Κορυφαίοι μετεωρολόγοι προειδοποιούν για αρκετά χρόνια “φονικής” ζέστης
Διαβάζεται σε 7'
Ακόμη ένα καλοκαίρι βρίσκεται προ των πυλών και μαζί του θα φέρει (και φέτος) θερμοκρασίες ρεκόρ, ζέστη και κύματα καύσωνα. Και όσο περνάνε τα χρόνια θα γίνεται όλο και χειρότερο.
- 28 Μαΐου 2025 19:10
Κάθε χρόνο βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ρεκόρ θερμοκρασιών που καταρρίπτονται και μήνες που ενώ δεν ανήκουν καν σε εκείνους του καλοκαιριού,… στέφονται “οι θερμότεροι μήνες της χρονιάς σε όλη την υφήλιο“, όπως συνέβη με τον Ιανουάριο του 2025.
Νέα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει 80% πιθανότητα να σπάσει το παγκόσμιο ρεκόρ ετήσιας θερμοκρασίας μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, με κορυφαίους μετεωρολόγους να προειδοποιούν και να μας καλούν να προετοιμαστούμε για “αρκετά χρόνια φονικής ζέστης“.
Δύο από τους κορυφαίους μετεωρολογικούς φορείς παγκοσμίως προειδοποιούν ότι για πολλά χρόνια ακόμα θα βλέπουμε ρεκόρ καύσωνα που θα σπρώχνουν τη Γη σε πιο θανατηφόρα, φλεγόμενα και ανυπόφορα όρια, ενώ ακόμα πιο βέβαιο θεωρείται ότι ο πλανήτης θα ξεπεράσει ξανά την παγκόσμια θερμοκρασία που τέθηκε πριν από μια δεκαετία.
Αυτό προκύπτει από την πενταετή πρόβλεψη που δημοσιοποίησαν σήμερα, Τετάρτη ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός και το Βρετανικό Μετεωρολογικό Γραφείο.
“Η αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας μπορεί να ακούγεται αφηρημένη έννοια, όμως στην πραγματική ζωή μεταφράζεται σε αυξημένο κίνδυνο για ακραία καιρικά φαινόμενα: ισχυρότεροι τυφώνες, μεγαλύτερες βροχοπτώσεις, ξηρασίες”, εξηγεί η κλιματική επιστήμονας του Πανεπιστημίου Cornell, Νατάλι Μαχόουαλντ, που δεν συμμετείχε στην έρευνα, αλλά θεωρεί τα αποτελέσματα λογικά. “Επομένως, οι υψηλότερες παγκόσμιες μέσες θερμοκρασίες μεταφράζονται σε περισσότερες χαμένες ζωές”.
Με κάθε δέκατο του βαθμού που ζεσταίνεται ο πλανήτης από την ανθρώπινη δραστηριότητα, “θα ζούμε πιο συχνά και πιο έντονα ακραία φαινόμενα (ειδικά καύσωνες, αλλά και ξηρασίες, πλημμύρες, πυρκαγιές και τυφώνες ενισχυμένους από ανθρώπινους παράγοντες)”, τονίζει με μήνυμά του ο Γιόχαν Ρόκστρεμ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών για τις Επιπτώσεις του Κλίματος στο Potsdam της Γερμανίας, που επίσης δεν συμμετείχε στην έρευνα.
Για πρώτη φορά, υπάρχει μια μικρή αλλά υπαρκτή πιθανότητα ότι πριν το τέλος της δεκαετίας, η παγκόσμια μέση θερμοκρασία θα ξεπεράσει τον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού, που θέλει να περιορίσει την άνοδο στους 1,5 βαθμούς Κελσίου, και θα αγγίξει ακόμα και τους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα μέσα του 19ου αιώνα, προειδοποιούν οι δύο οργανισμοί.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι υπάρχει 86% πιθανότητα να καταγραφεί μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια έτος με άνοδο πάνω από 1,5 βαθμούς και 70% πιθανότητα το μέσο όρο της πενταετίας να υπερβεί αυτό το κρίσιμο όριο. Οι προβλέψεις προέρχονται από περισσότερες από 200 προβλέψεις με τη χρήση προσομοιώσεων σε υπολογιστές που εκτελούνται από 10 παγκόσμια κέντρα επιστημόνων.
Πριν από δέκα χρόνια, οι ίδιες ομάδες εκτιμούσαν ότι υπήρχε μια απομακρυσμένη πιθανότητα, περίπου 1%, κάποιο από τα επόμενα χρόνια να ξεπεράσει το κρίσιμο όριο των 1,5 βαθμών Κελσίου πάνω από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα. Και το 2023 αυτό το όριο καταρρίφθηκε. Φέτος, στο τραπέζι μπαίνει για πρώτη φορά και το όριο των 2 βαθμών Κελσίου, μια πιθανότητα που ο επικεφαλής των μακροπρόθεσμων προβλέψεων του Βρετανικού Μετεωρολογικού Γραφείου, Άνταμ Σκέιφ, μαζί με τον επιστήμονα Λεόν Χέρμανσον χαρακτήρισαν “σοκαριστική”.
“Δεν είναι κάτι που θέλει να δει κανείς, αλλά αυτή είναι η επιστήμη”, τόνισε ο Χέρμανσον. Το όριο των 2 βαθμών αποτελεί το δευτερεύον κρίσιμο σημείο που είχε θέσει η Συμφωνία του Παρισιού το 2015 και θεωρείτο λιγότερο πιθανό να ξεπεραστεί.
Τεχνικά, παρόλο που το 2024 αναμένεται να είναι 1,5 βαθμούς Κελσίου θερμότερο από τα προ-βιομηχανικά επίπεδα, το όριο της Συμφωνίας του Παρισιού αφορά περίοδο 20 ετών και επομένως δεν έχει ακόμη ξεπεραστεί. Με βάση την ανάλυση της τελευταίας δεκαετίας και τις προβλέψεις για την επόμενη, ο διευθυντής των υπηρεσιών κλίματος του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού, Κρις Χιουιτ, εκτιμά πως η μέση παγκόσμια θερμοκρασία από τα μέσα του 19ου αιώνα έχει ήδη αυξηθεί κατά περίπου 1,4 βαθμούς Κελσίου.
“Με την πρόβλεψη ότι τα επόμενα πέντε χρόνια η μέση θερμοκρασία θα ξεπεράσει κατά 1,5 βαθμό Κελσίου τα προ-βιομηχανικά επίπεδα, περισσότεροι άνθρωποι από ποτέ θα κινδυνεύουν από σφοδρούς καύσωνες, με περισσότερους θανάτους και σοβαρά προβλήματα υγείας, εκτός αν ληφθούν καλύτερα μέτρα προστασίας. Επιπλέον, αναμένονται πιο καταστροφικές πυρκαγιές καθώς η ζεστή ατμόσφαιρα ξηραίνει το τοπίο”, επισημαίνει ο Ρίτσαρντ Μπετς, επικεφαλής της έρευνας για τις επιπτώσεις του κλίματος στο Βρετανικό Μετεωρολογικό Γραφείο και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Exeter.
“Τα ρεκόρ θερμοκρασιών γίνονται αμέσως ο νέος κανόνας”, δηλώνει ο κλιματολόγος του Πανεπιστημίου του Stanford, Ρομπ Τζάκσον.
Η περίπτωση της Αθήνας
Την ίδια στιγμή, σε άρθρο του το CNN αναφέρεται στην “πιο καυτή πόλη της Ευρώπης” που δίνει μάχη για να διατηρήσει την… ψυχραιμία της, καθώς οι τουρίστες καταφθάνουν για άλλο ένα καυτό καλοκαίρι.
Ο λόγος φυσικά για την Αθήνα, που κάθε καλοκαίρι σημειώνονται θερμοκρασίες που ξεπερνούν τους 40 βαθμούς Κελσίου, κάνοντας ανυπόφορη την κατάσταση για επισκέπτες και κατοίκους. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται για την Ακρόπολη, όπου τα τελευταία δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου αιχμής, η ανελέητη ζέστη έχει αναγκάσει τις αρχές να κλείσουν τον πιο επισκέψιμο χώρο της Ελλάδας τις πιο ζεστές ώρες της ημέρας για να προστατεύσουν τους επισκέπτες και το προσωπικό, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών.
Η Αθήνα πάντα “καιγόταν” το καλοκαίρι, αλλά ποτέ σε τέτοια επίπεδα όπως σήμερα. Είναι η πιο καυτή πρωτεύουσα της ηπειρωτικής Ευρώπης και το 2024 κατέγραψε ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών, μια κατάσταση που πλέον θεωρείται ο νέος κανόνας. Ολόκληρη η Μεσόγειος θερμαίνεται γρηγορότερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Με την τουριστική κίνηση προς την Ελλάδα να εκτοξεύεται, οι αρμόδιοι προβλέπουν ότι η Αθήνα θα υποδεχθεί ρεκόρ 10 εκατομμυρίων επισκεπτών φέτος. Όσοι φτάσουν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο θα βρεθούν αντιμέτωποι με ακόμα πιο ακραίες θερμοκρασίες, όπως προβλέπει η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία.
Για τον δήμαρχο Αθηναίων, Χάρη Δούκα, “η ενίσχυση της ανθεκτικότητας είναι ζήτημα επιβίωσης”.
Η διαχείριση των υψηλών θερμοκρασιών σε συνδυασμό με το κύμα των καλοκαιρινών τουριστών έχει γίνει προτεραιότητα.
Βραχυπρόθεσμα, αυτό σημαίνει ότι συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για τους καύσωνες και η παρακολούθηση των δεδομένων θερμοκρασίας σε πραγματικό χρόνο, μαζί με τα σιντριβάνια, οι κλιματιζόμενες αίθουσες και τα “πάρκα τσέπης” είναι όλα σε θέση να προσφέρουν ανακούφιση και κυρίως δροσιά. Οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης βρίσκονται σε ετοιμότητα, ειδικά γύρω από τους πρόποδες της Ακρόπολης, για να βοηθήσουν τους επισκέπτες που αντιμετωπίζουν δυσφορία, αναφέρει το CNN.
“Οι τουρίστες συχνά υποτιμούν τη ζέστη, ιδιαίτερα αυτοί που προέρχονται από ψυχρότερα κλίματα»”, επισημαίνει η Ίρις Πλαϊτάκη, ξεναγός που επισκέπτεται τακτικά την Ακρόπολη. “Δεν σκέφτονται να φορέσουν καπέλο ή να φέρουν αρκετό νερό. Εδώ πάνω είσαι πιο εκτεθειμένος στον ήλιο και τη ζέστη λόγω του μεγαλύτερου υψομέτρου και της έλλειψης δέντρων και σκιάς”, είπε.
Η ακραία ζέστη είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. “Οι καύσωνες ευθύνονται για πάνω από το 80% των θανάτων που προκαλούνται από καιρικά και κλιματικά φαινόμενα στην Ευρώπη”, δηλώνει η Ινέ Βαντεκάστελε, ειδική στην αστική προσαρμογή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος.
Μακροπρόθεσμα, η Αθήνα αντιμετωπίζει την πρόκληση της αναδιαμόρφωσης μιας πόλης που έχει μετατραπεί σε “αστική θερμική νησίδα” με περιορισμένους πράσινους χώρους – είναι μία από τις μια τσιμεντένια δεξαμενή θερμότητας με περιορισμένους χώρους πρασίνου – είναι μια από τις λιγότερο. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα, και η Αθήνα ειδικότερα, φιλοξενεί έναν από τους γηραιότερους πληθυσμούς της Ευρώπης, μια ομάδα ιδιαίτερα ευάλωτη σε συνθήκες ακραίας ζέστης.
Το 2021, η Αθήνα έγινε η πρώτη πόλη στην Ευρώπη που διόρισε ειδικό “αρχηγό για την αντιμετώπιση της ζέστης” (chief heat officer), με στόχο την προώθηση και τον συντονισμό στρατηγικών προσαρμογής και ενίσχυσης της ανθεκτικότητας. Ταυτόχρονα, η πόλη άρχισε να εστιάζει σε λύσεις βασισμένες στη φύση για να μειώσει το φαινόμενο της θερμικής νησίδας κατά την οποία οι πόλεις θερμαίνονται σημαντικά περισσότερο από το περιβάλλον γύρω τους.