Μήνυμα για αλλαγές στη φορολογία από τον Γιάννη Στουρνάρα

Διαβάζεται σε 7'
O διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας
O διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας George Vitsaras / SOOC

Παρέμβαση για την ανάγκη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας αλλά και για συνολικές παρεμβάσεις στη φορολογία στέλνει ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.

Μήνυμα για την ανάγκη παρέμβασης για ένα πιο δίκαιο φορολογικό σύστημα και δη την ανάγκη για τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας αλλά την ενίσχυση της προοδευτικότητας των φορολογικών κλιμάκων, στέλνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, έχοντας εντάξει, στην έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, που παραδόθηκε χθες στον Πρόεδρο της Βουλής Ν. Κακλαμάνη, ειδική ανάλυση για το ζήτημα “της φορολογικής διάβρωσης”, της ουσιαστικής αύξησης της φορολογίας για τα εισοδηματικά “τεταρτημόρια” στα οποία ο πληθωρισμός και η γενικότερη πολιτική φέρνει αυξήσεις εισοδήματος.

Κι αυτό την ώρα που με βάση και δημόσιες αναφορές το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών τρέχει σενάρια για μια σειρά από παρεμβάσεις που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στην ΔΕΘ. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο οικονομικό επιτελείο εξετάζεται σοβαρά το ενδεχόμενο θέσπισης αυτόματης τιμαριθμοποίησης των φορολογικών κλιμακίων, ώστε να περιοριστούν οι στρεβλώσεις από την πληθωριστική πίεση ειδικά για εισοδήματα μεταξύ 20.000 και 40.000 ευρώ, που κινδυνεύουν να υπερφορολογηθούν εάν μετακινηθούν σε ανώτερο συντελεστή λόγω αυξήσεων αποδοχών.

Τι είναι φορολογική διάβρωση;

Στο φόντο αυτό η ΤτΕ παρεμβαίνει αναλύοντας στεκόμενη στην έννοια της φορολογικής διάβρωσης, “Η φορολογική διάβρωση (fiscal drag) αναφέρεται στην αύξηση των φορολογικών εσόδων που προκύπτει όταν η φορολογητέα βάση (π.χ. εισόδημα) αυξάνεται σε ονομαστικούς όρους, αλλά οι παράμετροι της φορολογικής νομοθεσίας (π.χ. φορολογικά κλιμάκια, εκπτώσεις/απαλλαγές) δεν αναπροσαρμόζονται αναλόγως. Αυτό οδηγεί σε αύξηση του μέσου αποτελεσματικού φορολογικού συντελεστή” αναφέρει η Έκθεση που σημειώνει ότι “το φαινόμενο αφορά κυρίως το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (ΦΕΦΠ) και έχει ιδιαίτερη σημασία για τη δημοσιονομική πολιτική, καθώς επηρεάζει: (1) τις προβλέψεις των φορολογικών εσόδων, (2) την εκτίμηση του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου, στο πλαίσιο των νέων δημοσιονομικών κανόνων, και (3) την κατανομή του εισοδήματος και κατά συνέπεια το βέλτιστο σχεδιασμό της φορολογίας.”

Με βάση την ΤτΕ, “ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού και ταχείας ονομαστικής ανόδου των εισοδημάτων, η φορολογική διάβρωση αυξάνει τη φορολογική επιβάρυνση χωρίς να ενισχύεται η πραγματική φοροδοτική ικανότητα των πολιτών”. Στο φόντο αυτό η ΤτΕ στοχεύει, όπως αναφέρει να αναλύσει το φαινόμενο της φορολογικής διάβρωσης στο σύστημα του ΦΕΦΠ στην Ελλάδα την περίοδο 2019-23,” προκειμένου να αναδειχθεί η σημασία της για το σχεδιασμό δίκαιων και αποτελεσματικών φορολογικών παρεμβάσεων.”

Έτσι, σε ειδική μελέτη που εντάσσει στην φετινή έκθεση Νομισματικής Πολιτικής, ο Γιάννης Στουρνάρας εστιάζει στην περίοδο 2019–2023, η Τράπεζα της Ελλάδος, όπου διαπιστώνει ότι η αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης δεν ήταν αποτέλεσμα αλλαγής νομοθεσίας, αλλά της μη προσαρμογής των φορολογικών κλιμακίων στον πληθωρισμό.

Χαρακτηριστικά, η ελαστικότητα του φόρου εισοδήματος -δηλαδή το πόσο αυξάνονται τα έσοδα για κάθε 1% αύξηση εισοδήματος- ενισχύθηκε από 1,8 το 2019 σε 2,0 το 2023.

Σύμφωνα με την έκθεση, το 70% της φορολογικής διάβρωσης το 2023 προήλθε από τη μετακίνηση φορολογουμένων σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια, έναντι μόλις 20% το 2019.

Η εξέλιξη της φορολογικής επιβάρυνσης

Όπως, χαρακτηριστικά, αναφέρει η ΤτΕ, η ελαστικότητα ΤΤΒ (ελαστικότητα ζήτησης ως προς την τιμή, είναι ένας οικονομικός όρος που περιγράφει την αντίδραση της ζήτησης ενός προϊόντος σε μεταβολές της τιμής του), “εμφανίζει διαφοροποιήσεις ανά εισοδηματικό δεκατημόριο, οι οποίες εντάθηκαν μετά τις μεταρρυθμίσεις της περιόδου 2019-23, μεταβάλλοντας τόσο το επίπεδό της όσο και τη σύνθεση των προσδιοριστικών της παραγόντων.”

Παράλληλα σημειώνει ότι “η σχετική συμβολή των μηχανισμών που επηρεάζουν την ελαστικότητα και το ύψος της διαφοροποιούνται σημαντικά κατά μήκος της εισοδηματικής κατανομής. Στο κατώτερο εισοδηματικό δεκατημόριο, η ελαστικότητα παραμένει χαμηλή, καθώς τα περισσότερα άτομα αυτής της κατηγορίας δεν έχουν φορολογική υποχρέωση. Αντίθετα, στα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά δεκατημόρια η ελαστικότητα είναι σημαντικά υψηλότερη”

Με βάση την ΤτΕ, “το 2019, αυτό εξηγείται κυρίως από τη σταδιακή μείωση των φορολογικών εκπτώσεων, οι οποίες επηρέαζαν τη συνολική φορολογική επιβάρυνση. Το 2023, η προοδευτικότητα της φορολογικής κλίμακας ανέλαβε κυρίαρχο ρόλο, καθώς η αύξηση των εισοδημάτων οδήγησε σε μετατόπιση των φορολογουμένων σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια” τονίζει η ΤτΕ και προσθέτει ότι:

“Τα στοιχεία δείχνουν ότι η αύξηση της ελαστικότητας μεταξύ 2019 και 2023 είναι ιδιαίτερα έντονη στα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, γεγονός που υποδηλώνει ότι η (θεωρητική) φορολογική διάβρωση εντάθηκε σε αυτές τις κατηγορίες φορολογουμένων. Στα υψηλότερα εισοδήματα η ελαστικότητα είναι χαμηλότερη, καθώς οι φορολογούμενοι είτε παραμένουν στα ίδια κλιμάκια είτε η επίδραση των εκπτώσεων καθίσταται αμελητέα.”

Παράλληλα, όπως αναφέρει η ΤτΕ, η φορολογική πολιτική από το 2019 στο 2023 οδήγησε σε ήπια μείωση του μέσου αποτελεσματικού φορολογικού συντελεστή, αποτυπώνοντας την ελάφρυνση του πραγματικού φορολογικού βάρους που υφίστανται τα φυσικά πρόσωπα, χωρίς να σημειωθεί απώλεια φορολογικών εσόδων.

Συγκεκριμένα, ο μέσος αποτελεσματικός συντελεστής φορολόγησης των εισοδημάτων φυσικών προσώπων υποχώρησε οριακά κατά 0,15 ποσ. μον. σε 8,7%. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά τη θετική επίδραση της φορολογικής πολιτικής της περιόδου, καθώς η πλήρης αντιστάθμιση της δυνητικής φορολογικής διάβρωσης -μέσω των μεταρρυθμίσεων -οδήγησε σε μείωση του φορολογικού βάρους, χωρίς να υπονομευθεί η φορολογική απόδοση του συστήματος, η οποία επωφελήθηκε από την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων” αναφέρει η ΤτΕ, που προσθέτει ότι “εκτιμάται ότι οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις της περιόδου 2019-23 (κυρίως η αναμόρφωση της φορολογικής κλίμακας, η μείωση των συντελεστών και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών), συγκριτικά με τα εναλλακτικά σενάρια που εξετάστηκαν, ενίσχυσαν περισσότερο την αναδιανεμητική ικανότητα του φορολογικού συστήματος, ενδυναμώνοντας τον προοδευτικό του χαρακτήρα και περιορίζοντας την ανισότητα.”

Μάλιστα, η ΤτΕ αναφέρει ότι “η αυξημένη προοδευτικότητα μεταφράζεται σε πιο δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους, καθώς η επιβάρυνση αυξάνεται αναλογικά περισσότερο για τα υψηλά εισοδήματα, ενισχύοντας την αναδιανεμητική λειτουργία του συστήματος και συμβάλλοντας ουσιαστικά στη μείωση των ανισοτήτων μετά τη φορολογία.”

Συμπεράσματα

Στο πλαίσιο αυτό στην έκθεσή του ο Γιάννης Στουρνάρας επισημαίνει ότι “η φορολογική διάβρωση αποτελεί κρίσιμο ζήτημα για τη δικαιοσύνη και τη βιωσιμότητα της φορολογικής πολιτικής, καθώς οδηγεί σε αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης χωρίς αντίστοιχη βελτίωση της φοροδοτικής ικανότητας των φορολογουμένων. Ως εκ τούτου, το φαινόμενο της φορολογικής διάβρωσης έχει σημαντικές επιπτώσεις για τη δίκαιη κατανομή του φορολογικού βάρους, ιδιαίτερα όταν τα εισοδήματα αυξάνονται σε ονομαστικούς όρους λόγω πληθωρισμού χωρίς αντίστοιχη ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης.”

Με βάση τα όσα αναφέρονται, “η φορολογική πολιτική που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα την περίοδο 2019-23 κατάφερε να αντισταθμίσει πλήρως τις επιπτώσεις της φορολογικής διάβρωσης, μειώνοντας το πραγματικό φορολογικό βάρος, διατηρώντας παράλληλα τη σταθερότητα των εσόδων και συμβάλλοντας στη μείωση της εισοδηματικής ανισότητας περισσότερο σε σχέση με εναλλακτικά σενάρια τιμαριθμοποίησης των φορολογικών παραμέτρων.

Συνολικά, η φορολογική διάβρωση μπορεί να έχει σημαντικές επιδράσεις στην είσπραξη φορολογικών εσόδων, στους μέσους φορολογικούς συντελεστές και στην κατανομή του εισοδήματος, με κρίσιμες συνέπειες για την ανισότητα και το βέλτιστο σχεδιασμό της φορολογίας.”

Επιπλέον στην Έκθεσή της η ΤτΕ τονίζει ότι, “με δεδομένο τον περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο, οι ιθύνοντες χάραξης πολιτικής καλούνται να επιτύχουν κατάλληλη ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των φορολογουμένων και της διατήρησης των φορολογικών εσόδων. Η ποσοτικοποίηση της φορολογικής διάβρωσης και η ενσωμάτωσή της στην κατάρτιση μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στρατηγικών μπορούν να βελτιώσουν την ακρίβεια των προβλέψεων εσόδων και το σχεδιασμό πιο στοχευμένων παρεμβάσεων πολιτικής.

Ταυτόχρονα, οι μηχανισμοί που επηρεάζουν τη φορολογική διάβρωση κατά μήκος της εισοδηματικής κατανομής επιβάλλουν την υιοθέτηση ευέλικτων προσεγγίσεων. Η διαπίστωση αυτή είναι κρίσιμη για το σχεδιασμό ή μη πολιτικών τιμαριθμοποίησης των φορολογικών παραμέτρων.

Η πρόσφατη εμπειρία στην Ελλάδα καταδεικνύει ότι η ενίσχυση της προοδευτικότητας της φορολογικής πολιτικής μπορεί να εξουδετερώσει τη φορολογική διάβρωση, συμβάλλοντας παράλληλα σε μια δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών και σε βελτίωση της εισπραξιμότητας των φόρων’ καταλήγει η ΤτΕ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα