Γιώργος Σταθάκης: Η κλιματική κρίση και ο μονόδρομος της πράσινης μετάβασης

Διαβάζεται σε 12'
Γιώργος Σταθάκης: Η κλιματική κρίση και ο μονόδρομος της πράσινης μετάβασης
AP Photo/Peter Dejong

Η πράσινη μετάβαση, επειδή κινδυνεύει να αποτελέσει μία νέα μορφή κοινωνικού αποκλεισμού, πρέπει πρωτίστως να είναι «κοινωνικά δίκαιη». Για το λόγο αυτό δεν είναι μία υπόθεση αποκλειστικά της αγοράς.

Υπάρχει κλιματική κρίση ή υπερθέρμανση του πλανήτη; Αυξάνεται η εκπομπή ρύπων; Είναι τελικά ανθρωπογενής η κλιματική κρίση; Υπάρχει πιθανότητα αντίστροφης αυτής της κατάστασης;

Η απάντηση βρίσκεται στην εξέταση των δημογραφικών και οικονομικών δεδομένων των τελευταίων 50 με 100 χρόνων. Τα περιβαλλοντικά τα λένε και τα γράφουν άριστα οι γνώστες.

Η έκρηξη του παγκόσμιου πληθυσμού

Το 1800 ο πληθυσμός της γης ήταν μόλις 1 δις, το 1900 ήταν 2 δις, το 1950 ήταν  2,5 δις, το 1970 σχεδόν 4 δις και το 2000 έφθασε σχεδόν τα 8 δις. Κοινώς μιλάμε για «πληθυσμιακή έκρηξη».

Σήμερα είναι 8,3 δις. Υπάρχει εμφανής «επιβράδυνση». Θα ακολουθήσει η περίφημη «δημογραφική κρίση». Η Ευρώπη θα έχει σημαντική μείωση του πληθυσμού, το ίδιο και η  Ιαπωνία, η Ρωσία, η Κίνα, λίγο αργότερα η Ινδία κ.ο.κ. Ακόμα και η Αφρική που έχει τον πιο νεανικό πληθυσμό (ο μέσος όρος ζωής εκτινάχθηκε  από τα 45 στα 65 χρόνια), προβλέπεται να ακολουθήσει.

Η «πληθυσμιακή έκρηξη» οφείλεται στη μείωση της παιδικής θνησιμότητας, την αντιμετώπιση των επιδημιών, την επιμήκυνση του μέσου όρου ζωής και φυσικά στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης για μεγάλες ομάδες του παγκόσμιου πληθυσμού. Η «δημογραφική κρίση» οφείλεται στη μείωση του συντελεστή γεννήσεων κάτω από το 2.

Η εκθετική ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας

Αν από το 1970, ο πληθυσμός διπλασιάστηκε, η παγκόσμια οικονομία εξαπλασιάστηκε. Το παγκόσμιο ΑΕΠ, σε σταθερές τιμές, ήταν 17 μονάδες το 1970, 33 το 1990 και 105 το 2024. Το παγκόσμιο κατά κεφαλή ΑΕΠ τριπλασίαστηκε από 4 σε 12 χιλιάδες δολάρια. Ποτέ ο κόσμος δεν βίωσε τόσο «εξωφρενική» οικονομική ανάπτυξη. Και άλλαξε ραγδαία τον 21ο αιώνα.

Τον 20ο αιώνα, υπήρχαν τρεις διακριτοί κόσμοι. Ο «Πρώτος» (ΗΠΑ και Δυτική Ευρώπη), όπου το βιομηχανικό σύστημα λειτουργούσε ως μεικτή οικονομία αγορών και κράτους. Ο «Δεύτερος» (Σοβιετική Ένωση και σοσιαλιστικές χώρες) όπου το βιομηχανικό σύστημα ήταν κρατικό. Και ο «Τρίτος Κόσμος» που βρισκόταν σε βαθιά «υπανάπτυξη», με ελάχιστες εξαιρέσεις, εξουθενωμένος από 450 χρόνια αποικιοκρατίας και ιμπεριαλισμού. Επρόκειτο για αγροτικές κοινωνίες εντός της «παγίδας της φτώχειας», με ληστρικές εξαγωγές (αγροτικών προϊόντων και πρώτων υλών) προς τον Πρώτο Κόσμο. Ταυτόχρονα οι παραδοσιακά πολυπληθείς και ισχυρές ιστορικά οικονομίες (Ινδία και Κίνα) είχαν ισοπεδωθεί από τον Βρετανικό ιμπεριαλισμό.

