Τα νέα μέτρα για τη σχολική βία είναι η καταδίκη των παιδιών

Διαβάζεται σε 12'
σχολική βία
iStock / 24 Media creative team

Η ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια και ειδική παιδαγωγός, Βάσω Ρωμαίου διευκρινίζει πόσο χρήσιμα είναι τα μέτρα της κυβέρνησης για τη βία ανηλίκων. «Ρίχνουν όλες τις ευθύνες στα παιδιά».

Κατά την Ελληνική Αστυνομία, η βία, η εγκληματικότητα με ανήλικα θύματα ληστείας, σε σχολεία, δρόμους και πλατείες, έχει αυξηθεί σε έναν μόλις χρόνο, κατά 317%. Ο αριθμός των ανηλίκων θυμάτων ξυλοδαρμού σε όλη τη χώρα έχει αυξηθεί στο ίδιο διάστημα κατά 168%.

Στην προσπάθεια μας να κατανοήσουμε το φαινόμενο, ώστε να γίνει ξεκάθαρη η ρίζα του προβλήματος και άρα οι τρόποι αντιμετώπισης, ζητήσαμε από τη ψυχολόγο, ψυχοθεραπεύτρια και ειδική παιδαγωγό Βάσω Ρωμαίου να σχολιάσει τα μέτρα αντιμετώπισης της σχολικής βίας που εξήγγειλε η Κυβέρνηση.

Όπως λέει, δεν αφορούν ούτε στο ελάχιστο την πρόληψη και εστιάζουν στην καταστολή, όπως «παίρνουν» τις ευθύνες από εκείνους στους οποίους ανήκουν και τις «ρίχνουν» στα παιδιά. Όχι στους γονείς ή το εκπαιδευτικό σύστημα ή την κοινωνία.

«Όταν έρχεται ένα παιδί στο γραφείο μας με ένα σύμπτωμα, δεν πάμε στο παιδί. Πάμε πίσω από το παιδί. Βλέπουμε τη δυναμική της οικογένειας. Βοηθάμε αρχικά τους γονείς και κατ’ επέκταση το παιδί να μάθει να ρυθμίζει το συναίσθημα του με διαφορετικό τρόπο.

«Αν θέλουμε να έχουμε ένα όμορφο, ζουμερό πορτοκάλι, δεν πάμε στο πορτοκάλι, αλλά στο δέντρο. Θα του βάλουμε λίπασμα, θα το ποτίσουμε και θα το φροντίσουμε, για να έχουμε ένα ζουμερό πορτοκάλι».

Ό,τι συμβαίνει καθρεπτίζει απόλυτα την κοινωνία -τι συμβαίνει σε μεγαλύτερο επίπεδο, από τις πολυεθνικές εταιρείες έως μέσα στα σπίτια. Είναι ο απόλυτος καθρεφτισμός του κόσμου των ενηλίκων. Αν δεν μπορούμε να εμπνεύσουμε τα παιδιά μας και να πιστέψουμε σε αυτά, τότε τι ανθρώπους, τι πολίτες ετοιμάζουμε;

Δεν αποτελεί πηγή έμπνευσης ο ενήλικας.

Εν τω μεταξύ, ως προς τα μέτρα δεν βγαίνουν και τα νούμερα, καθώς χρειάζεται και η κοινωνία και το σχολείο και η πολιτεία να αναλάβουν τις ευθύνες τους, εστιάζοντας στο σχολείο αλλά και το συλλογικό πλαίσιο.

Τα νέα μέτρα δεν μπαίνουν στο φαινόμενο προνοιακά. Μπαίνουν κατασταλτικά. Φαντάζομαι αυτό συμβαίνει γιατί δεν εξυπηρετούν τα νούμερα. Προτού όμως, ζητήσουμε την τιμωρία πρέπει να καταλάβουμε τι σημαίνει σχολικός εκφοβισμός, τι σημαίνει τιμωρία, τι σημαίνει ποινή και τι αλλάζει στα δεδομένα.

Τι θα αλλάξει αν τιμωρήσουμε το παιδί που κάνει εκφοβισμό; Και την ίδια ώρα, τι γίνεται με το θύμα; Ποιος μου λέει ότι δεν θα αυτοκτονήσει, άσχετα από το αν τιμωρήθηκε ο εκφοβιστής του; Γιατί να μην έχει κάποιον να μιλήσει;».

 

Τα μέτρα λοιπόν, περιλαμβάνουν

α) Online καταγραφή και διαχείριση, μέσω του stop-bullying.gov.gr

«Φαντάζομαι θα είναι με κωδικούς, που σημαίνει ότι ο όποιος μαθητής ή γονέας θα μπορεί να μπει και να κάνει καταγγελία. Δεν υπάρχει δηλαδή, κανένας τρόπος επίβλεψης γύρω από αυτό. Το πλαίσιο που θα επιτρέπει την απόδειξη πως πρόκειται περί αληθών καταγγελιών.

Και μετά; Έστω ότι γίνεται η καταγραφή. Ποιο είναι το επόμενο βήμα;». Η πολυεπίπεδη τιμωρία των παιδιών που καταγγέλλονται ως θύτες. «Οι έρευνες έχουν δείξει πως όταν αντιμετωπίζεται ο σχολικός εκφοβισμός με τιμωρητική ματιά, οι θύτες του bullying εξακολουθούν να πηγαίνουν στοχευμένα σε αυτόν που έκανε -ή υποψιάζονται πως έκανε- την καταγγελία. Δεν σταματά το φαινόμενο. Ίσα, ίσα κάνουν το θύμα να πληρώσει για την καταγγελία.

Επίσης, ένα παιδί που έχει υποστεί bullying θεωρούμε ότι είναι τόσο εύκολο να μπει σε μια πλατφόρμα να καταγγείλει, εφόσον δεν έχει μιλήσει ούτε στους γονείς του;

Είναι τόσο μεγάλος ο φόβος και η δύναμη που το θύμα θεωρεί ότι έχουν οι άλλοι επάνω του, που δεν νομίζω πως μπορεί να λειτουργήσει».

Να πούμε και πως οι γονείς είναι πολύ ανενημέρωτοι σε σχέση με το bullying και παρ’ όλα αυτά, μπαίνουν στη δουλειά του εκπαιδευτικού και του ψυχοθεραπευτή για να τους ορίσουν πώς να την κάνουν».

Οι ψυχολόγοι στα σχολεία συμφωνούν πως οι γονείς είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο. Αντί να κάνουν ό,τι είναι καλύτερο για το παιδί τους (απαλλαγμένοι από αχρείαστα ‘εγώ’), κάνει το παιδί ό,τι καλύτερο μπορεί για εκείνους. Τους δικαιολογεί και τους προστατεύει «και γίνεται ένας υπεργονιός, αναλαμβάνοντας την ευθύνη που θα έπρεπε να αναλαμβάνουν οι γονείς του.

«Γίνεται μεταβίβαση ευθύνης από το κράτος στο σχολείο, από το σχολείο στους γονείς από τους γονείς στο παιδί» και τελικά φταίει για όλα το παιδί».

β) Επαναφορά της πενθήμερης αποβολής, με των δικαιολογημένων και αδικαιολόγητων απουσιών

«Αυτό σημαίνει πως για πέντε ημέρες το παιδί ή η ομάδα των παιδιών που κάνουν bullying θα είναι εκτός και μετά θα επιστρέψουν στο σχολείο». Μπορεί και όχι, αν έχει χρησιμοποιήσει το κινητό του τηλέφωνο επί σχολικού περιβάλλοντος για καταγραφή και διάδοση στο διαδίκτυο, περιεχομένου εκφοβισμού ή προσωπικών στιγμών.

«Και πώς αυτό μπορεί να βοηθήσει στην εξάλειψη του φαινομένου; Τι θα καταλάβει το παιδί από την πενθήμερη αποβολή και πώς θα σταματήσει ό,τι συμβαίνει εκτός σχολικού περιβάλλοντος με τη βία των ανηλίκων; Αυτό που γίνεται με το συγκεκριμένο μέτρο είναι ότι μεταφέρει το θέμα εκτός σχολείου. Δεν αναλαμβάνει το σχολικό περιβάλλον την ευθύνη, η οποία μεταφέρεται εκτός».

Όπου ποιος έχει την ευθύνη; «Η πολιτεία. Άρα όλα αυτά μας δείχνουν πως ό,τι γίνεται και είναι χαώδες, είναι συμπτωματικό. Τα μέτρα είναι συμπτωματικά και προσθέτουν στο δίπολο που υπάρχει.

Στην ουσία τι θέλει να εξαλείψει η πολιτεία; Να μην υπάρχει αποδοχή στη διαφορετικότητα -που δεν είναι απαραίτητη στον εκφοβισμό, αφού όπως φαίνεται ο οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει θύμα, για τον όποιο λόγο. Πώς θα γίνει αποδεκτή και πώς τα παιδιά θα μάθουν τι είναι ενσυναίσθηση, αν γίνεται διαχωρισμός μεταξύ θύτη και θύματος; Εκ των πραγμάτων, αυτό που θέλει να καταπολεμήσει, το ορίζει με δίπολα».

«Το μέτρο ‘δείχνει’ πως όταν κάτι δεν είναι στην κανονικότητα και είναι διαφορετικό, εξοστρακίζεται».

γ) Αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος

Στα σχολεία απαγορεύεται και τώρα η χρήση κινητών τηλεφώνων. Τουλάχιστον στα χαρτιά. Στο εξής, θα είναι πιο αυστηρές οι συνέπειες για τη χρήση τους: οι μαθητές που θα συνεχίσουν να τα χρησιμοποιούν, θα έρχονται αντιμέτωποι με την αυστηρότερη ποινή που είναι η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος.

Θα υπάρχει η δυνατότητα αλλαγής τμήματος και θα είναι πιο εύκολη γραφειοκρατικά η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος. Αν υπάρξει διαρροή προσωπικών δεδομένων για προσωπικές στιγμές παιδιών στο διαδίκτυο, τότε θα υπάρχει ακαριαία αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος.

Μάλιστα, για να διευκολυνθεί το σύστημα που ουσιαστικά «ξεφορτώνεται» το παιδί-πρόβλημα, θα απλοποιηθούν και οι διαδικασίες σχολικού περιβάλλοντος.

«Δεδομένα με την αλλαγή σχολείου δεν αλλάζει τίποτα ως προς τα παιδιά που εμπλέκονται στον σχολικό εκφοβισμό. Το μόνο που αλλάζει είναι το πλαίσιο. Το περιβάλλον. Φαίνεται πως δεν ενδιαφέρει το παιδί, αλλά το να μην δυσκολεύει το σχολείο».

Θα δυσκολέψει το επόμενο. Θα πάει σε τρίτο, τέταρτο, πέμπτο. Πού τελειώνει όμως, αυτό; «Μπορεί και με τον αποκλεισμό από το εκπαιδευτικό σύστημα που οδηγεί το παιδί στην πλήρη απομόνωση και περιθωριοποίηση.

«Η πολιτεία δεν παρεμβαίνει για να νοιαστεί, να καταλάβει και να φροντίσει το παιδί, την οικογένεια, το σχολείο και τον εκπαιδευτικό πίσω από το παιδί -θύτη και θύμα».

Πώς θα φροντίσουμε τους εκπαιδευτικούς; Υπάρχει εποπτεία; Υπάρχει εκπαίδευση; Και πώς θα φροντίσουμε την οικογένεια πίσω και πέρα από όσα υπάρχουν (ανεργία, διαζύγια στα οποία οι γονείς συνηθίζουν να εργαλειοποιούν το παιδί, κακοποίηση); Όλα αυτά χρειάζονται πολλή δουλειά και πολλά χρήματα».

Μάλλον όμως, δεν υπάρχει εναλλακτική. Εκτός και αν το ζητούμενο είναι η καταστολή και όχι η συμπερίληψη.

«Επίσης, ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες των ποινών από την εφηβεία κι όλας και μάλιστα αυτού του είδους οι ποινές; Σκεφτείτε λίγο: υπάρχει ήδη νομικό πλαίσιο για ενήλικες που έχουν παραβατική συμπεριφορά. Έχει εξαλειφθεί η βία ή οι ληστείες;».

Χειρότερα έχουν γίνει όλα. «Ακριβώς. Το ζητούμενο είναι να καταλάβουμε τι γίνεται όχι για να καταστείλουμε το πρόβλημα, αλλά για να μην υπάρξει. Και για να μην υπάρξει, χρειάζεται επιμερισμός των ευθυνών. Όχι να λειτουργούμε συμπληρωματικά».

δ) τη ψηφιοποίηση του απουσιολογίου, του βιβλίου ύλης και των βαθμολογικών επιδόσεων των μαθητών, ώστε να μπορούν οι γονείς να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή τι συμβαίνει στο σχολείο.

«Οι γονείς δεν οφείλουν να τα γνωρίζουν όλα αυτά; Να τα μαθαίνουν μέσα από συζητήσεις με το παιδί που περιλαμβάνει ερωτήσεις ειλικρινούς ενδιαφέροντος για την ευημερία του; Να έχουν δομήσει σχέση εμπιστοσύνης μαζί του, ώστε να μπορεί να τους μιλάει;».

ε) την επιβάρυνση της οικογένειας δράστη, τις περιπτώσεις μαθητών, οι οποίοι έχουν προκαλέσει υλικές ζημιές στο σχολείο τότε οι γονείς θα επιβαρύνονται οικονομικά για την κάλυψη του κόστους της επιδιόρθωσης.

«Όλα αυτά δεν σχετίζονται με μεταφορά, μετακίνηση και αλλαγή για το παιδί».

στ) και τη στελέχωση των σχολείων με κοινωνικούς λειτουργούς και ψυχολόγους

«Αυτό το κράτος, μόνο αν είμαστε αλληλέγγυοι μπορεί να πάει μπροστά. Αν δεν μπορώ να καταλάβω πώς νιώθεις -κάτι που πρέπει να προάγεται από χρόνο μηδέν, από τη γέννηση ενός παιδιού-, έχει να το κάνει με έναν τρόπο το σχολείο. Να εμπεριέξει το ένα παιδί στη θέση του άλλου. Να λειτουργήσει η διαφορετικότητα και η αποδοχή.

Δεν μπορούμε να ζητάμε από τα παιδιά να έχουν συμπεριληπτικότητα, να λειτουργούν με ενσυναίσθηση, με όρους αποδοχής και από πίσω να «σκοτώνονται» οι εκπαιδευτικοί και ο σύλλογος διδασκόντων. Χρειάζεται και ο εκπαιδευτικός να εμπνέει με έναν τρόπο. Αν το δούμε από τη μικρή ομάδα που είναι η τάξη, στη λίγο μεγαλύτερη που είναι το σχολείο και στην πολύ μεγαλύτερη που είναι η κοινότητα μας, χωλαίνει όλο.

Δεν αρκεί να βάλουμε από 1 ψυχολόγο σε 3 σχολείο, από 1 σε πέντε που είναι μέχρι σήμερα -με το καθηκοντολόγιο να είναι πολύ συγκεκριμένο. Δεν μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα.

Για παράδειγμα, με έναν συγκεκριμένο αριθμό συνεδριών δεν μπορούν να λειτουργήσουν θεραπευτικά. Ή μπορεί να υπάρξει ένας διευθυντής που θέλει να αποφύγει την περαιτέρω εμπλοκή ή τις συγκρούσεις. Υπάρχουν σχολεία που δεν ξέρουν να διαχειρίζονται και να επιλύουν τις συγκρούσεις ή να ομαδοποιούν τα παιδιά.

Για να είμαι ωστόσο, ο εκπαιδευτικός σε ένα τέτοιο επίπεδο, σημαίνει πως ούτε αυτός έχει φροντιστεί».

ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΖΗΤΟΥΜΕΝΑ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΒΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ

Η κυρία Ρωμαίου αναφέρθηκε σε μια σειρά μέτρων που πήραν στη Μεγάλη Βρετανία, ειδικά για την αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού.

Είχε τίτλο No Blame Approach και περιεχόμενο άρδην διαφορετικό από αυτό του ‘προγράμματος’ της ελληνικής κυβέρνησης που ουσιαστικά, εφαρμόζει ανάλογη προσέγγιση (no blame) προς την πολιτεία, τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς και ρίχνει όλη την ευθύνη στο παιδί.

«Οι εκπαιδευτικοί ήταν πλήρως εκπαιδευμένοι, κάτι που έχει πολύ μεγάλο κόστος. Είναι όμως, ανάγκη για ένα κράτος που θέλει να ονομάζεται προνοιακό. Η βάση του προγράμματος είναι το να νοιάζονται επί της ουσίας και να μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες, χωρίς να επιβάλουν ποινές, εξαιρουμένων των εγκληματικών συμπεριφορών.

Μελέτη που είχε γίνει σε σχετικά περιστατικά είχε δείξει πως όταν υπάρχει σχολικός εκφοβισμός, ο εκπαιδευμένος εκπαιδευτικός συντονίζει μια ομάδα μαζί με τους εκφοβιστές του παιδιού και τους βάζει να βοηθήσουν το θύμα που μιλάει για τα συναισθήματα του και οι άλλοι το ακούν. Τα ίδια τα παιδιά αρχίζουν και θαυμάζονται. Ο εκπαιδευτικός ρωτά «τι θα έκανες εσύ στη θέση του;» ή «τι θα χρειαζόσουν;» ή «πώς μπορείς να βοηθήσεις τον τάδε;».

«H ενσυναίσθηση δεν έχει να κάνει με το να μπεις στη θέση του άλλου και να νιώσεις ό,τι νιώθει. Έχει να κάνει με το να καταλάβεις πώς νιώθει ο άλλος».

Αντί της περιθωριοποίησης, γίνεται μια διαδικασία ζύμωσης που περιλαμβάνει πολλά στάδια, ως προς το πόσο παρεμβαίνει ο εκπαιδευτικός, με ποιον εκπαιδευτικό μπορεί να μιλήσει το όποιο παιδί έχει ένα πρόβλημα, γνωρίζοντας πως μπορεί να το κάνει με ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Τι συμβαίνει όταν οι γονείς παρεμβαίνουν πάρα πολύ και χρειάζεται να υπάρχει μια κριτική διάθεση.

Εδώ όλα τα μέτρα μαθαίνουν στα παιδιά πώς να γλιτώσουν την ευθύνη, πώς να ξεγελάσουν, πώς να ξεγλιστρήσουν. Όχι πώς να καταλάβουν.

Εάν το δούμε περισσότερο ολιστικά το όλο φαινόμενο, θα χρειαστεί εν τέλει να δούμε και την ιστορία του θύτη. Τι μπορεί να έχει υποστεί, πόσο καταπιεσμένος και χωρίς φωνή κι έτσι όταν βρήκε μια ομάδα -ενδεχομένως για να νιώσει πως ανήκει κάπου- άρχισε να εκρήγνυνται».

«Θα με ρωτήσετε: ο θύτης να μην τιμωρηθεί;»

«Μα δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Είναι το πώς έχει φτάσει έως εκεί. Πώς μπορούμε να ακούσουμε και να βοηθήσουμε.

Ειδικά στα παιδιά και στους εφήβους, δεν κάνουμε διαγνώσεις με διαταραχές προσωπικότητας, γιατί είναι υπό διαμόρφωση. Είναι ακόμα εύπλαστα και έχουμε όλους τους τρόπους να τα πλάσουμε σαν πλαστελίνες».

Αρκεί βέβαια, να βάλουμε τη σχετική δουλειά. Να προσπαθήσουμε. Όχι να έχουμε ως απόλυτη προτεραιότητα να πετάξουμε από πάνω μας την ευθύνη.

«Ο κύριος λόγος που δεν μπορούμε να δρούμε κατασταλτικά, γιατί έτσι ορίζουμε τα παιδιά ως προβληματικά».

Το θύμα θα πάει για ψυχοθεραπεία και ο θύτης θα ασκήσει την ποινή που του αντιστοιχεί». Μελέτες ενημερώνουν διαρκώς πως τραύματα της παιδικής μας ηλικίας τα ‘κουβαλάμε για δεκαετίες -πχ από μια κακοποίηση ή διαρκή σχόλια για το βάρος μας.

Εάν οριστεί το παιδί ως προβληματικό «γίνεται η ταυτότητα του. Λειτουργεί σαν ιδιότητα. Ας δούμε λοιπόν, τι γίνεται πίσω από τον έφηβο που έχει κατηγοριοποιηθεί ως θύτης. Ή από αυτόν που έχει κατηγοριοποιηθεί ως θύμα.

Τι σημαίνει θύμα σχολικού εκφοβισμού; Τι σημαίνει να έχει υποστεί ένα παιδί τα μύρια όσα, λεκτικά ή σωματικά από συμμαθητές του ή κάποιον άλλον, ο οποίος δεν μπορεί και δεν έχει τη δύναμη να μιλήσει σε έναν εκπαιδευτικό ή τους ίδιους του τους γονείς;

Ποιος έχει την ευθύνη για όλο αυτό;

Δεν υπάρχει ένας άνθρωπος εμπιστοσύνης να μοιραστεί το συναίσθημα του και νιώθει τόσο αβοήθητος;».

Επίσης από έρευνες προκύπτει πως οι γονείς της σύγχρονης εποχής συνηθίζουν να μην ακούν τα παιδιά τους. Να τα διακόπτουν και να τα απορρίπτουν, γιατί παράλληλα κάνουν κάτι άλλο που τους απορροφά περισσότερο ή θέλουν να ξεκουραστούν. Και δεν τα ρωτούν ποτέ πώς νιώθουν. Αν είναι καλά. Μόνο για τα μαθήματα και τις υποχρεώσεις τους.

«Είναι φοβερό το κυνήγι του χρόνου, ο πλήρης ανταγωνισμός και η σύγκριση σε μια πλέον ανταγωνιστική και συγκριτική κοινωνία. Βέβαια, η σύγκριση έχει μετατοπιστεί.

Παλιά έλεγαν «ο Γιώργος έχει καλύτερους βαθμούς από εσένα». Τώρα έχουν φτάσει στο άλλο ψυχολογικοποιημένο και λένε από το νηπιαγωγείο ακόμα φράσεις όπως «είδα τη ζωγραφιά σου και ήταν η πιο ωραία».

Το πρόσημο είναι θετικό, αλλά χρησιμοποιούν όρους σύγκρισης.

Όταν το παιδί μεγαλώνει ανταγωνιστικά και συγκριτικά, δεν μεταφέρεται; Και δεν πρέπει να δούμε το θέμα του σχολικού εκφοβισμού στην κοινωνικοοικονομική κρίση και την κρίση αξιών που υπάρχουν;».

Μάλλον όχι, γιατί δεν βολεύει.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα