Ο FDA εγκρίνει χάπι που ενισχύει τη λίμπιντο για γυναίκες στην εμμηνόπαυση
Διαβάζεται σε 3'
Ο FDA ενέκρινε τη χορήγηση του Addyi και σε γυναίκες άνω των 65 ετών, επεκτείνοντας τη χρήση του φαρμάκου για τη χαμηλή γυναικεία σεξουαλική επιθυμία μετά την εμμηνόπαυση.
- 15 Δεκεμβρίου 2025 22:25
Οι αμερικανικές υγειονομικές αρχές διεύρυναν τη χρήση ενός ιδιαίτερα αμφιλεγόμενου φαρμάκου που στοχεύει στην ενίσχυση της γυναικείας λίμπιντο, ανακοινώνοντας ότι το χάπι που λαμβάνεται μία φορά την ημέρα μπορεί πλέον να χορηγείται και σε γυναίκες άνω των 65 ετών.
Η ανακοίνωση της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) επεκτείνει την έγκριση του φαρμάκου σε γυναίκες που έχουν περάσει την εμμηνόπαυση. Το Addyi εγκρίθηκε για πρώτη φορά πριν από δέκα χρόνια και αφορούσε αποκλειστικά για γυναίκες στην προεμμηνόπαυση, που ανέφεραν ψυχολογική δυσφορία λόγω μειωμένης σεξουαλικής επιθυμίας.
Το φάρμακο, που διατίθεται στην αγορά από τη Sprout Pharmaceuticals, είχε αρχικά παρουσιαστεί ως πιθανό «μπλοκμπάστερ», καλύπτοντας (θεωρητικά) ένα σημαντικό κενό στη γυναικεία υγεία. Ωστόσο, συνοδεύτηκε από δυσάρεστες παρενέργειες, όπως ζάλη και ναυτία, ενώ φέρει και αυστηρή προειδοποίηση για την κατανάλωση αλκοόλ.
Όπως γράφει το Associated Press, η σχετική προειδοποίηση, στο πιο αυστηρό πλαίσιο που προβλέπει ο FDA, επισημαίνει ότι ο συνδυασμός του χαπιού με αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει επικίνδυνα χαμηλή αρτηριακή πίεση και λιποθυμικά επεισόδια.
Ως αποτέλεσμα, οι πωλήσεις του Addyi –το οποίο δρα σε χημικές ουσίες του εγκεφάλου που επηρεάζουν τη διάθεση και την όρεξη– παρέμειναν περιορισμένες. Το 2019, ο FDA ενέκρινε ένα δεύτερο φάρμακο για τη χαμηλή γυναικεία λίμπιντο, αυτή τη φορά με τη μορφή ένεσης κατά περίπτωση, η οποία δρα σε διαφορετικά νευρολογικά μονοπάτια.
Η διευθύνουσα σύμβουλος της Sprout, Σίντι Έκερτ, δήλωσε ότι η νέα έγκριση «αντανακλά μια δεκαετία επίμονης δουλειάς με τον FDA, με στόχο να αλλάξει ριζικά ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αντιληπτή και ιεραρχείται η γυναικεία σεξουαλική υγεία». Η εταιρεία, με έδρα το Ράλεϊ της Βόρειας Καρολίνας, γνωστοποίησε την εξέλιξη με ανακοίνωσή της.
Ανάμεσα στην ιατρική διάγνωση και την κοινωνική διαμάχη
Η ιατρική κατάσταση της προβληματικά χαμηλής σεξουαλικής επιθυμίας, γνωστή ως υποδραστήρια διαταραχή σεξουαλικής επιθυμίας, αναγνωρίζεται από τη δεκαετία του 1990 και, σύμφωνα με έρευνες, εκτιμάται ότι αφορά σημαντικό ποσοστό των Αμερικανίδων.
Μετά τη θεαματική επιτυχία του Viagra για τους άνδρες τη δεκαετία του ’90, οι φαρμακευτικές εταιρείες επένδυσαν μαζικά στην αναζήτηση θεραπειών για τη γυναικεία σεξουαλική δυσλειτουργία.
Η διάγνωση, ωστόσο, παραμένει περίπλοκη. Η σεξουαλική επιθυμία επηρεάζεται από πλήθος παραγόντων, ιδίως μετά την εμμηνόπαυση, όταν η πτώση των ορμονών προκαλεί αλυσιδωτές βιολογικές αλλαγές και ποικίλα ιατρικά συμπτώματα.
Οι γιατροί καλούνται να αποκλείσουν πρώτα άλλες αιτίες –όπως προβλήματα σχέσεων, σωματικές παθήσεις, κατάθλιψη ή άλλες ψυχικές διαταραχές– πριν προχωρήσουν στη συνταγογράφηση φαρμάκου.
Η ίδια η διάγνωση δεν γίνεται καθολικά αποδεκτή. Ορισμένοι ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι η χαμηλή σεξουαλική επιθυμία δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως ιατρικό πρόβλημα.
Υπενθυμίζεται ότι ο FDA είχε απορρίψει το Addyi δύο φορές πριν τελικά το εγκρίνει το 2015, επικαλούμενη τη μέτρια αποτελεσματικότητά του και τις ανησυχητικές παρενέργειες. Η έγκριση ήρθε έπειτα από έντονη εκστρατεία πίεσης της εταιρείας και της ομάδας υποστήριξης Even the Score, η οποία παρουσίασε την έλλειψη θεραπευτικών επιλογών για τη γυναικεία λίμπιντο ως ζήτημα ισότητας και δικαιωμάτων των γυναικών.