Το 1960 έχουμε το τέλος της αποικιοκρατίας και την κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου, του ανταγωνισμού δηλαδή των δύο υπερδυνάμεων για «σφαίρες επιρροής» στον Τρίτο Κόσμο. Το 1990 ο αιώνας έκλεισε απότομα με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Η άνοδος χωρών του Τρίτου Κόσμου

Ακολούθησε η φάση της «νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης» με την απελευθέρωση των χρηματαγορών και του διεθνούς εμπορίου. Από το 1990 και μετά, ο αναπτυσσόμενος κόσμος, ο πάλαι ποτέ «Τρίτος Κόσμος» αναπτύσσεται ταχύτερα από τον «Πρώτο», αν όχι όλος, μεγάλο τμήμα του.

Ο «Δεύτερος Κόσμος» εξαφανίστηκε. Η Σοβιετική Ένωση ήταν η δεύτερη οικονομία του κόσμου (15% του παγκόσμιου ΑΕΠ)  το 1970. Η Ρωσία σήμερα είναι μόλις το 2%.

Ο Πρώτος Κόσμος είδε το ειδικό του βάρος να μειώνεται συνεχώς. Οι ΗΠΑ σήμερα είναι στο 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Στην ακμή τους ήταν το 50%, και το 1970 ήταν στο 35%. Αναμφίβολα παραμένει η πιο «πλούσια οικονομία». Η διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ήταν ισοδύναμη με τις ΗΠΑ, χάνει συνεχώς και είναι στο 17%.

Η Κίνα από 1,7% το 1980 έφθασε στο 23% της παγκόσμιας οικονομίας σήμερα.

Οι τρεις οικονομικοί πόλοι (ΗΠΑ, Κίνα, Ε.Ε.) κυριαρχούν. Εντούτοις είναι εντυπωσιακή η άνοδος των ασιατικών οικονομιών (Ινδονησία Σιγκαπούρη Μαλαισία, Νότια Κορέα, Βιετνάμ, Ινδία), της Λατινικής Αμερικής (Βραζιλία, Χιλή, Κολομβία, Μεξικό) και πολλών άλλων. Και στη γειτονιά μας, της Τουρκίας, που η οικονομία της τετραπλασιάστηκε μέσα σε 20 χρόνια, με εντυπωσιακή βιομηχανική και τεχνολογική ανάπτυξη.

Η αναδίπλωση των ΗΠΑ και της Βρετανίας

Σε μία ακόμα «ειρωνική στροφή της Ιστορίας», οι δύο πρωτεργάτες της παγκοσμιοποίησης (ΗΠΑ, Βρετανία) και φυσικά της νεοφιλελευθερισμού (Θάτσερ, Ρήγκαν), αναδιπλώθηκαν και στράφηκαν στον απομονωτισμό (Brexit, Τραμπ). Απέδωσαν την οικονομική παρακμή τους στους μετανάστες, τις γραφειοκρατίες (Βρυξελών, Βαθύ Κράτος της Ουάσιγκτον), την «παραβίαση» των κανόνων του ελεύθερου εμπορίου από την Κίνα, και την «κοινωνική παρακμή» που παράγει ο πολιτικός και κοινωνικός «φιλελευθερισμός», ο λεγόμενος δικαιωματικός ή woke κουλτούρα του πάλαι ποτέ Κέντρου και της Αριστεράς.

Η «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» (συν η «Λευκή Φυλή») έγινε το οχυρό μιας οικονομικής αναδίπλωσης σε ένα κόσμο που άλλαξε για πάντα. Οι Βρετανοί, «πήραν τη χώρα τους πίσω» και οι αμερικανοί θέλουν να «Κάνουν την Αμερική Μεγάλη Ξανά» απελευθερώνοντας την από τους «τον υπόλοιπο κόσμο», που τους εκμεταλεύεται. Κανονική τρέλα!!! Οι παγκόσμιες οικονομικές υπερδυνάμεις του 19ου (Βρετανία) και του 20ου αιώνα (Pax Americana), κοιτούν στο απώτερο «παρελθόν» και μοιρολογούν πάνω στην «χαμένη τους νιότη».  Αρνούνται να ασκήσουν πολιτική με βάση τη νέα πραγματικότητα.

Ο κόσμος σήμερα δεν έχει καμία σχέση με τον κόσμο του 20ου αιώνα και πολλοί, Δεξιά και Αριστερά. εξακολουθούν να τον βλέπουν με τη στατική ματιά του παρελθόντος.

Η διάχυση του βιομηχανικού συστήματος

Το τεχνολογικό κενό, ανάμεσα στο πάλαι ποτέ Πρώτο και Τρίτο κόσμο, μειώθηκε σημαντικά με τη διάχυση του βιομηχανικού και αγροτικού συστήματος σε μεγάλες περιοχές του Τρίτου Κόσμου. Το ίδιο είχε συμβεί και στην πρώτη περίοδο της παγκοσμιοποίησης (1880-1910), όταν υπήρξε η διάχυση του βιομηχανικού μοντέλου από τη Βρετανία σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης και τις ΗΠΑ. Σήμερα με τη μείωση του τεχνολογικού κενού, όλο και πιο σημαντικό ρόλο παίζει το μέγεθος του πληθυσμού και της «εργασίας». Το «κεφάλαιο» και η «τεχνολογία» διαχέονται με μεγαλύτερη ευκολία.

Κοινώς ο παγκόσμιος καταμερισμός της εργασίας βίωσε τεράστιες μεταλλάξεις. Η Κίνα έγινε όχι μόνο το «εργοστάσιο του κόσμου», αλλά και μία τεχνολογική δύναμη που «κοιτά τη Δύση στα μάτια». Το Βιετνάμ, έγινε, δίπλα στη βιομηχανική δυναμική του, ο δεύτερος παραγωγός καφέ στον κόσμο μετά τη Βραζιλία. Το μοντέλο της εντατικής γεωργίας, -καταστροφικό για το περιβαλλλον, τρέφει σήμερα διπλάσιο πληθυσμό παγκοσμίως. Τα μεγέθη άλλαξαν. Η Κίνα σήμερα παράγει 30 εκατομμύρια αυτοκίνητα το χρόνο για την εσωτερική αγορά της, όσο οι ΗΠΑ, η Ευρώπη και η Ιαπωνία μαζί. Ο κόσμος κοινώς δεν γυρίζει πίσω.

Η μείωση της απόλυτης φτώχειας

Εν μέσω αυτής της μεγάλης ανάπτυξης μειώθηκε η παγκόσμια φτώχεια. Στην Κίνα και την Ινδία 1,1 δις ανθρώπων πέρασαν το κατώφλι της απόλυτης φτώχειας. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, από τα 8 δις, τα 4 δις έχουν ικανοποιητική πρόσβαση σε στέγη, τροφή και βασικές υπηρεσίες εκπαίδευσης και υγείας. Τα 3 δις βρίσκονται στην εισοδηματική κατηγορία της στοιχειώδους κάλυψης των αναγκών, χωρίς όμως επαρκή κοινωνική κάλυψη. Το 1 δις ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας (κάτω από 3 δολάρια τη μέρα). Τα δύο τρίτα είναι στην Υποσαχάρια Αφρική.

Το 1800 σε συνθήκες ακραίας φτώχειας ζούσε το 80% του παγκόσμιου πληθυσμού Το 1990 το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε με λιγότερο από 7 δολάρια τη μέρα. Σήμερα έχει μειωθεί στο 30%.

Οι κοινωνικές ανισότητες

Εντούτοις  οι κοινωνικοί δείκτες της Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ συγκλίνουν σε ένα απλό δεδομένο. Οι κοινωνικές ανισότητες είναι και παραμένουν το πιο σημαντικό θέμα στις σημερινές κοινωνίες, τόσο στις ανεπτυγμένες, όσο και τις αναπτυσσόμενες. Η οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων 30 χρόνων, όσο εντυπωσιακή και να είναι, συνδέεται με αύξηση των ανισοτήτων παντού. Οφελειμένο είναι με εντυπωσιακή διαφορά το πλουσιότερο κομμάτι, όπου η «συσσώρευση πλούτου» εκεί έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο όριο. Οι ενδιάμεσες τάξεις είναι στάσιμες στις ανεπτυγμένες και βελτιωμένες στις ανατυσσόμενες οικονομίες. Λιγότερο ωφελειμένη είναι η πλειοψηφία των εργατικών και εργαζόμενων τάξεων. Κοινώς η ανάπτυξη φέρει το βαρύ αποτύπωμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που κυριάρχησαν την περίοδο αυτή.

Η κλιματική κρίση

Το βιομηχανικό σύστημα είναι ταυτισμένο με την «καταστροφή του περιβάλλοντος». Και η κύρια πηγή μόλυνσης του περιβάλλοντος είναι οι υδρογονάνθρακες, -άνθρακας πετρέλαιο, φυσικό αέριο. Είναι κοινώς οι ρύποι CO2 που παράγονται κατά τη χρήση τους. Αυτοί δημιουργούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και ευθύνονται για την υπερθέρμανση του πλανήτη και την αύξηση της θερμοκρασίας. Ακολουθούν τα απόβλητα, η χημική βιομηχανία και πληθώρα άλλων.

Η πρόσφατη διεθνής ανάπτυξη συνοδεύτηκε από την επέκταση αυτού που λέμε «καταναλωτικό μοντέλο του δυτικού κόσμου», το οποίο συνδέεται επιπρόσθετα με την μαζική μετανάστευση του πληθυσμού από τον αγροτικό στον αστικό χώρο. Και είναι προφανές: κατοικία – διαμέρισμα με θέρμανση/ψύξη, αυτοκίνητο ως βασικό μέσο μεταφοράς, κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών, τουρισμός. Η κατανάλωση έχει φυσικά ταξικό πρόσημο (το πλουσιότερο 1% προκαλεί το 30% των ρύπων της συνολικής κατανάλωσης των νοικοκυριών στις ΗΠΑ). Αλλά το μοντέλο παραμένει ίδιο.

Αυτό το μοντέλο έχει τρεις ισοδύναμους «πυλώνες παραγωγής ρύπων»: κατοικία, μεταφορές-αυτοκίνητο, και βιομηχανική-αγροτική παραγωγή. Ο τέταρτος πυλώνας είναι η ίδια η παραγωγή ενέργειας.

Ποια είναι η κατάσταση σήμερα; Απλά σοκαριστική!!! Η κάθε μορφής ενέργεια που δαπανά η παγκόσμια οικονομία καλύπτεται κατά 92% από υδρογονάνθρακες και μόλις κατά 8% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Για την ακρίβεια ποτέ ο κόσμος δεν κατανάλωνε τόσο πολύ πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα, όσο σήμερα.

Εν κατακλείδι, ζούμε μία πρωτόγνωρη οικολογική καταστροφή, με την επιτάχυνση μιας διαδικασίας που ξεκίνησε με τη βιομηχανική επανάσταση, αλλά επιταχύνθηκε με τη δημογραφική και οικονομική έκρηξη. Η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη καταγράφεται ήδη στον 1,5 βαθμό. Για να σταματήσει στο 1,5, όχι να μειωθεί, χρειάζεται να εξαφανιστεί η χρήση υδρογονανθράκων.

Η Συμφωνία του Παρισιού του 2015

Το 2015, 195 χώρες συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι και δεσμεύτηκαν για το εξής: ότι το 2050 θα μηδενίσουν την παραγωγή ρύπων εξοβελίζοντας οριστικά τη χρήση υδρογονανθράκων. Συνεπώς η μοναδική και η αποκλειστική πηγή ενέργειας θα είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Για τα πάντα: την κατοικία, τις μεταφορές, τη γεωργία, τη βιομηχανία, την παραγωγή ενέργειας. Ενδιάμεσος στόχος είναι το 2030, όπου οι ρύποι θα πρέπει να έχουν μειωθεί σε σχέση με το έτος βάσης, το 1990, κατά 50%. Και επιπρόσθετα η Συμφωνία προέβλεπε οι πιο πλούσιες και ρυπογόνες χώρες να γίνουν αρωγοί της πράσινης μετάβασης των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών.

Η πράσινη μετάβαση στην Ευρωπαική Ένωση

Η Ευρώπη υιοθέτησε, το 2018, τους στόχους του Παρισιού. Έφτιαξε ειδικές στρατηγικές για την αγροτική οικονομία («από το χωράφι στο πιάτο»), για το «πρασίνισμα» της βιομηχανίας, των μεταφορών (μόνο ηλεκτρικά αυτοκίνητα μετά το 2035),  για την κατοικία (εξοικονόμηση ενέργειας, νέες τεχνολογίες θέρμανσης) και για την «αναβίωση της φύσης» σε περιοχές που έχουν καταστραφεί. Ενθάρρυνε την εγκατάσταση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, με το διπλασιασμό η τριπλασιασμό τους μέχρι το 2030. Μόνο που δεν υπάρχουν ακόμα ικανοποιητικές τεχνολογίες «αποθήκευσης ενέργειας». Για το λόγο αυτό η Ευρώπη επέλεξε το φυσικό αέριο ως προσωρινό «μεταβατικό καύσιμο». 

