Νέο “πράσινο” καπέλο στα καύσιμα από το 2027

Διαβάζεται σε 6'
Νέο “πράσινο” καπέλο στα καύσιμα από το 2027
INTIME

Η Ε.Ε. και με την απόφασή της στο ΣΕΔΕ II (Συστήματα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών) που αφορά την επίτευξη των στόχων μείωσης του διοξειδίου του άνθρακα και επιβαρύνει από την 1η Ιανουαρίου του 2027, το κόστος όλων των ορυκτών καυσίμων.

Νέες επιβαρύνσεις έρχονται στις τιμές των καυσίμων από το 2027 ένεκα των ρυθμιστικών κανόνων που επιβάλλει η ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, με βάση όσα ανέφερε ο Γιάννης Αληγιζάκης, πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΛΙΝΟΙΛ και πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος (ΣΕΕΠΕ), μιλώντας στη γενική συνέλευση της εταιρείας του, με βάση το ΣΕΔΕ II (Συστήματα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της ΕΕ) που αφορά την επίτευξη των στόχων  μείωσης του διοξειδίου του άνθρακα  που έχει βάλει η ΕΕ, θα υπάρξει από την 1η Ιανουαρίου του 2027, επιβάρυνση στο κόστος όλων των ορυκτών καυσίμων που αφορούν οδικές μεταφορές, θέρμανση και μικρές – μεσαίες βιομηχανίες.

Με βάση τη σημερινή εκτίμηση της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπών, στα προϊόντα βενζίνης, η εκτίμηση παραπέμπει σε μια επιβάρυνση 102 ευρώ ανά κυβικό, στο πετρέλαιο κίνησης 113 ευρώ ανά κυβικό και στο μαζούτ 140 ευρώ ανά κυβικό.

Συνολικά, με μια υπόθεση ότι κόστος των δικαιωμάτων είναι περίπου στο 45 ευρώ ο τόνος κι εάν η κατανάλωση το 2027 στα καύσιμα είναι ίδια με σήμερα, αλλά  και οι τιμές ανάλογες με τις σημερινές, η εκτίμηση για τη συνολική επιβάρυνση των καταναλωτών ανέρχεται στα 800 εκατ..

Αυτό που παρατηρούμε σήμερα, είναι ότι η ενεργειακή πολιτική που ακολουθεί η Ε.Ε., δεν θα μπορέσει να προστατεύσει τους καταναλωτές από τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις.  Και αναφέρομαι στον Έλληνα καταναλωτή” τόνισε μιλώντας στη Γ.Σ. της ΕΛΙΝΟΙΛ ο κ. Αληγιζάκης.

“Συγκεκριμένα,”, όπως είπε, “έρχεται η Ε.Ε. και με την απόφασή της στο ΣΕΔΕ II (Συστήματα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών) που αφορά την επίτευξη των στόχων μείωσης του διοξειδίου του άνθρακα και επιβαρύνει από την 1η Ιανουαρίου του 2027, το κόστος όλων των ορυκτών καυσίμων που αφορούν οδικές μεταφορές, θέρμανση και μικρές – μεσαίες βιομηχανίες, με ένα ποσό περίπου 45 ευρώ, το οποίο αποτελεί την σημερινή εκτίμηση της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπών.

Η μια οπτική είναι ότι σωστά το αποφασίζει διότι, με τον τρόπο αυτό θα μειωθεί η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων”.

Νάρκη στην ανταγωνιστικότητα

Ο κ. Αληγιζάκης περιέγραψε και το πώς η νέα αυτή επιβάρυνση θα επηρεάσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Όμως, αυτό σημαίνει ότι τα καύσιμα στην Ελλάδα που είναι ήδη επιβαρυμένα με τους υψηλότερους φόρους στην Ε.Ε. και δασμούς που αποτελούν το 60% της αξίας, θα επιβαρυνθούν με ένα ακόμα υψηλό ποσό που θα επιβαρύνει τον Έλληνα καταναλωτή, αλλά θα μειώσει και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Διότι πρέπει να προβληματισθούμε, εάν με μια αύξηση 120 ευρώ στο μετρικό τόνο (DK) από 1-1-2027, θα επηρεασθούν και πόσο οι ελληνικές εξαγωγές και εάν και με ποιο τρόπο ο Έλληνας καταναλωτής που θα επιβαρυνθεί συνολικά, με βάσει τις σημερινές του αγορές, κατά 800 εκατομμύρια ετησίως, θα μπορεί να ανταπεξέλθει;

Σε αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι με βάση τους στόχους που έχει αναλάβει η ελληνική Πολιτεία μέσω του ΕΣΕΚ για την μείωση του αερίου του θερμοκηπίου, με μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων, οι εταιρείες εμπορίας θα κληθούν να πληρώνουν πρόστιμο συνολικού ύψους για τον Κλάδο της τάξης των 50 εκατομμυρίων ετησίως, διότι είναι ανέφικτο να προχωρήσουν σε ενέργειες που θα μειώσουν την κατανάλωση μιας αγοράς που ούτως η αλλιώς, θα μειώνεται στα επόμενα χρόνια. 

Πραγματικά αναρωτιέται κάποιος, γιατί ένας τόσο σημαντικός Κλάδος που η κάθε χώρα θα πρέπει να αποβλέπει στην διατήρηση και την ενίσχυσή του, ώστε να διασφαλισθεί και η ενεργειακή αυτάρκεια και ο ενεργειακός εφοδιασμός της χώρας, αλλά και όλα τα σχέδια της Ελλάδος για πράσινη μετάβαση, ώστε να εκπληρωθούν οι στόχοι της κλιματικής αλλαγής, αντιμετωπίζεται με αυτόν τον τρόπο και με αυτήν την οπτική.”

Βεβιασμένες αποφάσεις

Ο  κ. Αληγιζάκης περιέγραψε μια κατάσταση μη ρεαλιστικής προσέγγισης για την πράσινη μετάβαση, που κυριαρχεί στις Βρυξέλλες.

Η απαλλαγή από τον άνθρακα, που πρέπει να είναι στρατηγικός στόχος της επόμενης δεκαετίας, θα πετύχει μόνο αν συνδυαστεί με ισχυρή ανταγωνιστικότητα.

Φοβάμαι, ότι δεν υπάρχει ρεαλισμός στην πράσινη μετάβαση από πλευράς Ε.Ε.  

Η ενεργειακή πολιτική της Ε.Ε. στοχεύει σε μια υπερβολικά ταχεία και ανοργάνωτη, πράσινη μετάβαση που τελικά και δεν θα λύσει τα προβλήματα και θα δημιουργήσει νέα.

Εν` όψει ενός ολοένα και πιο ασταθούς διεθνούς περιβάλλοντος, επιβάλλεται η αναθεώρηση της σημερινής ενεργειακής πολιτικής που ακολουθεί η Ε.Ε. με επανακαθορισμό των στόχων για την σύνθεση του ενεργειακού μίγματος.

Η πράσινη στροφή της Ευρώπης πρέπει να γίνει με σύνεση, λογική και κυρίως με γνώμονα την βιωσιμότητα των εταιριών που θα κληθούν να την υλοποιήσουν. 

Τα μέτρα που εξαγγέλλονται, στην πλειοψηφία τους απειλούν την βιωσιμότητα των εταιριών μεσοπρόθεσμα.  Μέτρα που σχεδιάζονται από ένα γραφείο, χωρίς καμία επαφή με την αγορά, δεν είναι ούτε ρεαλιστικά, ούτε ωφέλιμα. 

Εάν δεν παρέχει, είτε η Ε.Ε. είτε η Ελληνική Πολιτεία, αποτελεσματικές και ρεαλιστικές λύσεις στα ζητήματα αυτά, πολύ φοβάμαι ότι οποιαδήποτε επένδυση στην απαλλαγή του διοξειδίου άνθρακα στην Ευρώπη, καθίσταται μη βιώσιμη.

Αλλά αυτό πιστεύω, ότι είναι ένα καίριο ερώτημα που οφείλει να απασχολήσει και να απαντηθεί από την ίδια την Πολιτεία.

Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση για τις αποφάσεις που θα πάρει, είναι, να είναι η ίδια η Πολιτεία διατεθειμένη να κατανοήσει και να αναγνωρίσει την σημασία του ρόλου των εταιριών εμπορίας, και στην συνέχεια να προχωρήσει σε ενέργειες και αποφάσεις που θα αφορούν την λειτουργία της Εσ. Αγοράς και τις συμφωνίες με την Ε.Ε.’’ τόνισε ο κ. Αληγιζάκης εκφράζοντας ένα συνολικό προβληματισμό.

Το μέλλον του Κλάδου

Παράλληλα, ο πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΛΙΝΟΙΛ και πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος (ΣΕΕΠΕ), μιλώντας στη γενική συνέλευση της εταιρείας του για τη στάση της πολιτείας απέναντι στον κλάδο της εμπορίας πετρελαιοειδών, τόνισε ότι τον αντιμετωπίζει ως «μεσάζοντα» ή «χονδρέμπορα» που λειτουργεί κερδοσκοπικά, αγνοώντας τις ευθύνες που έχει αναλάβει για τον εφοδιασμό όλης της Χώρας, για όλες τις οικονομικές δραστηριότητες που απαιτεί τεχνογνωσία και τεράστια κεφάλαια σε υποδομές, τη συνεισφορά σε δασμούς για την εφαρμογή της δημόσιας πολιτικής και τη σημασία του για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας.

Ωστόσο, ο κλάδος εμπορίας είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τον ομαλό εφοδιασμό, με υγρά και στερεά καύσιμα όλης της χώρας, προκειμένου να κινηθεί όλη η οικονομία της χώρας που απασχολεί άμεσα, ή έμμεσα, πάνω από 100.000 εργαζομένους και προσφέρει 5-6 δισ. δασμούς τον χρόνο στην ελληνική οικονομία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα