Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ “ΔΟΥΛΕΨΕ” ΤΟΥΣ NEW YORK TIMES
Στον αμερικανικό Τύπο το να κλέβεις την δουλειά κάποιου άλλου είναι ένα από τα πιο ατιμωτικά συμβάντα. Άλλες χώρες, άλλες κουλτούρες...
Από την Ανδρονίκη Μπάκουλη
Ο Jayson Blair ήταν τυχερός γιατί έκανε ό,τι έκανε στην προ social networks εποχή. Γιατί αν κάτι αντίστοιχο συνέβαινε τώρα, αφενός η δράση του δεν θα κρατούσε χρόνια (αλλά λίγες ημέρες), αφετέρου θα είχε ριχτεί στο πυρ το εξώτερον. Του τύπου να μην μπορεί να βγει από την πόρτα του σπιτιού του. Αλλά εδώ που τα λέμε, όταν έγινε το αγαπημένο παιδί των Times, επίσης δεν βγήκε από την πόρτα του σπιτιού του. Μολονότι παρουσίαζε τα -ας πούμε- γεγονότα, σαν να ήταν ένα μέτρο δίπλα, εκείνος βρισκόταν στο διαμέρισμα του, στο Brooklyn και αφού συγκέντρωνε όσες πληροφορίες μπορούσε -με τα μέσα που διέθετε, όπως ήταν η καλωδιακή τηλεόραση, τα τηλεφωνήματα στους φωτογράφους που υποτίθεται θα συνεργάζονταν μαζί του στον τόπο του ρεπορτάζ ή τα ρεπορτάζ των άλλων-, άρχιζε τη συγγραφή. Όχι ακριβώς της είδησης. Περισσότερο του μυθιστορήματος της ημέρας. Βλέπετε, δεν άφηνε μια μικρή λεπτομέρεια (μια διασταύρωση γεγονότων, ένα δεδομένο), να του χαλάσει την ιστορία. Επινοούσε δηλώσεις, εικόνες και γεγονότα που τον εξυπηρετούσαν, χωρίς καν να το σκεφτεί.
Ο Blair δεν ήταν ο πρώτος που “έκλεβε” λόγια, εικόνες, εμπνεύσεις. Ήταν όμως, αυτός που το έκανε σε έναν κολοσσό (στο έμβλημα των εφημερίδων στις ΗΠΑ) όπως είναι οι New York Times και ουδείς τον έκανε τσακωτό. Τουναντίον, τον θεωρούσαν τον πιο εξελίξιμο εκ των τεσσάρων ατόμων που έκαναν την πρακτική τους εκείνη την περίοδο (το ’99) και για αυτό του έδωσαν δουλειά.
Πώς αποκαλύφθηκε
Στις 26 Απριλίου του 2003 η Macarena Hernandez, ρεπόρτερ της San Antonio Express-News, παρατήρησε κάποιες ομοιότητες, μεταξύ ενός ρεπορτάζ που είχε κάνει, με αυτό που διάβαζε στους Times.To αντικείμενο ήταν μια γυναίκα ονόματι Juanita Anguiano, η οποία ζούσε σε μια μικρή πόλη του Νότιου Τέξας και ο ένστολος γιος της, Edward ήταν αγνοούμενος, στο Ιράκ. Δεν ήταν τόσο τα λόγια της Juanita που έμοιαζαν. Ήταν οι λεπτομέρειες. Το χρώμα του καναπέ που καθόταν στη συνάντηση, το βραχιόλι που φορούσε, τα βιβλία της Martha Stewart που είχε στο μπαλκόνι της. Τουλάχιστον, αυτό έγραψε ο Blair. Γιατί η Hernandez που όντως, είχε επισκεφτεί την Anguiano ενημέρωνε ότι τα βιβλία της γνωστής μαγείρισσας στις ΗΠΑ, ήταν σε ένα κουτί, δίπλα στο τραπέζι της κουζίνας. Λεπτομέρειες, θα πείτε. Η Hernandez πάλι, είπε “WTF”, πριν δει το όνομα του συντάκτη και θυμηθεί πως έκαναν μαζί πρακτική στους Times, πέντε χρόνια νωρίτερα. Και στους δυο προσφέρθηκε δουλειά, αλλά η Hernandez έπρεπε να επιστρέψει στο Τέξας. Ο πατέρας της είχε πεθάνει σε αυτοκινητικό δυστύχημα. “Η μητέρα μου δεν μιλούσε αγγλικά, δεν οδηγούσε. Έπρεπε να μείνω μαζί της”.Σε κείμενο που έγραψε στους Los Angeles Times, το 2003, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο (με τίτλο ” έκλεψε περισσότερα από τα λόγια μου“) αναφέρει μεταξύ άλλων ότι “αρχικά σκέφτηκα πως όντως είχε μιλήσει με τη Juanita στα ισπανικά, για λίγο και χρειαζόταν κάτι περισσότερο για να ολοκληρώσει το άρθρο του. Μετά, σκέφτηκα ότι μπορεί να έπαιξε και ρόλο το γεγονός ότι είναι μαύρος και αυτό να μην τον βοήθησε στην επικοινωνία με την Μεξικανή μητέρα, από το Los Fresnos. Αυτό που δεν μπορούσα να καταλάβω είναι γιατί να μην αναφέρει πως πήρε πληροφορίες από εμένα; Σε αυτή τη δουλειά, στην οποία η ειλικρίνεια και η εμπιστοσύνη είναι η καρδιά όσων κάνουμε, η λογοκλοπή και τα ψέματα δεν μπορούν να αγνοηθούν”.Δυο ημέρες μετά τη δημοσίευση του κειμένου στους Times, οι Anguiano έμαθαν πως ο γιος τους ήταν νεκρός. “Πήγα στο σπίτι τους, αλλά δεν ήθελαν να μιλήσουν σε κανέναν. Εκεί συνάντησα έναν δημοσιογράφο από την Washington Post, ο οποίος είχε παρατηρήσει τις ομοιότητες στο δικό μου κείμενο και αυτό του Blair. Τον πήγα να δει αυτά που περιέγραφα. Κατάλαβε πως όντως εγώ είχα ξαναπάει εκεί. Ο Jayson όχι. Οι διευθυντές μου ετοίμαζαν επιστολή προς τους Times, για να τους ανοίξουν τα μάτια και ζητώντας μια συγγνώμη. Τελικά, δεν χρειάστηκε γιατί ο τύπος από την Washington Post είχε φροντίσει να δημιουργηθεί σούσουρο”.Λίγες ώρες μετά το τηλεφώνημα που έκανε η ίδια στους Times, ο Blair της τηλεφώνησε. Όχι για να της ζητήσει συγγνώμη. “Ήθελε αντίγραφο της δουλειάς μου, γιατί όπως μου είπε οι αρχισυντάκτες του ήθελαν να δουν αν οι κόρες της Juanita του είχαν μεταφράσει σωστά μια πρόταση που του είχε πει η μητέρα τους”. Δεν πίστευε στα αυτιά της. Έκρινε πως δεν είχαν να πουν πολλά περισσότερα.
Τι ακολούθησε
Ο Blair υπέβαλε την παραίτηση του, την 1η Μαϊου του 2003 -μετά την κατηγορία της λογοκλοπής. Όχι “αναίμακτα”. Η ιστορική εφημερίδα είχε αρχίσει την έρευνα επί των κειμένων του και στις 11 του μήνα εξέδωσε τη συγγνώμη-μαμούθ -των τεσσάρων σελίδων. Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι, είχαν βρει πως τουλάχιστον 36 άρθρα του -έως 73- είχαν ανακρίβειες ή αναπαραγωγές ρεπορτάζ άλλων δημοσιογράφων.”Αν οι Times είχαν προσηλωθεί στη διαφορετικότητα, οι αρχισυντάκτες του Blair θα έπρεπε να του κόψουν τα δάχτυλα, την πρώτη φορά που διαπίστωσαν πως υπάρχει πρόβλημα, αντί να τον βοηθούν να γυαλίζει τα νύχια του. Περισσότερο κακό έκαναν στις μειονότητες, με την επιλογή του, παρά καλό. Ήταν σαν να έκλεψαν από τους φτωχούς. Αν ο τύπος ήταν πολύ τεμπέλης ή μεθυσμένος για να πάρει σοβαρά τη δουλειά του εκεί, όπως επίσης αναφέρθηκε, δεν θα έπρεπε να του την έχουν δώσει”.Ακολούθησαν συνεντεύξεις του -στο βρώμικο διαμέρισμα που ζούσε, με εκείνον να είναι παραιτημένος από τη ζωή, βρώμικος, ανάμεσα σε σκουπίδια, χωρίς να ‘χει την παραμικρή διάθεση να απολογηθεί. Τουναντίον, εξηγούσε πως “θα σας πω την ιστορία μου για να σωθούν άλλοι. Έπρεπε να σκοτώσω τον δημοσιογράφο Jayson, για να σώσω τον άνθρωπο”. Μετά έγραψε και ένα βιβλίο για την ιστορία του- -το Burning down my masters’ house είχε ως επίκεντρο την ύπαρξη ρατσισμού στους New York Times. Αυτό που θα αποκαλυπτόταν λίγο αργότερα, ήταν πως ο Blair έκανε χρήση κοκαΐνης ενόσω έγραφε στους Times, ενώ εξετάσεις θα έδειχναν πως ήταν διπολικός.
Πού βρίσκεται η αλήθεια;
Πολύ πριν προκύψουν οι καταγγελίες για λογοκλοπή, η δουλειά του είχε πολλά λάθη. Η δουλειά των διορθωτών, σε αυτά που τους έδινε, ήταν τρεις φορές περισσότερη από το μέσο όρο. Tον Απρίλιο του 2002,ένας εκ των ανωτέρων του, ο Jonathan Landman είχε στείλει email στους διαχειριστές του newsroom, στο οποίο έγραφε “πρέπει να τον σταματήσουμε από το να γράφει στους Times”. Ο τότε διευθυντής των Times, Howell Raines είχε δηλώσει πως αυτό το memo δεν έφτασε ποτέ στο γραφείο του. Άλλοι θα έλεγαν ότι ήταν ο συνδυασμός εφησυχασμού και γραφειοκρατίας που τον κρατούσαν στη θέση του. Όχι η ανάγκη να προστατεύσουν έναν από τους ελάχιστους Αφροαμερικανούς ρεπόρτερ. Ο Blair είχε πάρει τότε μια άδεια για προσωπικούς λόγους (η πραγματικότητα τον ήθελε σε κέντρο απεξάρτησης) και επέστρεψε καλύτερος, πιο δημιουργικός. Ώσπου… ξανακύλησε. Στη συγγνώμη, η εφημερίδα ανέφερε και ότι “ήταν ένας από τους 350 δημοσιογράφους μας. Η θητεία του ήταν σύντομη, αλλά η ζημιά που έκανε είναι τεράστια”. Υπήρχε δήλωση και του Arthur Sulzberger Jr., προέδρου της The New York Times Company -η οικογένεια του ελέγχει τα ενδιαφέροντα της εφημερίδας πάνω από 100 χρόνια-, σύμφωνα ομολογούσε πως χάθηκε η εμπιστοσύνη των αναγνωστών προς την εφημερίδα “αλλά για αυτό υπεύθυνος είναι ο Jayson Blair”, τόνιζε, πριν καταλήξει στο “ας μην αρχίσουμε να δαιμονοποιούμε τα στελέχη. Πόσω μάλλον τον εκδότη”. Η πραγματικότητα ωστόσο, αναφέρει πως οι Times είχαν δει πως κάτι δεν πάει καλά, αλλά δεν έκαναν τίποτα.
Oι plagiarism checkers και τα social networks
Αν ήταν η πρώτη περίπτωση λογοκλοπής; Που κάποιος αντί να ψάξει, να βρει, να καταγράψει, έκλεψε και έβαλε… λίγη σαλτσούλα; Φυσικά και όχι. Σε επίπεδο σκανδάλου, στις ΗΠΑ, είχαν προηγηθεί η Ruth Shalit, της Washington Post, ο Stephen Glass της New Republic. Ο Blair ωστόσο, είναι αυτός που επικαλούνται όλοι όταν προκύπτει μια παρόμοια ιστορία. Σαν και αυτή του Jonah Lehrer, o οποίος έγραψε επί θεμάτων ψυχολογίας, νευροχειρουργικής και επί της σχέσης που έχει η επιστήμη με την ανθρωπότητα, για το “New Yorker”. Κείμενα του δημοσιεύτηκαν και στους Wired, Grantland, Nature, Seed, The Washington Post, The Wall Street Journal, and The Boston Globe. Όλοι αργότερα θα χτυπούσαν το κεφάλι τους στον τοίχο, με μανία, το 2012 οπότε οι αναγνώστες της New Yorker διαπίστωσαν ότι επαναλαμβανόταν, με συρραφές παλαιότερων κειμένων του και δηλώσεις που είχε “κλέψει” από συναδέλφους του. Παραιτήθηκε στις 30/7. Εξυπακούεται πως οι απόπειρες θα συνεχιστούν, αλλά πλέον τα πράγματα έχουν δυσκολέψει ελαφρώς. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας, έχουν προκύψει ουκ ολίγα sites που μαρτυρούν την αλήθεια (ένα search στο Google με τα στοιχεία Plagiarism Checker θα σας πείσει). Η ανάγκη για διασταύρωση φυσικά και δεν αφορά μόνο τη δημοσιογραφία. Έχει να κάνει με τη λογοτεχνία, τη μουσική, μέχρι και τις εργασίες των φοιτητών. Είναι παντού ανάμεσα μας. Στη μάχη για την καταπολέμηση αυτής της κλοπής έχουν μπει πολύ ενεργά πια τα social networks, όπου εκατομμύρια αναγνωστών μπορούν να “συλλάβουν” τον όποιο ένοχο -και μετά είναι στη διακριτική ευχέρεια των υπευθύνων για το πώς θα διαχειριστούν το θέμα.
Πηγές: Salon, ithenticate, ajarchive