Αυτή η στρατηγική κατέρρευσε με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Διότι η εξάρτηση από το φυσικό αέριο της Ρωσίας έγινε προβληματική και το αμερικανικό LNG  δεν αρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της Ευρώπης. Μαζί δοκιμάζεται και η στρατηγική της «διαφοροποίησης των πηγών φυσικού αερίου» (Αζερμπαιτζάν, Νορβηγία, Ανατολική Μεσόγειος).  Οι αγρότες ξεσηκώθηκαν με την αύξηση των τιμών ενέργειας. Η δομή των αγορών ενέργειας που είχε φτιαχτεί για να προωθηθούν οι ΑΠΕ (αγορά ρύπων, χρηματιστήριο ενέργειας, tatget model) μετατράπηκαν σε πεδία κερδοσκοπίας και η Κομισιόν σήκωσε τα χέρια. Πρακτικά είπε στις χώρες να αναζητήσουν «εθνικές λύσεις».  

Μαύρα σύννεφα

Υπό αυτές συνθήκες έχουμε σημαντική επιβράδυνση της πράσινης μετάβασης στην Ευρώπη, αποχώρηση των ΗΠΑ (με την επανεκλογή Τραμπ) και μένει η Κίνα. Η Κίνα έχει πλέον την τεχνολογική υπεροχή σχεδόν στα πάντα (ηλεκτρικά αυτοκίνητα, μπαταρίες, φωτοβολταϊκά, αιολικά, ενεργειακά δίκτυα, αποθήκευση ενέργειας) και λογικά θα συνεχίσει να τα αξιοποιεί, αν και σήμερα είναι η πιο ρυπογόνα οικονομία (κυρίως λόγω άνθρακα). Ταυτόχρονα πολλές άλλες χώρες είναι διστακτικές να εγκαταλείψουν το φτηνό άνθρακα ή να προβούν στην κοστοβόρα μετάβαση στις ΑΠΕ.

Σ’ όλα αυτά προστέθηκε και το Rearm της Ευρώπης, όπου διεκδικεί πόρους της τάξης του 2-4% του ευρωπαικού ΑΕΠ, όσους θεωρητικά θα δέσμευε η πράσινη μετάβαση.

Κατά παράδοξο τρόπο, μόλις προχθές, η Ευρωπαική Ένωση έθεσε ακόμα πιο ψηλούς στόχους για την πράσινη μετάβαση. Το 2040, να έχουμε καλύψει το 90% των στόχων. Χωρίς τη χρήση πόρων. Ίσως επενδύει στην αμφίβολη ιδέα ότι η κινητοποίηση των κοινωνιών θα επιταχύνει την πράσινη μετάβαση.

Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει επιστροφή. Η οικολογική καταστροφή είναι τόσο μεγάλη που κάθε απόκλιση από το στόχο σημαίνει ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη θα φτάσει τους 2 βαθμούς, που τα επιστημονικά μοντέλα περιγράφουν ως εφιαλτικά για την αλλαγή του κλίματος. Καιρός για δράση λοιπόν.

Χρειαζόμαστε πράσινες πολιτικές παντού, στην κατοικία, τις μεταφορές και την παραγωγή. Και φυσικά στην παραγωγή ενέργειας αποκλειστικά από ΑΠΕ, με επιτάχυνση της αποθήκευσης και ενίσχυση των δικτύων μεταφοράς ενέργειας. Η πράσινη μετάβαση, επειδή κινδυνεύει να αποτελέσει μία νέα μορφή κοινωνικού αποκλεισμού, πρέπει πρωτίστως να είναι «κοινωνικά δίκαιη». Για το λόγο αυτό δεν είναι μία υπόθεση αποκλειστικά της αγοράς.

Είναι υπόθεση της κοινωνίας, των τοπικών κοινωνιών, των ομάδων που πρέπει να γίνουν κοινωνοί και οικονομικά υποκείμενα (ενεργειακές κοινότητες) αυτής της μετάβασης. Τα οικονομικά και τεχνολογικά δεδομένα είναι εκεί. Είναι υπόθεση των Δήμων, των Περιφερειών και των Κυβερνήσεων. Αρκεί να «πολιτικοποιήσουμε» το νέο κύκλο βιωσιμότητας των πόλεων, της παραγωγής και της κατανάλωσης αγαθών και υπηρεσίων. Ο μονόδρομος είναι μονόδρομος. «Πόλεμος θέσεων» χρειάζεται για την πράσινη μετάβαση, με την κοινωνία παρούσα, χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς, με σχέδιο και με «ακραίες» θέσεις κατά της «κατανάλωσης υδρογοναναθράκων» παντού. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.

Ο Γιώργος Σταθάκης είναι πρώην υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Η ομιλία δόθηκε στο πλαίσιο συζήτησης στο Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα