ΟΤΑΝ Ο ΚΟΥΡΕΝΤΖΗΣ ΕΝΤΥΣΕ ΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ ΜΕ ΤΗ ΣΙΩΠΗ ΚΑΙ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΛΕΡ
Πήγαμε στην Επίδαυρο όπου ο Θεόδωρος Κουρεντζής, με την αριστοτεχνική του καθοδήγηση, μας παρέσυρε σε ένα μουσικό ταξίδι, γεμάτο σιωπή, ένταση και λύτρωση, που ηχεί ακόμα στις ψυχές μας.
Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου το βράδυ της 19ης Ιουλίου έφερε ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο. Το αργολικό κοίλον, όπου εδώ και αιώνες αντηχούν οι φωνές της Αντιγόνης, της Μήδειας και της Ηλέκτρας, υποδέχτηκε για μία μόνο νύχτα τον σπάνιο παλμό της Ορχήστρας Utopia και τη συγκλονιστική μουσική του Γκούσταφ Μάλερ, υπό τη διεύθυνση του μοναδικού αρχιμουσικού Θεόδωρου Κουρεντζή.
Η ζέστη έντονη, η ατμόσφαιρα όμως μαγική. Ο ορίζοντας είχε βαφτεί με τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος, οι ήχοι από τα τζιτζίκια πλημμύριζαν τον αέρα. Στην καρδιά αυτής της φυσικής μαγείας, οι μουσικοί της Utopia, ντυμένοι όλοι στα μαύρα, εμφανίστηκαν σαν σκιές που είχαν αναδυθεί από τα βάθη του χρόνου.
Ο Θεόδωρος Κουρεντζής, ντυμένος επίσης στα μαύρα, φορώντας στενό παντελόνι και αμάνικη μπλούζα, σαν σύγχρονος ροκ σταρ, εμφανίστηκε εν μέσω χειροκροτημάτων με τη μεσόφωνο Eve-Maud Hubeaux.
Γύρω στις 21.30, το σκοτάδι είχε πλέον καλύψει τα πάντα. Και μέσα σε αυτό ξεκίνησαν όλα. Η μουσική του Μάλερ κατέκλυσε το κοίλον του θεάτρου, απλώνοντας μία ηχητική σκοτεινή θάλασσα που μας συντάραξε. Η ορχήστρα μεταμορφώθηκε σε ένα καράβι ψυχών, οι μουσικοί έμοιαζαν να είχαν αναδυθεί από τα έγκατα της γης, για να αποτίσουν φόρο τιμής στις Νεκρές… Ψυχές του Μάλερ, μέσα σε ένα κλίμα απόλυτης σιωπής και κατάνυξης. Κάθε νότα, κάθε κίνηση ήταν μια αφιέρωση, μία αναγνώριση της απώλειας και του πόνου.
Η Eve-Maud Hubeaux ερμήνευσε αριστουργηματικά τον σπαρακτικό κύκλο τραγουδιών που ο Μάλερ πρωτοπαρουσίασε το 1905, πάνω σε πέντε ποιήματα από την ομώνυμη συλλογή του Γερμανού ποιητή Φρίντριχ Ρίκερτ. Τραγούδια στους στίχους των οποίων κυριαρχούσε η ανείπωτη θλίψη για τον χαμό και την απουσία παιδιών που πια δεν ήταν στη ζωή.
Το κοινό μεταμορφώθηκε σε μάρτυρα μίας μυστικιστικής τελετής που ξεπερνούσε μία απλή μουσική εμφάνιση. Κάθε μέτρο, κάθε νότα που έβγαινε από τους μουσικούς της Utopia Ορχήστρας γινόταν φορέας μιας συγκίνησης τόσο έντονης που άγγιζε τα όρια του μεταφυσικού.
Ο Θεόδωρος Κουρεντζής, ιδρυτής και Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Ορχήστρας Utopia, ιδρυτής και Μουσικός Διευθυντής της Ορχήστρας και Χορωδίας musicAeterna, δεν ήταν απλώς ο μαέστρος της βραδιάς, ήταν το ίδιο το πνεύμα της μουσικής. Δεν διηύθυνε συμβατικά την ορχήστρα, αλλά με τη δύναμη και την ένταση του σώματός του, της ψυχής του, της ενέργειάς του. Κάθε κίνηση του ήταν μια επέκταση της μουσικής, ένας διάλογος με τα όργανα και τους μουσικούς του, έμοιαζε να συνομιλεί με την ίδια τη σύνθεση, να την αναδύει από τα βάθη της, δίνοντάς της ζωή.. Η παρουσία του ήταν ένα με το ίδιο το έργο, συνυφασμένη με την ένταση και το πάθος της μουσικής του Γκούσταφ Μάλερ.
Η επαφή του με τους μουσικούς δεν ήταν απλώς καθοδήγηση, αλλά μια αρμονική συνύπαρξη. Η Utopia μίλησε με τον δικό της μοναδικό τρόπο για την ανθρώπινη ψυχή, τον πόνο και τη λύτρωση. Κάθε ήχος και κάθε νότα ήταν μια ανατολή και ένα ηλιοβασίλεμα ταυτόχρονα και άγγιζε τις πιο σκοτεινές και φωτεινές πλευρές μας. Εμπειρία σπάνια.
Η μουσική επιλογή του Θεόδωρου Κουρεντζή
Ο Θεόδωρος Κουρεντζής διηύθυνε τα “Τραγούδια για τα Νεκρά Παιδιά” και την Τέταρτη Συμφωνία του Μάλερ και φανέρωσε το μεγαλείο του. Προτίμησε να προσφέρει μια διαφορετική μουσική εμπειρία, αντί να ξεσηκώσει το κοινό με πιο γνωστά κλασικά έργα. Έτσι, αντί για κάτι πιο αναμενόμενο και πιο πανηγυρικό, επέλεξε ένα έργο βαθιά συναισθηματικό. Ένα έργο που άρχισε και τελείωσε μέσα στο σκοτάδι.
Η επιλογή αυτή δεν ήταν τυχαία. Ο διάσημος αρχιμουσικός ήθελε να περάσει το δικό του μήνυμα. Μίλησε για τον θάνατο, για την απώλεια, για τα νεκρά παιδιά, και μαζί με αυτό, είπε κάτι βαθύτερο για τον σύγχρονο κόσμο: για τις θλίψεις του, τις απώλειες του, τις σιωπηλές τραγωδίες που συμβαίνουν γύρω μας και τις οποίες συχνά προσπερνούμε.
Τα “Τραγούδια για τα Νεκρά Παιδιά” (Kindertotenlieder) είναι από τα πιο συγκινητικά και βαθιά συναισθηματικά έργα του Μάλερ. Πρόκειται για πέντε τραγούδια που γράφτηκε το 1901 και είναι βασισμένα σε ποιήματα του Γερμανού ποιητή Φρίντριχ Ρίκερτ. Ο Ρίκερτ είχε γράψει αυτά τα ποιήματα μετά τον θάνατο των δύο παιδιών του, και οι στίχοι του είναι γεμάτοι από την απόγνωση και την ανείπωτη θλίψη του γονιού που χάνει το παιδί του.
Για τον ίδιο τον Μάλερ, το έργο είχε ιδιαίτερη προσωπική σημασία. Όταν το έγραψε, ήταν σε μια περίοδο μεγάλης θλίψης, καθώς η δική του κόρη, αρρώστησε σοβαρά και η απώλειά της τον βύθισε σε αξεπέραστο πόνο.
Η δε Τέταρτη Συμφωνία του Μάλερ είναι ένα έργο που ανατέμνει τα πιο βαθιά συναισθήματα, συνιστά έναν κόσμο γεμάτο σκοτεινή ένταση και εκπέμπει αντιφατικά συναισθημάτα: σκοτάδι και φως, θλίψη και ανακούφιση, τραγωδία και καταλλαγή.
Το πρώτο μέρος της συμφωνίας ήταν γεμάτο αινιγματικές ηχητικές εναλλαγές. Με μια σειρά από σκοτεινές και σχεδόν αποπνικτικές μελωδίες, ο Μάλερ αποτυπώνει την αγωνία του ανθρώπου μπροστά στον θάνατο και τη θλίψη της απώλειας. Το δεύτερο μέρος είναι εξίσου σκοτεινό, ενώ το τρίτο είναι γεμάτο με μεγαλόπρεπη, ανυψωτική μουσική. Οι ήχοι αναδύουν την αίσθηση ενός ταξιδιού από το σκοτάδι στην ανακούφιση. Ο Μάλερ εκπλήσσει με το ασυνήθιστο φινάλε του, καθώς περιγράφει τον Παράδεισο μέσα από τα μάτια ενός παιδιού. Ένα απλοϊκό παιδικό τραγουδάκι με την εκπληκτική ερμηνεία της υψιφώνου Regula Mühlemann έγινε το όχημα που μας ταξίδεψε στην κοινωνία των αγγέλων. Και ήταν αυτό που έφερε μέσα του την κάθαρση.
Η απόλυτη σιωπή του κοινού και ένας μικρός γκιώνης
Η βραδιά της 19ης Ιουλίου είχε κάτι το απόκοσμο. Πρώτη φορά αισθάνθηκα το κοινό να βυθίζεται σε απόλυτη σιωπή. Από την πρώτη έως την τελευταία νότα, η συγκέντρωση των θεατών ήταν τέτοια, που μπορούσες να νιώσεις κάθε ένταση, κάθε συναισθηματική ανατροπή. Θα έλεγε κανείς πως ο Κουρεντζής πέτυχε το ακατόρθωτο: μίλησε στις ψυχές μας με τη σιωπή και το σκοτάδι. Μας βύθισε στον δικό του κόσμο.
Το τραγούδι ενός γκιώνη. Το μόνο που έσπασε για λίγο τη σιωπή ήταν αυτός ο ήχος της φύσης που σαγηνεύτηκε από τη μουσική των ανθρώπων. Αυτό το μικρόσωμο νυκτόβιο αρπακτικό κατάφερε να συντονιστεί με τους ήχους της ορχήστρας και η φωνή του έγινε μέρος της μουσικής αυτής των νεκρών ψυχών.
Μία εμπειρία – βουτιά στην άβυσσο
Η εμπειρία της βραδιάς ήταν κάτι πολύ παραπάνω από μία συναυλία. Ήταν μια βουτιά στις αβύσσους της ψυχής μας, μια αναζήτηση της εσωτερικής λύτρωσης μέσα από τις νότες του Μάλερ.
Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, με την επιβλητική του παρουσία, υπήρξε ο ιδανικός τόπος για να ζήσουμε μια μοναδική βραδιά. Το έργο του Μάλερ, μέσα από την αριστοτεχνική καθοδήγηση του Κουρεντζή, έγινε το όχημα για ένα ταξίδι στην άβυσσο της ψυχής μας και φώτισε τον δρόμο για μία βαθιά πνευματική αναζήτηση.
Η δύναμη της σιωπής και του σκοταδιού μάς επανατοποθέτησε απέναντι στις σιωπηλές τραγωδίες του σύγχρονου κόσμου, ενώ το μαγικό χέρι του Θεόδωρου Κουρεντζή διηύθυνε τα ίδια τα συναισθήματά μας, αγγίζοντας τα πιο άγνωστα και ευαίσθητα μέρη του εαυτού μας.