Οι Έλληνες Μυθικιστές απαντούν επί της ιστορικότητας του Ιησού

Διαβάζεται σε 28'
Οι Έλληνες Μυθικιστές απαντούν επί της ιστορικότητας του Ιησού
Ιησούς Getty Images/iStockphoto

Οι Έλληνες Μυθικιστές διατυπώνουν τις δικές τους θέσεις απαντώντας σε επιστολή που δημοσιεύθηκε στο NEWS 24/7 σχετικά με την ιστορικότητα του Ιησού. Όλο το debate, εντός.

Με αφορμή το επεισόδιο του Explainer για την ιστορικότητα του Ιησού, ο αναγνώστης Κωνσταντίνος Παπάζογλου έστειλε επιστολή στο NEWS 24/7 με τη δική του έρευνα και ερμηνεία πάνω στο ερώτημα αν ήταν ιστορικό πρόσωπο ο Ιησούς ή όχι.

Τώρα, οι Έλληνες Μυθικιστές τοποθετούνται επί της επιστολής, απαντώντας με δικό τους κείμενο που έστειλαν στο NEWS 24/7. Οι ίδιοι επιχειρηματολογούν επί της απάντησης παραθέτοντας τη δική τους κριτική – θέσεις.

“Δυστυχώς δεν υπάρχει καμία αξιόπιστη εξωβιβλική καταγραφή (ιστορική αλλά και αρχαιολογική) που να μπορεί να θεωρηθεί στοιχείο αυθεντικότητας”, σημειώνουν μεταξύ άλλων.

“Τα Ευαγγέλια που έχουμε σήμερα είναι του 12ου αιώνα και είναι ανωνύμων συγγραφέων.  Οι αρχαιότεροι κώδικες που έχουμε βρει είναι του 4ου αιώνα και σπαράγματα από το τέλος του δεύτερου αιώνα που έχουν αξιοσημείωτες διαφορές με όσα αντίγραφα έχουμε μεταγενέστερα και με τα Ευαγγέλια που έχουμε σήμερα. Τα ονόματα των τεσσάρων Ευαγγελίων τα μαθαίνουμε από τον Ειρηναίο τέλη του δεύτερου αιώνα μαζί με άλλους τίτλους που αργότερα θα θεωρηθούν απόκρυφα ή αιρετικά. Και φυσικά οι συγγραφείς των ευαγγελίων δεν θα μπορούσαν -για ευνόητους λόγους- να αποτελούν μάρτυρες των γεγονότων γύρω από κάποιον υποψήφιο ιστορικού Ιησού του πρώτου μεταχριστιανικού αιώνα”, τονίζουν ακόμη σε άλλο σημείο της μακροσκελούς επιστολής.

Σημειώνεται πως ο Μυθικισμός αποτελεί ένα εν πολλοίς άγνωστο στην Ελλάδα ρεύμα ιδεών που εξετάζει την ιστορία των θρησκειών, και μέσα από τη χρησιμοποίηση μιας σειράς επιστημονικών εργαλείων και θεματικών πεδίων (ιστορία, αρχαιολογία, συγκριτική μυθολογία, εθνολογία κ.α) επιχειρεί να διαχωρίσει τον μύθο από την ιστορική πραγματικότητα.

Ολόκληρη η επιστολή των Ελλήνων Μυθικιστών προς το NEWS 24/7, παρακάτω:

Μια επιστολή απάντηση στην απάντηση του κου Κων/νου Παπάζογλου (μηχανικού με σπουδές στο Χάρβαρντ κατά δήλωσή του, για τον οποίον δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε περισσότερα στοιχεία), με τίτλο Αναζητώντας τον Ιησού της Ιστορίας για το Explainer Podcast που αφορούσε την ιστορικότητα του Ιησού δημοσιευμένο εδώ και αποθηκευμένο εδώ. Αποσπάσματα από την επιστολή του κ. Παπάζογλου παρατίθενται παρακάτω με πλάγια γράμματα, ακολουθούμενα από τις δικές μας αποκρίσεις.

Ας πάρουμε τα επιχειρήματα με τη σειρά.

1.
Η ιστορική ύπαρξη του Ιησού είναι (σχεδόν) βέβαιη

Και λέμε σχεδόν γιατί σε ότι αφορά την Ιστορία δεν μπορεί να υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα. Σε αντίθεση με τις θετικές επιστήμες, όπου ένα φαινόμενο μπορεί να αποδειχθεί (πολλάκις) μέσω της τεκμηρίωσης και της επανάληψης, στην Ιστορία τα γεγονότα συμβαίνουν μία μόνο φορά και στη συνέχεια ο Ιστορικός καλείται μέσω της ανάλυσης των γεγονότων, των μαρτυριών και όσων έχουν καταγραφεί να πιστοποιήσει τι είναι το πιθανότερο να συνέβει.

Η ιστορικότητα του Ιησού είναι αβέβαιη και η μόνη βεβαιότητα προέρχεται από το πλήθος των οπαδών της κάθε θρησκείας που θεωρεί ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια και την εμπιστοσύνη τους στα θρησκευτικά τους κείμενα. Η Ιστορία σαφώς και μελετάει κάθε αρχαία καταγραφή, αλλά για τα θρησκευτικά κείμενα είναι επιφυλακτική, ακριβώς λόγω της πληθώρας θαυμαστών και ανορθολογικών στοιχείων που περιέχουν, τις πιθανές λογικές ασυνέπειες και ζητάει επιβεβαίωση από μη θρησκευτικές πηγές για να πιστοποιήσει την παρουσία προσώπων και συμβάντων.

Με βάση αυτήν την προσέγγιση, η Ιστορικότητα του Ιησού μπορεί πράγματι να θεωρηθεί δεδομένη, με αρκετές πληροφορίες μάλιστα για τη ζωή του να έχουν καταγραφεί σε εξωβιβλικές μαρτυρίες1

Δυστυχώς δεν υπάρχει καμία αξιόπιστη εξωβιβλική καταγραφή (ιστορική αλλά και αρχαιολογική) που να μπορεί να θεωρηθεί στοιχείο αυθεντικότητας και θα φανεί αυτό στη συνέχεια.

Για παράδειγμα γνωρίζουμε ότι ο Ιησούς είχε ένα τουλάχιστον αδερφό τον Ιάκωβο (όπως γράφει ο Ιουδαίος συγγραφέας Φλάβιος Ιωσηπός τον 1ο αιώνα μ.Χ),

Έχει ενδιαφέρον ότι ο κος Παπάζογλου δεν φέρνει την 1 και εντυπωσιακή μαρτυρία του Φλάβιου Ιώσηπου το γνωστό ως TF (testimonium flavianum), που μιλάει ξεκάθαρα για τον Ιησού των Ευαγγελίων και καλά κάνει, διότι είναι καταφανώς χαλκευμένη και ίσως πλήρως εμβόλιμη. Φέρνει όμως την 2 θεωρούμενη αναφορά, που χωρίς την πρώτη είναι τελείως αδύναμη. Να σημειωθεί ότι οι δύο αυτές αναφορές, είναι οι μόνες που θα μπορούσαν να είναι πραγματικά ιστορικές αν ήσαν αληθείς και οι δύο, γιατί γράφηκαν μόλις μιάμιση γενιά μετά την θεωρούμενη δράση του Ιησού, μέσα στον πρώτο αιώνα από ιστορικό που ασχολείται με την περιοχή και την συγκεκριμένη περίοδο, ενώ όλες οι υπόλοιπες που θα δούμε, είναι ιδιαίτερα μεταγενέστερες. Φυσικά είναι εντελώς περιττό να επισημάνουμε ότι η παντελής απουσία πηγών από τα χρόνια που τοποθετείται η δράση του Ιησού αποτελεί αυτονόητα ένα σοβαρότατο πρόβλημα. Ευτυχώς το κείμενο του Ιώσηπου υπάρχει στα ελληνικά και με λίγη καλή θέληση μπορεί ο καθείς να το διαβάσει και να το αναλύσει. Διαβάζουμε λοιπόν στο εικοστό βιβλίο (k’) της Αρχαιολογίας παράγραφοι [197-213]:

[197] Πέμπει δὲ Καῖσαρ Ἀλβῖνον εἰς τὴν Ἰουδαίαν ἔπαρχον Φήστου τὴν τελευτὴν πυθόμενος. ὁ δὲ βασιλεὺς ἀφείλετο μὲν τὸν Ἰώσηπον τὴν ἱερωσύνην,
τῷ δὲ Ἀνάνου παιδὶ καὶ αὐτῷ Ἀνάνῳ λεγομένῳ τὴν διαδοχὴν τῆς ἀρχῆς ἔδωκεν.

…………..

[200] ἅτε δὴ οὖν τοιοῦτος ὢν ὁ Ἄνανος, νομίσας ἔχειν καιρὸν ἐπιτήδειον διὰ τὸ τεθνάναι μὲν Φῆστον, Ἀλβῖνον δ᾽ ἔτι κατὰ τὴν ὁδὸν ὑπάρχειν, καθίζει συνέδριον κριτῶν καὶ παραγαγὼν εἰς αὐτὸ
τὸν ἀδελφὸν Ἰησοῦ τοῦ λεγομένου Χριστοῦ, Ἰάκωβος ὄνομα αὐτῷ, καί τινας ἑτέρους, ὡς παρανομησάντων κατηγορίαν ποιησάμενος παρέδωκε λευσθησομένους. [201]
ὅσοι δὲ ἐδόκουν ἐπιεικέστατοι τῶν κατὰ τὴν πόλιν εἶναι καὶ περὶ τοὺς νόμους ἀκριβεῖς βαρέως ἤνεγκαν ἐπὶ τούτῳ καὶ πέμπουσιν πρὸς τὸν βασιλέα κρύφα παρακαλοῦντες αὐτὸν ἐπιστεῖλαι τῷ Ἀνάνῳ μηκέτι τοιαῦτα πράσσειν· μηδὲ γὰρ τὸ πρῶτον ὀρθῶς αὐτὸν πεποιηκέναι. [202] τινὲς δ᾽ αὐτῶν καὶ τὸν Ἀλβῖνον ὑπαντιάζουσιν ἀπὸ τῆς Ἀλεξανδρείας ὁδοιποροῦντα καὶ διδάσκουσιν, ὡς οὐκ ἐξὸν ἦν Ἀνάνῳ χωρὶς τῆς ἐκείνου γνώμης καθίσαι συνέδριον. [203] Ἀλβῖνος δὲ πεισθεὶς τοῖς λεγομένοις γράφει μετ᾽ ὀργῆς τῷ Ἀνάνῳ λήψεσθαι παρ᾽ αὐτοῦ δίκας ἀπειλῶν. καὶ ὁ βασιλεὺς Ἀγρίππας
διὰ τοῦτο τὴν Ἀρχιερωσύνην ἀφελόμενος αὐτὸν ἄρξαντα μῆνας τρεῖς Ἰησοῦν τὸν τοῦ Δαμναίου κατέστησεν. [204]

και παρακάτω:

[213] λαμβάνει δὲ καὶ
Ἰησοῦς ὁ τοῦ Γαμαλιήλου τὴν διαδοχὴν τῆς ἀρχιερωσύνης
παρὰ τοῦ βασιλέως Ἰησοῦν ἀφελομένου τὸν τοῦ Δαμναίου, καὶ διὰ τοῦτο στάσις αὐτῶν πρὸς ἀλλήλους ἐγένετο· σύστημα γὰρ τῶν θρασυτάτων ποιησάμενοι πολλάκις μέχρι λίθων βολῆς ἀπὸ τῶν βλασφημιῶν ἐξέπιπτον. ὑπερεῖχεν δὲ Ἀνανίας τῷ πλούτῳ προσαγόμενος τοὺς λαμβάνειν ἑτοίμους.

Ο Ιώσηπος είναι ο ιστορικός αυτός που μας έχει δώσει μια καλή γνώση της Ιουδαίας της εποχής εκείνης, και είναι αυτός που με το έργο του προσπάθησε να δικαιολογήσει την καταστροφή του Ναού και του λαού του από τους Ρωμαίους, αναφέροντας σαν αιτία τους φανατικούς ζηλωτές και τους περιπλανώμενους “μεσσίες” της εποχής, που τους υποδαύλιζαν με την αναμονή του μεσσιανικού μηνύματος που με κάποιες ερμηνείες έβγαινε συχνά από την Παλαιά Διαθήκη. Επειδή είναι ο καθ’ ύλην αρμόδιος για τα ιστορικά στοιχεία της εποχής, έχει πέσει θύμα παραχαράξεων όπως στο προαναφερθέν TF που όλοι το θεωρούν πλαστογραφημένο και αρκετοί πλήρως εμβόλιμο, αλλά και σε άλλο έργο του στον Ιουδαϊκό Πόλεμο στη σλαβονική του μετάφραση με πολύ πιο έντονο αλλά και άγαρμπο τρόπο.

Αρχικά πρέπει να πούμε, ότι μετά την καταστροφή του βασιλείου της Ιουδαίας από τους Βαβυλώνιους και τη γνωστή αιχμαλωσία, εξέλιπε ο κεχρισμένος βασιλιάς των Ιουδαίων (Έξ. 29.7) και το μόνο σημαντικό πρόσωπο αντ`αυτού, ήταν ο κεχρισμένος επίσης αρχιερέας του Ναού, που ήταν δηλαδή χριστός = κεχρισμένος (Α’ Βασ.2.10, 2.35, 12.5, 16.3-6, Λευ 4.3-5, 4.16, 6.15 κ.α.) και η σημασία του για τους Εβραίους όπως και εδώ το κείμενο αναφέρει, ήταν αντίστοιχη του παλαιού βασιλιά. Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι αρχιερείς ήταν χριστοί όπως στην προκειμένη περίπτωση ο Ανανίας (Άνανος), ο Ιησούς του Δαμναίου και ακολούθως ο Ιησούς του Γαμαλιήλ. Το ποιος ήταν ο Δαμναίος δεν γνωρίζουμε, ούτε αναφέρεται ξανά, αλλά ο γιος του ο Ιησούς και ο αδερφός του φυσικά ο Ιάκωβος, δεν φαίνεται να έχουν σχέση με τον Ιησού των Ευαγγελίων. Με αυτή τη γνώση εδώ βγαίνει νόημα, ειδάλλως το κείμενο θα ήταν ακατανόητο στο ποιος είναι ο Ιησούς αδερφός του Ιακώβου δηλαδή ο Ιησούς του Δαμναίου που ξεκαθαρίζει στη συνέχεια. Η μόνη δυνατή ένσταση είναι η φράση “του λεγόμενου”, η οποία, ή παρεμβλήθηκε εκ των υστέρων από χριστιανό, ή όχι ήταν εκεί από την αρχή και μπορεί να δείχνει ότι η περίπτωση να γίνει ιεράρχης ο Ιησούς του Δαμναίου, είχε ήδη τεθεί στην ατζέντα και ήταν εκείνη την εποχή υπό αμφισβήτηση.

Αν όμως ο κος Παπάζογλου είχε δίκιο, υπάρχει άλλο ένα πρόβλημα να επιλύσει. Στο κείμενο του Ιώσηπου, ο Ιάκωβος φαίνεται στη μερίδα των συντηρητικών, δηλαδή θα λέγαμε Φαρισαίος, γιατί το γράμμα στηλίτευσης του λιθοβολισμού του έγινε από αυτούς που “ἐδόκουν ἐπιεικέστατοι τῶν κατὰ τὴν πόλιν εἶναι καὶ περὶ τοὺς νόμους ἀκριβεῖς”, Δηλαδή τυπικοί με τον Νόμο, με τους οποίους ο Ιώσηπος (επίσης φαρισαίος) δείχνει να συμφωνεί, κάτι που δεν συνάδει με τους χριστιανούς των Πράξεων για παράδειγμα, που θα αναφερόντουσαν ως ταραχοποιοί ή έστω αιρετικοί και μάλλον με την γνώση των ευαγγελικών κειμένων αλλά και των Πράξεων, θα ήταν δύσκολο να πιστέψουμε ότι Φαρισαίοι υπερασπίστηκαν τον θάνατο ενός χριστιανού και ο Ηρώδης αυτό το δέχθηκε και έδιωξε των Άνανο.

Με αφορμή όμως αυτό, αλλά και τη γνώση που έχουμε πλέον ότι ο χριστιανισμός ξεκίνησε ταυτόχρονα με διαφορετικές εκφάνσεις που αργότερα, όλες εκτός από αυτή που επικράτησε ονομάστηκαν αιρέσεις (Αθανασιάδη Πολ. Η Άνοδος της Μονοδοξίας στην Ύστερη Αρχαιότητα, Εστία, Αθήνα 2021, 181. Στηρίζεται στο Bauer W., Έλληνες Μυθικιστές μτφρ. R.A.Krat G. Krodel, Φιλαδέλφια 1971, p 235-240), μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε ότι η αναφορά σε “Χριστό” ή η ονομασία “χριστιανοί” τους δύο πρώτους αιώνες, δεν μας λέει και πολλά για το ποιόν θεωρούσαν ως χριστό σε κάθε περίπτωση και η καθαρή συνεπαγωγή ότι αναφέρεται στον Ιησού των Ευαγγελίων, μάλλον είναι λάθος. Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα που και σήμερα έχει αφήσει κατάλοιπα, είναι οι Μανδαίοι αλλά και οι Ημεροβαπτιστές που θεωρούσαν ως Μεσσία – Χριστό τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Τέλος όπως ήδη φαίνεται στο μικρό αυτό κείμενο, το “Ιησούς” ήταν συνηθισμένο όνομα της εποχής.

ότι ζούσε στην περιοχή της Παλαιστίνης (σύμφωνα με το συγγραφέα Λουκιανό του 2ου αιώνα μ.Χ),

Ο Λουκιανός έγραψε μια ιστορία σε μορφή επιστολής που μάλλον είναι μυθιστόρημα και αναφέρεται στη ζωή ενός θαυματοποιού χριστιανού της εποχής του. Αναφέρει τα πιστεύω του ήρωά του και όχι κάποια ιστορική πληροφορία από κάπου αλλού, κάτι που αντανακλά τα πιστεύω των χριστιανών της εποχής του και τίποτα πάρα πέρα. Εκτός αυτού το κείμενο είναι της περιόδου 165-180 κ.χ. δηλαδή πλέον του αιώνα μετά την θεωρούμενη δράση του Ιησού των Ευαγγελίων.

ότι είχε τη φήμη ότι ήταν σοφός και ηθικός άνθρωπος (σύμφωνα με επιστολή του 2ου αιώνα μ.Χ του στωικού Μαρά Βαρ Σεραπίων που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο),

Ο Μαρά Βαρ Σεραπίων αναφέρεται ως Σύρος στωικός φιλόσοφος και το μόνο που ξέρουμε για αυτόν είναι αυτή η επιστολή, που χρονολογείται από το 74 κ.χ. ώς τον τρίτο αιώνα. Μπορείτε να την βρείτε στα αγγλικά εδώ, αλλά θα χρησιμοποιήσω Έλληνες Μυθικιστές του κειμένου από τα αγγλικά:

Τι να πούμε όταν οι σοφοί σύρονται βίαια από τους τυράννους και η σοφία τους χάνει την ελευθερία της από συκοφαντίες και λεηλατούνται για την ανώτερη νοημοσύνη τους, χωρίς να έχουν τι δυνατότητα να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους; Δε είναι όμως τελείως απαραίτητο να τους λυπόμαστε. Τι κέρδισαν οι Αθηναίοι που θανάτωσαν το Σωκράτη, δεδομένου πως τιμωρήθηκαν με λιμό και λοιμό; Ή οι κάτοικοι της Σάμου όταν έκαψαν τον Πυθαγόρα, δεδομένου πως σε μία ώρα ολόκληρη η χώρα τους καλύφθηκε με άμμο;
Ή οι Εβραίοι που δολοφόνησαν το Σοφό Βασιλιά τους, δεδομένου πως από εκείνη τη στιγμή άρχισαν να χάνουνε το βασίλειό τους; Διότι με δικαιοσύνη ο Θεός ξεπλήρωσε τη σοφία και των τριών. Οι Αθηναίοι πέθαναν από λιμό· και οι κάτοικοι της Σάμου σκεπάστηκαν ανεπανόρθωτα από τη θάλασσα· και οι Εβραίοι δυστύχησαν και εκδιώχθηκαν από το βασίλειό τους και σκορπίζονται σε κάθε γη. Όχι, ο Σωκράτης δεν πέθανε, χάρη στον Πλάτωνα· ούτε ο Πυθαγόρας χάρη στο άγαλμα της Ήρας·
ούτε ο Σοφός Βασιλιάς εξ αιτίας των νόμων που θεσμοθέτησε.

Είναι προφανές ότι το κείμενο έχει ανακρίβειες. Ένα θέμα είναι η άμμος η ή θάλασσα που κάλυψε το νησί της Σάμου. Δεύτερο ο Σοφός Βασιλιάς των Εβραίων που μάλιστα θεσμοθέτησε νόμους που σαν τίτλος αλλά και έννοια μας είναι άγνωστος πέρα από τον Σολομώντα και μόνο ερμηνείες του μπορούν να γίνουν ανάλογα με τα θρησκευτικά πιστεύω. Το σημαντικότερο όμως, δεν μας δίνει καμία ιστορική πληροφορία για τον Ιησού των Ευαγγελίων. Άνετα θα μπορούσε να μεταφέρει φήμες της εποχής του που και αυτό είναι έωλο.

ότι βαπτίστηκε από τον Ιωάννη το Βαπτιστή (Φλάβιος Ιώσηπος),

Ο Ιώσηπος αναφέρει όντως τον Βαπτιστή στην Αρχαιολογία στο 18 βιβλίο (ιη’) [116-119] Πουθενά όμως δεν αναφέρει ότι ο Βαπτιστής βάπτισε τον Ιησού.

ότι έκανε θαύματα, ότι είχε μαθητές και ότι πέθανε κατόπιν απόφασης του Πόντιου Πιλάτου (σύμφωνα με το Ταλμούδ, την Εβραϊκή Βίβλο – Sanhendrin 49a)

Δεν γνωρίζουμε ποιο Ταλμούδ είδε ο κος Παπάζογλου, πάντως στο Sanhendrin 49a που μπορείτε να δείτε σε αγγλική μετάφραση εδώ δεν αναφέρεται κάτι σχετικό.

Υπάρχει μια μεγάλη συλλογή κειμένων του Ταλμούδ που θυμίζουν κάτι από τον Ιησού των Ευαγγελίων, αλλά μια προσεκτική τους μελέτη θα δείξει έντονες διαφορές και άλλες εποχές. Μια ενδιαφέρουσα σελίδα μεταφρασμένη στα ελληνικά βρίσκεται εδώ και άλλη μία επίσης μεταφρασμένη εδώ. Εν ολίγοις δεν υπάρχει κανένα ιστορικό στοιχείο στο Ταλμούδ που να επιβεβαιώνει τα Ευαγγέλια. Αντίθετα θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα Ευαγγέλια χρησιμοποιούν στις πλοκές τους ονόματα ή και συμβάντα από αντίστοιχες ιστορίες που κυκλοφορούσαν και που καταγράφηκαν πολύ αργότερα στο Ταλμούδ και που ήσαν άσχετες. Μην ξεχνάμε ότι μετά την καταστροφή της Ιουδαίας και του Ναού του 70 κ.χ. οι προηγούμενες ιστορίες θα ήταν εύκολο να είναι συγκεχυμένες και μυθοποιημένες.

με σταυρικό θάνατο (σύμφωνα με το Ρωμαίο συγγραφέα Τάκιτο του 2ου αιώνα μ.Χ),

Όντως ο Τάκιτος έχει μια αναφορά σε χριστιανούς και ότι οι χριστιανοί αυτοί πίστευαν σε έναν Χριστό, όλο το κείμενο μπορείτε να το βρείτε μεταφρασμένο εδώ η φράση κλειδί είναι:

Ο Χριστός, από τον οποίο πήρανε το όνομά τους, τιμωρήθηκε με την εσχάτη των ποινών κατά τη βασιλεία του Τιβερίου από έναν από τους επιτρόπους μας, τον Πόντιο Πιλάτο

Η αναφορά αυτή του 115 κ.χ. αν και φαίνεται αυθεντική δεν μας δίνει κανένα στοιχείο για τον Ιησού πέρα από την σταύρωση επί Ποντίου Πιλάτου και η λάθος αναφορά του Πιλάτου σαν επίτροπος, δείχνει ότι δεν πήρε τα στοιχεία αυτά από επίσημες πηγές. Αν είχε πάρει τα στοιχεία από επίσημη πηγή δεν θα έκανε λάθος στον τίτλο του Πιλάτου (το σωστό θα ήταν Έπαρχος – Prefect και όχι επίτροπος – procurator) και δεν θα ανέφερε την ιδιότητα του εκτελεσμένου που απέδιδαν οι οπαδοί του (Χριστός), αλλά το πλήρες και κανονικό όνομά του. Είναι προφανές ότι μεταφέρει πεποιθήσεις χριστιανών της εποχής του και το συγκεκριμένο χωρίο δεν έχει καμία ιστορική αξία.

ότι η διδασκαλία του εξαπλώθηκε μετά το θάνατό του (σύμφωνα με τον επίσης Ρωμαίο συγγραφέα Σουετόνιο του 2ου αιώνα μ.Χ),

Η αναφορά που χρησιμοποιείται από τον Σουετώνιο του 120 κ.χ. είναι η πάρακατω:

Επειδή οι Ιουδαίοι διαρκώς προκαλούσαν αναταραχές με την υποκίνηση του Χρηστού, τους εκδίωξε [ο Κλαύδιος] από τη Ρώμη

Είναι προφανές ότι και το όνομα παραπέμπει αλλού, αλλά και δεν μας δίνει καμία ιστορική πληροφορία πέρα από την ύπαρξη στη Ρώμη κάποιου Χρηστού που υποκινούσε σε ταραχές. Θα μπορούσε να γίνει ένα μικρό λάθος στην μεταφορά, αλλά πάλι δεν μας δίνει κανένα ιστορικό στοιχείο για τον Ιησού των Ευαγγελίων.

Υπάρχει ένα ενδεχόμενο η συγκεκριμένη αναφορά να έχει σχέση με το αναφερόμενο στις Πράξεις 18.2 όπως λέει και ο μεταφραστής του κειμένου που παραπέμπω, μόνο που αναφέρεται σε Εβραίους από τις ίδιες τις Πράξεις, κάτι που μπορεί να σημαίνει οικειοποίηση ταραχών των Εβραίων που οι χριστιανοί στην εποχή του Σουετώνιου πρόβαλλαν και από τους οποίους πήρε ο Σουετώνιος την πληροφορία και αυτή παραποιημένη.

ότι λατρευόταν ως θεός (σύμφωνα με επιστολή του Ρωμαίου δικηγόρου Πλίνι του νεώτερου το 2ο αιώνα μ.Χ)

Όντως στις επιστολές του Πλίνιου αναφέρονται οι χριστιανοί και το επίθετο “χριστός” που αυτοί λάτρευαν, και είναι τότε το 112 κ.χ. που έχουμε την πρώτη ιστορική επιβεβαίωση της ύπαρξης “χριστιανών” και μάλιστα στην Βυθυνία. Έχει την ίδια αξία να πούμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν τον Δία ή ο τάδε λαός έναν άλλο θεό. Δεν δίνει τίποτα το ιστορικό και φυσικά ισχύει αυτό που αναφέρθηκε νωρίτερα, δεν ξέρουμε ποιον Χριστό λάτρευαν αυτοί οι συγκεκριμένοι “χριστιανοί”. Σχετικό απόσπασμα των επιστολών θα βρείτε εδώ.

και ότι τον αποκαλούσαν «Βασιλιά» (Μαρά Βαρ Σεραπίων).

Για τον Μαρά Βαρ Σεραπίων έγινε αναφορά νωρίτερα, δεν χρειάζεται επανάληψη.

Ας σημειωθεί ότι όλα τα παραπάνω στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν ουσιαστικά τα όσα ήδη γνωρίζουμε από τα Ευαγγέλια, προέρχονται από ιστορικές πηγές που ήταν ως επί το πλείστον εχθρικές στο Χριστιανισμό. Άρα οι συγγραφείς δεν είχαν κάποιο κίνητρο να επιβεβαιώσουν ούτε την ύπαρξη του Ιησού, ούτε ακόμα περισσότερο το περιεχόμενο των κηρυγμάτων και της ζωής του.

Μετά από την μικρή αυτή αντιπαράθεση είναι προφανές ότι δεν έχουμε ιστορική πηγή που να επιβεβαιώνει κάτι από τα Ευαγγέλια. Το μόνο που μας λένε τα αναφερόμενα κείμενα, ότι μετά το 112 κ.χ. υπάρχουν αρκετές πηγές που δείχνουν την ύπαρξη κάποιων “χριστιανών”, χωρίς ιδιαίτερες πληροφορίες ειδικά για τον Ιησού των Ευαγγελίων. Για να υποστηρίξει την ιστορικότητα του Ιησού, ο κ. Παπάζογλου επιχειρηματολόγησε χρησιμοποιώντας τη ρητορική συγγραφέων που στην Ελλάδα πρωτοεμφανίζεται τη δεκαετία του 1930 (αναφέρουμε ενδεικτικά τον θεολόγο Γρηγόριο Παπαμιχαήλ), η οποία σήμερα θεωρείται τελείως ξεπερασμένη στο εξωτερικό, γεγονός που ομολογούμε πώς μας έκανε να σηκώσουμε σκεπτικά το φρύδι μας.

Αυτά ακριβώς τα στοιχεία έχουν οδηγήσει επιφανεις ακαδημαϊκούς όπως ο Γερμανός καθηγητής Ludemann (σημ: στον οποίο αναφέρθηκε ο κ. Παπαγεωργίου στο podcast) να δηλώσουν ότι θεωρούν την ύπαρξη του Ιησού και τη σταύρωσή του ως αδιαμφισβήτητα γεγονότα2, ενώ και ο (άθεος) συγγραφέας Bart Ehrman, τα βιβλία του οποίοι έχουν πουλήσει 2 εκατoμμύρια αντίτυπα αμφισβητώντας τη Θεότητα του Ιησού, παραδέχεται ότι είναι ανόητο να υποστηρίζει κάποιος ότι ο Ιησούς δεν υπήρξε, με δεδομένη την πληθώρα των ιστορικών αναφορών που υπάρχουν για εκείνον3. Ακόμα και ο πιο γνωστός ίσως άθεος συγγραφέας της γενιά μας, ο Richard Dawkins έχει πρόσφατα παραδεχτεί ότι ο Ιησούς υπήρξε ιστορικό πρόσωπο4, ενώ και οι μεγαλύτερες μονοθεϊστικές θρησκείες, το Ισλάμ και ο Ιουδαϊσμός, αποδέχονται και αυτές με τη σειρά τους την ιστορική ύπαρξη του Ιησού. Και αν τα στοιχεία για την Ιστορικότητα του Ιησού είναι τόσο συντριπτικά, γιατί κάποιοι ακόμα και τώρα την αμφισβητούν; Πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα αρνούνται ιστορικά και επιστημονικά στοιχεία, και θα προβάλλουν αντ’ αυτών, εναλλακτικές θεωρίες για το οτιδήποτε. Από το ότι η γη είναι επίπεδη και ότι δεν πήγαμε στο φεγγάρι, μέχρι την άρνηση του Ολοκαυτώματος. Άρα δεν θα πρέπει να μας εκπλήσει ότι και για αυτό το θέμα της Ιστορικότητας του Ιησού, υπάρχουν διαφορετικές απόψεις. Ας κρατήσουμε όμως κάτι. Το 2019 ο John Dickson, επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, έθεσε την πρόκληση να βρεθεί έστω και ένας τακτικός Καθηγητής της Αρχαίας Ιστορίας, της Καινής Διαθήκης ή των Κλασσικών Συγγραφέων (δηλαδή ειδικοτήτων σχετικών με το θέμα) που να διδάσκει σε οποιοδήποτε κανονικό πανεπιστήμιο, οπουδήποτε στον κόσμο, που να υποστηρίζει ότι Ιησούς δεν υπήρξε ποτέ. Τέσσερα χρόνια μετά, η πρόκληση του καθηγητή Dickson παραμένει αναπάντητη5. Κάτι μας λέει και αυτό.

Και εδώ ο κ. Παπάζογλου επικαλείται αυθεντίες δίχως να πει κάτι ουσιώδες. Πέντε χρόνια μετά τη δήλωσή που φροντίζει να μας γνωστοποιήσει για αυτόν, ο Γερμανός ιστορικός Gerd Ludemann δηλώνει στα 1999 πώς μόλις ένα 5% των λόγων του Ιησού θα μπορούσε όντως να ανήκει σε αυτόν. Κοινώς ότι το 95% των λόγων του Ιησού στα Ευαγγέλια αποτελεί προϊόν λογοκλοπής προγενέστερων κειμένων, λογοτεχνικών ή θρησκευτικών, από τη λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου. Αν αυτό δεν σοκάρει αρκετά τον κ. Παπάζογλου, να τον ενημερώσουμε ότι αυτός ακριβώς ήταν ο λόγος που ο κ. Ludemann έχασε την έδρα (!) του στο πανεπιστήμιο που δίδασκε για αρκετά χρόνια (για περισσότερα βλ. τη σχετική συνέντευξη που παραχώρησε στον κ. Παπαγεωργίου, στο βιβλίο του τελευταίου “Το πρόβλημα της ιστορικότητας του Ιησού” (εκδ. Δαιδάλεος). Το γεγονός αυτό έρχεται να προστεθεί ως ένα ακόμα λιθαράκι που αφορά την έντονη λογοκρισία και τρομοκρατία που ανιχνεύεται στον ακαδημαϊκό κόσμο (από το πρόσφατο παρελθόν έχουμε και την περίπτωση του Thomas Brodie που αποβλήθηκε από το ινστιτούτο Βιβλικών Μελετών του Limerick επειδή εξέφρασε τις θέσεις του Μυθικισμού για τον ιστορικό Ιησού) αναφορικά με την αμφισβήτηση του Ιησού. Ένα άκρως διαφωτιστικό βίντεο του David Fitzgerald (με ελληνικούς υπότιτλους) για το θέμα αυτό συγκεκριμένα, μπορείτε να βρείτε εδώ. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι ολοένα και περισσότεροι… συνταξιοδοτημένοι ακαδημαϊκοί, έχουν ξεκινήσει τις τελευταίες δεκαετίες να εκφράζουν τις αμφιβολίες τους για την ιστορικότητα του Ιησού (και αυτό απαντά σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό στην πρόκληση του Dickson). Παρόλα αυτά, το γεγονός ότι οι απόψεις των Μυθικιστών εισέρχονται με αργά αλλά και σταθερά βήματα στον ακαδημαϊκό κόσμο, όπως ακριβώς συνέβη με τον Βιβλικό Μινιμαλισμό (αμφισβήτηση της ιστορικότητας των γεγονότων της Π. Διαθήκης) κατά τη δεκαετία του 70 και σήμερα θεωρείται η κυρίαρχη (!) τάση στον ακαδημαϊκό κόσμο, είναι ένα γεγονός αδιαμφισβήτητο.

Ο αξιόλογος -κατά τα άλλα- ακαδημαϊκός Bart Ehrman καταδεικνύει τα τελευταία χρόνια μία “ανεξήγητη” κατά πολλούς επιθετικότητα απέναντι στην θεωρία του μυθικού Ιησού. Στο εξαιρετικό από κάθε άποψη blog Vridar, μπορεί να βρει κανείς δεκάδες σχετικά άρθρα πολλών ειδικών, που καταρρίπτουν τις εμμονές του αυτές. Τέλος, η επίκληση στην αυθεντία του βιολόγου Dawkins δεν αποτελεί επιχείρημα, μιας και ο άνθρωπος μόλις πριν μερικά χρόνια αναρωτιόταν δημόσια στο twitter για τον βαθμό αξιοπιστίας των επιχειρημάτων του… Zeitgeist αναφορικά με τις ομοιότητες του Ιησού και άλλων προχριστιανικών θεοτήτων, πολλές φορές τραβηγμένων από τα μαλλιά.

Τέλος, αλγεινή εντύπωση προκαλεί η απόπειρα του κ. Παπάζογλου να παρουσιάσει τον Μυθικισμό ως μία ανυπόστατη προσέγγιση παραλληλίζοντάς την εντέχνως με τις θεωρίες της επίπεδης γης, της μη κατάκτησης της σελήνης και του αντισημιτισμού. Είναι ολίγον τι τραγικό μιας και ο κόσμος και το περιβάλλον που ο ίδιος υπερασπίζεται, ουσιαστικά αποτέλεσαν και σε μεγάλο βαθμό εξακολουθούν να αποτελούν τις γενεσιουργές δυνάμεις αλλά και τις δεξαμενές άντλησης οπαδών των προαναφερθέντων θεωριών. Ξεχνάει ο κύριος Παπάζογλου ότι τον Ηλιοκεντρισμό αλλά και τη βούληση του ανθρώπου να βγει εκτός της γήινης ατμόσφαιρας την πολέμησαν τόσο η Εκκλησία όσο και οι θεολογούντες πέριξ αυτής (τα ίδια ισχύουν -μέχρι και σήμερα- και με τη θεωρία της Εξέλιξης). Οι ίδιοι άνθρωποι βέβαια διοργάνωναν αμέσως μετά την προσσελήνωση δοξολογίες-φιέστες “υπέρ διαστημικών σκαφάνδρων… Ξεχνά ότι η θεωρία της Επίπεδης Γης, αφού εισήλθε στη χριστιανική γραμματεία και υποστηρίχθηκε θεολογικά από τον Κοσμά τον Ινδικοπλεύστη και τους μεταγενέστερούς του χριστιανούς θεολόγους, ξεφύτρωσε στα μέσα του 19ου αιώνα από φονταμενταλιστές χριστιανούς που προωθούσαν την λογική πειραμάτων DIY για να υποστηριχθούν οι χριστιανικές Γραφές έναντι των επιστημονικών ανακαλύψεων της Κοσμολογίας και της Διαστημικής. Ξεχνά τέλος το ιδεολογικοπολιτικοθρησκευτικό προφίλ των όσων εκφράζουν διαχρονικά το αντισημιτικό τους μένος, φτάνοντας στο σημείο να αμφισβητήσουν το Ολοκαύτωμα.

Ο Μυθικισμός (θεωρία του μυθικού Ιησού) από την άλλη, αποτελεί μία επιστημονική θέση, τέκνο του Διαφωτισμού, που εκφράζεται αδιαλείπτως από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι και τις μέρες μας. Με πολλές παραλλαγές έχει ενστερνιστεί από κορυφαίους ακαδημαϊκούς και ερευνητές σε Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Μ. Βρετανία, Σοβιετική Ένωση, Αυστραλία, ΗΠΑ, ενώ στην Ελλάδα οι θέσεις αυτές καταγράφονται τουλάχιστον από τα μέσα του 19ου αιώνα κ.α. Ας αναζητήσει λοιπόν αλλού ο κ. Παπάζογλου την απέχθεια προς την επιστημονική έρευνα και μεθοδολογία, με αφορμή το debate για την αναζήτηση ενός απτού ιστορικού ή αρχαιολογικού στοιχείου που πιστοποιεί την ιστορική ύπαρξη μιας φιγούρας (μυθικής ή μη), που εργαλειοποιήθηκε από την ρωμαϊκή εξουσία δεκαετίες μετά την υποτιθέμενη δράση της και άλλαξε τον ρου του δυτικού κόσμου.

Ας πάμε τώρα στις χριστιανικές πηγές που αναφέρει ο κος Παπάζογλου και την ικανότητά τους να δώσουν ιστορικές πληροφορίες.

1.Τα ευαγγέλια γράφτηκαν μέσα στην πρώτη γενιά από τα γεγονότα που εξιστορούν

Ακόμα και συντηρητικοί επιστήμονες τοποθετούν τη συγγραφή των πρώτων επιστολών του Απ. Παύλου το 45-50 μ.Χ. και του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου το 60-70 μ.Χ. Δηλαδή μέσα στα πρώτα 15-30 χρόνια από το θάνατο του Ιησού που έλαβε χώρα το 30-33 μ.Χ, κυκλοφορούσε και γραπτώς η ιστορία της ζωής και της Ανάστασης του. Και μάλιστα αυτή η ιστορία βρήκε πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης και διάδοσης σε περιοχές όπου ήταν ακόμα εν ζωή πολλοί μάρτυρες των γεγονότων (π.χ. στην Ιερουσαλήμ), αρκετοί από τους οποίους θα είχαν κάθε λόγο να διαψεύσουν τα γεγονότα των Ευαγγελίων αν αυτά δεν ήταν ακριβή (π.χ. οι Ιουδαίοι). Με δεδομένη μάλιστα τη συγγραφή της Καινής Διαθήκης τόσο κοντά στα γεγονότα που εξιστορεί, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης A.N. Shermin-White έχει γράψει «ότι θα ήταν χωρίς προηγούμενο στην Ιστορία, αν μυθικά ή ψεύτικα στοιχεία είχαν εισχωρήσει μέσα στα Ευαγγέλια».

Δεν ξέρουμε πότε γράφηκαν. Τα Ευαγγέλια που έχουμε σήμερα είναι του 12 αιώνα και είναι ανωνύμων συγγραφέων. Οι αρχαιότεροι κώδικες που έχουμε βρει είναι του 4 αιώνα και σπαράγματα από το τέλος του δεύτερου αιώνα που έχουν αξιοσημείωτες διαφορές με όσα αντίγραφα έχουμε μεταγενέστερα και με τα Ευαγγέλια που έχουμε σήμερα. Τα ονόματα των τεσσάρων Ευαγγελίων τα μαθαίνουμε από τον Ειρηναίο τέλη του δεύτερου αιώνα μαζί με άλλους τίτλους που αργότερα θα θεωρηθούν απόκρυφα ή αιρετικά. Και φυσικά οι συγγραφείς των ευαγγελίων δεν θα μπορούσαν -για ευνόητους λόγους- να αποτελούν μάρτυρες των γεγονότων γύρω από κάποιον υποψήφιο ιστορικού Ιησού του πρώτου μεταχριστιανικού αιώνα. Το Κατά Λουκάν αναφέρεται λίγο νωρίτερα από τον Τερτυλιανό. Μέχρι τότε όσες αναφορές υπάρχουν, αναφέρονται σε ένα μόνο Ευαγγέλιο, ίσως το Κατά Μάρκον ή μια πρώιμη μορφή του, για το οποίο δεν ξέρουμε τίποτα.

Τα Συνοπτικά Ευαγγέλια που έχουμε τώρα είναι όλα αντιγραφές του Κατά Μάρκον. Το Κατά Λουκάν το αντιγράφει σε ποσοστό 41% ενώ το Κατά Ματθαίον σε ποσοστό 46%. Επίσης το Κατά Ματθαίον και το Κατά Λουκάν χρησιμοποιούν σε ποσοστό 24% στοιχεία από μια άλλη άγνωστη πηγή (την καλούμενη πηγή Q). Το ενδιαφέρον ότι και μεταξύ τους έχουν διαφορές ανάλογα με το κοινό προφανώς που απευθύνεται το κάθε ένα.

Το Κατά Ιωάννην είναι μεταγενέστερο, έχει γνωστικές επιρροές, έχει μικρή ταύτιση με τα Συνοπτικά και συχνά έρχεται σε αντίθεση με αυτά. Κραυγαλέες αντιθέσεις του είναι: οι πειρασμοί του Ιησού στην έρημο, αντικαθίστανται με τον γάμο στην Κανά, ότι περιλαμβάνει 3 πάσχα αντί ένα των Συνοπτικών, η επέλαση του Ιησού στον ναό με το μαστίγιο γίνεται το πρώτο πάσχα και όχι αυτό της Σταύρωσης των Συνοπτικών, περιλαμβάνει την ανάσταση του Λαζάρου που δεν υπάρχει στους Συνοπτικούς, το πάσχα της Σταύρωσης είναι σε διαφορετική μέρα από τους Συνοπτικούς.

Να σημειωθεί ότι το δείπνο του Πάσχα δίνεται την ίδια μέρα του Πάσχα και όχι την παραμονή ή την επόμενη την 1η των αζύμων (Λευ. 23.4-6, Αρ. 28.16-18, Έξ. 14.20) κάτι που δείχνει ανακολουθία με το Κατά Μάρκον 14.12, άρα και η Σταύρωση κατά τους Συνοπτικούς, έγινε την Παρασκευή 1η ημέρα των αζύμων που ακολουθεί το Πάσχα αφού την Πέμπτη έγινε το πασχαλινό δείπνο, αντίθετα στο Κατά Ιωάννην έγινε Παρασκευή μεν, αλλά την ίδια μέρα του Πάσχα (Ιω 18.28 καὶ αὐτοὶ οὐκ εἰσῆλθον εἰς τὸ πραιτώριον, ἵνα μὴ μιανθῶσιν, ἀλλ’ ἵνα φάγωσι τὸ πάσχα & 19.14 ἦν δὲ Παρασκευὴ τοῦ πάσχα) και για τον λόγο αυτό ο δείπνος που αναφέρει δεν είναι ο πασχαλινός Μυστικός Δείπνος των Συνοπτικών. (Η Εκκλησία προσπαθώντας να ξεπεράσει τις διαφορές αποφάνθηκε ότι το πάσχα τότε έπεσε Σάββατο που έρχεται σε αντίθεση με όλα τα Ευαγγέλια αλλά και για να συμπέσει με το 33 κ.χ.). Είναι κατανοητό ότι άλλη μέρα του πάσχα αντιστοιχεί και σε άλλο έτος. Σύμφωνα με τους Συνοπτικούς το 27 κ.χ. σύμφωνα με τον Ιωάννη δεν υπάρχει σχετική χρονολογία στο διάστημα 26-35 κ.χ.

Η σημαντικότερη όμως διαφορά των Ευαγγελίων είναι η κλιμάκωση της θεϊκότητας του ήρωα από Ευαγγέλιο σε Ευαγγέλιο. Στο πρώτο, στο Κατά Μάρκον και στα αρχαία αντίγραφα γιατί στην συνέχεια πλαστογραφήθηκαν, ο Ιησούς ήταν ένας ιδιαίτερος άνθρωπος που έγινε Μεσσίας (απεσταλμένος του Θεού) όχι όμως θεός. Στα δύο επόμενα θεοποιήθηκε ή κατά την Βάπτιση ή την Ανάσταση. Μόνο στο Κατά Ιωάννην αναφέρεται ως αιώνιος και προϋπάρχον θεός.

Τέλος το πρώτο Ευαγγέλιο αυτό του Κατά Μάρκον γράφηκε στη Ρώμη μετά το 70 κ.χ. και έχει μεγάλη άγνοια της γεωγραφίας της περιοχής που αναφέρει, με κορυφαία την ανυπαρξία της Ναζαρέτ, που εφευρέθηκε εκ των υστέρων.

Μετά από όλα αυτά είναι προφανές ότι το κάθε ένα από αυτά απευθύνεται σε διαφορετικό κοινό και προσπαθεί να διορθώσει ανάλογα με τις αντίστοιχες πεποιθήσεις της κοινότητας τα προηγούμενα.

Το ενδιαφέρον είναι ότι πριν τα Ευαγγέλια έχουμε μόνο τις 8 επιστολές που θεωρούνται αυθεντικές του Παύλου, ενώ ο ίδιος ο Παύλος δεν έχει να δώσει καμία πληροφορία για την ιστορική δράση του Ιησού, πέρα του ότι ήταν “σπέρμα του Δαυίδ”, από γυναίκα, “κρεμάστηκε σε ξύλο” και αναστήθηκε, χωρίς να αναφέρει που, πότε και από ποιους. Αναφέρει την ύπαρξη Αποστόλων – όχι μαθητών και από αυτούς τα ονόματα Πέτρος και Ιάκωβος μόνον. Εύκολα μπορεί να βγει το συμπέρασμα ότι ο Ιησούς του Παύλου και των πρώτων Αποστόλων ήταν πνευματικός, χωρίς υλική υπόσταση και χωρίς ιστορική παρουσία, κάτι που σημαίνει ότι “ιστορήθηκε” από τα Ευαγγέλια εκ των υστέρων και μετά την καταστροφή του 70 κ.χ. που δεν θα υπήρχαν πολλοί ζωντανοί ή με διάθεση να τα διαψεύσουν, άλλωστε έχουν κάποια ψήγματα παλαιότερων πληροφοριών που σε όλους κάτι θα θύμιζαν. Για τον Παύλο και τη σχέση του με τους Αποστόλους διαβάστε εδώ.

2. Ο αριθμός των αρχαίων αντιγράφων της Καινής Διαθήκης είναι εντυπωσιακά μεγάλος

Τι επιχείρημα είναι αυτό; Σήμερα ένα bestseller είναι συνήθως μυθιστόρημα, φαντασίας ή άλλου είδους λογοτεχνίας. Τα ιστορικά βιβλία δύσκολα θα καταστούν τέτοια. Από την άλλη για λόγους ιστορικούς και με την ταύτιση κράτους και εξουσίας στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ο χριστιανισμός επιβλήθηκε με διάφορους τρόπους – δεν θα αναλωθούμε εδώ με αυτό – αλλά από τον Ιουστινιανό και μετά, ήταν η μόνη επιτρεπτή θρησκεία και όλες οι άλλες απαγορεύτηκαν. Είναι λογικό μια Εκκλησία που έχει το μονοπώλιο να διαδίδει τα κείμενα της με ευχέρεια και με δεδομένο ότι των ανταγωνιστών της καιγόντουσαν στην πυρά, είχε το μονοπώλιο των εκδόσεων, αφού αναγκαστικά κάθε πνευματική κίνηση εξαρτιόταν αποκλειστικά από την Καινή Διαθήκη, άρα και η ανάγκη αντιγράφων μεγαλύτερη από οτιδήποτε άλλο.

3. Η αξιοπιστία των Ευαγγελίων έχει επιβεβαιωθεί διαχρονικά μέσα και από αρχαιολογικές ανασκαφές

Ο Απόστολος Λουκάς είναι ο συγγραφέας τόσο του ομώνυμου Ευαγγελίου όσο και των Πράξεων των Αποστόλων. Και τα 2 κείμενα περιέχουν πάρα πολλές πληροφορίες (τοπωνύμια, ήθη και έθιμα, γεωγραφικοί προσδιορισμοί κτλ) οι οποίες αν και «περιττές» εφόσον δεν απαιτούνται για την εξιστόρηση των γεγονότων, εντούτοις έχουν προστεθεί από το Λουκά επειδή ακριβώς ήθελε ο ίδιος, εν είδει Ιστορικού, να τονίσει την ακρίβεια όσων παραθέτει τοποθετώντας τόσο στο χρόνο όσο και στον τόπο όλα τα γεγονότα που περιγράφει. Π.χ. όταν ο Λουκάς γράφει ότι η Κύπρος είχε «Ανθύπατο», ή ότι στη Θεσσαλονίκη οι άρχοντες λέγονταν «Πολιτάρχες» ή στην Ασία «Ασιάρχες» το κάνει θέλοντας να δώσει ακόμα μεγαλύτερη αξιοπιστία στα λεγόμενά του, αποδεχόμενος να εκτεθεί τόσο αυτός όσο και το έργο του στην έρευνα του Ιστορικού της γενιάς του αλλά και του μέλλοντος. Αρχαιολογικές ανακαλύψεις έχουν διαψεύσει κατά καιρούς όσους αμφισβήτησαν την ιστορικότητα του έργου του Λουκά π.χ. η ανακάλυψη το 1835 μίας αψίδας επιβεβαίωσε μέσω σχετικής επιγραφής την ύπαρξη των Πολιταρχών στη Θεσσαλονίκη, ένα γεγονός που είχε αμφισβητηθεί έντονα στο παρελθόν από ιστορικούς και αναλυτές9. Ενώ και πρόσφατες ανασκαφές έχουν επιβεβαιώσει ποικίλες αναφορές των Ευαγγελίων όπως – μεταξύ άλλων – για την Κολυμπήθρα του Σιλωάμ10 αλλά και για την πόλη της Ναζαρέτ, για την οποία υπήρχε αρχικώς η – τελικά λανθασμένη – άποψη ότι είχε ιδρυθεί μετά την εποχή του Ιησού, και άρα η αναφορά στα Ευαγγέλια ήταν ανακριβής.

Η αναφορά κάποιων ιστορικών πληροφοριών σε ένα κείμενο δεν το κάνουν ούτε ιστορικό ούτε ιστορία. Τα ιστορικά μυθιστορήματα για παράδειγμα, ακολουθούν αυτή ακριβώς την τακτική, σε ένα γνωστό ιστορικό πλαίσιο στήνουν μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι αληθοφανής και οι ήρωες να αλληλεπιδρούν ενίοτε και με γνωστούς ιστορικούς χαρακτήρες. Σίγουρα όμως όχι πραγματική. Για την Ναζαρέτ αναφέρθηκε νωρίτερα. Μεγάλη πόλη με συναγωγή με αυτό το όνομα δεν υπήρχε εκείνη την εποχή ούτε και νωρίτερα. Ο Ιώσηπος στρατοπέδευσε στην φερόμενη περιοχή και δεν αναφέρει τίποτα για αυτήν στην ιστορία του, ούτε υπάρχει τέτοιο τοπωνύμιο στην Παλαιά Διαθήκη ή σε άλλο κείμενο μέχρι εκείνη την εποχή.

4. Τα Ευαγγέλια περιγράφουν με ειλικρίνεια τα γεγονότα χωρίς να αφαιρούν δυσάρεστα ή αμήχανα περιστατικά

Αν τα Ευαγγέλια είχαν παραχαρακτεί τότε δεν θα περιείχαν κάποια περιστατικά τα οποία σκιαγραφούν με μελανά χρώματα κάποιους από τους πρωταγωνιστές της Χριστιανικής ιστορίας. Για παράδειγμα, γιατί κάποιος να προσθέσει στα Ευαγγέλια την άρνηση του Πέτρου για το Χριστό ή την εγκατάλειψη του Ιησού από τους μαθητές του την πιο κρίσιμη ώρα της δίκης και σταύρωσής του, αν ήθελε να κατασκευάσει μία ψεύτικη ιστορία. Ή ποιος θα ‘έβαζε’ τις γυναίκες να βρουν εκείνες πρώτες τον άδειο τάφο του Χριστού αν ήθελε να κατασκευάσει το γεγονός και να περιβαλλει με αξιοπιστία τη μαρτυρία τους; Ας θυμηθούμε ότι την εποχή εκείνη η γυναικεία μαρτυρία θεωρούνταν περιορισμένης βαρύτητας τόσο σε επίπεδο νομικό (π.χ στα δικαστήρια), όσο και σε επίπεδο κοινωνικό. Άρα θα «βόλευε» πολύ περισσότερο να βρει τον άδειο τάφο ο (μετανιωμένος) Πέτρος ή ο αγαπημένος μαθητής Ιωάννης. Και όμως δεν λένε κάτι τέτοιο τα Ευαγγέλια, γιατί απλά δε συνέβη.

Ή ποιός θα έβαζε στα Ευαγγέλια την ιστορία ότι ούτε καν τα αδέρφια του Ιησού δεν πίστευαν στη διδασκαλία του και ότι δεν τον έθαψε τελικά η οικογένειά του, αλλά άφησαν έναν τρίτο να το κάνει; Συνεπώς, με το να συμπεριλάβουν τέτοιες «μη βολικές» λεπτομέρειες, αποδεικνύεται ότι οι συγγραφείς των Ευαγγελίων δεν στόχευαν στο να γράψουν όμορφες και καλοφτιαγμένες ιστορίες, αλλά αντίθετα στο να παρουσιάσουν τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά συνέβησαν.

Αδύνατο επιχείρημα, χωρίς ουσία. Όλα εξαρτώνται από την θεολογία που ήθελαν να προβάλλουν, ότι ακόμα και οι μαθητές του λιποψυχούσαν και στο τέλος να εντείνουν τον διπολισμό του θριάμβου με τα ωσαννά σε αντίθεση με τον μοναχικό ατιμωτικό θάνατο στο σταυρό που κορυφώνει το συναίσθημα. Δεν ήταν μυθιστόρημα για ευρεία κατανάλωση (τότε τουλάχιστον) αλλά για να πείσουν τους Εβραίους ότι έκαναν λάθος στην πολεμική αναμέτρηση και το μήνυμα του μεσσιανισμού ήταν διαφορετικό από αυτό που περίμεναν.

Και τώρα ας μιλήσουμε για την Ανάσταση.

Αν πράγματι η αυθεντικότητα της Καινής Διαθήκης τεκμηριώνεται ιστορικά, ποια επιπρόσθετα στοιχεία συνηγορούν στην ιστορικότητα της Ανάστασης του Ιησού από τους νεκρούς; Μπορείς κάποιος ιστορικά να πιστεύει στην Ανάσταση;

Υπάρχουν 4 ιστορικά στοιχεία τα οποία οφείλουν να εξηγηθούν πλήρως, αν κάποιος θέλει να διαψεύσει την Ιστορικότητα της Ανάστασης του Ιησού. Και τα 4 παρακάτω στοιχεία είναι αποδεκτά από την πλειοψηφία των ακαδημαϊκών που ασχολούνται με το θέμα, ανεξάρτητα από τα θρησκευτικά τους πιστεύω12.

a. Ο Ιησούς ετάφη από μέλος του Ιουδαϊκού Συμβουλίου: το στοιχείο αυτό είναι αποδεκτό από τους περισσότερους ιστορικούς, ενώ και ο John Α.Τ. Robinson, καθηγητής του Cambridge, έχει γράψει ότι η ταφή του Ιησού είναι «από τα πιο έγκυρα στοιχεία που έχουμε για τη ζωή του13». Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι στα Ευαγγέλια εξιστορείται η ταφή του Ιησού με πολλές αλλά και ασυνήθιστες λεπτομέρειες, όπως π.χ η οργάνωση της ταφής από τον Ιωσήφ της Αριμαθαίας που ήταν μέλος του Ιουδαϊκού Συμβουλίου (Sanhedrin). Αν πράγματι ήθελε κάποιος να «κατασκευάσει» την ιστορία της ταφής του Ιησού, είναι μάλλον σίγουρο ότι δεν θα ενέπλεκε σε αυτήν έναν Ιουδαίο, πόσω μάλλον έναν Ιουδαίο που ήταν μέλος του ίδιου του Συμβουλίου που καταδίκασε τον Ιησού σε θάνατο. Αν αυτή η ιστορία ήταν ψεύτικη, θα ήταν πολύ εύκολο να διαψευστεί άμεσα.

Από ποιον θα μπορούσε να διαψευστεί; Τα Ευαγγέλια γράφηκαν μετά τη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, η αναφορά τους σε μίαμιση – δύο γενιές πριν, σε ένα μέλος του Σαχεντριν το οποίο θα μπορούσε ίσως και να είναι υπαρκτό, τι αντίρρηση θα μπορούσε να έχει; Γνώριζαν όλοι τι έκανε το κάθε ένα μέλος από τα 70 πριν από τόσο καιρό; Το θέμα του Αριμαθαίας (Επίσης άγνωστη πόλη ή περιοχή την εποχή εκείνη) βέβαια έχει και άλλες παρενέργειες. Μία είναι ότι σύμφωνα με το Μαρκ 14.64, το Ματ 27.1, και Λου 22.70 που το αντιγράφουν, ο ευσεβής πλέον βουλευτής ψήφισε μαζί με τους άλλους ομόφωνα για την καταδίκη του Ιησού και δεν υπάρχει μία δικαιολογία για την αλλαγή της στάσης του και μάλιστα κατά των υπολοίπων συναδέλφων του. Μόνο στο Κατά Λουκάν αργότερα αναφέρεται ότι δεν συμφωνούσε, αντιφάσκοντας με τον εαυτό του. Στο Κατά Ιωάννην που αν και μεταγενέστερο εντοπίζονται ακριβέστερες περιγραφές των εθίμων που λάμβαναν χώρα πριν την καταστροφή (Το Σαχεντρίν ποτέ δεν συνεδρίαζε σε γιορτές, ούτε και τις Παρασκευές), δεν αναφέρεται το συνέδριο αλλά επίσκεψη στον Ηρώδη τον Άννα και τον Καΐάφα. Άλλη μια ενδιαφέρουσα αντίθεση Συνοπτικών και Κατά Ιωάννη. Για τον λόγο αυτό δεν αναφέρει τον Ιωσήφ από Αριμαθαίας σαν βουλευτή, αλλά κρυφό μαθητή του Ιησού που φοβόταν τους Φαρισαίους.

Σημεία που εγείρουν ερωτήσεις είναι πώς ήταν αδύνατον την μέρα του Πάσχα ή την πρώτη των Αζύμων να αγοράσει νέο σεντόνι που αναφέρει το Κατά Μάρκον (οι αντιγραφείς του το διόρθωσαν και το αφαίρεσαν), ενώ ο Ιωάννης το έκανε οθώνια (λωρίδες υφάσματος), Άλλο θέμα σε αυτό το επεισόδιο, είναι η τεράστια ποσότητα μύρου 100 λίτρων, δηλαδή 30 κιλών, περίπου, που είναι εξωπραγματική. Τέλος δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι πήγε στο πιο ακάθαρτο μέρος για έναν ευσεβή Εβραίο τότε, στο πραιτόριο, που σύμφωνα με το Κατά Ιωάννην αρνήθηκαν οι Εβραίοι να μπουν νωρίτερα.

Τώρα πάμε στον συγγραφέα του Κατά Λουκάν που φαίνεται να είναι ο ίδιος των Πράξεων, και που φυσικά δεν ξέρουμε ποιος είναι. Το θέμα είναι ότι ο ίδιος ενίοτε αντιφάσκει. Για παράδειγμα στις Πράξεις 13.27, αναφέρει ότι οι Εβραίοι και οι άρχοντες της Ιερουσαλήμ “καθελόντες ἀπὸ τοῦ ξύλου, ἔθηκαν εἰς μνημεῖον”, ξεχνώντας το “βουλευτὴς ὑπάρχων καὶ ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ δίκαιος για τον Ιωσήφ που υποτίθεται έκανε την αποκαθήλωση και ταφή. Άλλη μία αντίφαση του συγγραφέα αυτού είναι οι μέρες μεταξύ Ανάστασης και Ανάληψης.

b. Ο τάφος του Ιησού βρέθηκε άδειος: το στοιχείο αυτό είναι και πάλι αποδεκτό από τους περισσότερους ιστορικούς αφού αναφέρεται στο – κατά πολλούς – παλαιότερο χωρίο της Καινής Διαθήκης (στην Α’ Επιστολή προς Κορινθίους, Κεφάλαιο 15) και το οποίο βασίζεται σε ιστορικό υλικό λίγων μόνο ετών μετά το γεγονός. Ταυτόχρονα, με δεδομένο ότι η τοποθεσία του τάφου ήταν γνωστή, αν ο τάφος δεν ήταν πράγματι άδειος τότε οι Ιουδαϊκές αρχές δεν είχαν παρά να δείξουν το άψυχο σώμα του Ιησού μέσα στον τάφο για να αποδείξουν ότι η Ανάσταση δεν έγινε ποτέ. Αντίθετα, όπως γνωρίζουμε ακόμα και οι ίδιοι οι Ιουδαίοι της εποχής παραδέχτηκαν ότι ο τάφος ήταν άδειος, κατηγορώντας όμως τους μαθητές του Ιησού για την κλοπή του σώματός του.

Αν σήμερα σας πούν ότι ο τάφος ενός προσφιλούς σας προσώπου που γνωρίζετε ότι πέθανε, ανοίχθηκε και το σώμα του έλειπε, τι ακριβώς θα σκεφτείτε; Ότι αναστήθηκε; Ας είμαστε λίγο σοβαροί. Σαφέστατα και η ορθολογική σκέψη είναι ότι κάποιος έκλεψε το σώμα. Το θέμα όμως δεν είναι μόνο η Ανάσταση. Όλο το σενάριο έρχεται σε αντίθεση με τα γνωστά σήμερα πλέον ήθη και έθιμα της περιοχής και εδώ τα Ευαγγέλια καινοτομούν και φτιάχνουν νέα έθιμα και λογικές.

Ένα από αυτά είναι η θεωρία ότι το Πάσχα αφήνουν έναν κατάδικο ελεύθερο, άλλο ότι το Πάσχα μπορεί να συνέλθει το Σαχεντρίν (Συνεδρίαζε Δευτέρα ή Πέμπτη και ποτέ στις μεγάλες εορτές) ή να κυκλοφορούν Εβραίοι οπλισμένοι, ακόμα περισσότερο να βγαίνουν έξω την νύκτα του Πάσχα, άλλο τέλος τι περιελάμβανε το πασχαλινό τραπέζι. Ότι μια δίκη μπορούσε να γίνει σε λίγες ώρες όπως του Ιησού και ένα σωρό λεπτομέρειες που έρχονται σε αντίθεση με αυτά που ξέρουμε πλέον για τα ήθη των Εβραίων. Ο Ιωάννης αυτά τα διορθώνει μεταφέροντας μία μέρα το Πάσχα, αλλά βάζει τον ρωμαϊκό στρατό να κάνει την σύλληψη σαν να είναι υποχείριο των Φαρισαίων, που είναι επίσης εξωπραγματικό γεγονός, όπως και η γνωμάτευση των αρχιερέων μόνο, αντί του Συμβουλίου. Άλλο θέμα είναι ο χαρακτήρας του Πιλάτου, που δείχνει σχεδόν συμπαθητικός και δεν έχει καμία σχέση με τις πληροφορίες που έχουμε σήμερα για το πως συμπεριφέρθηκε στους Εβραίους ιστορικά.

Άλλο ένα θέμα είναι ο ξαφνικός θάνατος, σε ελάχιστο χρόνο, του “τέλειου ανθρώπου” τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι αυτός ο τρόπος τιμωρίας ήταν ιδιαίτερα αργός για να είναι πιο επώδυνος, η θεωρία ότι το πάσχα δεν πρέπει να υπάρχουν σταυρωμένοι και ένα σωρό άλλα, που είναι εφευρέσεις του Κατά Μάρκον και ακολουθήθηκαν από τους αντιγραφείς του, για να δικαιολογήσουν την Αποκαθήλωση και την Ταφή που θα δικαιολογούσε στην συνέχεια την Ανάσταση. Η ιστορία του άδειου τάφου είναι η κορύφωση ενός επινοημένου σεναρίου μετά από την καταστροφή του Ναού.

(Βιβλιογραφία για τα ήθη και έθιμα της εποχής και πόσο διαφέρουν από τις αναφορές των Ευαγελίων:

Mendelsohn S., The Criminal Jurisprudence of Ancient Hebrews, 2001.
Chandler W., The trial of Jesus, 1908. από το κεφ. 4
Goodblatt D., The Monarchic principle: Studies in Jewish self government in antiquity, 1994.

Remsburg J., The Christ, 2007, #257.
Wise J., Martyrdom of Jesus, 1874, 36-37.
Θεοδωρίδης Κ., Η απάτη των Ευαγγελίων, 2011, Κεφ.12.)

c. Υπήρξαν μαρτυρίες για εμφανίσεις του Ιησού μετά το θάνατό του: το στοιχείο αυτό είναι αδιαμφισβήτητο και το αποδέχονται ακόμα και οι πιο σκληροί επικριτές του Χριστιανισμού όπως π.χ. ο Γερμανός σκεπτικιστής Καθηγητής Ludemann ο οποίος το θεωρεί ως ένα γεγονός «ιστορικά βέβαιο»14 (σημ: είναι ο ίδιος καθηγητής στον οποίο αναφέρθηκε ο κ. Παπαγεωργίου στο podcast). Έχει ενδιαφέρον μάλιστα ότι ο ίδιος Απ. Παύλος αναφέρεται σε εμφάνιση του Ιησού μετά την Ανάστασή του σε μία ομάδα 500 μαθητών, πολλοί εκ των οποίων ήταν προφανώς εν ζωή όταν ο ίδιος έγραψε για το γεγονός, πράγμα που αν δεν είχε συμβεί θα μπορούσε εύκολα να διαψευστεί. Ας σημειωθεί ότι οι εμφανίσεις του Ιησού δεν έγιναν μόνο σε άτομα που πίστευαν στη διδασκαλία του, αλλά και σε πολέμιους όπως ο Παύλος, που κυνηγούσε και σκότωνε τους Χριστιανούς, αλλά και ο Ιάκωβος, ο αδερφός του Ιησού, ο οποίος τελικά πίστευσε μόνο όταν είδε τον Ιησού αναστημένο. Μάλιστα όπως καταγράφει και ο ιστορικός Φλάβιος Ιωσηπός, ο Ιάκωβος μαρτύρησε για αυτήν την επιλογή του το 62 μ.Χ. Συνεπώς, για να υπάρχει τόσο μεγάλη μεταστροφή, τόσων πολλών ανθρώπων, μόνο λίγες μέρες μετά τη σταύρωση του Ιησού, κάτι πρέπει να συνέβη.

Δηλαδή οι αρχαίοι Έλληνες που έκαναν εγκοίμηση στα αμφιάρεια και έβλεπαν στον ύπνο τους τον Ασκληπιό, είχαν δίκιο; Όντως τους επισκεπτόταν ο Ασκληπιός ο ίδιος αυτοπροσώπως; Από πότε το ατομικό ή ομαδικό όραμα θεωρείται ιστορικό στοιχείο πέραν κάθε αμφιβολίας; Και εδώ έρχεται και το ερώτημα: Γιατί να εμφανισθεί ο Ιησούς μόνο σε κάποιους επιλεγμένους, μάλιστα διαφορετικούς χαρακτήρες ανά Ευαγγέλιο, και όχι σε όλους; Δηλαδή στο ίδιο το Συνέδριο ή στον Πιλάτο;

Περί του Ιακώβου και τη σχέση του με το θέμα, έχει ήδη απαντηθεί νωρίτερα.

d. Οι μαθητές του Ιησού διακήρυξαν ότι είδαν τον Ιησού Αναστημένο με αποτέλεσμα το θάνατό τους: σε αντίθεση με πολλές περιπτώσεις «μαρτύρων» που πεθαίνουν για τα πιστεύω τους (π.χ. φανατικοί ισλαμιστές), οι Απόστολοι δεν πέθαναν για αυτά που πίστευαν (όπως τους τα μετέφερε κάποιος άλλος), αλλά για αυτά που οι ίδιοι είδαν και βίωσαν. Η Ανάσταση του Ιησού δεν ήταν για τους μαθητές ένα απλό γεγονός στο οποίο πίστευσαν στην πορεία, αλλά ένα γεγονός που οι ίδιοι βίωσαν από πρώτο χέρι και έτσι ήταν σίγουροι για την αλήθεια του γεγονότος. Ως αποτέλεσμα, δεν θα μπορούσαν ποτέ να είχαν συμμετάσχει σε οποιαδήποτε συνωμοσία για την αρπαγή του σώματος του Ιησού ή για τη διάδοση ψευδών φημών κτλ γιατί πολύ απλά, κανένας δεν είναι διατεθειμένος να πεθάνει για ένα γεγονός που γνωρίζει με βεβαιότητα ότι είναι ψέμα. Άρα αν κάποιος θέλει να μην αποδώσει την αλλαγή της στάσης των Αποστόλων στο ότι έγιναν πράγματι μάρτυρες της Ανάστασης του Ιησού, θα πρέπει να τεκμηριώσει μία εναλλακτική θεωρία – έναντι της Ανάστασης – για το τί πραγματικά συνέβη.

Αδύναμο επιχείρημα. Για τη ζωή των Αποστόλων δεν έχουμε κανένα ιστορικό στοιχείο πέρα από δύο ονόματα που αναφέρει ο Παύλος και από τη χριστιανική γραμματεία έχουμε κάποιες πληροφορίες συχνά αντικρουόμενες που δεν μπορούν να στηρίξουν τίποτα. Από τη στιγμή που ο κάθε ζηλωτής ή φανατικός δίνει τη ζωή του για μια ιδέα που ο ίδιος έχει πειστεί ότι είναι αληθινή και οι ιδέες αυτές είναι διαφορετικές και ενίοτε αντικρουόμενες, όλα αυτά είναι έωλες θεωρίες.

Συμπερασματικά, τα παραπάνω 4 ιστορικά στοιχεία εξηγούνται ικανοποιητικά μόνο μέσα από την παραδοχή της Ανάστασης του Ιησού, και παρά την ενασχόληση πολλών Ιστορικών με το θέμα, κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει δώσει μία ολοκληρωμένη θεωρία και για τα 4 παραπάνω στοιχεία, χωρίς να συμπεριλάβει στην εξήγησή του την Ανάσταση του Κυρίου.

Με άλλα λόγια, ενώ πράγματι υπάρχουν μερικές εναλλακτικές θεωρίες για το τι μπορεί να συνέβει για κάποια από αυτά τα επιμέρους στοιχεία, καμία εναλλακτική θεωρία δεν υπάρχει – έναντι της Ανάστασης – που να εξηγεί ικανοποιητικά και τα 4 στοιχεία (σημ: αν υπάρχει ενδιαφέρον μπορεί να γίνει μία αναφορά σε επόμενο κείμενο για τις κυριότερες εναλλακτικές θεωρίες του τί συνέβη, και γιατί αυτές δεν είναι πειστικές).

Συμπερασματικά όλα τα παραπάνω είναι αδύναμα να στηρίξουν μια ιστορία και δεν είναι και πολύ διαφορετικά από τον τρόπο που στήνονται γενικά οι θρησκευτικές παραδόσεις. Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα είναι οι λατρείες του φορτίου, που στηρίζονται σε κάποιο υπόβαθρο, αλλά δεν έχουν καμία σχέση με πραγματικότητα.

Ως αποτέλεσμα σχεδόν 2.000 χρόνια μετά το θάνατο του Ιησού, η Ανάσταση του από τους νεκρούς εξακολουθεί να αποτελεί την πιο λογική και τεκμηριωμένη απάντηση σε όλα τα ιστορικά στοιχεία που υπάρχουν.

Το περίεργο είναι ότι ούτε οι μαθητές του Ιησού είδαν την Ανάσταση χωρίς να εξαιρέσουμε τις αντιφάσεις που προκύπτουν μεταξύ των Ευαγγελίων. Οι δε αναφορές για τις μετέπειτα εμφανίσεις επίσης διαφέρουν. Το μεγαλύτερο θαύμα δεν το είδε κανείς, όλοι το πληροφορήθηκαν εκ των υστέρων.

Και το ακροτελεύτιο ερώτημα: Αν τα στοιχεία για την ύπαρξη του Χριστού, για την αξιοπιστία της Καινής Διαθήκης και για την Ανάσταση του Ιησού είναι τόσα πολλά, γιατί δεν πιστεύουν όλοι;

Προφανώς κάποιος μπορεί και μετά την ανάγνωση του παρόντος σημειώματος να εξακολουθεί να αμφισβητεί την ύπαρξη ή Ανάσταση του Χριστού. Αν το κάνει όμως δεν θα είναι λόγω της έλλειψης ιστορικής τεκμηρίωσης, αλλά πιθανόν λόγω μίας διαφορετικής ιδεολογικής ή πολιτισμικής κοσμοθεωρίας που απλά αρνείται να αποδεχτεί το γεγονός. Πολύ απλά υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι οι οποίοι ανεξαρτήτως ιστορικών στοιχείων και δεδομένων δεν δέχονται ότι υπάρχει Θεός, δεν δέχονται ότι γίνονται θαύματα, δεν δέχονται ότι μπορεί κάποιος να αναστηθεί.

Αν λοιπόν είναι αυτή η αφετηρία σου, τότε προφανώς κανένα στοιχείο δεν μπορεί να είναι αρκετό για να σε πείσει. Ίσως δε μάλιστα να προτιμάς να μην πειστείς.

Γιατί διαφορετικά, αν δηλαδη πειστείς από τα γεγονότα, δεν μπορείς και εύκολα να τα προσπεράσεις. Γιατί αν τελικά η Ανάσταση έλαβε πράγματι χώρα, αν όπως έγραψε ο Δανός Φιλόσοφος Σέρεν Κίρκεγκορ ο Ιησούς είναι πράγματι ο Υιός του Θεού, και αν μας αγάπησε τόσο πολύ ώστε να πεθάνει στο σταυρό για τις αμαρτίες μας και να Αναστηθεί την τρίτη ημέρα, τότε έχουμε μπροστά μας ένα συγκλονιστικό γεγονός που οφείλει να αλλάξει τη ζωή μας για πάντα.

Είναι προφανές ότι παρόμοια ερωτήματα έχουν όλοι οι θεϊστές για τη δική τους πίστη, που την θεωρούν επίσης θεόσταλτη και θα αναρωτιούνται γιατί όλοι οι υπόλοιποι δεν την ακολουθούν. Ένα είναι σίγουρο, ότι αν υπήρχε μία σαφής ιστορική ένδειξη για την ύπαρξη του Ιησού των Ευαγγελίων, αυτό θα σήμανε πραγματικό σεισμό για τις ιστορικές και θρησκειολογικές μελέτες. Φυσικά τα πράγματα είναι πολύ περισσότερο προσγειωμένα και ανοικτά, όπως πολύ σωστά επεσήμανε σε τηλεοπτική του συνέντευξη στην ΕΡΤ το 2010, ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Μάριος Μπέγζος.

Το σημαντικό στοιχείο που δείχνει ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με την αξιοπιστία των Ευαγγελίων, είναι οι συνεχείς προσπάθειες πλαστογράφησης της ιστορίας στο διάβα των αιώνων. Το είδαμε στον Ιώσηπο, αλλά και στις διορθώσεις και προσθήκες που γίνονται στα ίδια τα Ευαγγέλια με την πάροδο του χρόνου (με αποκορύφωμα τις πλαστογραφήσεις του Ευσέβιου και τις μεσαιωνικές απόπειρες εμφάνισης των περίφημων κειμηλίων του Ιησού). Το είδαμε και στην απάτη του αγίου Φωτός. Μια συνεχής τάση για συγκάλυψη και ψέματα.

Είμαστε έτοιμοι όμως για την αλλαγή; Είμαστε έτοιμοι για την Αλήθεια και τις «συνέπειες» του «Χριστός Ανέστη» που ευχηθήκαμε πριν από λίγες μέρες;

Αν όχι, τότε κανένα στοιχείο και κανένα επιχείρημα δεν θα είναι ποτέ αρκετό για να μας πείσει.

Αν ναι, τότε είναι στο χέρι μας να ερευνήσουμε…. και να πιστέψουμε.

Τα Ιστορικά στοιχεία δείχνουν προς τον Ιησού.

Σε μας επαφίεται να ακολουθήσουμε και να γνωρίσουμε την Αλήθεια.

Και όπως ο ίδιος ο Ιησούς είπε:

«Θα γνωρίσετε την αλήθεια, και η αλήθεια θα σας ελευθερώσει».

Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιον: Κεφάλαιο 8, Εδάφιο 32″

Η αλήθεια στηρίζεται σε λογικά επιχειρήματα και στην επιστήμη. Από ότι είδαμε, ότι επιχείρημα έφερε ο επιστήμων μηχανικός του Harvard, δεν έχει στέρεα βάση.

Με εκτίμηση και θερμές ευχαριστίες για τη φιλοξενία των θέσεών μας,

Έλληνες Μυθικιστές – www.mythikismos.gr

 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα