Επίσκεψη Ερντογάν: Δεν χρειάζεται να είμαστε “φίλοι” για να συζητάμε…
Διαβάζεται σε 4'Ο Ερντογάν είναι αυτός που είναι. Αλλοτε λέει “Μητσοτάκης γιόκ” και σήμερα “φίλε μου Κυριάκο”. Προφανώς, αυτή η τελευταία “στροφή” έχει συγκεκριμένες αιτίες και στόχους.
- 07 Δεκεμβρίου 2023 06:32
Η προσφώνηση «Κυριάκο, φίλε μου», που επέλεξε ο Ταγίπ Ερντογάν για να απευθυνθεί στον Κυριάκο Μητσοτάκη μια μέρα πριν φράσει στην Αθήνα δεν αποτελεί, ασφαλώς, κυριολεξία. Ούτε οι δυο τους είναι «φίλοι» ούτε οι χώρες τις οποίες κυβερνούν.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να έχουν σχέσεις και να συνομιλούν. Η γνωστή θέση του Αντώνη Σαμαρά κατά της επίσκεψης Ερντογάν μπορεί να έχει στόχο να τσιγκλήσει τα «πατριωτικά» αντανακλαστικά της πιο δεξιάς πτέρυγας της ΝΔ, αλλά είναι ανεύθυνη και εκτός τόπου και χρόνου. Ευτυχώς ο Μητσοτάκης δεν τον άκουσε.
Ο Ερντογάν είναι αυτός που είναι. Που άλλοτε λέει «Μητσοτάκης γιόκ» και σήμερα «φίλε μου Κυριάκο». Που άλλοτε απειλεί θεούς και δαίμονες και σήμερα (λέει ότι) θέλει «συνεργασία με φίλους και γείτονες». Προφανώς, αυτή η τελευταία «στροφή» έχει συγκεκριμένες αιτίες και στόχους. Ο Ερντογάν έχει ανοίξει πολλά μέτωπα. Και με τη Δύση, πρώτα με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, μετά με την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και τώρα με τον πόλεμο στη Γάζα.
Η συντήρηση του «μετώπου» με την Ελλάδα δεν του προσφέρει κάτι. Ούτε στο εσωτερικό της Τουρκίας(κέρδισε τις εκλογές) ούτε διεθνώς. Αντίθετα, μια νέα φάση στις σχέσεις με την Ελλάδα μπορεί να τη χρησιμοποιήσει για να πάρει, επιτέλους, τα F-16 από τις ΗΠΑ.
Για την Ελλάδα είναι, ασφαλώς, πολύ καλύτερα να μην έχουμε ένταση στο Αιγαίο και να μην ασκεί εκβιαστική πολιτική η Τουρκία μέσω των μεταναστευτικών ροών. Αυτά τα δύο έχουν γίνει πράξη εδώ και πολλούς μήνες.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η Τουρκία θα σταματήσει να έχει διεκδικήσεις. Θα έχει. Όμως, είναι άλλο να διεκδικείς οργανώνοντας καθημερινά επεισόδια στον αέρα και στη θάλασσα του Αιγαίου και άλλο να λες ότι θέλεις να παραπεμφθούν στη διεθνή δικαιοσύνη όλα τα προβλήματα. Διότι στην πρώτη περίπτωση έχουμε επικίνδυνα πολεμικά επεισόδια, ενώ στη δεύτερη διεκδικητική ρητορεία.
Στην οποία η Ελλάδα απαντά με τις δικές της θέσεις.
Το ερώτημα που τίθεται κατά καιρούς είναι αν υπάρχουν ρεαλιστικά περιθώρια να λυθούν τα προβλήματα με προσφυγή σε διεθνή δικαστήρια. Η περίφημη «προσφυγή στη Χάγη» χρονολογείται από τις αρχές της Μεταπολίτευσης(1975), όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρότεινε να λυθεί το θέμα της υφαλοκρηπίδας από το Διεθνές Δικαστήριο. Ο τότε πρωθυπουργός της Τουρκίας Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ αρχικά το αποδέχθηκε, αλλά μετά υπαναχώρησε. Η Τουρκία ήθελε να παραπεμφθούν στη Χάγη και άλλα, πλην της υφαλοκρηπίδας, προβλήματα, όπως εκείνη τα θεωρεί.
Από τότε μέχρι σήμερα η λύση της Χάγης σκοντάφτει ακριβώς σ’ αυτή τη διαφορά. Η Ελλάδα αναγνωρίζει μόνο ένα πρόβλημα, το καθορισμό των ορίων υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Η Τουρκία «βλέπει» περισσότερα.
Έτσι, οι πιθανότητες να συμφωνήσουν οι δύο χώρες για από κοινού προσφυγή στη Χάγη είναι από περιορισμένες έως ανύπαρκτες και σ’ αυτή τη φάση των σχέσεών τους.
Αλλά αυτό δεν είναι λόγος για να μη συζητούν οι δύο χώρες. Καμία ελληνική κυβέρνηση και κανένας πρωθυπουργός δεν επέλεξαν να σταματήσουν το διάλογο με την Τουρκία ακόμα και σε πολύ δυσκολότερες συνθήκες. Και η περίοδος Ερντογάν δεν είναι η χειρότερη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο Ερντογάν δεν έκανε εισβολή στην Κύπρο ούτε είχαμε επεισόδια σαν αυτά του 1987(Σισμίκ) και του 1996(Ίμια) στο Αιγαίο. Καλώς, λοιπόν, έρχεται. Μπορεί να μας θυμώνει η κατά καιρούς ρητορεία του, αλλά δεν έχουμε κανένα λόγο να νοσταλγούμε προκατόχους του σαν τον Ετζεβίτ, τον Ντεμιρέλ, την Τσιλέρ, τον Γιλμάζ κ.α.
Προτιμούμε τις «εξάρσεις» του Ερντογάν, με τη διαρκή ελπίδα να βγαίνει διαρκώς αληθινή η παροιμία «σκύλος που γαβγίζει δεν δαγκώνει»…