“ΟΤΑΝ ΔΟΥΛΕΨΑ ΜΕ ΤΗΝ ΝΤΑΪΑΝ ΚΙΤΟΝ… ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΓΙΝΑΜΕ ΦΙΛΟΙ”
Όσα δεν θα μπορούσες να μάθεις ποτέ και με κανέναν τρόπο για τη μεγάλη σταρ παρά μόνο από έναν παρόντα αυτόπτη μάρτυρα. Ο Φαίδων Παπαμιχαήλ, ο κινηματογραφιστής μερικών εκ των μεγαλύτερων επιτυχιών του Χόλυγουντ, προταθείς για Οσκαρ ως Διευθυντής Φωτογραφίας για το Nebraska (2013) και για The Trial of Chicago (2020), δούλεψε με την υπέροχη Νταϊάν και μας αφηγείται αυτή την αξέχαστη εμπειρία που οδήγησε σε μία for life φιλία.
Μετά από τρεις συνεντεύξεις και κάποιες οικογενειακές συναντήσεις, τολμώ να πω πια πως έχω τη μεγάλη τύχη να είμαι -αν όχι φίλη- τουλάχιστον κοντά στον φανταστικό αυτόν τύπο. Είναι πανέξυπνος, δημιουργικός, αεικίνητος, ευγενικός, γλυκός, προσηνής και τόσο μα τόσο άμεσος και αληθινός. Καθόλου ψώνιο για το πόσο αναγνωρισμένος είναι – όχι όμως ότι δεν το ξέρει. Το ξέρει και υποστηρίζει τη δουλειά του και τις απόψεις του σθεναρά.
Μ’ αρέσει πάρα πολύ σαν προσωπικότητα και μου αρέσει πολύ η ζωντάνια με την οποία αφηγείται. Και έτσι, βλέποντας ένα στόρι που ανέβασε στο Ινσταγκραμ όταν έφυγε από τη ζωή η Νταϊάν Κίτον κατάλαβα ότι την γνώριζε καλά. Και φυσικά δεν θα έχανα την ευκαιρία να τον ρωτήσω και να ακούσω!
Τον πέτυχα στο μαγευτικό σπίτι του στη Γεωργία – σπίτι για βραβείο περιοδικών δηλαδή, ούτε που το φαντάζεστε, σαν Palazzo Ιταλών ευγενών και βάλε- που έχει επιμεληθεί η ίδια η γυναίκα του, η απίθανη Εκα. Σε δυο ημέρες θα πήγαινε να πάρει το βραβείο Ιcon στο Evolution Mallorca 14th International Film Festival και μετά για γυρίσματα στην άλλη άκρη της γης για ένα ντοκιμαντέρ που επιμελείται με θέμα τον καφέ με τον περίφημο σκηνοθέτη γαστρονομικών ταινιών David Gelb (Chef’s Table κλπ.) και για μεγάλα διαφημιστικά σε όλο τον κόσμο.
Τον πέτυχα και μου τα είπε όλα. Τόσο εντυπωσιακά και τόσο αποκαλυπτικά για τον χαρακτήρα της Κίτον που δεν χόρταινα να ακούω.
«Δούλεψα μαζί με την Νταϊάν Κίτον το 1994, στην ταινία που σκηνοθετούσε η ίδια με τίτλο “Unstrung Heroes”. Στην Νταϊάν με είχε συστήσει ο φίλος μου Janusz Kamiński, κορυφαίος διευθυντής φωτογραφίας, ο οποίος είχε συνεργαστεί μαζί της στο “Wildflower”, μια ταινία για την τηλεόραση.
Ήταν η πρώτη ταινία της ως σκηνοθέτιδας και ήταν μια πάρα πολύ καλή δουλειά. Μετά από αυτήν σκηνοθέτησε άλλη μία ταινία και ένα ντοκιμαντέρ.
To “Unstrung Heroes” συχνά το έπαιζα και στα masterclasses μου, γιατί το αισθητικό του επίπεδο ήταν πάρα πολύ υψηλό. Ηταν και η αισθητική της Νταϊάν Κίτον πολύ ιδιαίτερη και μάλιστα υπάρχουν και διάφορες αστείες ιστορίες σχετικές με το πόσο απόλυτη υπήρξε στις αισθητικές επιλογές της. Για να φανταστείς, κάποτε είχε αγοράσει ένα Land Rover, το οποίο στην Αμερική έβγαινε μόνο σε μπεζ χρώμα και εκείνη το πήγε για να της το βάψουν κατάμαυρο, αν και ήταν ολοκαίνουργιο. Είχα και έναν φίλο μαραγκό από το Βερολίνο και θυμάμαι ότι έφτιαχνε χειροποίητα έπιπλα για το σπίτι της Νταϊάν, με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο που ήθελε εκείνη, με επένδυση από πράσινο δέρμα και διάφορα άλλα. Εξάλλου και το ντύσιμό της ήταν πολύ ιδιαίτερο και υψηλής αισθητικής.
Οταν προετοιμάζαμε, λοιπόν, το “Unstrung Heroes”, κάθε μέρα πήγαινα σπίτι της, όπου είχε πολλά photo books και κοιτάζαμε εκατοντάδες φωτογραφίες. Δεν είχαν καμία σχέση με την ταινία αλλά ήταν σαν μια μελέτη τέχνης. Μου εφιστούσε μάλιστα την προσοχή σε διάφορες λεπτομέρειες, όπως το πώς πέφτει η σκιά ενός δέντρου στις πέτρες ή σε άλλη φωτογραφία θα μου έδειχνε κάποια σύννεφα που της άρεσαν. Ήθελε με αυτόν τον τρόπο να μου δώσει να καταλάβω ποια ήταν η δική της ματιά για τα πράγματα και τι θα της άρεσε σαν εικόνα στην ταινία που θα κάναμε.
Είχαμε βρει ένα σπίτι, όπου εκεί θα εκτυλισσόταν το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας. Κάθε πρωί, για πολύ καιρό, η Νταϊάν πήγαινε εκεί με έναν φοιτητή κινηματογράφου που είχε βρει από το πανεπιστήμιο. Εκείνη υποδυόταν όλους τους ρόλους σαν τον Τσάρλι Τσάπλιν και αυτός με μια βιντεοκάμερα την τραβούσε και έκανε κάτι σαν μια προ-παραγωγή. Ουσιαστικά, ήταν σαν να “βλέπει” την ταινία της πριν τη γυρίσει. Επαιρνε το κάθε κομμάτι που είχαν δημιουργήσει με τον νεαρό, του έκανε editing, έβαζε και τη μουσική και μου το έδειχνε, πριν καν αρχίσουμε τα γυρίσματα.
Ήταν σίγουρα και πολύ επηρεασμένη από τον Γούντι Αλεν, γιατί και αυτός στις ταινίες του ήθελε να ελέγχει το πώς θα είναι ακριβώς κάθε σκηνή. Αλλωστε ήταν ο άνθρωπός της. Πολλές φορές μάλιστα τον έπαιρνε τηλέφωνο και του ζητούσε να τη συμβουλέψει.
Εγώ δεν ήμουν συνηθισμένος σε κάτι τέτοιο, γιατί μέχρι τότε δεν είχα δουλέψει με σκηνοθέτες που ήθελαν να διατηρούν οι ίδιοι σε τέτοιο βαθμό τον έλεγχο -ήμουν άλλωστε 27 ετών-, όμως τελικά ήταν κάτι που μου άρεσε. Γιατί όταν βλέπεις ότι ο σκηνοθέτης βάζει τόσο ψηλά τον πήχη για τον ίδιο του τον εαυτό, αυτό κάνει και όλους τους υπόλοιπους να θέλουν να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους. Ήταν μια μεγάλη πρόκληση. Βεβαίως έκανε και πράγματα, που ήταν πάρα πολύ δύσκολο να τα επαναλάβουμε σωστά και εμείς μετά. Ας πούμε, έβαζε την κάμερα σε ένα stick και τραβούσε μπαίνοντας μέσα από το παράθυρο. Αυτό τότε ήθελε μία μεγάλη διαδικασία για την κανονική ταινία αλλά το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό.
Στα γυρίσματα της ταινίας καθόμουν δίπλα της και βίωνα από πρώτο χέρι τον παρορμητισμό της και τόσο έντονα ήταν τα συναισθήματά της, τα οποία και έδειχνε πάντα. Όταν κάτι δεν της άρεσε, χτυπούσε το monitor ή κλώτσαγε στον αέρα, αλλά όταν της άρεσε, έπιανε το πόδι μου και αισθανόμουν να το σφίγγει τόσο πολύ με τα νύχια της από τη χαρά της που πονούσα! Ηξερα όμως ότι το έκανε απλώς γιατί ήταν πολύ ενθουσιασμένη.
Μέναμε κοντά στο Χόλιγουντ και ερχόταν να με πάρει από το σπίτι για να πηγαίνουμε μαζί στα γυρίσματα, κάτι που δεν συνήθιζαν ασφαλώς να κάνουν οι σκηνοθέτες, ειδικά τις πρωινές ώρες όταν και δεν θέλουν πολλά πολλά. Εκείνη, ωστόσο, είχε τους λόγους της αφού κουβαλούσε μαζί της 10 με 20 σελίδες με σημειώσεις για πράγματα που έπρεπε να κάνουμε εκείνη τη μέρα. Όλη τη νύχτα καθόταν και έγραφε ολόκληρες παραγράφους με ατελείωτες λεπτομέρειες τις οποίες με έβαζε να διαβάζω στη διαδρομή.
Ηταν τρομερά προγραμματισμένη και σίγουρη για αυτό που ήθελε. Ήταν πολύ συγκεκριμένη ακόμα και με τη χρωματική παλέτα. Ας πούμε δεν ήθελε καθόλου το μπλε χρώμα, πουθενά! Σε μια σκηνή στη σοφίτα του σπιτιού, επειδή ο Τζον Τορτούρο, ο πρωταγωνιστής, ήταν εφευρέτης, είχε κρεμάσει εκεί ολόκληρο το ηλιακό σύστημα και πολλά άλλα πράγματα. Κάποια στιγμή, στο τέλος του γυρίσματος εκείνη τη μέρα, η Νταϊάν μού είπε ότι η ατμόσφαιρα ήταν καλή αλλά κάτι την ενοχλούσε στο δωμάτιο, δεν της ταίριαζε το μπλε του πλανήτη Γη. Της είπα ότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι για αυτό, έτσι είναι η Γη, αλλά από εκεί και πέρα θα το είχαμε υπόψη μας -καθόλου μπλε!
Εμένα με συμπαθούσε πολύ, επειδή ήμουν και Ευρωπαίος -δεν ήθελε Αμερικανό κινηματογραφιστή. Μου έκανε και δώρα, συνήθως ρούχα που της άρεσαν – μάλλον για να με βλέπει ντυμένο όπως θα ήθελε. Είχα μία παλιά μοτοσικλέτα BMW του 1975 και κάποιες φορές πήγαινα με αυτήν στο γύρισμα. Μια μέρα μού έκανε δώρο ένα υπέροχο vintage δερμάτινο μπουφάν -ούτε ξέρω πού το βρήκε.
Ηταν μια φανταστική γυναίκα από κάθε άποψη.
Η Νταϊάν σκηνοθέτησε μετά και κάποιες άλλες ταινίες αλλά ήταν πιο εμπορικές. Για αυτό έλεγα ότι ήμουν πολύ τυχερός που συμμετείχα στο “Unstrung Heroes”, που ήταν αρκετά διαφορετικό, είχε πιο σκοτεινή ατμόσφαιρα. Τα studios όμως ήθελαν πιο ελαφρές ταινίες και δεν νομίζω ότι η Νταϊάν ήταν ένας άνθρωπος που θα δεχόταν να της πουν τι να κάνει. Ήταν μία πραγματικά πολύ καλή σκηνοθέτιδα -θα μπορούσε να έχει κάνει πολλά σπουδαία πράγματα ακόμη, όπως ο Γούντι Αλεν. Για μένα, ήταν ανάμεσα στους καλύτερους και πιο επιδραστικούς σκηνοθέτες, με όραμα και αληθινό ένστικτο.
Μετά τη συνεργασία μας μου τηλεφωνούσε συχνά, δεν είχαμε χάσει την επαφή μας. Είχαμε και κοινούς φίλους, πολλές φορές βγαίναμε για φαγητό».