Οι θάνατοι από χρόνιες ασθένειες μειώνονται παγκοσμίως, αλλά η πρόοδος επιβραδύνεται
Διαβάζεται σε 3'
Σημαντική μείωση στη θνησιμότητα από χρόνιες ασθένειες καταγράφηκε στο 80% των χωρών το 2010-2019, αλλά το 60% εμφάνισε επιβράδυνση της προόδου, κυρίως λόγω της αύξησης θανάτων από άνοια και κάποιους καρκίνους, σύμφωνα με νέα έρευνα.
- 11 Σεπτεμβρίου 2025 11:44
Τα ποσοστά θνησιμότητας από χρόνιες ασθένειες έχουν μειωθεί στο 80% των χωρών παγκοσμίως κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε της πανδημίας του COVID-19 (2010-2019). Ωστόσο, η πρόοδος έχει επιβραδυνθεί, με το 60% των χωρών να παρουσιάζουν χειρότερες επιδόσεις σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Τα παραπάνω διαπιστώνει έρευνα σε 185 χώρες, με επικεφαλής το Imperial College London, που δημοσιεύθηκε στο «The Lancet».
Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν υπάρξει πολλές παγκόσμιες και εθνικές πολιτικές για τη βελτίωση της πρόληψης και της θεραπείας χρόνιων ασθενειών, όπως ο καρκίνος, οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο διαβήτης, η νεφρική νόσος, η ηπατική νόσος και οι νευρολογικές παθήσεις.
Στις περισσότερες χώρες, η μείωση των θανάτων από καρδιαγγειακές παθήσεις (συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών προσβολών και των εγκεφαλικών) συνέβαλε κατά κύριο λόγο στη μείωση της θνησιμότητας από χρόνιες παθήσεις. Οι μειώσεις στους θανάτους από μια σειρά καρκίνων (στομάχου, ορθοκολικού, τραχήλου της μήτρας, μαστού, πνεύμονα και προστάτη) συνέβαλαν επίσης στη μείωση της θνησιμότητας. Ωστόσο, η αύξηση στους θανάτους από άνοια, άλλες νευροψυχιατρικές παθήσεις (συμπεριλαμβανομένης της διαταραχής χρήσης αλκοόλ) και ορισμένους άλλους καρκίνους (όπως του παγκρέατος και του ήπατος) αντιστάθμισε τα οφέλη.
Η θνησιμότητα από χρόνιες παθήσεις μειώθηκε σε όλες τις χώρες υψηλού εισοδήματος στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και τον Ειρηνικό κατά τη συγκεκριμένη περίοδο. Μεταξύ των χωρών υψηλού εισοδήματος, η Δανία, η Νότια Κορέα και η Σιγκαπούρη εμφάνισαν μερικές από τις μεγαλύτερες μειώσεις στην θνησιμότητα. Επίσης, το Κατάρ, το Αζερμπαϊτζάν και το Ουζμπεκιστάν παρουσίασαν τις μεγαλύτερες μειώσεις στη θνησιμότητα τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις κατά την περίοδο αυτή παρατηρήθηκαν στο Νότιο Σουδάν, την Αντίγκουα και Μπαρμπούντα και τον ‘Αγιο Βικέντιο και Γρεναδίνες για τις γυναίκες, ενώ οι μεγαλύτερες αυξήσεις για τους άνδρες παρατηρήθηκαν στο Πράσινο Ακρωτήριο, την Ονδούρα και την Τζαμάικα. Ωστόσο, οι συγγραφείς εφιστούν την προσοχή στην έλλειψη δεδομένων στις περισσότερες από αυτές τις χώρες, και ως εκ τούτου οι τάσεις θα πρέπει να ερμηνεύονται ως εξαιρετικά αβέβαιες. Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Γερμανία ήταν μεταξύ των χωρών με τις χειρότερες επιδόσεις, καθώς παρουσίασαν τις μικρότερες μειώσεις στον κίνδυνο θνησιμότητας την περίοδο 2010-2019.
Οι ερευνητές προειδοποιούν ότι, παρόλο που η πρόσφατη παγκόσμια μείωση της θνησιμότητας από αυτές τις παθήσεις αποτελεί μια ιστορία επιτυχίας, η επιβράδυνση της προόδου αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη για περαιτέρω εφαρμογή πολιτικών, κατευθυντήριων γραμμών και προγραμμάτων υγειονομικής περίθαλψης, μεταξύ των οποίων πρόσβαση σε φάρμακα πρόληψης, έλεγχο για την έγκαιρη ανίχνευση παθήσεων όπως ο καρκίνος, καθώς και θεραπευτικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες τόσο για μακροχρόνιες παθήσεις, όπως ο διαβήτης, όσο και για οξέα περιστατικά, όπως τα εγκεφαλικά επεισόδια ή οι καρδιακές προσβολές.
Σημειώνεται ότι αργότερα αυτόν τον μήνα, οι συγγραφείς της έκθεσης θα συναντηθούν με κορυφαίους εμπειρογνώμονες από όλο τον κόσμο στη Νέα Υόρκη, στο πλαίσιο της 80ής Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, για να συζητήσουν τις επιπτώσεις των ευρημάτων τους ενόψει της τέταρτης Συνάντησης Υψηλού Επιπέδου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τις Μη Μεταδοτικές Ασθένειες.