Η γλώσσα του σώματος στην υπηρεσία της εγκληματολογίας
Διαβάζεται σε 4'
Συχνά τα σώματα “μιλούν” πιο δυνατά από τις λέξεις. Πώς η μη λεκτική επικοινωνία συμβάλλει στην εξιχνίαση εγκλημάτων.
- 27 Αυγούστου 2025 06:21
Η εγκληματολογία είναι μια επιστήμη που βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη, καθώς καλείται να αποκωδικοποιήσει όχι μόνο τις πράξεις, αλλά και τα κίνητρα, τις συμπεριφορές και τα ψυχολογικά μοτίβα των δραστών. Στον πυρήνα αυτής της προσπάθειας, η γλώσσα του σώματος και γενικότερα η μη λεκτική επικοινωνία αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία.
Η επιστήμη της επικοινωνίας δεν περιορίζεται στις λέξεις. Αντίθετα, οι χειρονομίες, οι εκφράσεις του προσώπου, η στάση του σώματος, ο τόνος και ο ρυθμός της φωνής —η λεγόμενη παραγλώσσα— μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμα στοιχεία για τον ειδικό ερευνητή.
Η μη λεκτική επικοινωνία αποτελούσε πάντα σημαντικό κλειδί αποκωδικοποίησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς και δεν είναι λίγες οι φορές εκείνες που σε πρόσφατα εγκλήματα στην ελληνική κοινωνία, έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στη διαμόρφωση προφίλ & στην εξιχνίαση δραστών.
Σύμφωνα με έρευνες, πάνω από το 60% της ανθρώπινης επικοινωνίας εκφράζεται μη λεκτικά. Αυτό σημαίνει ότι συχνά τα σώματα «μιλούν» πιο δυνατά από τις λέξεις. Στον χώρο της εγκληματολογίας, η αποκωδικοποίηση αυτών των μηνυμάτων μπορεί να αποκαλύψει:
- Συναισθηματική φόρτιση (π.χ. άγχος, φόβος, θυμός),
- Διάθεση συγκάλυψης (π.χ. αποφυγή βλεμματικής επαφής, νευρικές κινήσεις),
- Συγκρούσεις μεταξύ λόγου και πράξης (π.χ. κάποιος λέει «είμαι αθώος» αλλά το σώμα του δείχνει ένταση ή αποστασιοποίηση).
Οι ειδικοί της επικοινωνίας συνεργάζονται με ανακριτές, ψυχολόγους και εγκληματολόγους για να ερμηνεύσουν αυτά τα σημάδια, δίνοντας νέα διάσταση στην ανάλυση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και πολύ συχνά η παραγλώσσα αποτελεί το νέο ανιχνευτή αλήθειας που ένας ειδικός της επικοινωνίας μπορεί να διακρίνει με γυμνό μάτι.
Η φωνή ενός ατόμου κρύβει περισσότερα απ’ όσα φανταζόμαστε. Μικρές αλλαγές στο τόνο, οι παύσεις ανάμεσα στις λέξεις, η ταχύτητα της ομιλίας, η χροιά ή ακόμη και η ένταση της αναπνοής μπορούν να υποδηλώσουν εσωτερική πίεση, φόβο ή προσπάθεια συγκάλυψης. Έτσι, η παραγλώσσα λειτουργεί συχνά ως «ανιχνευτής» συναισθημάτων, που μπορεί να ξεφύγουν από τον πιο προσεκτικό εγκληματία.
Η σύγχρονη εγκληματολογία δεν μπορεί να αγνοήσει την επικοινωνία. Τα προφίλ εγκληματιών που καταρτίζονται σήμερα βασίζονται όχι μόνο σε βιογραφικά στοιχεία, ιστορικά δεδομένα ή μοτίβα, αλλά και σε μη λεκτικά σημάδια που καταγράφονται σε ανακρίσεις, δημόσιες εμφανίσεις ή ακόμα και σε υλικό από κάμερες ασφαλείας. Ένας εγκληματίας μπορεί να έχει στήσει ένα περίτεχνο αφήγημα για να καλύψει την πράξη του, όμως η στάση του σώματος ή μια ακούσια μικροέκφραση στο πρόσωπο συχνά προδίδουν την αλήθεια. Επιπλέον, η γλώσσα του σώματος δε βοηθά μόνο στην εξιχνίαση, αλλά και στην πρόληψη. Για παράδειγμα, η παρατήρηση της συμπεριφοράς σε χώρους υψηλού κινδύνου (αεροδρόμια, στάδια, δημόσιες συγκεντρώσεις) μπορεί να οδηγήσει στον εντοπισμό ύποπτων κινήσεων πριν ακόμη εκδηλωθεί μια εγκληματική ενέργεια.
Όταν οι Αρχές δημοσιοποιούν τα προφίλ εγκληματιών ή υπόπτων, η επικοινωνία παίζει διπλό ρόλο: αφενός στη μετάδοση αντικειμενικών στοιχείων και αφετέρου στην ερμηνεία των συμπεριφορών τους προς το κοινό. Η οπτικοποίηση των μη λεκτικών σημάτων (π.χ. μέσα από ανάλυση βίντεο) βοηθά όχι μόνο την έρευνα, αλλά και την κοινωνία να κατανοήσει τους μηχανισμούς της ανθρώπινης συμπεριφοράς και να αναπτύξει κριτική ματιά. Βέβαια, η ερμηνεία της γλώσσας του σώματος δεν είναι αλάνθαστη. Ένα νευρικό τικ μπορεί να προέρχεται από άγχος και όχι από ενοχή, ενώ οι πολιτισμικές διαφορές καθιστούν δύσκολη τη γενίκευση των συμπερασμάτων. Γι’ αυτό και η μη λεκτική επικοινωνία δεν αποτελεί απόδειξη, αλλά εργαλείο που συνδυάζεται με ψυχολογικές, κοινωνιολογικές και εγκληματολογικές αναλύσεις.
Η γλώσσα του σώματος και η παραγλώσσα αποτελούν κρυφούς «κώδικες» της ανθρώπινης ψυχής, οι οποίοι, όταν αποκωδικοποιούνται σωστά, μπορούν να προσφέρουν ανεκτίμητες πληροφορίες στην εξιχνίαση εγκλημάτων. Η συνεργασία της επιστήμης της επικοινωνίας με την εγκληματολογία ανοίγει νέους δρόμους, όχι μόνο για τη σύλληψη των δραστών, αλλά και για την κατανόηση του ίδιου του φαινομένου της εγκληματικότητας.
Η σιωπή, οι παύσεις, το βλέμμα ή ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο ίσως αποδειχθούν πιο εύγλωττα από κάθε λέξη.
*Η Αφροδίτη Κράβαρη είναι επικοινωνιολόγος