Ο Πούτιν θα συναντήσει τον Τραμπ σε ένα… αντιρωσικό προπύργιο

Διαβάζεται σε 9'
Ο Πούτιν θα συναντήσει τον Τραμπ σε ένα… αντιρωσικό προπύργιο
Η στρατιωτική βάση Elmendorf Richardson στην Αλάσκα AP Dan Joling

Σημείο συνάντησης Τραμπ και Πούτιν θα αποτελέσει μια στρατιωτική βάση στην Αλάσκα, που κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου είχε κεντρικό ρόλο στην αντιμετώπιση της Σοβιετικής Ένωσης.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ πρόκειται να συζητήσει για τον πόλεμο στην Ουκρανία με τον Ρώσο ηγέτη Βλαντιμίρ Πούτιν σε μια στρατιωτική βάση στην Αλάσκα, η οποία υπήρξε κρίσιμη για την αντιμετώπιση της Σοβιετικής Ένωσης στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου και εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο μέχρι σήμερα.

Η συνάντηση έχει προγραμματιστεί για την Παρασκευή (15/8) στη Συμμαχική Βάση Elmendorf-Richardson, στην Άνκορατζ, σύμφωνα με αξιωματούχο του Λευκού Οίκου.

Η βάση δημιουργήθηκε το 2010 από τη συγχώνευση της Αεροπορικής Βάσης Elmendorf και του Στρατοπέδου Fort Richardson και είχε καίριο στρατηγικό ρόλο στην παρακολούθηση και αποτροπή της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Καθ’ όλη τη μακρά ιστορία της, φιλοξενούσε μεγάλο αριθμό αεροσκαφών και συντόνιζε τη λειτουργία διαφόρων σταθμών έγκαιρης προειδοποίησης, που είχαν στόχο την ανίχνευση στρατιωτικών δραστηριοτήτων της Σοβιετικής Ένωσης. Εκείνη την περίοδο απέκτησε το σύνθημα «Top Cover for North America» («Η κορυφαία κάλυψη για τη Βόρεια Αμερική»), σύμφωνα με την ιστοσελίδα της βάσης.

Παρότι μεγάλο μέρος του στρατιωτικού εξοπλισμού έχει πλέον απενεργοποιηθεί, η βάση εξακολουθεί να φιλοξενεί σημαντικές μοίρες αεροσκαφών, μεταξύ των οποίων το μαχητικό stealth F-22 Raptor. Από εκεί απογειώνονται αεροσκάφη που αναχαιτίζουν ρωσικά αεροπλάνα τα οποία εισέρχονται στον αμερικανικό εναέριο χώρο.

Η επιλογή αμερικανικής στρατιωτικής βάσης για τη συνάντηση δίνει στους δύο ηγέτες τη δυνατότητα να αποφύγουν τυχόν διαδηλώσεις και να εξασφαλίσουν υψηλό επίπεδο ασφάλειας, σύμφωνα με τον Benjamin Jensen, ανώτερο ερευνητή για θέματα άμυνας και ασφάλειας στο Center for Strategic and International Studies, στην Ουάσιγκτον.

«Για τον Πρόεδρο Τραμπ, είναι ένας τρόπος να δείξει την αμερικανική στρατιωτική ισχύ, ενώ ταυτόχρονα απομονώνει την πιθανότητα παρέμβασης από το κοινό ή άλλους, με την ελπίδα πως θα υπάρξει παραγωγικός διάλογος», δήλωσε ο Jensen.

Σημείωσε ότι η τοποθεσία επιτρέπει στον Τραμπ να καλλιεργήσει τις σχέσεις του με τον Πούτιν, ενώ «εκπέμπει μήνυμα στρατιωτικής ισχύος για να αποκτήσει διαπραγματευτικό πλεονέκτημα και να καταστήσει εφικτή μια δεύτερη συνάντηση».

Η ειρωνεία του να επισκεφθεί ο Πούτιν μια αμερικανική στρατιωτική βάση που ιστορικά —και ακόμη— στοχεύει στην αντιμετώπιση των ρωσικών απειλών, έρχεται τη στιγμή που ο Τραμπ προσπαθεί να επιτύχει μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στον πόλεμο, τον οποίο είχε υποσχεθεί στην προεκλογική εκστρατεία του 2024 να τερματίσει γρήγορα.

Σχετικό Άρθρο

Γιατί επιλέχθηκε η Αλάσκα ως τοποθεσία;

Η επιλογή της Αλάσκας ως τόπου συνάντησης αποφεύγει τις “νομικές επιπλοκές” που θα προέκυπταν αν ο Πούτιν ταξίδευε σε κράτος-μέλος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ).

Όπως υπενθυμίζει το firstpost.com, ο Ρώσος πρόεδρος είναι αντιμέτωπος με ένταλμα σύλληψης που εκρεμεί από το ΔΠΔ, το οποίο εκδόθηκε σε σχέση με φερόμενα εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία, γεγονός που σημαίνει ότι, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τα κράτη-μέλη του ΔΠΔ θα ήταν υποχρεωμένα να τον συλλάβουν αν εισερχόταν στην επικράτειά τους.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στο ΔΠΔ και δεν αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία του, οπότε δεν έχουν καμία νομική υποχρέωση να συλλάβουν τον Πούτιν.

Η γεωγραφική θέση της Αλάσκας την καθιστά επίσης μια πρακτική επιλογή. Το ηπειρωτικό τμήμα της πολιτείας απέχει μόλις περίπου 88 χιλιόμετρα από τη Ρωσία, μέσω του στενού του Μπέρινγκ, ενώ μερικά από τα μικρότερα νησιά της βρίσκονται ακόμη πιο κοντά.

Αν και το Κρεμλίνο είχε προηγουμένως προτείνει και άλλες πιθανές τοποθεσίες, μεταξύ των οποίων και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο Τραμπ επιβεβαίωσε στην ανακοίνωσή του ότι θα φιλοξενήσει τον Πούτιν στην Αλάσκα.

Αλάσκα, φωτογραφία αρχείου
Αλάσκα, φωτογραφία αρχείου ISTOCK

Η σχέση της Αλάσκας με τη Ρωσία

Η σχέση της Αλάσκας με τη Ρωσία χρονολογείται εδώ και περισσότερους από δύο αιώνες. Η Ρωσική Αυτοκρατορία άρχισε να εξερευνά και να εγκαθίσταται σε τμήματα της περιοχής τον 18ο αιώνα, δημιουργώντας εμπορικούς σταθμούς γούνας και επεκτείνοντας την παρουσία της στη Θάλασσα του Μπέρινγκ.

Στις 30 Μαρτίου 1867, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία υπέγραψαν τη Συνθήκη Παραχώρησης, βάσει της οποίας η Ρωσία μεταβίβασε την Αλάσκα στις ΗΠΑ έναντι 7,2 εκατομμυρίων δολαρίων της εποχής — ποσό που αντιστοιχούσε σε περίπου δύο σεντς ανά στρέμμα.

Η συμφωνία έβαλε τέλος στην παρουσία 125 ετών της Ρωσίας στη Βόρεια Αμερική, η οποία στο απόγειό της εκτεινόταν μέχρι το Fort Ross στην Καλιφόρνια.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η απόκτηση της Αλάσκας υπαγορεύτηκε τόσο από οικονομικούς όσο και από στρατηγικούς λόγους. Αξιωματούχοι θεωρούσαν την Αλάσκα πλούσια σε φυσικούς πόρους — όπως χρυσό, γούνες, αλιεία και αργότερα πετρέλαιο — και ως πιθανή πύλη για το εμπόριο με την Ανατολική Ασία.

Υπήρχαν επίσης ανησυχίες ότι η Βρετανία θα μπορούσε να προσπαθήσει να εδραιώσει παρουσία στην περιοχή, γεγονός που καθιστούσε την αγορά της Αλάσκας μια κίνηση για την εδραίωση της αμερικανικής επιρροής στον Ειρηνικό.

Η περιοχή έφερε τεράστιο πλούτο με την πάροδο των χρόνων, με την εξαγωγή πόρων αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων — από το λάδι φάλαινας και τις γούνες τον 19ο αιώνα, έως τον χαλκό, τον χρυσό, την ξυλεία, τα ψάρια, την πλατίνα, τον ψευδάργυρο, τον μόλυβδο και το πετρέλαιο στις επόμενες δεκαετίες.

Ακόμη και σήμερα, η Αλάσκα διαθέτει σημαντικά ανεκμετάλλευτα αποθέματα πετρελαίου. Ο πλούτος των πόρων της επιτρέπει στην πολιτεία να λειτουργεί χωρίς φόρο πωλήσεων ή εισοδήματος και να παρέχει σε κάθε κάτοικο μια ετήσια πληρωμή από το ταμείο εσόδων πετρελαίου.

Η Αλάσκα έγινε η 49η πολιτεία των ΗΠΑ το 1959, όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντουάιτ Ντ. Αϊζενχάουερ, υπέγραψε τον Νόμο για την Πολιτειακή Υπόσταση της Αλάσκας (Alaska Statehood Act).

Η νομοθεσία παραχώρησε στην πολιτεία τον έλεγχο σε περισσότερα από 104 εκατομμύρια στρέμματα γης, αλλά περιλάμβανε επίσης μια πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία οι πολίτες της νέας πολιτείας παραιτούνταν από διεκδικήσεις γης βάσει των δικαιωμάτων των ιθαγενών.

Η διάταξη αυτή υπήρξε αμφιλεγόμενη, καθώς οι ιθαγενείς λαοί της Αλάσκας —περίπου 75.000 άτομα εκείνη την εποχή— είχαν μακροχρόνιες διεκδικήσεις για μεγάλο μέρος της περιοχής.

Το 1971, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον, υπέγραψε τον Νόμο Διευθέτησης Διεκδικήσεων των Ιθαγενών της Αλάσκας (Alaska Native Claims Settlement Act), ο οποίος έλυσε αυτές τις διαφορές μεταβιβάζοντας 44 εκατομμύρια στρέμματα γης και παρέχοντας 1 δισ. δολάρια στους ιθαγενείς της Αλάσκας.

Σήμερα, ο πληθυσμός της πολιτείας ανέρχεται σε περίπου 740.000 κατοίκους, εκ των οποίων περίπου 120.000 είναι ιθαγενείς.

Σχετικό Άρθρο

Τι καθιστά την Αλάσκα στρατηγικής σημασίας σήμερα;

Η τοποθεσία της Αλάσκας εξακολουθεί να την καθιστά ζωτικό πλεονέκτημα για τη στρατηγική άμυνα των ΗΠΑ. Η πολιτεία φιλοξενεί βασικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ, όπως η Κοινή Βάση Έλμεντορφ-Ρίτσαρντσον (Joint Base Elmendorf-Richardson) κοντά στο Άνκορατζ και η Αεροπορική Βάση Έιλσον (Eielson Air Force Base) κοντά στο Φέρμπανκς.

Η θέση της, ως η μοναδική πολιτεία των ΗΠΑ με εδάφη στην Αρκτική, εξασφαλίζει ότι διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην αμερικανική πολιτική για την Αρκτική, ιδίως καθώς η κλιματική αλλαγή ανοίγει νέες θαλάσσιες οδούς και ευκαιρίες για εξερεύνηση πόρων στην περιοχή.

Αυτή η σύνδεση με την Αρκτική καθιστά επίσης την Αλάσκα φυσική επιλογή για τη φιλοξενία συζητήσεων υψηλού επιπέδου που αφορούν την παγκόσμια ασφάλεια, το εμπόριο και περιβαλλοντικά ζητήματα.

Αν και η σύνοδος της 15ης Αυγούστου θα είναι ιστορική από μόνη της, δεν είναι η πρώτη φορά που η Αλάσκα βρίσκεται στο επίκεντρο της διεθνούς διπλωματίας.

Τον Μάρτιο του 2021, το Άνκορατζ φιλοξένησε ανώτερους αξιωματούχους από τις ΗΠΑ και την Κίνα σε μια συνάντηση που γρήγορα πήρε συγκρουσιακή τροπή, με τις δύο πλευρές να επικρίνουν δημοσίως η μία την πολιτική της άλλης μπροστά στα μέσα ενημέρωσης.

Νωρίτερα, το 1984, η πολιτεία φιλοξένησε τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄ κατά τη συνάντησή του με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Ρόναλντ Ρέιγκαν, ενώ το 1971 ο Νίξον είχε συναντηθεί στην Αλάσκα με τον Αυτοκράτορα της Ιαπωνίας.

Το ξενοδοχείο Captain Cook Hotel στην Αλάσκα που φιλοξένησε τις συνομιλίες ΗΠΑ - Κίνας AP PHOTO

Είναι η Αλάσκα έτοιμη για τη σύνοδο;

Ο κυβερνήτης της Αλάσκας, Μάικ Ντανλίβι, εξέφρασε την έντονη υποστήριξή του για τη φιλοξενία της συνάντησης, γράφοντας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Καλωσορίζω την επερχόμενη συνάντηση μεταξύ του προέδρου Ντόναλντ Τζ. Τραμπ και του προέδρου της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, που θα πραγματοποιηθεί εδώ, στη σπουδαία πολιτεία της Αλάσκας. Η Αλάσκα είναι η πιο στρατηγική τοποθεσία στον κόσμο, στο σταυροδρόμι της Βόρειας Αμερικής και της Ασίας, με την Αρκτική στα βόρεια και τον Ειρηνικό στα νότια. Ό,τι συμβαίνει στην Αρκτική και τον Ειρηνικό επηρεάζει πρώτα την Αλάσκα, πριν από την υπόλοιπη χώρα».

Ο Ντανλίβι πρόσθεσε: «Είναι ταιριαστό οι συζητήσεις παγκόσμιας σημασίας να πραγματοποιούνται εδώ. Εδώ και αιώνες, η Αλάσκα υπήρξε γέφυρα μεταξύ εθνών και σήμερα παραμένουμε πύλη για τη διπλωματία, το εμπόριο και την ασφάλεια σε μία από τις πιο κρίσιμες περιοχές του πλανήτη. Ο κόσμος θα παρακολουθεί και η Αλάσκα είναι έτοιμη να φιλοξενήσει αυτήν τη ιστορική συνάντηση».

Άλλοι πολιτικοί ηγέτες επίσης χαιρέτισαν την εξέλιξη, αν και με επιφυλάξεις. Ο Αμερικανός γερουσιαστής Νταν Σάλιβαν δήλωσε ότι η πολιτεία είναι «τιμή της» να φιλοξενεί ακόμη ένα μεγάλο διεθνές γεγονός, υπενθυμίζοντας προηγούμενες σημαντικές επισκέψεις υψηλού προφίλ.

Η Αμερικανίδα γερουσιαστής Λίζα Μουρκόφσκι δήλωσε ότι η σύνοδος αποτελεί «μια ακόμη ευκαιρία για την Αρκτική να λειτουργήσει ως τόπος που φέρνει κοντά ηγέτες του κόσμου για να συνάψουν ουσιαστικές συμφωνίες», αν και τόνισε την επιφύλαξή της απέναντι στις προθέσεις του Πούτιν.

Ο Αμερικανός βουλευτής Νικ Μπέγκιτς εξέφρασε ένα μήνυμα συγκρατημένης ελπίδας, δηλώνοντας: «Η προσευχή μου είναι οι συνομιλίες να είναι παραγωγικές και να οδηγήσουν σε ουσιαστική πρόοδο προς τη συμφιλίωση. Η επιδίωξη της ειρήνης απαιτεί ανοιχτό διάλογο. Και είναι ενθαρρυντικό ότι ο διάλογος θα πραγματοποιηθεί στο ανώτατο επίπεδο εδώ στην Αλάσκα, όπου η Ρωσία και η Αμερική μοιράζονται μια ιστορική σχέση και γεωγραφική εγγύτητα».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα