Γεμάτο πορτοφόλι λίγα παιδιά

Στη μηδενική ανάπτυξη του πληθυσμού οδηγεί σύμφωνα με νέα έρευνα η τάση της μείωσης των γεννήσεων σε χώρες με υψηλό βιοτικό επίπεδο
- 12 Αυγούστου 2009 13:40
Ενα από τα παράδοξα της ανθρώπινης βιολογίας είναι ότι ο πλούσιος κόσμος έχει λιγότερα παιδιά από τον φτωχό κόσμο.
Στα περισσότερα είδη, η βελτίωση των συνθηκών οδηγεί σε αύξηση της αναπαραγωγικής προσπάθειας. Στον άνθρωπο, όμως, η οικονομική ανάπτυξη έχει οδηγήσει στη λεγόμενη δημογραφική μεταβολή: η γονιμότητα (που ορίζεται ως ο αριθμός των παιδιών τα οποία γεννά μια γυναίκα στη ζωή της) έχει μειωθεί από το 8 στο 1,5. Ο αριθμός είναι τόσο μικρός, ώστε ακόμη κι αν ληφθεί υπόψη η μείωση της παιδικής θνησιμότητας που συνοδεύει την ανάπτυξη, η διατήρηση του πληθυσμού δεν είναι δυνατή.
Η αναπαραγωγική αυτή κατάρρευση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική καθώς συνδυάζεται με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι τα μέσα του αιώνα, όχι μόνο οι πληθυσμοί στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες θα έχουν συρρικνωθεί (εκτός αν βοηθήσουν οι μετανάστες), αλλά θα έχει αυξηθεί σημαντικά και η αναλογία των συνταξιούχων προς τους εργαζομένους.
Αν όμως ο Μίκο Μιρσκίλα και οι συνάδελφοί του από το Πανεπιστήμιο της Μινεσότα έχουν δίκιο, τα πράγματα μπορεί να μην είναι τόσο άσχημα. Μια μελέτη τους που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature δείχνει ότι η συνέχιση της ανάπτυξης συνοδεύεται πλέον από μια αντιστροφή της δημογραφικής μεταβολής.
Ο δρ. Μιρσκίλα συνέκρινε τον κόσμο το 1975 και το 2005. Η σύγκριση αφορούσε δύο πράγματα. Το ένα ήταν ο συνολικός ρυθμός γονιμότητας (ο αριθμός των παιδιών που θα γεννούσε μια γυναίκα σε μια συγκεκριμένη χώρα στη διάρκεια της ζωής της αν ακολουθούσε τους συγκεκριμένους ρυθμούς γονιμότητας που διαπιστώθηκαν σε εκείνη τη χώρα εκείνο το χρόνο για την ηλικία της).
Το άλλο ήταν ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης για τη χώρα αυτή. Ο δείκτης αυτός, που λέγεται HDI και χρησιμοποιείται από τα Ηνωμένα Εθνη, έχει τρία συστατικά: το προσδόκιμο ζωής, το μέσο κατά κεφαλή εισόδημα και το επίπεδο της εκπαίδευσης. Η μέγιστη πιθανή τιμή του είναι 1.
Τη δεκαετία του ’70, καμιά χώρα δεν πλησίαζε το 1. Από τις 107 χώρες που εξέτασαν οι ερευνητές, τον υψηλότερο δείκτη είχε ο Καναδάς: 0,89. Το 2005, όμως, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Από τις 240 χώρες που εξετάστηκαν, γύρω στις 25 είχαν δείκτη HDI πάνω από 0,9. Ταυτόχρονα, συνέβη κάτι άλλο, επίσης πολύ αξιόλογο. Το 1975, ο ρυθμός γονιμότητας ήταν αντιστρόφως ανάλογος προς τον δείκτη ανάπτυξης.
Το 2005, ο ρυθμός αυτός παρουσίασε αυξητική τάση μετά το 0.9. Με άλλα λόγια, σε πολλές χώρες με πραγματικά υψηλό επίπεδο ανάπτυξης (γύρω στο 0,95) ο ρυθμός γονιμότητας πλησιάζει τώρα τα 2 παιδιά ανά γυναίκα. Υπάρχουν εξαιρέσεις, όπως είναι ο Καναδάς και η Ιαπωνία. Αλλά η τάση είναι σαφής.
Το αποτέλεσμα αυτό είναι πολύ σημαντικό, αλλά δεν εξηγείται εύκολα, γράφει ο Εκόνομιστ. Το ναδίρ της γονιμότητας μοιάζει να είναι 1,3 παιδιά ανά γυναίκα. Μια χώρα που φτάνει σε αυτό το σημείο πρέπει να εισάγει κάθε χρόνο μετανάστες ίσους προς το 1,5% του πληθυσμού προκειμένου να διατηρήσει τον πληθυσμό της. Η απορρόφηση ενός τόσο μεγάλου αριθμού μεταναστών είναι πολύ δύσκολη. Τα στοιχεία του Μιρσκίλα, όμως, δείχνουν ότι το αποτέλεσμα της ανάπτυξης ίσως να μην είναι τελικά η κατάρρευση του πληθυσμού, αλλά η μηδενική ανάπτυξή του.
Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις κοινωνικού χαρακτήρα για την πτώση του ρυθμού γονιμότητας καθώς μια χώρα γίνεται πλουσιότερη. Μια εξήγηση είναι η αυξημένη δυνατότητα της γυναίκας στον ανεπτυγμένο κόσμο να ελέγχει την αναπαραγωγική της ικανότητα. Μια άλλη είναι η μαζική είσοδος των γυναικών στο χώρο της εργασίας. Το κόστος της ανατροφής των παιδιών παίζει ρόλο, όπως και η κρίση του συστήματος προνοίας. Ολα αυτά δεν εξηγούν όμως το γιατί η ψυχολογία των ανθρώπων έχει εξελιχθεί κατά τρόπο που να θέλουν λιγότερα παιδιά όταν μπορούν να μεγαλώσουν περισσότερα.
Η αντιστροφή της δημογραφικής μεταβολής – εφόσον ισχύει – είναι εξίσου δυσεξήγητη. Ο Μιρσκίλα υποστηρίζει ότι η εφαρμογή φιλικών προς τη γυναίκα πολιτικών απασχόλησης σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες επιτρέπει στις γυναίκες και να ζουν καλά και να κάνουν περισσότερα παιδιά.
(Πηγή: ΑΠΕ)