ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΜΑΝΟ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ
Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός αιώνα από τη γέννησή του, σημαντικοί ερμηνευτές μοιράζονται μαζί μας τις δικές τους μνήμες, συγκινήσεις και συναντήσεις με τον Μάνο Χατζιδάκι.
Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι – ενός δημιουργού που διαμόρφωσε συνειδήσεις, αισθητική και ήθος. Όσοι τον γνώριζαν λένε ότι δεν ήταν ο άνθρωπος των επετείων γιατί κυρίως κοιτούσε μπροστά. Η παρουσία του ξεπερνά τα όρια της τέχνης: είναι ο ίδιος ένα κομμάτι του πολιτισμικού μας DNA. Οι μελωδίες του, άλλοτε τρυφερές κι άλλοτε ανυπότακτες, εξακολουθούν να φωτίζουν το σκοτάδι της εποχής μας, υπενθυμίζοντας πως η ομορφιά, όταν είναι αληθινή, δεν παλιώνει ποτέ.
Ο Χατζιδάκις υπήρξε ένας ποιητής του ήχου και της σκέψης, ένας στοχαστής που δεν φοβήθηκε να συγκρουστεί, να ονειρευτεί, να υπερασπιστεί την ευαισθησία ως πράξη αντίστασης. Η μουσική του ένωσε κόσμους που έμοιαζαν ασύμβατοι – το λαϊκό με το λόγιο, την Ελλάδα με τον κόσμο. Μέσα από τα τραγούδια του μίλησε για την παιδικότητα, τη μοναξιά, την αγάπη, το φως και τη “σκιά” του ανθρώπου, πάντα με μια αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Με αφορμή τη συμπλήρωση ενός αιώνα από τη γέννησή του, σημαντικοί ερμηνευτές μοιράζονται μαζί μας τις δικές τους μνήμες, συγκινήσεις και συναντήσεις με τον Μάνο Χατζιδάκι. Μιλούν ή γράφουν για τον τρόπο που σημάδεψε τη ζωή τους, για το αποτύπωμα που άφησε στην ελληνική μουσική, αλλά και για εκείνη τη σπάνια αίσθηση που αφήνει πάντα το άκουσμα μιας μελωδίας του – σαν να σε κοιτάζει κατάματα η ψυχή ενός ολόκληρου κόσμου. Πιστός στους φίλους του, δεινός ομιλητής με προοδευτική ματιά στα πράγματα, πολέμιος του χειροκροτήματος για το χειροκρότημα και με λεπτό χιούμορ.
Μια ιστορία με τον Χατζιδάκι ή μικρές δόσεις από τον χαρακτήρα του.
Μαρία Φαραντούρη: “Μάνος και Μίκης στο πιάνο”
“Είναι αδύνατον να ξεχωρίσω μία ανάμνηση μόνον από τη συνεργασία με τον Μάνο Χατζιδάκι. Είναι γνωστό ότι τραγούδησα κυρίως τον Μίκη, αλλά πρέπει να πω ότι για μένα πνευματικός πατέρας ήταν και ο Χατζιδάκις. Είχα την ευτυχία να τραγουδήσω δικά του έργα, τραγούδια που ο ίδιος έγραψε και επέλεξε να τα εμπιστευτεί σε μένα.
Όπως η “Εποχή της Μελισσάνθης” (1980) το εξαιρετικό αυτό έργο, όπως η “Σκοτεινή Μητέρα” (1986), ή όπως τα “Τα Παράλογα” του 1976 όπου συμμετείχαμε εγώ, ο Διονύσης Σαββόπουλος, η Μελίνα Μερκούρη, ο Ηλίας Λιούγκος και ο Μίκης Θεοδωράκης [για πρώτη και τελευταία φορά τραγουδώντας σύνθεση άλλου δημιουργού στο τραγούδι Ελλαδογραφία]. Ο Μάνος με κάλεσε στο στούντιο νύχτα για να κάνουμε το 1976 αυτά τα πρωτοποριακά τραγούδια.
Μιλάμε για προφητικά τραγούδια, για παράδειγμα «Ο εφιάλτης της Περσεφόνης» ένα ποίημα του Νίκου Γκάτσου που μελοποίησε ο Χατζιδάκις μιλάει για την οικολογική συνείδηση όταν δεν υπήρχαν καν τέτοιοι προβληματισμοί – για τη μόλυνση και την κρίση του περιβάλλοντος.
Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
Κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
Τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα
Και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο
Πόσο επίκαιρο παραμένει αυτό το τραγούδι — και τι όμορφο να αναγνωρίζεται πια παγκόσμια αυτό το υπέροχο ποίημα του Νίκου Γκάτσου. Μιλούσε για την Ελευσίνα, τον αρχαίο ιερό τόπο των μυστηρίων. Λέει ο ποιητής στην Περσεφόνη “Κοιμήσου Περσεφόνη, Στην αγκαλιά της γης, Στου κόσμου το μπαλκόνι, Ποτέ μην ξαναβγείς”… Γιατί θα δεις μια αγνώριστη Ελλάδα. Την Ελευσίνα με εργοτάξια, μόλυνση από διυλιστήρια και χιλιάδες τουρίστες. Λοιπόν, όλα αυτά τόσο ωραία γραμμένα σε τέσσερα λεπτά στο εμβληματικό αυτό τραγούδι που είχα την τύχη να ερμηνεύσω.
Άλλο ένα έργο του που τραγούδησα, η “Σκοτεινή Μητέρα”, μιλάει για την μάνα γη, που όλοι θέλουμε να φύγουμε από την αγκαλιά της όταν μεγαλώνουμε τα δικά μας φτερά με τη φαντασία μας, το όνειρό μας, αλλά που αυτή ξέρει και μας περιμένει. Γιατί τελειώνει ο κύκλος και ξαναγυρίζουμε πάλι στην αγκαλιά αυτής της γης. Το τελευταίο του έργο που μου έδωσε ήταν “Η Αμοργός”. Αρχίσαμε την ενορχήστρωση, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε να την ολοκληρώσει γιατί έφυγε από τη ζωή και την ολοκλήρωσε αργότερα ο Νίκος Κυπουργός.
“Ήταν τολμηρός, παρεμβατικός”
Ο Χατζιδάκις είναι μια τεράστια προσωπικότητα με μοναδικό έργο, όπως και ο Μίκης Θεοδωράκης φυσικά, ένας άλλος πυλώνας του πολιτισμού. Ο Μάνος ήταν πνευματικός άνθρωπος, με ένα αξιοθαύμαστο πνεύμα ελευθερίας. Είχε ανοιχτό μυαλό και με αυτή την έννοια μπορούμε να τον πούμε προοδευτικό. Παρότι δεν ήταν σε κόμματα. Δεν είχε ας πούμε, τους αγώνες που είχε ο Μίκης, αλλά ήταν μέσα από ένα άλλο πρίσμα, προοδευτικός. Έλεγε ελεύθερα τη γνώμη του. Ήταν τολμηρός, παρεμβατικός. Ό,τι άδικο συναντούσε το καυτηρίαζε μέσα από το ραδιόφωνο και μέσα από τις εφημερίδες.
Θυμάμαι ότι πάντα έγραφε, σχολίαζε μέσα από το εξαιρετικό 3ο Πρόγραμμα στο ραδιόφωνο που ήταν το προσωπικό του βήμα, και από εκεί ανέδειξε σπουδαία μουσική και σπουδαίους νέους καλλιτέχνες. Με τους οποίους δούλεψε και τους εμφύσησε αυτό το πάθος για την τέχνη και μετά χάραξαν όλοι τη δική τους προσωπική πορεία στη μουσική και στο τραγούδι. Τους υπέδειξε δρόμους. Έτσι και εμάς τους τραγουδιστές. Κανείς δεν ξεχνάει την υπέροχη Νάνα Μούσχουρη που ξεκίνησε τη συνεργασία μαζί του, που σημάδεψε το έργο του. Κατόπιν έρχεται η μοναδική Φλέρυ Νταντωνάκη και σημαδεύει ένα μεγάλο μέρος του έργου του. Και εγώ που ενώ “ανήκα” και στον Μίκη, πάντα ο Μάνος μου έδινε τραγούδια του από μεγάλα έργα.
Έχω αμέτρητες στιγμές να θυμάμαι. Είχε χιούμορ, λεπτότητα και μια ξεχωριστή αισθητική. Απεχθανόταν το κακό γούστο και μιλούσε πάντα όμορφα, με ευγένεια. Ήταν εξαιρετικός συνομιλητής, δεν ανεχόταν την αγένεια ούτε τις κουταμάρες. Μία από τις στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν μετά τις συναυλίες μας. Θυμάμαι τη χαρά και την αγωνία του να τελειώσει η συναυλία, για να πάμε μετά όλοι μαζί να φάμε.
Και στο τραπέζι ήταν σαν αρχαίος Έλληνας. Έτσι καθόταν στο τραπέζι και μας έλεγε τόσο ωραία πράγματα υψηλής αισθητικής και μετά σχολιάζαμε, μας άκουγε όλους. Μιλούσε για όλα, σχολίαζε την καθημερινότητά μας, όλη τη νύχτα μέχρι το πρωί.
Κάτι που ο ίδιος είχε γράψει και στο οπισθόφυλλο ενός δίσκου του ήταν ότι «η Μαρία Φαραντούρη με καλούσε σε τάξη». Γιατί ο Μάνος δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα συνεπής στα ραντεβού του. Συχνά οι ηχογραφήσεις κατέληγαν να γίνονται αργά τη νύχτα, αφού μας είχε κλείσει ραντεβού νωρίτερα και δεν εμφανιζόταν στην ώρα του. Του έλεγα λοιπόν χαριτολογώντας: «Μάνο μου, πρέπει να έχεις έναν προγραμματισμό, να είσαι συνεπής». Καταλαβαίνετε, κι εγώ είχα τότε πολλές υποχρεώσεις, ταξίδια, εμφανίσεις, και στο εξωτερικό.
Πολλοί λένε ότι ο Μίκης ήταν πολιτικός και ερωτικός. Ο Μάνος ασφαλώς ήταν ερωτικός και έγραψε τον Μεγάλο Ερωτικό, το αθάνατο αυτό έργο, αλλά ήταν εξίσου πολιτικός. Το έργο “Η εποχή της Μελισσάνθης” μιλάει για τον πόλεμο. Τον συνάντησα στο Παρίσι το 1969 και μου είπε: “Έχω γράψει ένα έργο που θέλω να το πεις”. Η εποχή της Μελισσάνθη είναι μια ελεγεία για την κατοχή, την αντίσταση και τη φρίκη του πολέμου. Η Μελισσάνθη είναι η Ελλάδα. Η μητέρα, η ερωμένη, η αδελφή μέσα στα ερείπια μιας μιας πόλης κατεστραμμένης από τον πόλεμο. Και μάλιστα στο τραγούδι “Λησμονημένη” υπάρχει και μια αντιστροφή του εθνικού μας ύμνου.
Οι ηχογραφήσεις
Όταν μας παρέδιδε τα τραγούδια, τα τραγουδούσε ο ίδιος πρώτα, μεταφέροντάς μας το πνεύμα και την ουσία τους. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια στιγμή στο στούντιο — μια σκηνή που έχει κινηματογραφηθεί — όπου μου δείχνει τη «Σκοτεινή Μητέρα» και μου εξηγεί πώς να την εκφράσω, πώς να μπω στο τραγούδι. Πάντα, με τη δική του φωνή, μας καθοδηγούσε και μας έδινε την ψυχή του τραγουδιού.
Ξεκινούσαμε από τις 8 την ηχογράφηση και πηγαίναμε όλη τη νύχτα. Αλλά δεν είχες το άγχος ότι θα ηχογραφήσεις. Έκανε παύσεις, είχε χιούμορ. Μιλούσαμε, πίναμε τον καφέ μας, ήταν μοναδικές στιγμές αυτές στα στούντιο της Κολούμπια στα Πατήσια.
Όταν γράφαμε την Περσεφόνη θυμάμαι, έπαιζε πιάνο ο Μάνος και τον κρατούσε αγκαλιά ο Μίκης και τραγουδούσε στην πρόβα το “Ελλαδογραφία” – τραγούδι βυζαντινής καταγωγής μέσα στα Παράλογα – ένας δίσκος που εξηγούσε τα παράλογα της εποχής. Τότε ο Μάνος τον είχε ονομάσει “εθνικόφρονα” τον δίσκο, με την έννοια ότι συγκέντρωσε όλα τα εθνικά κεφάλαια, και μάζεψε στο στούντιο τους “μεγάλους” για να τραγουδήσουν.
Έσκυβε ο Μίκης και τραγουδούσε και του έλεγε ο Μάνος “Μίκη μου, θέλω ιερατικά να το πεις, όχι επικά”. “Μάνο μου”, απαντούσε ο Μίκης αφού ξέρεις ότι από παιδάκι τραγουδούσα ψαλμωδίες και βυζαντινά”. Και γελούσαμε όλοι. Ήταν τρομερό να τους βλέπεις μαζί σαν παιδιά. Αυτές οι προσωπικότητες δεν φεύγουν, αυτές μας σημαδεύουν για πάντα. Γιορτάζουμε τα 100 χρόνια και του Μάνου και του Μίκη, καθώς έχουν γεννηθεί την ίδια χρονιά. Ανεξάρτητα από τις επετείους, πάντα πρέπει να τιμάμαι το έργο τους. Και οι νέοι ας ψάξουν να βρουν αυτά τα αριστουργήματα.”
Έλλη Πασπαλά: “Η πρώτη γνωριμία μου με το Χατζιδάκι ήταν σημαδιακή για μένα”
Η γνωριμία της Έλλης Πασπαλά με τον Μάνο Χατζιδάκι υπήρξε καθοριστική για τη ζωή και την καριέρα της. “Ο Μάνος Χατζιδάκις για μένα ήταν ένα τεράστιο κεφάλαιο, όχι μόνο για τη ζωή μου, αλλά νομίζω και για την Ελλάδα ολόκληρη και για τους Έλληνες και όχι μόνον. Είναι πολύ δύσκολο για μένα να μιλήσω για τον Χατζιδάκι. Αισθάνομαι και πάρα πολύ λίγη και μικρή για να περιγράψω έναν τόσο σπουδαίο καλλιτέχνη, ποιητή και φιλόσοφο. Και για μένα ήταν και δάσκαλος. Υπάρχουν πάρα πολλά στιγμιότυπα που μπορώ να θυμηθώ. Βέβαια η πρώτη γνωριμία μου με το Χατζιδάκι ήταν σημαδιακή για μένα.
Ηχογραφούσε τα τραγούδια της “Πορνογραφίας” τότε και είχε ανάγκη από μία φωνή. Πήγα να τον συναντήσω σε μια προγραμματισμένη ακρόαση για τις 2 το μεσημέρι στο Polysound το στούντιο του Σμυρναίου. Εγώ ως Αμερικάνο-αγγλίδα πήγα και πριν από την ώρα μου και περίμενα. Και ο Χατζιδάκις δεν ερχόταν. Πέρασε μια ώρα, δύο ώρες, τρεις ώρες. Οι μουσικοί ήταν εκεί, έτοιμοι για την ηχογράφηση αλλά ο Χατζιδάκις δεν εμφανιζόταν. Βεβαίως μετά έμαθα ότι ήταν πολύ χαρακτηριστικό του. Δεν ερχόταν ποτέ στην ώρα του. Ήρθε τελικά στις 6 το απόγευμα και ευτυχώς δεν είχα φύγει. Ευτυχώς είχα μέσα στην ψυχή και στο μυαλό μου συναίσθηση με ποιον είχα να συναντηθώ και δεν έφυγα τότε. Και από εκείνη τη στιγμή άλλαξε η ζωή μου για πάντα. Ο Χατζιδάκις με άκουσε και μου είπε “πολύ ωραία μπαίνεις στο στούντιο” – την επόμενη μέρα ηχογραφήσαμε.
“Ο Χατζιδάκις δεν χαριζόταν”
Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε μια πολύ μεγάλη και σπουδαία πορεία για μένα δίπλα στον Χατζιδάκι. Μάθαινα όσα μπορούσα να μάθω, όσα χώραγε το μυαλό μου και η ψυχή μου και η καρδιά μου, όσα άκουγα από τον Χατζιδάκι. Βέβαια -θυμάμαι – δεν έμπαινα σε διάλογο μαζί του. Τον άκουγα όμως πάρα πολύ. Μάλιστα ένα στιγμιότυπο που θυμάμαι χαρακτηριστικά, καθόμασταν όπως συνήθως σε ένα τραπέζι με πολλούς γνωστούς και μας μιλούσε. Δεν θυμάμαι ποιο ήταν το θέμα. Κάτι σχολίαζε. Γυρνάει τότε στους υπόλοιπους και λέει “Η Πασπαλά διαφωνεί”. Το οποίο ήταν αλήθεια, όντως διαφωνούσα, αλλά τον άκουγα πάντα πολύ προσεκτικά, κι ας μη συμφωνούσα. Γιατί ο Χατζιδάκις μου αφαιρούσε τις παρωπίδες. Άνοιγε ολόκληρος κόσμος μπροστά σου και μέσα σου, όταν μιλούσε. Ήμουν πάρα μα πάρα πολύ τυχερή που βρέθηκα στο περιβάλλον αυτού του ανθρώπου. Και ευγνωμονώ τον Θεό, το σύμπαν που είχα αυτή την τρομερή τύχη.
Είχε χιούμορ τεράστιο και πηγαίο και μπορούσε να διεισδύσει στην ουσία των πραγμάτων. Δεν έλειπε ακόμα και από πολύ σοβαρές κουβέντες. Ήταν πολύ ευφάνταστος ο τρόπος που μιλούσε ελληνικά. Σε κάποια σημεία αυστηρός, αλλά και πάρα πολύ ανθρώπινος και τρυφερός παράλληλα. Καμία φορά ήταν σκληρός με την κριτική του. Δεν χαριζόταν. Δεν ήταν καθόλου κόλακας, αλλά όταν κάτι θεωρούσε, εκτιμούσε ότι έχει μία αξία σε αυτό τον κόσμο, σε αυτό το γίγνεσθαι το έλεγε και ήταν πολύ γενναιόδωρος με την αγάπη του.
Ήταν γενναιόδωρος και με τους ανθρώπους. Βοήθησε πάρα πολύ κόσμο και αγαπούσε πάρα πολύ τους νέους και τους και άκουγε. Συνομιλούσε μαζί τους και δεν τους δεν ειρωνευόταν. Δεν τους υποτιμούσε και γι αυτό τους τους στήριζε με πολλούς τρόπους. Όχι μόνο μουσικά και καλλιτεχνικά, αλλά και κοινωνικά και πολιτικά. Ο Χατζιδάκις είχε ανθρώπους που τον ακολουθούσαν. Εγώ τον ακολούθησα πιστά, αλλά δεν συμπεριφερόταν ποτέ υποτιμητικά. Ήταν ένας αριστοκράτης. Και ήταν πολύ καλός φίλος. Αγαπούσε πολύ τους φίλους του και τις φίλες του. Και φυσικά τον αγαπούσαν και πάρα πολύ.”
Βασίλης Λέκκας: Τρία τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι και οι μικρές τους ιστορίες
Ο Βασίλης Λέκκας αναφέρει την ιστορία πίσω από τρία τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι.
Έλα σε μένα
Η καταγραφή αυτού του τραγουδιού λίγοι γνωρίζουν ότι ήταν μια πρώτη δική μου αυθόρμητη προσέγγιση, ενώ περίμενα τον Μάνο στο στούντιο, ο οποίος ως συνήθως καθυστερούσε. Ήρθε ο Μάνος και είπαμε να ξεκινήσουμε. Του βάλαμε να ακούσει, όμως, πρώτα την ηχογράφηση. Άκουσε, ενθουσιάστηκε και αναφώνησε «έκτακτο!». Αυτή η ερμηνεία αποτυπώθηκε στον δίσκο. Οι στίχοι ήταν του Νίκου Γκάτσου.
Η μπαλάντα των αισθήσεων
Στην Κρήτη. Μεγάλη ορχήστρα. Ο Μάνος διευθύνει και εγώ τραγουδώ. Στο τέλος αφήνομαι και μια κορόνα σκίζει τον αέρα. Ενθουσιασμός, χειροκρότημα, θρίαμβος. Όταν κατεβήκαμε από τη σκηνή, με κοιτάζει αυστηρά -αλλά με λεπτό χιούμορ- και μου λέει «εξαιρετικό αλλά να μην το ξανακάνεις». Το ξανάκανα χίλιες χιλιάδες φορές. Οι στίχοι ήταν του Άρη Δαβαράκη.
Κεμάλ
Το τραγούδι αυτό αγαπιέται από γενιές Ελλήνων. Η πρώτη του ανάσα ωστόσο ήταν στο Παρίσι. Στο ιστορικό θέατρο Olympia. Εκεί το πρωτοτραγούδησα και βρήκε δρόμο στις καρδιές. Ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ γράφει ο Γκάτσος στον στίχο.
Κι όμως, υπάρχει πάντα ελπίδα για ένα ερωτηματικό.
Μανώλης Μητσιάς: “Ο Χατζιδάκις ήταν η αιτία που εμείς ανακαλύψαμε την ποίηση”
“Ένας από τους φωτισμένους που φώτιζε όλο το σύμπαν. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με τον Χατζιδάκι – σε τρεις δίσκους – και έμαθα πολλά από εκείνον. Έμαθα πώς να σκέπτομαι, πώς να συμπεριφέρομαι και πώς κάθε πρωί που ξυπνάς να βλέπεις τον εαυτό σου στον καθρέφτη και να μην ντρέπεσαι. Αυτό είχα σαν αρχή και το τηρώ όσο μπορώ. Υπήρξε ένας άνθρωπος που η ελληνική μουσική του οφείλει τα πάντα. Είναι αυτός που έφερε πρώτος τον ποιητικό λόγο μέσα στο τραγούδι. Ένας άνθρωπος με τόσα χαρίσματα, που λίγοι Έλληνες – στη μουσική αλλά και σε άλλους τομείς – μπορούσαν να συγκριθούν μαζί του. Με εξαίρεση τον Μίκη Θεοδωράκη που ήταν εξίσου μεγάλος.
Η εμπειρία μου μαζί του; Είχε πολύ χιούμορ, αλλά ήταν αυστηρός, πολύ δοτικός. Χαιρόσουν να είσαι κοντά του και να συζητάς. Μάθαινες πολλά πράγματα – από ένα ασήμαντο γεγονός μέχρι ένα άλλο μεγάλο θα σου εξηγούσε αν ήθελες τη γνώμη του. Ταλαντούχος σαν συνθέτης, μπορούσε να γράψει αμέσως τη μουσική πάνω σε ένα στίχο – όπως παραδείγματος χάριν “Το Τσάμικο” που τραγούδησα εγώ. Πήρα τους στίχους από το σπίτι του Γκάτσου, τους πήγα στον Μάνο, πήγαμε στο στούντιο και μέσα σε ένα τέταρτο είχε γράψει το τραγούδι. Ένα τεράστιο ταλέντο.
Θα επικαλεστώ τη φράση του Μίκη Θεοδωράκη όταν πέθανε ο Χατζιδάκις, ότι σήμερα πέθανε ο πιο έξυπνος Έλληνας. Με τι λόγια να εκφραστώ για τον Χατζιδάκι; Είναι πράγματα τα οποία δεν μπορείς να τα μοιραστείς αν δεν τα δεις εκείνη τη στιγμή. Πίσω από τον Χατζιδάκι, κρύβεται ένας κόσμος ολόκληρος, μια εποχή. Ήταν αυστηρός, ωστόσο αυτό δεν έκανε τον απέναντι να τον αντιπαθήσει. Ήταν αυστηρός με τις προτιμήσεις και τα θέλω του, αλλά ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος. Ένας άνθρωπος που με το έργο του άλλαξε την ελληνική μουσική.
Ο Μάνος είχε μεγάλη αδυναμία στα νέα τα παιδιά να ακούνε τη μουσική του, γιατί ήξερε ότι αυτά τα παιδιά είναι το μέλλον. Είμαι πολύ λίγος για να περιγράψω τον Χατζιδάκι. Έτσι νιώθω.”