ΘΑ ΕΝΩΘΟΥΝ ΞΑΝΑ ΟΙ SMITHS;
Το χρονικό της διαμάχης Μόρισεϊ-Μαρ, τα νέα δεδομένα μετά την επανασύνδεση των Oasis και μερικά ερωτήματα για το που απευθύνονται πια οι mega συναυλίες.
Τα αδέρφια άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου. Ή τις πύλες της κολάσεως, αν θέλετε να κρατήσουμε ζωντανό το δράμα.
ΟΚ, δεν ήταν ασήμαντη η είδηση της επανένωσης των Oasis, άσχετα αν έμοιαζε με αυτοεκπληρούμενη προφητεία – ξέραμε ότι θα συμβεί παρακολουθώντας τι έκανε ο Νόελ χωρίς τον Λίαμ και τούμπαλιν. Αλλά, είναι τέτοιος ο τρόπος με τον οποίο ταξιδεύει η πληροφορία σήμερα που…το ζήσαμε. Τη συγκίνηση, τη νοσταλγία, το FOMO για το μαγικό χαρτάκι, την ταλαιπωρία στην ουρά μπροστά στις οθόνες, την σφαλιάρα όταν ήρθε η ώρα του λογαριασμού, την οργή για το μονοπώλιο και τον θεσμοθετημένο μαυραγοριτισμό της συναυλιακής μπίζνας, το κράξιμο, την ικανοποίηση ή/και την ανακούφιση. Εννοώ, ΤΟ ΖΗΣΑΜΕ. Γιατί ακόμα κι αν κάποιος δε συμμετείχε σε κανένα στάδιο αυτής της διαδικασίας και δε συνέβαλε στο πλατινένιο συνταξιοδοτικό της οικογένειας Γκάλαχερ, ήταν αδύνατο να αποφύγει τα άρθρα και τις συνεντεύξεις, τα ρεπορτάζ και τις αναλύσεις, τα βιωματικά και τα όργιλα ποστ.
Το δράμα πουλάει. Από την Παλαιά Διαθήκη ήδη, δίνει content (νάτη πάλι αυτή η φρικαλέα λέξη). Σήμερα δε, το δράμα είναι το καλύτερο εισιτήριο για προνομιακή θέση στην «οικονομία της προσοχής». Γι΄αυτό αποτρελαινόμαστε όλοι: fans, δημοσιογράφοι, μίντια.
Κι αφού ο Τζον Λένον δυστυχώς έφυγε πολύ νωρίς αφήνοντας μας μόνη προίκα για το beef του με τον ΜακΚάρτνεϊ ένα από τα πλέον βιτριολικά τραγούδια όλων των εποχών, οι Τζάγκερ-Ρίτσαρντς ομονόησαν κάποια στιγμή στο να κάνουν τους Rolling Stones brand ισάξιο της Κόκα Κόλα, o Ζακ Ντε Λα Ρότσα τραυματίστηκε νωρίς και ύστερα μάλλον μετάνιωσε το reunion των Rage Against the Machine, οι Guns N’ Roses έφτασαν ως τα μέρη μας διασχίζοντας έναν Ατλαντικό γεμάτο δολάρια και οι Jane’s Addiction «προφανώς ήθελαν να γίνουν viral» και πλακώθηκαν πριν λίγες μέρες λήγοντάς το επί σκηνής…οι Smiths είναι η μόνη μας ελπίδα. Αυτό το reunion, ιερό δισκοπότηρο της μουσικής βιομηχανίας εδώ και δεκαετίες, συζητιέται και πάλι. Όχι μόνο ως φαντασίωση. Με ενεργή συμμετοχή των Μόρισεϊ και Μαρ που ανταλλάσσουν μπιλιετάκια εδώ κι ένα μήνα, αλλά και πακτωλούς εκατομμυρίων έτοιμους να πέσουν στο τραπέζι.
Ας πάρουμε τα πράγματα από το τέλος προς την αρχή:
Στις 29 Αυγούστου, κι ενώ η φρενιτιδα της επανένωσης των Oasis ήταν σε πλήρη εξέλιξη, ανέβηκε στην ιστοσελίδα που απηχεί τις απόψεις του Morrissey μια δήλωση που έλεγε ότι «τον περασμένο Ιούνιο το AEG Entertainment Group έκανε μια ιδιαίτερα επικερδή προσφορά στους Μόρισεϊ και Μαρ νε περιοδεύσουν ως “The Smiths” το 2025». Σύμφωνα με την ανάρτηση, ο Moz είπε ναι, ενώ ο Τζόνι αγνόησε την προσφορά. Το δηλητήριο σερβιρίστηκε στο τέλος: «Ο Μόρισεϊ ξεκινά μια ως επί το πλείστον sold out περιοδεία στις ΗΠΑ το Νοέμβριο. Ο Μαρ συνεχίζει να περιοδεύει με τους New Order ως special guest». Άουτς, 1-0!
O Μαρ δεν απάντησε. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 11 Σεπτεμβρίου, στο ίδιο blog (στο οποίο ο Μόρισεϊ δεν υπογράφει τα ποστ, αλλά υπάρχει ειδική ενότητα “Messages From Morrissey” – ακόμα κι αν δεν υπάρχει ΙΕΚ Ντίβας, κάποιος πρέπει να του το ανοίξει) είχαμε νέο χτύπημα. Σύμφωνα με το οποίο, ο Μαρ ήταν εκείνος που μπλόκαρε ένα πρόγραμμα επανακυκλοφοριών από τη Warner Music: το πλάνο περιλάμβανε greatest hits άλμπουμ, την επανακυκλοφορία κάποιων singles (“Hand In Glove”, “This Charming Man”) αλλά και την επανέκδοση του ντεμπούτο ομώνυμου άλμπουμ τους που βγήκε πριν 40 χρόνια, το 1984. Να σημειωθεί ότι η συλλογή με τις μεγάλες επιτυχίες του γκρουπ θα έφερε τον ανατριχιαστικά κακό τίτλο Smiths Rule OK!, ενώ το artwork που υποτίθεται ότι απέρριψε ο Μαρ έδειχνε ανατριχιαστικότερα χειρότερο – στον Guardian έγραψαν ότι ήταν «σαν παιδικό παιχνίδι με θέμα το indie της δεκαετίας του ‘80». Άουτς κι 1-1!
16 Σεπτεμβρίου, ο Μόρισεϊ αντεπιτίθεται. Με πόστ που λέει ότι «ο Μαρ απέκτησε νομικά το 100% του σήματος και της πνευματικής ιδιοκτησίας των Smiths», χωρίς μάλιστα να του δώσει το δικαίωμα να καταθέσει κάποιου είδους ένσταση. Συνεπώς μπορεί να τουράρει με άλλους συνεργάτες χρησιμοποιώντας το όνομα του γκρουπ, στερώντας από τον Μόρισεϊ μια πηγη «σημαντικής οικονομικής διαβίωσης». Κι όλα αυτά παρότι «ο Μόρισεϊ μόνος του δημιούργησε τη μουσική οντότητα “The Smiths” τον Μάιο του 1982». Άουτς δομικό και 2-1!
Θα ερχόταν και η σειρά του Μαρ. Την επόμενη μέρα, στις 17 Σεπτεμβρίου, μέσω του εκπροσώπου του, ο κιθαρίστας παρουσίασε τη δική του εκδοχή ξεκαθαρίζοντας ότι «το 2018, κάποιος τρίτος ενδιαφερόμενος προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το σήμα των Smiths και τότε τα πρώην μέλη ανακάλυψαν ότι δεν το είχαν κατοχυρώσει». Ο Μαρ ισχυρίζεται ότι έβαλε τους δικηγόρους να μιλήσουν με εκείνους του Moz για να προστατεύσουν την υστεροφημία του γκρουπ, αλλά από την άλλη πλευρά «ούτε φωνή ούτε ακρόαση, να ‘ναι καλά κι η τηλεόραση» (από θαύμα, τώρα που το σκέφτομαι, έχουμε γλιτώσει διασκευή Moz σε Λένα Αλκαίου). Το έκανε λοιπόν μόνος του [ο Μαρ]. Κατοχύρωσε το σήμα και, «σε ένδειξη καλής θέλησης», έστειλε τον Ιανουάριο του 2024 τα σχετικά έγγραφα στον Μόρισεϊ προκειμένου να μοιράζονται εφεξής την περιουσία “The Smiths”. Σύμφωνα με τον 61χρονο Τζόνι, ο 65χρονος Στίβεν Πάτρικ συνέχισε το ghosting και δεν υπέγραψε τίποτα. Τελεία, αλλά όχι παράγραφος: η δήλωση Marr είχε κι απάντηση για το ενδεχόμενο “The Smiths reunion tour 2025”. «Όσον αφορά την πρόταση για περιοδεία, δεν αγνόησα την προσφορά. Απλά είπα όχι». Αουτς! Συμπληρώστε κατά βούληση το σκορ, αισθάνομαι ότι εδώ είχαμε κάτι σαν χατ τρικ από την πλευρά του Τζόνι. (Στοιχηματίζω δε ότι «το τρίτο μέρος» που πυροδότησε την ιστορία ήταν κάποια εταιρεία fast fashion).
Μέσα σε όλα αυτά, από τα οκτώ δισεκατομμύρια ανθρώπους που συνωστιζόμαστε σε αυτόν τον πλανήτη, πετάγεται στην κουβέντα ο Τζιν Σίμονς των Kiss. Με την άπλα ενός 75αρη που «το κάνει» 50 χρόνια και ο κατάλογος του γκρουπ του πωλήθηκε τον περασμένο Απρίλιο έναντι 300 εκατομμυρίων δολαρίων, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Forbes προέτρεψε τον Moz: «Ξεφορτώσου τον κιθαρίστα και βρες έναν άλλον. Κανείς δε νοιάζεται. Όλοι τα τραγούδια θέλουν να ακούσουν. Το λεω ξανά και ξανά. Αν περπατήσεις στον δρόμο και ρωτήσεις “ποιος είναι ο Τζόνι Μαρ;”, με όλο το σεβασμό, δε θα σου απαντήσει κανείς». Άουτς! Μετράει κανείς ακόμα σκορ; (Ναι, σωστά μαντέψατε, το λινκ της συνέντευξης Σίμονς εμφανίστηκε σε χρόνο dt στην ενότητα “Messages From Morrissey”/ στη δική του δήλωση πάντως ο Μαρ απέρριψε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο να περιοδεύσει ως “The Smiths” με άλλον τραγουδιστή, αποδεικνύοντας ότι διαθέτει τον κοινό νου να αποφύγει τέτοιο αυτογκόλ.)
Μα τι συμβαίνει, θα πείτε, «Σμιθ να τουφεκάει Σμιθ»; Τι κακόγουστη σαπουνόπερα είναι αυτή, θα αναρωτηθείτε, ειδικά αν είστε άνιωθοι και δεν έχετε λυγίσει ποτέ την στιγμή που ο Moz καβαλά την ηλεκτρική καταιγίδα του Τζονι και σπαράζει “I am human and I need to be loved/ just like everybody else does”; Τι «indie μονομαχία σε boomer μαρμαρένια αλώνια», ίσως βιαστείτε να καγχάσετε οι νεότεροι, χωρίς να ξέρετε ότι οι Smiths γράφουν μακράν τα καλύτερα νούμερα στις streaming πλατφόρμες απ’ όλες τις συνομήλικές τους μπάντες από τη δεκαετία του ‘80;
Μπορεί να μιλάει το fanboy μέσα μου, αλλά αισθάνομαι ότι αυτή η κόντρα δεν αφορά μόνο τα ασημικά του συγκροτήματος. Η σχέση Μόρισεϊ-Μαρ έχει περάσει από χίλια κύματα εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Το γκρουπ διαλύθηκε το 1987, μετά από μόλις πέντε χρόνια ζωής στα οποία πρόλαβαν να κυκλοφορήσουν τέσσερα συγκλονιστικά άλμπουμ. Φυσικά, υπήρχαν «καλλιτεχνικές διαφορές» δηλαδή ποιος κάνει κουμάντο. Δε βοήθησε επίσης ότι τους είχαν κλέψει στα οικονομικά σχεδόν όλοι όσοι περιτριγύριζαν το γκρουπ. Ο Μαρ δήλωνε τότε «δεν έφτιαξα μια μπάντα για να ηχογραφώ διασκευές στη Σίλα Μπλακ», καρφώνοντας την εμμονή του Μόρισεϊ με καλτ γυναικείες φωνές του παρελθόντος. Ο Moz, πάντως, στην αυτοβιογραφία του, πίνοντας τσάι με τον Μάικλ Στάιπ των REM του λέει «δεν ήθελα να πάω σόλο, πίστευα ότι θα βγάζαμε ακόμα τριάντα άλμπουμ» και συμπεραίνει ότι το έληξαν επειδή ο Μαρ αναζητούσε πρωταγωνιστικό ρόλο: «εγώ ήθελα να συνεχίσουμε, εκείνος επέμενε για το τέλος». ,
Στα 90s που η Μεγάλη Βρετανία -και κατά συνέπεια όλος ο πλανήτης- παραδόθηκε στους νέους ήρωες της britpop, Μόρισεϊ και Μαρ έγιναν σταδιακά ανεπίκαιροι. Οι Smiths όμως όχι. Ούτε η φιλολογία γύρω τους, με βιβλία (essential αυτό εδώ με τη διάσημη ευχή του Moz στον συγγραφέα, Τζόνι Ρόγκαν, «να τελειώσουν οι μέρες του σε μια καραμπόλα στον αυτοκινητόδρομο M3»), ντοκιμαντέρ, ατέλειωτες συζητήσεις στο νέο φρούτο των ιντερνετικών φόρουμ. Και θεωρίες επί θεωριών για τη διάλυση του γκρουπ που στο πιο κίτρινό τους προωθούσαν ως αιτία τον ανεκπλήρωτο έρωτα του ενός για τον άλλον. (Σήμερα, επιβιώνουν και διαιωνίζονται στο reddit.)
Όταν ο Μόρισεϊ έκανε το ντεμαράζ του στα 00s, οι συνθήκες ήταν πια ώριμες. Το 2006, συνεχή δημοσιεύματα έκαναν λόγο για πλειστηριασμό γύρω από το reunion. Από 5 εκατομμύρια δολάρια για ένα βράδυ στο Coachella μέχρι 40-50 για παγκόσμια περιοδεία. Δε συνέβη, ο Moz διεκδίκησε σε κατοπινές συνεντεύξεις τη μερίδα του λέοντος στην απόρριψη. Σποραδικά, όμως, είχαν αρχίσει να ξαναμιλάνε, το 2008 μάλιστα πήγαν και μέχρι την παμπ. Ίσως τους ένωσε για λίγο ότι, στο μεταξύ, ο ντράμερ της μπάντας, Μάικ Τζόις, είχε κερδίσει το δικαστήριο εις βάρος τους για το δικό του μερίδιο στα δικαιώματα – είναι εντυπωσιακό πάντως πόσο απουσιάζει από την κουβέντα σήμερα. (Το άλλο ιδρυτικό μέλος, ο μπασίστας Άντι Ρουρκ, έφυγε από τη ζωή το 2023.) Πάντως, είναι χαρακτηριστικό ότι το 2012, ο Τζόνι Μαρ μεταξύ σοβαρού και αστείου δήλωνε ότι θα ένωνε ξανά την μπαντα, αν παραιτούνταν η κυβέρνηση των Συντηρητικών με πρωθυπουργό τον Ντέιβιντ Κάμερον.
Δεν είναι δύσκολο να υποθέσει κανείς ότι η οποιαδήποτε επαναπροσέγγιση δεν έχει διευκολυνθεί κι από αυτό που έχει πάθει ο Μόρισεϊ εδώ και χρόνια. Με το σερί των άστοχων δηλώσεών του εναντίον των μεταναστών, του Ισλάμ, των Κινέζων, κι αποκορύφωμα τη δημόσια στήριξή του στις εκλογές του 2019 στο ακροδεξιό UKIP του κλόουν Νάιτζελ Φάρατζ. (Ταπεινή μου άποψη: ο Μόρισεϊ δεν έγινε φασίστας ούτε ακροδεξιός, είναι απλά ένας νάρκισσος που μεγαλώνει και κανείς δεν τον ενημέρωσε, ή ο ίδιος δε θέλει να το αποδεχθεί, ότι δεν είναι πια relevant) Ο Μαρ ουκ ολίγες φορές έχει πετάξει τα καρφάκια του – το 2019 είχε προτείνει μάλιστα τον ίδιο τον Νάιτζελ Φάρατζ για να παίξει κιθάρα στη θέση του σε πιθανό reunion. Ο Μόρισεϊ κάθε φορά απαντά με διαφορετικές αποχρώσεις του «μην ασχολείσαι μαζί μου».
Να διαλέξει κανείς πλευρά; Έχει νόημα; Μάλλον όχι. Άλλωστε, είναι σχετικά απλό. Ο Μόρισεϊ είναι εκείνος που έκανε τους Smiths μοναδικούς, ο Μαρ είναι εκείνος που τους καθιστά σπουδαίους.
Θα ενωθούν ξανά οι Smiths; Είναι η ερώτηση, κυριολεκτικά, των πολλών εκατομμυρίων. Ποτέ μη λες ποτέ, όταν οι φήμες κάνουν λόγο ακόμα και για πάνω από 100 εκατομμύρια στο τραπέζι (τόσα υπολογίζεται ότι θα μοιραστούν τα αδέρφια Γκάλαχερ). Αν έπρεπε κάπου να ποντάρω, θα έλεγα ότι δε θα τους δούμε ποτέ ξανά μαζί στην σκηνή. Αλλά, δε θα έβαζα το χέρι μου στη φωτιά ότι δε θα δούμε ποτέ ξανά το όνομα “The Smiths” στην αφίσα ενός φεστιβάλ.
Να ενωθούν ξανά οι Smiths; Αυτό, αν και φιλοσοφικό, είναι ερώτημα με ενδιαφέρον. Υπάρχει η αυτόματη απάντηση που δε θέλει πολλές σκέψεις και βαθυστόχαστη ανάλυση: ας ακούσουμε live αυτά τα τραγούδια, ας ξελαρυγγιαστούμε, ας το ζήσουμε – σκέψου θετικά, μουσική είναι, δεν είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Υπάρχει όμως και η βαθυστόχαστη ανάλυση, ακριβώς γιατί οι Smiths είναι εξ’ ορισμού μια υπόθεση μελό: θέλουμε να συμμετάσχουμε σε μια σικέ θεατρικη παραγωγή παγκοσμίων διαστάσεων στην οποία οι πρωταγωνιστές θα είναι εκεί μόνο για τα εξωφρενικά λεφτά ενώ σιχαίνονται ο ένας τον άλλον; Χωρίς τη νεότητα και το μομέντουμ που τους έκανε να σημαδέψουν γενιές, αναζητώντας μετά από σχεδόν 40 χρόνια στο σκοτάδι συνενόχους στο “There is a light that never goes out”.
Κι εδώ, στο φινάλε, ας ανοίξουμε και την εξής συζήτηση. Μήπως εξελίσσονται οι mega συναυλίες, όπως έδειξε και το σίριαλ με τους Oasis, σε ένα αυστηρά «ήμουν κι εγώ εκεί» κοινωνικό γεγονός; Μήπως γίνονται κοινωνικά τρόπαια, τώρα πια περισσότερο από ποτέ, τα πανάκριβα εισιτήριά τους; Μήπως όλο αυτό το πανηγύρι απομακρύνει τη μουσική από αυτούς που πραγματικά την ακούνε και μετατρέπει τα live σε ένα ακόμα προνόμιο, κατά βάση λευκών, μεσήλικων που κατοικούν από τα ανώτερα στρώματα της μεσαίας τάξης και πάνω; Πόσο σχέση έχει αυτό με τα συστατικά στοιχεία του μύθου που έχτισαν κάποτε οι μπάντες και τώρα ρευστοποιείται αναδρομικά;
Ξέρω, τα ερωτήματα είναι αφελή. Μέχρι να βάλεις οποιαδήποτε συναυλία των Smiths στο youTube και να δεις τον Μόρισεϊ να ανεμίζει τις γλαδιόλες μιλώντας όπως ίσως κανένας άλλος για τις ζωές αυτών που παραληρούν από κάτω στο κοινό…