30 ΧΡΟΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΚΕΡΤ ΚΟΜΠΕΙΝ: 30 GRUNGE ΑΛΜΠΟΥΜ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΣΚΟΘΗΚΗ ΣΑΣ

Το NEWS 24/7 ανεβάζει την ένταση με αφορμή την τριακοστή επέτειο του θανάτου του μεγαλύτερου ειδώλου της γενιάς του.

Σύμφωνα με τους ιατροδικαστές που εξέτασαν τη σορό του που εντοπίστηκε στις 8 Απριλίου 1994, τρεις μέρες νωρίτερα ο Κερτ Κομπέιν, πριν στρέψει την κάνη της καραμπίνας στο στόμα του, είχε καταναλώσει υπεραρκετή ποσότητα ηρωίνης για να παραμείνει ζωντανός. Ποτέ δεν ξέρεις, όμως, σου λέει, και γι’ αυτό ο πιο σημαντικός ροκ σταρ της γενιάς του, ο μεγαλύτερος μετά τον Τζον Λένον, τράβηξε τη σκανδάλη.

Αν ζούσε σήμερα το μόνο που μπορούμε να υποθέσουμε για εκείνον με σχετική ασφάλεια χάρη στην τρομακτική τεχνητή νοημοσύνη είναι το πώς θα είχε εξελιχθεί εμφανισιακά (εφόσον θα είχε παραμείνει αρτιμελής). Καλλιτεχνικά ποιος ξέρει; Όσο για όσα του «έτρωγαν» το μυαλό και την ψυχή; Ας το αφήσουμε καλύτερα. Ας ανεβάσουμε την ένταση της μουσικής γιατί τα υπόλοιπα είναι «θόρυβος». 

Με αφορμή την τριακοστή επέτειο του θανάτου του, το NEWS 24/7 ανατρέχει σε 30 δίσκους του μουσικού ιδιώματος που εξαιτίας του, αφού μας έσωσε από το hair metal των 80s, κυριάρχησε στην ποπ κουλτούρα μέχρι τις αρχές των 90s. Μέχρι τελικά και αυτό να «καεί» πριν προλάβει να ξεθωριάσει.

Kurt Cobain AP

Green River – Rehab Doll (1988)

Το ένα και μοναδικό άλμπουμ της μπάντας που όχι μόνο έπαιζε grunge (δηλαδή πανκ, χάρντκορ, κολεγιακό ροκ και μέταλ) πριν γίνει μαζικός ο όρος grunge (που χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά για τους ίδιους) αλλά αποτέλεσε τη μήτρα τριών ακόμη εμβληματικών συγκροτημάτων της πόλης: Οι μεν Μαρκ Αρμ (φωνητικά) και Στιβ Τέρνερ (τύμπανα) θα σχημάτιζαν αργότερα τους Mudhoney, οι δε Στόουν Γκόσαρντ (κιθάρα) και Τζεφ Άμεντ (μπάσο) τους Mother Love Bone και τους Pearl Jam. 

Skin Yard – Hallowed Ground (1988)

Από τα μπετά στη σκηνή του Σιάτλ, είναι απορίας άξιο πώς δεν τους «τσίμπησε» ποτέ (για να τους παρατήσει σύντομα) κάποια από τις πολυεθνικές που με το που μπήκαν τα 90s υπέγραφαν όσα θορυβώδη, στριφνά, κιθαριστικά συγκροτήματα κινούνταν. Επιπλέον εκτίμηση και για το ότι κάποια στιγμή είχαν ντράμερ τον Ματ Κάμερον πριν πάει στους Soundgarden (και τα τελευταία 20 χρόνια στους Pearl Jam) και τον Μπάρετ Μάρτιν πριν πάει στους Screaming Trees. Και κυρίως γιατί κιθαρίστας τους ήταν ο μετέπειτα εμβληματικός παραγωγός της σκηνής γενικά και του Bleach των Nirvana συγκεκριμένα, Τζακ Εντίνο.

Various Artists – Sub Pop 200 (1988)

Tad, Nirvana, Mudhoney, Soundgarden, Green River, Screaming Trees, δηλαδή μπάντες-τοτέμ του grunge, και μερικά ακόμα ονόματα τύπου The Walkabouts και Beat Happening που ναι μεν κρατάει η σκούφια τους από το Σιάτλ αλλά ούτε κατά διάνοια δεν εμπίπτουν στις αισθητικές περιχαρακώσεις του genre, όλα αυτά στη δεύτερη (μετά την αφόρητα δυσεύρετη Sub Pop 100) συλλογή μιας από τις σημαντικότερες ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρίες στην ιστορία της μουσικής. 

Nirvana – Bleach (1989)

Όχι, δεν πρόκειται για το πιο σημαντικό ντεμπούτο στην ιστορία της Sub Pop. Ναι, πρόκειται για το ντεμπούτο της πιο σημαντικής μπάντας στην ιστορία της Sub Pop και της γενιάς της.

Mother Love Bone – Apple (1990)

Ο τραγουδιστής τους, Άντριου Γουντ, προμηνυόταν να γίνει ο πρώτος σταρ της σκηνής, τελικά έγινε η πρώτη από τις μεγάλες απώλειές της, αφήνοντας την τελευταία του πνοή από υπερβολική δόση ηρωίνης πριν καν κυκλοφορήσει το πρώτο και μοναδικό άλμπουμ της τόσο όσο ποζεράδικης hard rock μπάντας που ίσως κάποια στιγμή να κέρδιζε τους Guns N’ Roses στη δική τους έδρα. Τελικά δύο από τα μέλη τους αποτέλεσαν τον ιδρυτικό πυρήνα των Pearl Jam.  

Tad – 8-Way Santa (1991)

Sludge παλικάρια από τα λίγα ο πληθωρικός ηγέτης τους, Ταντ Ντόιλ, από τις πρώτες μπάντες στο ρόστερ της Sub Pop, και μάλιστα εδώ σε παραγωγή του Μπουτς Βιγκ που ένα μήνα αργότερα θα κλεινόταν στο στούντιο για να κάνει την παραγωγή του Nevermind. Να σημειωθεί ότι το ζόρικο “Jinx” ακούγεται στο Singles του Κάμερον Κρόου αλλά ποιος ξέρει γιατί δεν περιέχεται στο σάουντρακ.

Temple of the Dog – Temple of the Dog (1991)

Ο Κρις Κορνέλ για να τιμήσει τον μακαρίτη κολλητό του τον Άντριου Γουντ μάζεψε τα μέλη των Mother Love Bone πριν καλά καλά μετασχηματιστούν σε Pearl Jam, τον ντράμερ των Soundgarden και τον νιούφη ακόμη τότε Έντι Βέντερ για ένα δίσκο-φόρο τιμής που απο το πουθενά έφτασε σχεδόν στην κορυφή των αμερικανικών τσαρτ. Εντάξει, ειδικά η διφωνία Κορνέλ-Βέντερ στο “Hunger strike” είναι από άλλο πλανήτη. 

Mudhoney – Every Good Boy Deserves Fudge (1991)

Η καρδιά θέλει το απίθανο ντεμπούτο Superfuzz Bigmuff EP (για την ακρίβεια την εν έτει 1990 δεύτερη έκδοσή του, Superfuzz Bigmuff Plus Early Singles, που περιέχει μεταξύ άλλων το “Touch Me I’m Sick” και τη συγκλονιστική διασκευή στο “Hate the Police” των Dicks), κερδίζει όμως το μυαλό που θέλει το πρώτο τους ολοκληρωμένο άλμπουμ εκτός όλων των άλλων και γιατί με την απόφαση των «Stooges του Σιάτλ» να παραμείνουν στη Sub Pop, την έσωσαν από τη χρεοκοπία. Ανεξάντλητο, άνευ όρων ρισπέκτ για τα τραγούδια, την αυθεντικότητα, τα πάντα στους Mudhoney. 

The Smashing Pumpkins – Gish (1991) 

Η πλειοψηφία της Γενιάς Χ που τους ζήσει σε πραγματικό χρόνο τους έμαθε από το ακαταμάχητο Siamese Dream, μετά έσπευσε στο ντεμπούτο τους και όταν λίγο αργότερα ο Corgan άρχισε τα οχταπλά άλμπουμ δεν υπήρχε πια καμία αμφιβολία ότι στην περίπτωσή του ισχύει ότι κάθε πέρυσι και καλύτερα. Άσε που πόσο συχνά πετυχαίνει κανείς σε ένα άλμπουμ εναρκτήρια back to back τριπλέτα (“I Am One”, “Siva”, “Rhinoceros”) σαν και του Gish

Pearl Jam – Ten (1991)

Κυκλοφόρησε ένα μήνα πριν από το Nevermind και μέχρι σήμερα παραμένει το δεύτερο σε πωλήσεις grunge άλμπουμ. Πήγε μάλιστα τότε να παίξει μια κόντρα του στιλ Beatles-Stones, μεταξύ των πιο πάνκηδων Nirvana και των πιο χαρντροκάδων Pearl Jam. Ο Κομπέιν τους ψιλοέκραξε, μετά τα μάζεψε και ζήσανε όλοι, πλην του Κομπέιν, καλά κι εμείς καλύτερα. Δισκάρα για ολοστρόγγυλο δεκάρι, τι συζητάμε τώρα.

Nirvana – Nevermind (1991)

Θέλει και ρώτημα; 

Soundgarden – Badmotorfinger (1991) 

Με αιχμή του δόρατος την τριπλέτα “Rusty Cage” (που διασκεύασε και ο Johnny Cash στο Unchained), “Jesus Christ Pose” και “Outshined”, και επί τη ευκαιρία της παγίωσης του grunge μέσω των πρόσφατων κυκλοφοριών του Nevermind και του Ten, ήγγικεν η ώρα για το breakthrough και για τη μπάντα του Total F*cking Godhead Κρις Κορνέλ.

Babes in Toyland – Fontanelle (1992)

Με μέσο όρο διάρκειας τα δυόμιση λεπτά τα δεκαπέντε τραγούδια του δεύτερου και προτελευταίου άλμπουμ της τριμελούς girl band από τη Μινεάπολη, συμπαραγωγής μάλιστα του Λι Ρανάλντο των Sonic Youth, ήταν, όπως λέει το κλισέ, μια κλωτσιά στα αχαμνά όσων πίστευαν ότι το grunge ήταν αποκλειστικά αντρική υπόθεση*. 

L7 – Bricks Are Heavy (1992) 

*Και αυτό το άλμπουμ από τις θεότητες L7 ήταν το άπερκατ στα μούτρα τους (με σιδερογροθιά το all-time classic “Pretend we’re dead”).**

Alice in Chains – Dirt (1992)

Ίσως οι πιο «μεταλάδες» απ’ όλους, με τον Λέιν Στέιλι να αποτελεί, ανάλογα ποιους θα ρωτήσετε, τον δεύτερο ή τρίτο καλύτερο τραγουδιστή και γενικά frontman της σκηνής του Σιάτλ. Δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο τους Facelift, το πρώτο grunge άλμπουμ που έγινε χρυσό, οι Alice in Chains γιγαντώνουν το κοινό τους με μια κυκλοφορία που με ελάχιστη παρατηρητικότητα αντιλαμβάνεσαι ότι θεματικά άπτεται του «πακέτου» της ηρωίνης που ταλάνιζε τον Στέιλι και τελικά θα τον «έστελνε» το 2002 σε ηλικία 34 ετών. Ένα άλμπουμ που κλείνει με το “Would?”, ένα από τα πέντε καλύτερα τραγούδια του ιδιώματος. 

Various Artists – Singles: Original Motion Picture Soundtrack (1992)

Mudhoney, Pearl Jam, Soundgarden, Alice in Chains, Mother Love Bone, Screaming Trees ντύνουν μουσικά (ορισμένοι εμφανίζονται κιόλας μπροστά στην κάμερα) το κινηματογραφικό love letter (71/100 στο Metacritic) του Κάμερον Κρόου στην πιο alive and kicking πόλη των ΗΠΑ εκείνη την εποχή. Ο οποίος Κρόου όσο να πεις μια πετριά την έχει με τη σκηνή, εξ ου και το 2011 σκηνοθέτησε και το ντοκιμαντέρ Pearl Jam: Twenty.

Screaming Trees – Sweet Oblivion (1992)

Δυο ώρες με το αμάξι απέχει το Έλενσμπεργκ όπου σχηματίστηκαν από το Σιάτλ, όμως συνδέθηκαν άρρηκτα με το grunge αν και όχι μόνο προϋπήρξαν της έκρηξης αυτού, αλλά ποτέ δεν τσέκαραν όλα τα κουτάκια του συγκεκριμένου ήχου, όντας κατά κάποιο τρόπο πιο ψυχεδελικοί. Ιστορία έγραψαν και οι ομηρικοί καβγάδες των αδερφών Βαν και Γκάρι Λι Κόνερ (μπάσο και κιθάρα αντίστοιχα) μεταξύ τους αλλά και με τον ΜΕ-ΓΙ-ΣΤΟ Μαρκ Λάνεγκαν που πέθανε στα 57 του αφενός έχοντας διαγράψει λαμπρή σόλο πορεία, αφετέρου έχοντας προλάβει να γράψει και δύο βιβλία (τα απομνημονεύματά του, και την περιπέτειά του με τον κορονοϊό) ενώ είχε την κατά πάρα πολλούς την καλύτερη φωνή της γενιάς του. 

Melvins – Houdini (1993)

Από τις πιο επιδραστικές κι αγαπημένες μπάντες του Κομπέιν. «Τόσο περίεργα ήταν τα μN (μετά-Nevermind) 90s που μια μπάντα τόσο αντισυμβατικοί όσο οι Melvins, που μετά από ένα ημίωρο drone και doom έπος (το άλμπουμ Lysol του 1992) αποκτούσαν μια θέση στην ίδια εταιρία με τον Φιλ Κόλινς και τη Μπέτι Μίντλερ» έγραψαν κάποτε στο Rolling Stone. Ωραία χρόνια! 

Nirvana – In Utero (1993)

Πάμε πάλι: Θέλει και ρώτημα;

Soundgarden – Superunknown (1994)

Ακραία ζοφερός δίσκος σε στιχουργικό επίπεδο και ταυτόχρονα εξωστρεφής και χειμαρρώδης σε συνθετικό. Άνθρωπος που δεν θέλει να τα κάνει ώπα ακούγοντας τα “Spoonman”, “The Day I Tried to Live”, “Black Hole Sun” και “Fell on Black Days” είναι νεκρός μέσα του και δεν του το έχει πει κανείς.

Hole – Live Through This (1994)

Τέσσερις μέρες αφότου βρέθηκε το πτώμα του Κομπέιν κυκλοφόρησε ο δεύτερος εκπληκτικός δίσκος της μπάντας της χήρας του, γεγονός που πυροδότησε ένα κρεσέντο μισογυνισμού για την «ατάλαντη που τον έριξε στην πρέζα / τη μαύρη χήρα που τον έφαγε γιατί πηδιόταν με τους πάντες / τη σκρόφα που “σούταρε” έγκυος / την ατάλαντη που το παίζει ιστορία ενώ όλοι ξέρουμε ότι ο μακαρίτης της έγραφε τα τραγούδια». Αχ, αξέχαστα 90s… 

7 Year Bitch – ¡Viva Zapata! (1994)

**Και αυτό το άλμπουμ στο οποίο οι θεότητες που εμπνεύστηκαν το όνομα τους από την ταινία Επτά Χρόνια Φαγούρα (The Seven Year Itch) με τη Μέριλιν Μονρό καταθέτουν ένα «φορτωμένο» κιθαριστικό φόρο τιμής στο ίνδαλμά τους, Mia Zapata (front woman των επίσης πολύ ζόρικων The Gits που βιάστηκε και δολοφονήθηκε) είναι η κουτουλιά στο κεφάλι τους. 

Stone Temple Pilots – Purple (1994)

Στην αρχή κατηγορήθηκαν ως κακέκτυπα των Pearl Jam από το Σαν Ντιέγκο. Δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο τους Core (1992) σέρβιραν ένα απολαυστικό -πότε southern, πότε psych- rock άλμπουμ με δύο ιδιοφυή singles: “Vasoline” και κυρίως “Insterstate Love Song”. Σχεδόν τρεις δεκαετίες αργότερα ο frontman τους Σκοτ Γουέιλαντ θα πέθαινε εξαιτίας ενός κοκτέιλ κοκαϊνης, ηρωίνης και λοιπών απαγορευμένων ουσιών. Ήταν μόλις 48. 

Pearl Jam – Vitalogy (1994)

Μάλλον το πιο πάνκικο από τα άλμπουμ των Pearl Jam, αν και περιέχει δυο ξακουστές μπαλάντες τους (“Nothingman”, “Betterman”), για αρκετούς από τους fans τους το καλύτερό τους, εν πάση περιπτώσει το τρίτο τους είναι και το πρώτο που τους απομακρύνει συνειδητά από το ασθμαίνον αν όχι νεκρό πια grunge, μιας και τα συνθετικά σκήπτρα περνάνε για τα καλά στον τραγουδιστή τους, Έντι Βέντερ. Δίσκος που αν είχε βγει από άλλη μπάντα, σήμερα θα λατρευόταν και από όσους φρίττουν με τους «Grateful Dead της γενιάς τους». 

Mad Season – Above (1995)

Μέλη των Pearl Jam, Alice in Chains και Screaming Trees συναντήθηκαν σε κέντρα αποτοξίνωσης (#truestory) και μετά το εξιτήριο μπήκαν στα γρήγορα στο στούντιο για να τζαμάρουν και να κρατηθούν καθαροί – όσο μπορούσαν. Αποτέλεσμα ήταν αυτό το θεοσκοτεινό blues άλμπουμ που θυμίζει όλες τις παραπάνω μπάντες μαζί χωρίς να θυμίζει ακριβώς καμία τους μονάχη. 

Neil Young – Mirrorball (1995)

Τόσο μεγάλη ήταν (και παραμένει) η αγάπη των Pearl Jam για τον Νιλ Γιανγκ (ο οποίος για κάποιο λόγο στα μέσα των 90s χρίστηκε από τα μίντια «νονός του grunge» – ενώ είναι γενικά ο «μπαμπάς μας») που αποφάσισαν, εξαιρουμένου Έντι Βέντερ να γίνουν η μπάντα του για το 21ο του άλμπουμ. Φοβερός δίσκος που μάλιστα έδωσε και το όνομά του σε ένα βραχύβιο αθηναϊκό φανζίν των late 90s-early 00s. 

Pearl Jam – No Code (1996)

Ο τέταρτος δίσκος των Pearl Jam ήταν ο πιο πειραματικός τους μέχρι τότε (ίσως και μέχρι σήμερα), με τη μπάντα να παίζει από punk rock μέχρι afro, να ξενίζει τους πάντες και να βρίσκεται στην εξής δύσκολη θέση: καλλιτεχνική κορυφή μεν, επερχόμενος εμπορικός κατήφορος δε (τουλάχιστον ως προς τις πωλήσεις δίσκων σε σχέση με το πρόσφατο σαρωτικό παρελθόν τους). Ένα κατάφορα αδικημένο αριστούργημα των 90s.

Διάλειμμα στα γκάζια για να ηρεμήσουμε με τρία MTV Unplugged:

Των Nirvana (1994) γιατί Σουζάνα, όλοι ξέρουμε τι είναι η ζωή.
Των Alice in Chains (1996) γιατί η εκτέλεση του “No Excuses” είναι καλύτερη και από την αυθεντική του Jar of Flies.
Των Pearl Jam (2019 – όντως κυκλοφόρησε 27 χρόνια μετά την ηχογράφηση/προβολή του) γιατί ανέκαθεν είχαν την καρδιά τους στο σωστό σημείο.

Τρέχουμε ξανά τώρα γιατί ανάμεσα στους χίλιους δυο λόγους που καθιστούν πασιφανές ότι χωρίς τους Sonic Youth (που ποτέ δεν ακούστηκαν πιο «βατοί» -για τα δικά τους πάντα δεδομένα- απ’ όσο στο Dirty του 1992) τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο στη -ροκ και όχι μόνο- μουσική τον τελευταίο μισό αιώνα, είναι και το ότι αυτοί «ξέβγαλαν» τους Nirvana, τόσο συναυλιακά, παίρνοντας τους μαζί σε περιοδείες, όσο και δισκογραφικά, μιας και τους άνοιξαν την πόρτα της πολυεθνικής Geffen, στο ρόστερ της οποίας ανήκαν ήδη οι ανυπέρβλητοι Νεοϋορκέζοι.

Ακολουθήστε το News24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα