ΟΙ PULP ΕΠΕΣΤΡΕΨΑΝ 24 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ – ΠΡΩΤΗ ΑΚΡΟΑΣΗ ΣΤΟ MORE ΠΡΙΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕΙ
Το More χαρακτηρίζεται από την χαρακτηριστική ειρωνεία και το χιούμορ του Jarvis Cocker, εξερευνώντας θέματα όπως η ενηλικίωση, η επιθυμία και η ταυτότητα. Οι πρώτες εντυπώσεις μας.
“Όχι σαμάνος, ούτε σόουμαν, πήρα μια ανάσα και αποφάσισα να μην καταστρέψω τη ζωή μου, συμμορφωνόμουν με ένα κοσμικό σχέδιο, μέχρι που περπάτησα πίσω στον κήπο των γήινων απολαύσεων”.
“Περίμενα πολύ καιρό, για να πιστέψω, να πιστέψω στα λόγια που έγραψα κάποτε για αυτό το τραγούδι. Χωρίς αγάπη, απλώς κοροϊδεύεις τον εαυτό σου. Όταν η αγάπη εξαφανίζεται, η ζωή εξαφανίζεται. Και κάθεσαι ακίνητος για 25 χρόνια και προσπαθείς, και αποτυγχάνεις, και χτίζεις μια φυλακή, και κλειδώνεσαι μακριά από το ένα πράγμα που μπορεί να σε σώσει, το ένα πράγμα που σε τρομάζει θανάσιμα, το μόνο πράγμα που μπορεί να σε επαναφέρει στη ζωή, οπότε πες το, τι χρειάζεσαι; Μίλα! Ξέρεις καν πώς να το συλλαβίσεις; Να το πεις; Θα το πω εγώ για σένα. It goes “L-O-V-E”
Yeah, spell it “L-O-V-E”.
Spike Island. Got to Have Love. Οι Pulp επέστρεψαν και τα πρώτα δύο κομμάτια που βγήκαν στη δημοσιότητα από το νέο τους άλμπουμ, “More” (Rough Trade Records), είναι λυτρωτικά. Καθόλου τυχαίο ότι ο δίσκος ανοίγει με το Spike Island, σαν προμήνυμα για το μετά. Είναι σίγουρα ένα αισθητά πιο δυνατό, μεστό τραγούδι σε σχέση με το After You, το μοναδικό νέο track που προέκυψε από την προηγούμενη επανένωση των Pulp, στις αρχές της δεκαετίας του 2010.
Οι Pulp περίμεναν 24 ολόκληρα χρόνια για να βγάλουν δίσκο. Από τις αρχές των 00s ως τώρα, τα πάντα έχουν αλλάξει. Εκείνη την εποχή δεν θα κυκλοφορούσαν το άλμπουμ τους στο Spotify, δεν θα έκαναν αναρτήσεις στο Instagram και στα λοιπά social, δεν θα χάνονταν μέσα στην υπερπληροφόρηση. Στα τέλη των 00s έκλεινε ο κύκλος της Britpop, με τους Oasis, Blur, Suede και Pulp να μπαίνουν στη σκιά και την αναβίωση του garage να παίρνει μπρος. Η “μηχανή” των Pulp, έπρεπε να πάρει ανάσες.
Μπροστά στο δίπολο των Oasis και οι Blur ο Jarvis Cocker αντιπροσώπευε ένα πνευματικό χιούμορ, μια πιο Cool Britannia. Στο Spike Island το συγκρότημα ανατρέχει στη δεκαετία του ’90 και ο Cocker ρίχνει φως στις θολές αναμνήσεις πίσω από τη μάσκα της νοσταλγίας. Το κομμάτι βγήκε από μια αληθινή ιστορία, μια συναυλία των Stone Roses το 1990, στην οποία παρευρέθηκαν σχεδόν 30.000 άτομα. Η συναυλία ήταν ακραία ανοργάνωτη και έλαβε χώρα σε ένα χωράφι κοντά σε μια βιομηχανική περιοχή. Ο Cocker βρήκε την ευκαιρία να στήσει μια μεταφορά για το πώς η νοσταλγία “γυαλίζει” τις κακές αναμνήσεις. Ακόμη, περιγράφει το βίωμά του ως ένας από τους μεγαλύτερους αστέρες της Britpop. Πάντα ήταν ένας κάπως απρόθυμος ποπ σταρ που ενέδιδε σε μια περσόνα που γεννήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης. Στην αυτοβιογραφία του άλλωστε έγραφε πως στα 90s ήταν ένας “καχύποπτος, αγχωμένος, ματαιόδοξος τύπος”. Πάντα όμως έβρισκε τρόπους να κάνει αποδράσεις από το ροκσταριλίκι κατακρίνοντας τον ταξικό τουρισμό (βλέπε “Common People”) και την εργαλειοποίηση της φτώχειας, ισορροπώντας τον εαυτό και τις φιλοδοξίες του.
ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ
Στο More ο Cocker στιχουργικά περιγράφει το πώς η μπάντα έζησε και επέζησε από την φασαρία της Britpop και βρίσκει τρόπο να εξελιχθεί. Είναι όλα “απλά ένα συναίσθημα”, μας υπενθυμίζει ευγενικά, στέλνοντας το μήνυμα πως η πραγματική ευτυχία είναι στις απλές, γήινες απολαύσεις. Όπως λέει άλλωστε ο Jarvis στο Farmers Market:
“Hold on, are these groceries really that important?
More important than getting your number and finding out who you really are?”
Στο More που κυκλοφορεί στις 6 Ιουνίου, οι Pulp γίνονται πιο εσωστρεφείς μεν, αλλά μουσικά βιώνουν μερικές από τις πιο μελωδικά ανεβαστικές στιγμές της καριέρας τους. Οι Pulp όπως τους γνωρίζαμε είναι σαν να διαβάζεις ένα βρετανικό κοινωνικό μυθιστόρημα μέσα από τον “καθρέφτη” μιας ντισκομπάλας. Στο More οι κιθάρες και τα φυσικά έγχορδα παίρνουν τη θέση των έντονων synths. Η παραγωγή του James Ford προσδίδει έναν πιο οργανικό και ζεστό ήχο, συνδυάζοντας στοιχεία από disco, ευρωπαϊκό funk και ποπ, με τους Pulp να μην “ανακαλύπτουν την Αμερική”, αλλά να βιώνουν μερικές από τις πιο αυθεντικές στιγμές τους. Σαν να κάνουν ενδοσκόπηση, προσπαθώντας να σπάσουν τα δεσμά της πεπατημένης (τους).
Μιλώντας πρόσφατα στους NY Times, οι 60αρηδες σήμερα Pulp, δήλωσαν πως σταμάτησαν στο αποκορύφωμα της φήμης, πριν τους “κάψει”, και πλέον είναι πιο ήπιοι, πιο “δεκτικοί ο ένας για τον άλλο”, πιο “αρμονικοί” μεταξύ τους και συνειδητοποιημένοι. Αυτή η λογική είναι η κλωστή που “δένει” τον δίσκο. Ο James Murphy, frontman των LCD Soundsystem και στενός φίλος του Cocker, δήλωσε ότι η μαγεία των Pulp έγκειται στο ότι τα τραγούδια τους είναι σοβαρά χωρίς να παίρνουν τον εαυτό τους πολύ στα σοβαρά, κάτι που αναπτύσσεται ακόμη περισσότερο στο More, που λειτουργεί ως αποτίμηση καριέρας και ζωής. Εξ ου και ο ύμνος στην Αγάπη του Got to Have Love. Αγάπη για την απλή ζωή, για τη σύνδεση, για τη δημιουργία και όχι τη φήμη.
H σημασία της απλότητας και όχι της μεγαλομανίας αντανακλάται και το Slow Jam:
…We thought we were just joking
Trying dreams on for size
We never realised we’d be stuck with them
For the rest of our lives…
Είπαμε, κεντρικό στοιχείο του More είναι η (μη λειτουργική) νοσταλγία, η αποδοχή της αλλαγής και ο επαναπροσδιορισμός του χτισίματος της αληθινής απόλαυσης, με το εδώ και τώρα:
Στο αισθαντικό Tina, ο Cocker θυμάται μια κοπέλα που είχε δει στο τρένο και φαντάζεται πού θα μπορούσε να είναι σήμερα, 14 χρόνια μετά. Το Grown Ups πηγαίνει πιο πίσω, στο 1985, όταν ο Cocker προσπαθώντας να εντυπωσιάσει ένα κορίτσι έπεσε από ένα παράθυρο – κάνοντας κάτι σαν παρκούρ – για να την επισκεφθεί τελικά κουτσαίνοντας αφού πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο.
Από την άλλη, το My Sex είναι ένα από τα λιγότερα sexy τραγούδια που έχουν γραφτεί ποτέ. “Έλα να κάνουμε σεξ γιατί τελειώνει ο χρόνος μας”, είναι το μήνυμα, με τον Cocker να σαρκάζει το ότι γερνάει. It’s now or never, δηλαδή.
Nick Banks στα ντραμς, Candida Doyle στα πλήκτρα και Mark Webber στην κιθάρα συνοδεύουν τις ιστορίες του Cocker που αντανακλούν όχι μόνο τις δικές του αγωνίες και αλλαγές, αλλά και των υπόλοιπων μουσικών της μπάντας.
Φυσικά και από το More δεν θα μπορούσε να λείπει το πολιτικό σχόλιο, στο The Hymn of the North, την πρώτη από τις νέες δημιουργίες που άρχισαν να δουλεύουν το 2023 σε soundcheck συναυλίας. “Εργοστάσια κενά, κατασκευάζουν κενά”, τραγουδάει ο frontman στο πιο συναισθηματικό, ήσυχο κομμάτι του δίσκου που αφιερώνεται στο βόρειο τμήμα της χώρας και στις μεταβιομηχανικές πραγματικότητες του. Ένα κομμάτι που σίγουρα φέρνει “αέρα” από τους Pogues.
“Είσαι το βόρειο αστέρι μου
Είστε όλοι βόρειοι αστέρες”
Το Background Noise είναι για μένα η πιο αγαπημένη στιγμή στο More. “Η αγάπη μετατρέπεται σε θόρυβο στο παρασκήνιο. Το καταλαβαίνεις μόνο όταν εξαφανίζεται”. Καταλαβαίνεις το ωραίο που έχεις, μόνο όταν κινδυνεύεις να το χάσεις, διηγείται ο Cocker πάνω σε μια μουσική που σε παίρνει και σε απογειώνει με ένα βραδυφλεγές χτίσιμο που θυμίζει μίξη Nick Cave με Jacques Dutronc. Το δε Partial Eclipse είναι μουσικά ένας φόρος τιμής στον Serge Gainsbourg.
Το More ολοκληρώνεται με το A Sunset, μια σύνθεση που βγαίνει αβίαστα από την ποπ παράδοση της δεκαετίας του ’70, εκείνης που επηρέασε εξαρχής τον Cocker και διαπερνά την προσωπικότητα του σχήματος των Pulp. Folk, disco, quirky pop σε ένα αμάγαλμα ειρωνείας, αλληγορίας και διακωμώδησης του κωμικοτραγικού της καθημερινότητάς μας, η οποία γίνεται όμορφη μόνο μέσα από την έκφραση των συναισθημάτων. Όλων μαζί, καλών, κακών, παράλογων, όλα μπαίνουν στο χρώμα ενός ηλιοβασιλέματος που σηματοδοτεί το τέλος αλλά και την αρχή της επόμενης μέρας.
Τι να τα κάνεις τα λεφτά αν δεν εκτιμάς την ομορφιά ενός απλού ηλιοβασιλέματος, my dear;
So now I’m learning, I’m learning about money
And I am learning about law
The first rule of economics:
Unhappy people will spend more
Μετά από ένα κενό 24 ετών, το More είναι κάτι παραπάνω από μια επιστροφή μιας μπάντας από το παρελθόν. Είναι η πιο ουσιαστική τοποθέτησή τους στο μουσικό σύμπαν, με σεβασμό στην κληρονομιά τους αλλά και με μια συμπαγή δυναμική που μας αφήνει με την αίσθηση του ότι σίγουρα θέλουμε “κι άλλο”.
Εν κατακλείδι, δεν ξέρω αν το More είναι το πιο ώριμο άλμπουμ των θρύλων της Britpop, αλλά σίγουρα είναι το πιο εξωστρεφώς εσωστρεφές τους, με αυτό το αμφίσημο να γίνεται ίσως “σημαία” για τη συνέχειά τους. Γιατί σε κάθε περίπτωση, έχουν πολλά ακόμη να μας δώσουν, μιλώντας στη ψυχούλα μας όπως έκαναν πάντα.
ΥΓ. Στον δίσκο λαμβάνει μέρος δημιουργικά ο Richard Hawley, ο Jason Buckle, τραγουδά ο Brian Eno με την οικογένειά του και στις ενορχηστρώσεις συμμετέχει και η Elysian Collective. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε μόλις τρεις εβδομάδες στο Orbb Studio στο Walthamstow του Λονδίνου. Ο James Ford (γνωστός από συνεργασίες με Arctic Monkeys και Wet Leg) ανέλαβε την παραγωγή.
Ο δίσκος είναι αφιερωμένος στον Steve Mackey.
PULP – MORE, TRACKLIST
01 Spike Island
02 Tina
03 Grown Ups
04 Slow Jam
05 Farmers Market
06 My Sex
07 Got to Have Love
08 Background Noise
09 Partial Eclipse
10 The Hymn of the North
11 A Sunset