ξεκινούν από το 1870 από την Βαμβακού της Λακωνίας. Το χωριό που άφησε πίσω του εκείνη τη χρονιά ο Γιώργος Ζοχώνης για να αναζητήσει την τύχη του στην Δυτική Αφρική. Εκεί συνεταιρίστηκε με τον George Paterson και οι «the two Georges» όπως έγιναν γνωστοί στην Σιέρα Λεόνε μεγαλούργησαν στο εμπόριο δημιουργώντας την Paterson-Zohonis από όπου και τα αρχικά της PZ. Για να κάνουμε την μεγάλη ιστορία μικρή ( σ.σ. η μεγάλη είναι εδώ) η εταιρεία συνέχισε αποκλειστικά με τους απογόνους του Ζοχώνη και με έδρα το Λονδίνο έγινε μία από τις μεγαλύτερες βρετανικές εταιρείες με σήματα όπως τα αντηλιακά St Tropez και τα σαπούνια Imperial Leathers.
Για την PZ η Μινέρβα μπορεί να ήταν η πρώτη εξαγορά που έκανε στον κλάδο των τροφίμων παγκοσμίως δεν φάνηκε όμως φειδωλή στο νέο της βήμα. Η παραγωγή από τους 5.000 τόνους το 1977 εκτοξεύθηκε στους 28.000 το 1993, χρονιά που αποφασίστηκε ότι το Μοσχάτο δεν τους χωρούσε πλέον και για αυτό έβαλαν πλώρη για νέο εργοστάσιο στο Σχηματάρι, μία στρατηγική επένδυση 35 εκατ. ευρώ για την πολυεθνική.
Τι έχει η επόμενη ημέρα; Συγκρατημένη αισιοδοξία. «Όταν από την μητρική έχουμε μάθει να είμαστε πρώτοι στην Αφρική που δεν υπάρχει πιο ευμετάβλητο περιβάλλον πιστεύουμε ότι θα επιβιώσουμε και εδώ» αναφέρουν τα στελέχη της. Και ποια είναι η διέξοδος από την ελληνική κρίση; οι εξαγωγές. Πλέον έχουν φτάσει το 10% των πωλήσεων και ανεβαίνουν χρόνο με τον χρόνο κατά 15%.