ΟΙ ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΑΙΝΙΩΝ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ ΣΤΟ NEWS 24/7
Όσα μας είπαν φέτος οι Τσεμπερόπουλος, Ψύκου, Βεσλεμές, Χαραμουντάνης, Ζώης, Φραντζής και Νάκος, υποψήφιοι για το φετινό βραβείο Ίρις Σκηνοθεσίας του ελληνικού σινεμά.
Ήταν μια πολυσυλλεκτική χρονιά για το ελληνικό σινεμά, με τεράστιες εμπορικές επιτυχίες, με ντοκιμαντέρ τολμηρά σε φόρμα και περιεχόμενο, με αντισυμβατικές καλλιτεχνικές ταινίες, με εντυπωσιακά ντεμπούτα.
Σαν σύνοψη αυτής της εικόνας μπορεί να λειτουργήσει μια απλή ματιά στην κατηγορία για το φετινό βραβείο Ίρις Καλύτερης Σκηνοθεσίας, εκεί όπου μέσα από 7 υποψηφιότητες σχηματίζεται μια ενδεικτική –και φυσικά όχι απόλυτη– κάτοψη του πού βρίσκεται φέτος το ελληνικό σινεμά.
Τα ελληνικά κινηματογραφικά βραβεία Ίρις απονέμονται κάθε χρόνο τιμώντας τα κορυφαία έργα της εγχώριας παραγωγής, και φέτος θα δοθούν αυτή την Τετάρτη 11 Ιουνίου. Καθώς ετοιμαζόμαστε λοιπόν να μάθουμε ποιοι είναι οι φετινοί νικητές, δίνουμε το λόγο στους σκηνοθέτες της χρονιάς – σύμφωνα με τα Ίρις.
Στην κατηγορία λοιπόν, λόγω ισοψηφίας, έχουμε 7 υποψηφίους που είναι:
- Γιάννης Βεσλεμές (Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο)
- Ελίνα Ψύκου (Αδέσποτα Κορμιά)
- Γιώργος Ζώης (Αρκάντια)
- Κωστής Χαραμουντάνης (Κιούκα Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού)
- Δημήτρης Νάκος (Κρέας)
- Άγγελος Φραντζής (Ο Νόμος του Μέρφι)
- Γιώργος Τσεμπερόπουλος (Υπάρχω)
Οι 7 δημιουργοί, έχοντας μιλήσει στο NEWS 24/7 κατά τη διάρκεια της χρονιάς σε διάφορα φεστιβάλ εγχώρια και μη, συζητούν τις σημαντικότερες πτυχές των έργων τους. Κι εμείς θυμόμαστε όσα είχαν να μας πούν, λίγο πριν ένας ή μία ανάμεσά τους, τιμηθεί με το φετινό Ίρις Σκηνοθεσίας.
Γιώργος Τσεμπερόπουλος (Υπάρχω)
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΕΣΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΙΝΕΜΑ ΤΟΥ
Αρκετές φορές κατά τη δημιουργία του Υπάρχω θυμάμαι να λέω “ρε εγώ είμαι ντοκιμαντερίστας”. Και σκέφτομαι… τι το λες αυτό, δεν συμφέρει. Έχεις κάνει ένα ντοκιμαντέρ, κάποτε! [γελάει] Αλλά εκεί είμαι στραμμένος.
Η φτώχεια πολύ δύσκολα εξηγείται. Κι εγώ δεν το έχω ζήσει, στα ώπα ώπα μεγάλωσα σε σχέση με άλλα παιδιά εκείνη την εποχή. Αλλά η προσήλωσή μου είναι εκεί. Όταν έγινα νεαρός φωτογράφος σπουδάζοντας ταυτόχρονα, στους δρόμους ήμουν συνέχεια και φωτογράφιζα. Και νιώθω πως είναι παράσημο το ότι τα Μέγαρα τότε κι ο Καζαντζίδης τώρα είναι λαϊκές ταινίες, με την έννοια του να μπορείς να μιλήσεις στον άνθρωπο.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΜΑΣΤΟΡΑ ΩΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗ
Έχει ταλέντο έμφυτο ο Χρήστος. Μαζί του έμαθα πολλά κι εγώ για τη δουλειά που κάνω. Ακριβώς επειδή αυτός δεν είναι ηθοποιός. Με σκλάβωσε με το πόσο πραγματικά πάρα πολύ πίστευε σε αυτό, και το είχα νιώσει στα αλήθεια. Μου είχε πει, θέλω να δουλέψω μαζί σας γιατί έχετε κάνει τον Εχθρό Μου και την Πίσω Πόρτα. Είπα ευχαριστώ, αλλά στην πορεία κατάλαβα πόσο πολύ όντως του αρέσανε. Βλέπει σινεμά, του αρέσει το Marriage Story, και μου έδειχνε τη σκηνή που τσακώνονται και με ρώταγε, αυτό πώς γίνεται;! Εύκολα, του λέω. Μα, δεν είναι το πιο δύσκολο πράγμα του κόσμου;;, με ρώταγε.
Στα δοκιμαστικά έφτασε κι εκείνος για να καταφέρει να πάρει τον ρόλο. Θυμάμαι να σκέφτομαι πως θα τα καταφέρει να τον πάρει μόνο όταν καταλάβει ότι έχει ένα ατού που δεν έχει κανείς άλλος: Έχει αυτή τη ζωή. Έχει μάθει να βγαίνει εκεί πάνω με ένα μικρόφωνο και να παραληρούν 35.000 άνθρωποι. Αυτό που είδε ο Στέλιος στην πρώτη του συναυλία στο εξωτερικό, εσύ το έχεις δει από πιτσιρικάς. Και μετά το πώς είναι να θέλουν όλοι ένα κομμάτι σου. Από το κορμί σου και το φιλί σου μέχρι τη δουλειά που θα τους δώσεις, την κονόμα, το οτιδήποτε. Όλα αυτά μαζί.
ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ INDUSTRY
Εγώ σαν Πρόεδρος της Ακαδημίας είχα προτρέψει όσο μπορούσα το industry στην Ελλάδα να ασχοληθούμε με τα μεγάλα θέματα. Πρέπει να γίνονται αυτές οι ταινίες. Όχι μόνο λόγω εμπορικότητας, αλλά και σημασίας. Καζαντζίδη, Σεφέρη, Παπαγιαννοπούλου… είναι μεγάλα θέματα, κάποιος πρέπει να τα κάνει.
Μερικά σημεία της ζωής μου έχουν συνδεθεί με τα τραγούδια του Καζαντζίδη. Εγώ πάντα άκουγα Stones, Beatles, Pink Floyd, Μπομπ Ντίλαν. Ποτέ γαλλικά, ποτέ ιταλικά. Μόνο εγγλέζικη κι αμερικάνικη ροκ. Μέχρι εκεί στα 21-22 που ερωτοχτυπήθηκα κι εγκαταλείφθηκα και βρέθηκα μόνος. [Τότε άκουσα το Υπάρχω και] ήμουν βέβαιος ότι είχε γραφτεί για εμένα. [γελάει]. [Μετά πήγα προς το ρεμπέτικο] όπου και έμεινα για πολλά χρόνια. Ρεμπέτικο και ροκ. Δεν με έχουν εγκαταλείψει αυτά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
- Η μεγάλη συνέντευξη: Οι λαϊκοί ήρωες του Γιώργου Τσεμπερόπουλου
- Μια μέρα στα γυρίσματα του Υπάρχω
- Η κριτική του NEWS24/7
Ελίνα Ψύκου (Αδέσποτα Κορμιά)
ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΣΟ ΔΕΔΟΜΕΝΕΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΟΙΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ ΜΑΣ ΣΤΟΝ ΔΥΤΙΚΟ ΚΟΣΜΟ
Ενώ μια γυναίκα δεν επιτρέπεται να κάνει άμβλωση στη Μάλτα, μπορεί να ταξιδέψει στη γειτονική Ιταλία και να κάνει εκεί, χωρίς να περάσει από έλεγχο διαβατηρίων ή να χρειαστεί να ανταλλάξει νόμισμα, αφού η Μάλτα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν και δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τον αριθμό των γυναικών που ταξιδεύουν από τη Μάλτα σε άλλες χώρες της Ε.Ε. για να υποβληθούν σε άμβλωση, διεθνείς οργανώσεις εκτιμούν ότι είναι 300 ανά έτος. Σαν αποτέλεσμα, η άμβλωση είναι ένα δικαίωμα μόνο για τους προνομιούχους, όσους μπορούν να ανταπεξέλθουν στο κόστος αυτού του ταξιδιού.
Την ίδια στιγμή στην Ιταλία, ο νόμος για την εξωσωματική γονιμοποίηση είναι πολύ αυστηρός. Δεν επιτρέπεται για τα ομόφυλα ζευγάρια και τις γυναίκες που δεν είναι σε επίσημη ετερόφυλη σχέση. Η αυστηρή νομοθεσία έχει οδηγήσει πολλές Ιταλίδες να ταξιδεύουν στο εξωτερικό για να συλλάβουν παιδί με εξωσωματική γονιμοποίηση. Ένας από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς είναι η Ελλάδα. Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα η ευθανασία παραμένει παράνομη, παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες νομιμοποίησης της, με τους ασθενείς να αναζητούν τη λύση της ευθανασίας στο εξωτερικό, κυρίως στην Ελβετία.
Οι παραπάνω νομικές παραδοξότητες με έκαναν να αναρωτηθώ πόσο δεδομένες είναι στον σύγχρονο δυτικό κόσμο κάποιες στοιχειώδεις ελευθερίες, καθώς και η αξιοπρεπής και ισότιμη μεταχείριση των ανθρώπων σε ζητήματα που αφορούν την ζωή και τον θάνατο.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Η ένωση έχει γίνει με όρους οικονομικούς και μόνο. Δεν έχω καμία αντιδραστική αντιμετώπιση τύπου “πρέπει να φύγουμε από την Ευρώπη”. Αλλά είναι [η ταινία] μια κριτική ματιά ως προς το τι θα μπορούσε να είναι και να γίνει.
Μια στο τόσο θυμούνται και εκτελούν το καθήκον τους. Το ότι ψηφίστηκε τώρα στην Ελλάδα το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια, είναι γιατί προφανώς υπήρξε πίεση από την ΕΕ. Καλό! Αλλά είναι μια φορά στο τόσο. Γιατί σε πόσα άλλα ζητήματα καταπάτησης δικαιωμάτων η Ελλάδα παίρνει συνεχώς πρόστιμα από την ΕΕ; Κι αντίστοιχα άλλες χώρες, φυσικά. Αλλά, σφυρίζουμε όλοι αδιάφορα.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ Η ΤΑΙΝΙΑ ΕΓΙΝΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΒΙΩΜΑΤΑ
Πέρα από τα όσα πράγματα έμαθα, κατάλαβα πολλά και για μένα. Με το πώς συνδιαλέγομαι με άλλους ανθρώπους. Σε σχέση με το πώς πολλές φορές χάνομαι σε μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας και χάνω τη μεγάλη εικόνα. Σε σχέση με τη διαχείριση του τραύματος, του οικογενειακού θυμού. Με έκανε να έρθω αντιμέτωπη και με πράγματα που είχαν να κάνουν με δικά μου οικογενειακά ζητήματα.
Δεν έχω κάνω άμβλωση. Δεν έχω κάνει εξωσωματική. Κι ούτε είχα στο περιβάλλον μου άνθρωπο που ήθελε να υποβληθεί σε ευθανασία. Με καμία από τις τρεις ιστορίες δεν έχω προσωπικό βίωμα. Κι όμως, με ένα τρόπο είναι τελικά πολύ προσωπική η ταινία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
Κωστής Χαραμουντάνης (Κιούκα Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού)
ΓΙΑ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ
Η Κιούκα Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού, αποτελείται από ένα συνονθύλευμα πολλών ιδεών και αληθινών γεγονότων, που όμως έχουν υποστεί μια επεξεργασία για να μπορέσουν να σταθούν και να συνθέσουν μια πλοκή. Η ταινία είναι προϊόν μυθοπλασίας αλλά έχω εμπνευστεί αρκετά από την παιδική και εφηβική μου ηλικία, από την οικογένειά μου όπου πηγαίναμε μαζί στον Πόρο για τις καλοκαιρινές μας διακοπές.
Κατά την δημιουργία της ταινίας και κυρίως στο μοντάζ όπου άρχισα σταδιακά να την βλέπω πια σαν μια ολοκληρωμένη ιστορία, ανακάλυψα πως ασυναίσθητα είχα βάλει πολλά δικά μου προσωπικά στοιχεία σε αυτήν. Περισσότερα από όσα νόμιζα. Προς το τέλος ακόμα και κάποια κομμάτια που θεωρούσα κατά βάση μυθοπλαστικά, συνειδητοποίησα πως συνέβαιναν όντως στην ζωή μου και πως ασυνείδητα τα είχα παρατηρήσει και εκφράσει μέσα από το σενάριο.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΕΔΩΣΕ ΣΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΕΝΟΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ
Τα χρώματα είναι αποτέλεσμα της υπέροχης δουλειάς του διευθυντή φωτογραφίας Κωνσταντίνου Κουκουλιού και του colorist της ταινίας Μάνθου Σαρδή. Η ταινία από την αρχή της σύλληψής της πίσω στο 2017 ήταν να γυριστεί με μια παλιά Hi8 κάμερα του 1994. Εξού και η χρήση αυτής στην Κιόκου Πριν Έρθει το Καλοκαίρι. Απεχθανόμουν την τεχνική και απρόσωπη crystal-clear υφή που έχουν οι σύγχρονες κάμερες στον κινηματογράφο και ήθελα οπωσδήποτε να μην υπάρχει αυτό στην Κιούκα Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού.
Ο Κωνσταντίνος Κουκουλιός ήρθε με μια πολύ έξυπνη και δημιουργική πρόταση που ένωσε την ευκινησία και πρακτικότητα που είχαμε ανάγκη, με την απλότητα και την χειροπιαστή υφή που έψαχνα καλλιτεχνικά. Η ταινία γυρίστηκε με μια Alexa Mini σε φορμά Super 16 και vintage φακούς, που λόγω της παλαιότητάς τους είχαν λιγότερη ευκρίνεια και contrast από αντίστοιχους σύγχρονους, δίνοντας στην ταινία την ιδιαίτερη υφή της.
Τα χρώματα ήταν ήδη φανταστικά από το γύρισμα αλλά στο color απογειώθηκαν. Ο Μάνθος μαζί με τον Κωνσταντίνο εργάστηκαν πάνω στην εικόνα της ταινίας με λεπτομέρεια, έχοντας από εμένα references όπως το Along the Coast της Ανιές Βαρντά. Ήθελα τα χρώματα να είναι έντονα, ζωηρά, να βγάζουν καλοκαίρι. Να υπάρχει ζέστη και πολύ φως που θα αντικρούεται με την δραματική πλοκή της ταινίας.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΔΟΥΛΕΥΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥΣ
Έδωσα μεγάλη σημασία στο καστ. Πλησίασα διαφορετικά τον κάθε ηθοποιό. Προσπάθησα να καταλάβω τις ανάγκες του καθένα ξεχωριστά και έπειτα να κατευθυνθούμε μαζί σαν ομάδα. Κατά την διάρκεια των γυρισμάτων ενδιαφερόμουν για το πως νιώθουν οι ηθοποιοί. Ρωτούσα πως εκλάμβαναν τις σκηνές, πως ένιωθαν τους ρόλους τους μέσα σε αυτές. Συζητούσαμε και όταν κάτι δεν πήγαινε σωστά προσπαθούσαμε μαζί να βρούμε μια κατεύθυνση που να λειτουργεί.
Στο γύρισμα δεν έδινα ούτε συνηθίζω να δίνω πολλές σκηνοθετικές κατευθύνσεις. Προτιμώ να έχουμε συζητήσει πολύ από πριν, να είναι όλα γραμμένα στο σενάριο και ο ρόλος μου πια να είναι συμβουλευτικός, με τις κατευθύνσεις να είναι λίγες και συγκεκριμένες. Βασίζομαι πάρα πολύ στις συζητήσεις κατά την διάρκεια της προετοιμασίας και θεωρώ σημαντικό να εμπιστεύομαι τους συνεργάτες μου και να τους δίνω χώρο και ελευθερία ενθαρρύνοντας τους να προτείνουν, να φέρουν κάτι δικό τους προσωπικό.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
Άγγελος Φραντζής (Ο Νόμος του Μέρφι)
ΓΙΑ ΤΑ ΜΟΝΟΠΛΑΝΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΑΠΟ ΚΑΠΡΑ, ΓΟΥΝΤΙ ΑΛΕΝ ΚΑΙ ΣΚΡΟΥΜΠΟΛ ΚΩΜΩΔΙΕΣ
Εμένα όλο μου το σώμα, όλες οι αναφορές, όλα τα πράγματα που γέμισαν κάπως την ταινία είχαν να κάνουν με πράγματα που έρχονται από σκρούμπολ κομεντί, από τις ταινίες του Χωκς, του Λιούμπιτς, του Κάπρα, κι από τα μιούζικαλ επίσης της δεκαετίας του ‘40, ‘50.
Αυτό το πράγμα με τα μονοπλάνα το έχει κάνει σε κάποιες ταινίες του Γούντι Άλεν, χωρίς όμως ποτέ να είναι πραγματικά ορατό. Το θεωρώ τρομερά ευφυές. Θυμάται κανείς ότι το Σφαίρες Πάνω από το Μπρόντγουεϊ είναι όλο μονοπλάνο; Με ενδιέφερε πολύ να βγει ο ρυθμός και το μοντάζ εσωτερικά μέσα στα πλάνα, χωρίς τα μονοπλάνα αυτά να είναι ορατά, δηλαδή χωρίς να είναι μονοπλάνα δεξιοτεχνικά. Όχι αυτό που κάνει ο Σκορσέζε ή ο Ντε Πάλμα. Δεν ήταν αυτή η πρόθεση, ήταν να είναι όσο γίνεται πιο αόρατα.
Κι επειδή έχει όλο αυτό το ρυθμό της σκρούμπολ κομεντί που μιλάνε συνέχεια, που είναι πολύ γρήγορο, που μετακινούνται, που μετακινείται η κάμερα και είναι σαν να αλλάζεις 10 γωνίες μέσα σε ένα πλάνο, αυτή ήταν η πρώτη μου μεγάλη δυσκολία. Αλλά δίνει και μια οργανικότητα στον τρόπο που παίζουν οι ηθοποιοί, γιατί είναι σαν να παίζουν ένα μικρό μονόπρακτο.
ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΜΙΑΣ ΚΑΘΑΡΟΑΙΜΗΣ ΚΩΜΩΔΙΑΣ… ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΠΕΝΘΟΣ
Πάντα ήθελα να κάνω μια καθαρόαιμη κωμωδία, αλλά που έχει τις δικές μου εμμονές. Κι εδώ ουσιαστικά είναι ένα δράμα κρυμμένο μέσα σε μια κωμωδία. Είναι μια ηρωίδα που φτάνει στον πυρήνα του τραύματος της. Πώς είναι η διαχείριση του πένθους; Η διαχείριση του θανάτου; Είναι πράγματα τα οποία είναι πολύ σοβαρά, αλλά με έναν πολύ ελαφρύ τρόπο, καθόλου σοβαροφανή. Όλα αυτογελοιοποιούνται με έναν τρόπο ευχάριστο.
Ουσιαστικά αυτό γεννήθηκε από μια πολύ δύσκολη περίοδο στη ζωή μου, που κάπως είχα αυτό το πρότζεκτ, το οποίο είχε να κάνει πολύ με το θάνατο και με τη μετενσάρκωση… με διάφορα τέτοια πράγματα. Μετά από αυτό το πολύ δύσκολο καλοκαίρι αποφάσισα να το πάω σε κάτι που να είναι καθαρή κωμωδία. Δηλαδή ένιωθα ότι είναι ο τρόπος μου να απελευθερωθώ από τη δική μου διαχείριση διαφόρων πραγμάτων.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΣ ΜΙΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΣΑΝ ΤΗΝ “ΕΥΤΥΧΙΑ”
Αυτό [το έργο] είναι πολύ πιο μεγάλο από την Ευτυχία! Άρα και πιο ακριβό και πιο φιλόδοξο και πιο δύσκολο. Πολύ πιο δύσκολο και φιλόδοξο. Δεν θα γινόταν να έχει γίνει πριν κάποια χρόνια. Δεν θα εμπιστευόταν κανείς να μου δώσει τα χρήματα για να κάνω αυτή τη δουλειά. Τώρα ήταν μια ευτυχής συγκυρία. Υπήρχε μια σχέση εμπιστοσύνης με Tanweer και γουστάρανε πάρα πολύ την ιδέα. Όταν είδαν και το project με αυτή του την μορφή το πίστεψαν.
Είναι ένα πολύ ιδιοσυγκρασιακό πράγμα. Έχει όλες τις σινεφίλ εμμονές μου. Έχει όλα αυτά τα πράγματα, είναι πολύ δικό μου. Είναι μια κωμωδία, αλλά είναι ταυτόχρονα και μπουλβάρ. Λατρεύω το μπουλβάρ, και το καθαρό σκρούμπολ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
Γιώργος Ζώης (Αρκάντια)
ΓΙΑ ΤΟ ΝΑ ΦΤΙΑΧΝΕΙΣ ΜΙΑ ΤΑΙΝΙΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΞΟΡΚΙ
Μου αρέσουν οι ταινίες, και θέλω αντίστοιχα να φτιάχνω και τις ταινίες, που να είναι μια εμπειρία. Nα μπαίνεις μέσα και να είναι μια ανοιχτή πρόσκληση σε έναν κόσμο που έχει τους δικούς του κανόνες. Να μπαίνεις εκεί και να αρχίζεις να εξερευνάς, να βλέπεις διάφορες περιοχές και από τη μία περιοχή να οδήγησαι στην άλλη. Όπως είναι ο εγκέφαλος, που κάθε συγκεκριμένο μέρος του εγκεφάλου χτυπάει σε διαφορετικά μέρη του σώματος. Έτσι, κάθε μέρος της ταινίας να σε χτυπάει σε διαφορετικά σημεία. Μου αρέσουν οι ταινίες που έχουν μια πιο νευρολογική κατάληξη.
Ήθελα με κάποιο τρόπο η ταινία να είναι σαν ένα ξόρκι. Οι ερμηνείες είναι υπόκωφες. Η μουσική είναι στοιχειώτικη και μέσα από μια λούπα κομματιών το μοιρολόι αποδομείται. Η φωτογραφία έχει κάτι το απαλό και το στοχαστικό στην χρωματική χροιά. Ήθελα όλα τα στοιχεία μαζί να είναι σαν ένα ξόρκι, κάτι που με το που φεύγεις από την ταινία να νιώθεις στοιχειωμένος – ότι σε ακολουθεί.
ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝΟΥΝ
Ένιωθα, θυμάμαι, να βλέπω πάντα κι εμένα και άλλους ανθρώπους που μπορεί να είχαν στοιχειωθεί από έναν άλλο άνθρωπο. Που μπορεί να ζει ή μπορεί να έχει πεθάνει, ή να έχουν χωρίσει, οτιδήποτε. Μπορεί να είναι αγάπη, μπορεί να είναι μίσος. Ή ένας χωρισμός ή μια απώλεια – με αποτέλεσμα κάποιοι άνθρωποι να «σέρνουν» μαζί τους ανθρώπους που τους έχουν στοιχειώσει.
Και κάποια στιγμή στο μυαλό μου, θυμάμαι ότι συνέδεσα την απώλεια μιας αγάπης με τη γέννησης ενός φαντάσματος. Οπότε εκείνη τη στιγμή έγινε ένα κλικ.
ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΓΙΝΟΝΤΑΙ ΞΑΝΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΩΝ ΛΙΓΩΝ
Είναι μια δουλειά που δεν την κάνουμε για τα λεφτά. Δεν έχουμε βγάλει λεφτά από αυτή τη δουλειά. Θα είχαμε βγάλει λεφτά αν κάναμε άλλες δουλειές, αλλά δεν θέλουμε να γίνουμε κοράκια.
Αυτό είναι το μεγάλο μου πρόβλημα στη σημερινή κοινωνία. Σε αυτό τον καπιταλισμό, τον ελληνικό ειδικά τώρα ξαφνικά, αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Το να βγεις έξω σε εστιατόριο έχει γίνει θέμα προνομίου πια. Το να έχεις ένα σπίτι, μια στέγη, είναι προνόμιο και είναι και επένδυση τρελή. Σε λίγο θα γίνει και το νερό τέτοιο επενδυτικό προϊόν. Φοβερό; Απλά πράγματα τα οποία ήταν κοινωνικές κατακτήσεις, το να μπορούμε να φάμε, να έχουμε μια στέγη, να έχουμε ρεύμα, ξαφνικά έχουν γίνει μέσο κερδοφορίας και πρέπει να είσαι σχεδόν προνομιούχος για να τα απολαμβάνεις.
Άρα σε αναγκάζουν να γίνεις πλούσιος για να μπορείς να ζεις. Αλλά εγώ δεν θέλω να γίνω πλούσιος. Δεν θέλω! Γιατί σημαίνει ότι πρέπει να συμμετέχεις σε ένα μηχανισμό εκμετάλλευσης. Και εγώ δεν θέλω. Αλλά σε αναγκάζουν: Ή το κάνεις, ή πέθανες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
- Συνέντευξη: Ο Γιώργος Ζώης για το Αρκάντια, τα φαντάσματα και την Ελλάδα του σήμερα
- Η κριτική του NEWS24/7
Δημήτρης Νάκος (Κρέας)
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΜΙΑ ΚΛΕΙΣΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕΓΙΣΤΟΠΟΙΕΙ ΚΑΙ ΣΥΓΚΑΛΥΠΤΕΙ
Θεωρώ ότι σε μια κλειστή κοινωνία, όπως αυτή που περιγράφουμε στην ταινία, όλα μεγιστοποιούνται. Στην επαρχία, οι κοινωνικές δυναμικές γίνονται πιο έντονες και πιο ξεκάθαρες. Μικρά ή μεγάλα εγκλήματα υπάρχουν παντού, και στις πόλεις, αλλά σε μια κλειστή κοινωνία αποκτούν άλλο βάρος, γιγαντώνονται και συγκαλύπτονται. Και μπορεί να μαθαίνονται πιο εύκολα.
Το ενδιαφέρον για μένα είναι το πώς οι άνθρωποι συχνά μαθαίνουν να ζουν με αυτά τα γεγονότα. Το πώς η κοινωνία αποφασίζει πως θα συνεχίσει να ζει με αυτό. Να ζουν γνωρίζοντας όλοι μια δολοφονία, για παράδειγμα.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ Η ΤΑΙΝΙΑ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Βασίζομαι πολύ στην αρχαία ελληνική τραγωδία, ειδικά στην τελική αποτύπωση της ιστορίας. Ο πραγματικός χαρακτήρας των ανθρώπων αναδύεται όταν βρεθούν υπό πίεση. Αυτές οι συνθήκες πίεσης είναι που αποκαλύπτουν ποιοι είναι πραγματικά και, μέσα από αυτές, αρχίζεις να πηγαίνεις προς τα πίσω για να καταλάβεις τι τους οδήγησε σε μια συγκεκριμένη στιγμή.
Αυτό ήταν κάτι στο οποίο δουλέψαμε πάρα πολύ και με τους ηθοποιούς – να γνωρίζουν σε βάθος το βιογραφικό των χαρακτήρων τους. Και δεν ήταν κάτι που το απαίτησα εγώ· το ήθελαν και οι ίδιοι. Όλοι τους είναι εξαιρετικοί ηθοποιοί, και αυτό στο οποίο επικεντρωθήκαμε ήταν το παρελθόν τους και οι μεταξύ τους σχέσεις. Αυτό το στοιχείο βγαίνει έντονα και στην ταινία. Είναι γραμμένο στο σενάριο, αλλά επειδή δώσαμε τόσο βάρος σε αυτό στις πρόβες, αναδύεται ακόμα πιο φυσικά στην τελική ερμηνεία.
ΓΙΑ ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ
Πιστεύω πολύ στην έννοια της επιλογής, όχι μόνο στην ταινία αλλά και στην πραγματική ζωή. Τα πράγματα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από εμάς – από το αν αναλαμβάνουμε την ευθύνη και πόσο προσπαθούμε να αλλάξουμε τις καταστάσεις γύρω μας. Φυσικά, πολλές καταστάσεις είναι έξω από τον έλεγχό μας.
Εξαρτάται από το πόσο έχεις εκπαιδευτεί για να πάρεις μια άλλου τύπου επιλογή. Όλο αυτό είναι και θέμα εκπαίδευσης, όπως φυσικά και σε ποιο πολιτιστικό και κοινωνικό περιβάλλον ανήκεις, τι σου επιτρέπει η εποχή σου, η οικογένειά σου, η κοινωνία γύρω σου.
Πόσο «προγραμματισμένος» είσαι προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση; Και πώς μπορείς να αποπρογραμματιστείς, να βγεις από αυτό το μονοπάτι και να επιλέξεις κάτι διαφορετικό; Αυτές είναι οι ερωτήσεις που με απασχολούν στην ταινία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
- Συνέντευξη με τον Δημήτρη Νάκο στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
- Preview: Οι συντελεστές της ταινίας πριν την πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Τορόντο
- Η κριτική του NEWS24/7
Γιάννης Βεσλεμές (Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο)
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΦΕΤΙΧ
Το θέμα της ταινίας για μένα είναι το τέλος της νοσταλγίας και οι χαρακτήρες της είναι αυτή η οικογένεια, η οποία σιγά σιγά αποδομείται. Οπότε ορμώμενος από το θέμα –που το λέω και ντρέπομαι κιόλας γιατί δεν μου αρέσουν οι ταινίες που σηκώνουν το δάχτυλο και εξηγούν [γελάει]– σιγά σιγά έπλασα τον κόσμο γύρω από αυτό.
Είναι δηλαδή ένας κόσμος που έχει φτιαχτεί και μέσα από αρχέτυπα ψυχαναλυτικά. Που έχουν να κάνουν με τον ρόλο του πατέρα, το ρόλο της μητέρας, την ενηλικίωση, τον τρόπο με τον οποίο διεισδύει μια γυναίκα σε ένα τελείως αγορίστικο σύμπαν – και τελικά, ο φετιχισμός όλων των πραγμάτων.
Το λέω και το ξαναλέω, υπάρχει ένας φετιχισμός σε όλα. Υπάρχει ένας φετιχισμός στην εικόνα της μητέρας. Ένας φετιχισμός στα αντικείμενα του παρελθόντος. Ένας φετιχισμός στο ίδιο το σώμα της γυναίκας, στην παρουσία του πατέρα, στο ίδιο το σπίτι που οι ήρωες μεγάλωσαν. Όλα είναι φετίχ.
ΓΙΑ ΤΟ ΠΩΣ ΟΙ ΕΠΙΡΡΟΕΣ ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΣΕ ΕΝΑ ΤΟΣΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΣΥΜΠΑΝ
Ποτέ δεν σκέφτομαι να κάνω μια ταινία η οποία ανήκει σε ένα είδος. Δηλαδή και στην Νορβηγία υπήρχαν πράγματα που ανήκουν στα μετα-αποκαλυπτικά φιλμ. Δεν είναι ακριβώς μια Αθήνα που ξέρουμε, είναι μια Αθήνα φιλτραρισμένη μέσα από το αμερικάνικο exploitation σινεμά του ‘80. Έτσι και στα Λουλούδια κάπως συνυπάρχει η επιστημονική φαντασία με τα ιταλικά φιλμ giallo του ‘70, και του φετιχισμού που συναντάμε σε αυτά. Ή ας πούμε αυτή η αίσθηση συνύπαρξης ζωής και θανάτου, όπως συμβαίνει στα ασιατικά φιλμ τρόμου του ‘60, ταινίες με φαντάσματα, κατάρες, κλπ.
Δεν είναι παιχνίδι, είναι τα υλικά του σινεμά όπως εγώ τα έχω βιώσει. Δηλαδή δεν σκέφτομαι ποτέ «αυτό μοιάζει με Μπάβα». Ή «πάω να κάνω τώρα μια σκηνή τύπου Αρτζέντο ή Κρόνενμπεργκ». Προφανώς υπάρχει για τον Κρόνενμπεργκ συγκεκριμένα μια αγάπη που φαίνεται στην ταινία. Αλλά κι αυτό έχει να κάνει και πολύ με τη φιλοσοφική του στάση, δηλαδή με το πόσο και πώς κι εκείνος εμπνέεται από τον Μπάλαρντ ή από τον Μπάροουζ και φτιάχνει χαρακτήρες οι οποίοι, ας πούμε, δεν είναι πάντα συμπαθείς, δεν είναι πάντα καλοί, κινούνται ενδιάμεσα στις γκρίζες ζώνες της ηθικής. Δεν είναι πάντα αρεστοί. Αλλά είναι πιο αληθινοί.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΡΗΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑΣ
Θρήνος για μένα είναι για παράδειγμα και το τέλος μιας ερωτικής σχέσης. Έχει θρήνο μέσα. Θρηνείς κάποιον που είναι ζωντανός, θρηνείς τα χαμένα χρόνια, θρηνείς για το παρελθόν. Γι’αυτό λέω ότι είναι μια ταινία για το τέλος της νοσταλγίας. Τώρα θα μου πεις… έχεις κάνει μια ταινία για το τέλος της νοσταλγίας, η οποία είναι φτιαγμένη από όλα τα υλικά του παρελθόντος. [γέλια]
Αυτό είναι όμως, και αυτό ήταν και η Νορβηγία κατά μία έννοια. Έχει ενδιαφέρον ότι οι άνθρωποι ταυτίστηκαν και χαιρόντουσαν που τους υπενθύμιζε τη δεκαετία του ‘80, αλλά δεν υπενθύμιζε και πολύ όμορφα πράγματα. Δηλαδή με έναν αφηρημένο τρόπο υπενθύμιζε το σκοτάδι της δεκαετίας.
Μου αρέσει να παίζω γύρω από αυτό και γύρω από ήρωες οι οποίοι συνειδητοποιούν πολύ σύντομα ότι είναι παγιδευμένοι σ έναν κόσμο που έχουν φτιάξει οι ίδιοι – αλλά ακόμα και όταν το καταλαβαίνουν, δεν φεύγουν από αυτόν. Δεν αλλάζουν. Είναι ήρωες που έλκονται από την καταστροφή.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
Η απονομή των βραβείων Ίρις γίνεται την Τετάρτη 11 Ιουνίου στην Στέγη.