Η ΝΤΑΪΑΝ ΚΙΤΟΝ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΣΚΙΡΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ήταν για τους μεγαλύτερους από μας η απόλυτης γοητείας κοπέλα του σινεμά των φοιτητικών μας χρόνων.
«Το στυλ της Ντάϊαν Κίτον απέφυγε τη σφραγίδα της μηχανής. Μια καλλονή παγκόσμιας κλάσης που δεν πρωτοστατούσε με την εμφάνισή της, έσπασε όλους τους κανόνες του ντυσίματος των διασημοτήτων και το έκανε με ένα ηλιόλουστο χαμόγελο».
Αυτά έγραψε η Jess Cartner-Morley , δημοσιογράφος και συνεργάτης του Guardian. Τον κώδικα τον έσπασε θα προσθέταμε εμείς και με ένα “La dee da”.
Ξέρω ότι τώρα θα γελάνε οι πάνω από τα 60 που θυμήθηκαν τον λεκτικό αυτοσχεδιασμό της Κίτον στην ταινία Annie Hall (προβλήθηκε στην Ελλάδα την Άνοιξη του 1978 με τίτλο «Ο Νευρικός Εραστής»). Για τον το ρόλο της μάλιστα πήρε Όσκαρ.
Το «La dee da» δεν ήταν καν γραμμένο στο σενάριο. Το ξεφούρνιζε σε στιγμές άγχους και αμηχανίας στα γυρίσματα και ο Γούντι Άλεν ευφυώς το κράτησε.
Άλλωστε το έλεγε και στην καθημερινότητά της όταν δεν ήξερε τι να πει. Πέταγε ένα “La Dee-da” και ξεμπέρδευε.
Πρώτη φορά βλέπαμε μια ταινία τόσο λεπτομερή και εμβαθυντικη για τις ανθρώπινες σχέσεις και την περιπλοκότητά τους και μέσα σ αυτήν ξεχώρισε το κορίτσι που με αυτό το λεκτικό κόλπο προσπαθεί να «γλιτώσει» από έναν άντρα που συνεχώς αναλύει καταστάσεις, αγωνιά και φλυαρεί νευρωτικά και αυτοαναφορικά. Δεν έχει καμμία διάθεση να γοητεύσει ή να περάσει το δικό της.
Μια τέτοια στιγμή της ταινίας υπάρχει στο διαδίκτυο και αξίζει οι νεότεροι να την απολαύσουν.
Η εύθραυστη και συγχρόνως δυναμική ηθοποιός , που κινούνταν με άνεση από την κωμωδία στο δράμα, και που πέθανε πριν από λίγες μέρες στα 79 της στην Καλιφόρνια όπου και γεννήθηκε, στάθηκε επάξια δίπλα στον πολυσύνθετο Γούντι Άλλεν, με τον οποίο είχε και ερωτική σχέση όπως και με τον Γουόρεν Μπίτι και τον Αλ Πατσίνο. Με όλους κράτησε στενή φιλία αλλά δεν θέλησε ποτέ να παντρευτεί. Ζούσε με τα δύο υιοθετημένα παιδιά της.
Το 2019 είχε δηλώσει : “Σήμερα σκεφτόμουν ότι είμαι η μόνη στη γενιά των ηθοποιών που ήταν ελεύθερη σε όλη της τη ζωή. Χαίρομαι πολύ που δεν παντρεύτηκα. Είμαι περίεργο άτομο. Θυμάμαι στο λύκειο, ένας τύπος ήρθε και μου είπε: Μια μέρα θα γίνεις καλή σύζυγος. Και σκέφτηκα: «Δεν θέλω να είμαι σύζυγος. Όχι»”.
Στις ΗΠΑ η Annie Hall ήταν ένας μάλλον μετα – φεμινιστικός χαρακτήρας που με πνεύμα ανεξαρτησίας, χαλαρότητας και αυθεντικότητας απομυθοποιεί τον νευρωτικό και διανοούμενο άντρα. Αυτή είναι που φεύγει και συνεχίζει τη ζωή της χωρίς να έρθει η «συντέλεια του κόσμου» , όπως πιθανότατα θα προέβλεπε ένα σενάριο δέκα χρόνια πριν. Η ερμηνεία της Κίτον αποθεώθηκε από τους κριτικούς. Ηταν αυτή που έδειξε στις γυναίκες πώς να είναι αντισυμβατικές και ταυτοχρόνως να νιώθουν αποδεκτές και να μην ακολουθούν το συνηθισμένο ρομαντικό μονοπάτι.
Στην Ελλάδα η ταινία προβλήθηκε μόλις τέσσερα χρόνια μετά από την πτώση της Χούντας. Η υπερπολιτικοποίηση της Μεταπολίτευσης υποχωρούσε και αυτό φαινόταν από αυτά που έγραφε ο αντιεξουσιαστικός μαρκαδόρος στους τοίχους : “Εκτός από τον ιμπεριαλισμό υπάρχει και η μοναξιά” ή και σε πρωτοποριακούς στίχους τραγουδιών όπως το Σαββοπουλικό “όχι στων μανιφέστων τις κλεισούρες αλλά σ’ εκείνο εκεί το μπαρ που ξενυχτάει.”
Τον «Νευρικό Εραστή» τον είδαμε εικοσάχρονοι φοιτητές στον δημοφιλή τότε κινηματογράφο «Ανατόλια» (που σήμερα δεν υπάρχει), στη Δημητρίου Γούναρη απέναντι από την Κάμαρα. Κριτικοί και κοινό εστίασαν σχεδόν αποκλειστικά στο πληθωρικό και ευρηματικό Γούντι Άλεν αν και αντιμετώπισαν με σεβασμό και προσμονή για το μέλλον της, την Ντάϊαν Κίτον. Η στάση αυτή του κόσμου ήταν μακριά πάντως από τη φεμινιστική διάσταση της ταινίας που αναγνωρίστηκε στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.
Η συγγραφέας Λιάνα Τσιρίδου, φοιτήτρια τότε της Φιλοσοφικής του ΑΠΘ και στέλεχος του νεογέννητου γυναικείου κινήματος στα τέλη του 1970 θυμάται:
«Το 1978, που είδαμε στην Ελλάδα τον ‘’Νευρικό Εραστή’’, ήταν η εποχή που άρχισαν ν’ ανθίζουν οι φεμινιστικές ομάδες και οργανώσεις κάτω από τη σκιά ισχυρής επίκρισης και ειρωνείας. Κι έρχεται η γλυκιά Άννι Χολ, όπως την υποδύεται η Νταϊάν Κίτον, με το ανδρόγυνο ντύσιμό της, να μας δώσει μια χαμογελαστή αλλά δυνατή φεμινιστική δήλωση. Το αφελές κορίτσι από το Γουισκόνσιν, με το “Νομίζεις ότι είμαι αρκετά έξυπνη για σένα;” στην αρχή, αυτονομείται στο τέλος. Παύει να είναι “η γυναίκα του Άλβι” και γίνεται ο εαυτός της.
Αυτή η ανατροπή του στερεότυπου της γυναίκας στο κλασικό σινεμά πυροδοτεί ατέλειωτες συζητήσεις μας στα νυχτερινά ποτά. Και δίνει έναν αόρατο τοίχο στήριξης σε όσες από εμάς τολμούσαμε τότε να δηλώνουμε ‘’δεν είμαι του πατρός μου, δεν είμαι του αντρός μου, είμαι ο εαυτός μου’’.