Φωτιά στις τσέπες μας

Την αύξηση του βασικού επιτοκίου της κατά 0,25% αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, εν μέσω της κρίσης στην παγκόσμια οικονομία
- 03 Ιουλίου 2008 16:51
Την αύξηση του επιτοκίου προσφοράς για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης (βασικό επιτόκιο) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) κατά 0,25%, στο 4,25%, αποφάσισε το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, χθες στη Φρανκφούρτη.
Κατά 25 μονάδες βάσης αυξήθηκαν και τα επιτόκια διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, σε 5,25% και 3,25% αντίστοιχα.
Μετά τη χθεσινή απόφαση, το ενδιαφέρον εστιάζεται στη συνέντευξη του προέδρου της ΕΚΤ, Ζαν Κλοντ Τρισέ.
“Η απόφαση λήφθηκε για να αποφευχθούν εκτεταμένες δευτερογενείς επιπτώσεις και να εξουδετερώσουμε τους αυξανόμενους κινδύνους για τη σταθερότητα των τιμών σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο” επισήμανε ο πρόεδρος της ΕΚΤ Ζαν Κλόντ Τρισέ, εξηγώντας την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ για αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους, αμέσως μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ο Ζ.Κ.Τρισέ τόνισε πως “η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο αποτελεί τον πρωταρχικό μας στόχο”. Όπως σημείωσε, υπάρχει αποφασιστικότητα (εκ μέρους της ΕΚΤ) να διατηρηθούν οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό (σε μεσοπρόθεσμο και σε μακροπρόθεσμο επίπεδο) σε συμφωνία με τη σταθερότητα των τιμών, προκειμένου να διαφυλαχθεί η αγοραστική δύναμη σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο και να ενισχυθεί η βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση στην ευρωζώνη.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ επισήμανε πως η αύξηση του πληθωρισμού σε ανησυχητικά επίπεδα (από 3,7% το Μάιο ανήλθε στο 4% τον Ιούνιο) οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις σημαντικές αυξήσεις που εμφανίζουν οι τιμές των τροφίμων και της ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο τους τελευταίους μήνες.
Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβλέψεις της ΕΚΤ για την ευρωζώνη και “βάσει των τιμών που ισχύουν για τα εμπορεύματα, ο ετήσιος πληθωρισμός είναι πιθανό να συνεχίσει να κινείται το επόμενο διάστημα αρκετά πάνω από το 2% (σσ. το στόχο της ΕΚΤ) πριν υποχωρήσει μόνο σταδιακά το 2009”.
Σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, ο κ.Τρισέ επανέλαβε -για μια ακόμα φορά- ότι η Τράπεζα θεωρεί σημαντικό να υπάρξει εκ μέρους των κρατών μελών της ευρωζώνης επίτευξη των μεσοπρόθεσμων στόχων τους (για έναν υγιή προϋπολογισμό) σε συμφωνία με την απόφαση του Eurogroup το Μάιο του 2008.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η απόφαση της ΕΚΤ θα οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων των ελληνικών τραπεζών σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια καθώς και σε πιστωτικές κάρτες. Όπως, παραδέχθηκε εμμέσως πλην σαφώς και ο υπουργός Οικονομίας…τα χειρότερα έρχονται.
Ύφεση προ των πυλών
Το “κατώφλι” της Ευρώπης πέρασε πλέον η διεθνής κρίση, με τη Δανία να είναι επισήμως η πρώτη χώρα που αντιμετωπίζει οικονομική ύφεση. Το φάσμα της ύφεσης- για πρώτη φορά από το 1984- αντιμετωπίζει και το άλλοτε “οικονομικό θαύμα”, η Ιρλανδία, η οποία έως πέρυσι κατέγραφε ισχυρή ανάπτυξη, ενώ παράλληλα αυξήθηκε σημαντικά ο πληθωρισμός. Αντιμέτωπη με το ίδιο πρόβλημα βρίσκεται και η Ισπανία, εξαιτίας της μεγάλης πτώσης που σημειώθηκε στην αγορά ακινήτων της χώρας, που είχε υπερθερμανθεί τα προηγούμενα χρόνια.
Ανάλογες αναμένονται οι εξελίξεις και στο Βέλγιο. Είναι εν προκειμένω χαρακτηριστικό η μείωση του δείκτη επιχειρηματικών και καταναλωτικών προσδοκιών στην ευρωζώνη τον Ιούνιο στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2005 και η υποχώρηση των μεγάλων χρηματιστηρίων σε ποσοστό 20% και πλέον από την αρχή του τρέχοντος έτους.
Δεν υπάρχει πλέον αμφιβολία ότι η διεθνής αναταραχή αποδείχθηκε περισσότερο μακροπρόθεσμη και επώδυνη από ό,τι αρχικά ανέμεναν οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί και αναλυτές. Η προειδοποίηση του επιτρόπου για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Χ. Αλμούνια ότι το “φάντασμα” του στασιμοπληθωρισμού (επί μακρόν χαμηλή ανάπτυξη και διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα) κάνει την εμφάνισή του ακόμη και σε οικονομίες που είχαν αποδειχθεί ιδιαίτερα ισχυρές τα περασμένα χρόνια, επιβεβαιώνει απλώς τις “Κασσάνδρες”, ότι οι παρενέργειες από τα προβλήματα στην οικονομία των ΗΠΑ εμφανίζονται πάντα στην ευρωπαϊκή οικονομία με χρονική υστέρηση περίπου 7- 8 μηνών. Καθώς, στο ενδιάμεσο διάστημα η ανάπτυξη των ευρωπαϊκών οικονομιών συνεχίζει να τροφοδοτείται από την εσωτερική ζήτηση.
Πλέον, η πλειονότητα των αναλυτών αναμένει συνέπειες και σε “δεύτερο χρόνο”, κυρίως σε οικονομίες με μεγάλο πιστωτικό τομέα και κορεσμένη αγορά ακινήτων. Όταν μάλιστα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φτάνει στο σημείο να χαρακτηρίζει τις μελλοντικές προοπτικές ως “ασυνήθιστα αβέβαιες”, αρκετοί φοβούνται ότι τα χειρότερα δεν ήρθαν ακόμη. Προς τούτο, άλλωστε, συνηγορεί το γεγονός ότι οι επενδύσεις, οι οποίες είχαν αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη διετία 2006- 2007, αναμένεται να περιορισθούν σε ρυθμό αύξησης 2% το 2009- στο 1/3 σε σύγκριση με το 2006. Η ιδιωτική κατανάλωση, που συνέβαλε κατά 43% στην αύξηση του ΑΕΠ στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2007, περιορίζεται εφέτος στον ισχνό ρυθμό αύξησης 1,6%- μισή μονάδα χαμηλότερα σε σχέση με πέρυσι. Ενώ, η επιβράδυνση των επενδύσεων που ήδη καταγράφεται στις κατασκευές και ιδίως στις κατοικίες, επιβεβαιώνει όλους όσοι προέβλεπαν την αύξηση των χρηματοπιστωτικών περιορισμών των επιχειρήσεων και την εξασθένηση της συνολικής ζήτησης, κυρίως από την πλευρά των νοικοκυριών.
Οι επιπτώσεις αυτές επηρεάζουν, βεβαίως, και την ελληνική οικονομία. Ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφης εξέφρασε πρόσφατα τον προβληματισμό του για την πορεία του προϋπολογισμού, μιλώντας για πρώτη φορά όχι για “πιστή υλοποίηση”, αλλά ότι η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να επιτύχει τους στόχους του προϋπολογισμού.
Προβλήματα καταγράφονται και στην πραγματική οικονομία, όπου ο δείκτης οικονομικού κλίματος σημείωσε τον Μάιο υποχώρηση κατά 5,1 μονάδες και διαμορφώθηκε στις 92,3 μονάδες, σημείο που αποτελεί και τη χαμηλότερη επίδοση των τελευταίων 2,5 ετών.
Ο όγκος των πωλήσεων των εμπορικών καταστημάτων και πολυκαταστημάτων αυξήθηκε το α΄ 4μηνο του 2008 μόλις κατά 0,4% γεγονός που προοιωνίζεται σημαντική επιβράδυνση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία στήριζε σε σημαντικό ποσοστό τους ρυθμούς ανάπτυξης την περίοδο μετά την ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη. Μείωση 1,4% παρουσίασε και η αξία των εξαγωγών, επίσης κατά το α΄ 4μηνο εφέτος, ως αποτέλεσμα, πάντως, όχι μόνο της σημαντικής ανατίμησης του ευρώ αλλά και των απεργιακών κινητοποιήσεων στα λιμάνια του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης. Στον τομέα του τουρισμού, παράγοντες της αγοράς θεωρούν ότι θα είναι ιδιαίτερα θετικό εάν η τουριστική κίνηση προς τη χώρα διατηρηθεί εφέτος στα επίπεδα του 2007.
Η απαισιοδοξία των Ελλήνων καταναλωτών, λόγω της συνεχούς επιδείνωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης διεθνώς, αποτυπώνεται ανάγλυφα στην πορεία του εγχώριου δείκτη. Οι εκτιμήσεις για την εξέλιξη των τιμών σε προϊόντα και υπηρεσίες τους προσεχείς μήνες, σημείωσαν τον Μάιο εφέτος ιστορικά αρνητικό ρεκόρ, καθώς άνω του 60% των καταναλωτών- το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί την τελευταία 15ετία- δηλώνουν ότι αναμένουν άνοδο των τιμών με τον ίδιο ή και ταχύτερο ρυθμό.
Στο νέο δυσμενές πλαίσιο που διαμορφώνεται και για την ελληνική οικονομία, δεν είναι άνευ σημασίας η επισήμανση από τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφη, ότι “έχει πολύ μεγάλη σημασία, σε μια περίοδο μεγάλων αβεβαιοτήτων, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα, να διατηρήσουμε την κατεύθυνσή μας. Να επιδείξουμε συνέχεια και συνέπεια. Δεν χρειάζονται σπασμωδικές και αποσπασματικές κινήσεις στην οικονομική πολιτική”.
Ουσιαστικά ο κ. Αλογοσκούφης κατέστησε σαφές ότι οι “λύσεις εκ του προχείρου”, όπως είπε, επιδεινώνουν τα προβλήματα αντί να τα επιλύουν. Σύμφωνα με τον υπουργό, μόνο με τη συνεπή εφαρμογή του προγράμματος των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής εξυγίανσης θα περιορισθούν κατά το δυνατόν οι επιπτώσεις από τη διεθνή κρίση και θα καταστεί “εκμεταλλεύσιμη” η μετέπειτα ανάκαμψη της διεθνούς οικονομίας.
Πρόκειται, στην ουσία, για “απάντηση” σε εκείνους, πολιτικούς και αναλυτές οργανισμών, οι οποίοι προβαίνουν το τελευταίο διάστημα κατά κόρον σε- και αντικρουόμενες- προτάσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης, είτε για χαλάρωση της οικονομικής πολιτικής και μείωση της φορολογίας, είτε για λήψη πρόσθετων μέτρων για την περικοπή των δαπανών και την αύξηση των εσόδων.
Άλλωστε, τόσο η Στρατηγική της Λισσαβόνας, όσο και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης παρέχουν σαφείς κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπιση όχι μόνο των ανοδικών αλλά και των καθοδικών κύκλων των οικονομιών. Και, όπως χαρακτηριστικά επισήμανε ο κ. Αλογοσκούφης, έχοντας ως βάση τις συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές, είναι εφικτό, συλλογικά στην Ευρώπη, να διαμορφωθεί μια επαρκής απάντηση στη διεθνή οικονομική κρίση, ώστε ο πληθωρισμός και ο κίνδυνος της ύφεσης να αντιμετωπισθούν και να μπορέσουν να λειτουργήσουν οι οικονομίες προς όφελος των πολιτών.
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ)