Λουκρέσια Μαρτέλ στο NEWS 24/7: “Δεν πρέπει να φοβόμαστε την κριτική από το μέλλον”

Διαβάζεται σε 9'
Λουκρέσια Μαρτέλ στο NEWS 24/7: “Δεν πρέπει να φοβόμαστε την κριτική από το μέλλον”
Η Λουκρέσια Μαρτέλ στα γυρίσματα του "Η Γη Μας". Rei Pictures - Louverture Films

Η σπουδαία αργεντίνα σκηνοθέτρια μιλάει στο NEWS 24/7 για σημαντικό ντοκιμαντέρ “Η Γη Μας” που προβάλλεται στο 14ο φεστιβάλ πρωτοποριακού κινηματογράφου.

Όταν ο Μάρτιν Σκορσέζε, στο τιτάνιο έργο του “Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού”, έβαζε τον εαυτό του μες στην ταινία, το έκανε γιατί είχε απόλυτη συναίσθηση των εγγενών περιορισμών που έχει το ίδιο του το εγχείρημα πίσω από την ταινία.

Είναι ένας λευκός, πλούσιος άντρας που λέει μια ιστορία που δεν είναι «δική του», όμως η εμφάνισή του υπογραμμίζει αυτή την εσωτερική ένταση. Ανάμεσα στο «δεν είμαι ο πιο σωστός να πει αυτή την ιστορία» και στο «καίγομαι μέσα μου να μιλήσω –στην τεράστια πλατφόρμα μου– για αυτά που η (λευκή) Ιστορία έχει κρύψει».

Το συγκεκριμένο φιλμ είναι σπουδαίο επειδή η ίδια του η ανάπτυξη αντικατοπτρίζει αυτή την αντίφαση. Είναι μια ιστορία που αλλιώς ξεκίνησε κι αλλιώς κατέληξε, επειδή στην πορεία ο Σκορσέζε συνειδητοποίησε τους απροσπέλαστους περιορισμούς του εγχειρήματος.

Η Λουκρέσια Μαρτέλ δεν έχει την πλατφόρμα ενός Σκορσέζε (πόσοι την έχουν, εξάλλου) όμως παραμένει μια από τις διασημότερες δημιουργούς του λατινοαμερικάνικου σινεμά. Η Αργεντίνα σκηνοθέτρια πίσω από το “Zama” (μια από τις κορυφαίες ταινίες του αιώνα, που συμπτωματικά είχαμε τοποθετήσει λίγες θέσεις δίπλα από τους σκορσεζικού “Δολοφόνους”) επέστρεψε φέτος με ένα ντοκιμαντέρ στην καρδιά του οποίου βρίσκεται πάλι με τέτοια σύγρουση.

Λέει μια ανατριχιαστική ιστορία, που παραμένει τρομερά επίκαιρη όσο και παγκόσμια, μιλώντας για τους τρόπους με τους οποίους η γη αποσπάται συστημικά, “πολιτισμένα” από τους αυτόχθονες κατοίκους της σε μια περιοχή της Αργεντινής.

Σημείο εκκίνησης το 2009, όταν τρεις ένοπλοι επιτέθηκαν στην κοινότητα αυτοχθόνων Τσουσαγκάστα στην Αργεντινή, σκοτώνοντας τον ηγέτη της, Χαβιέρ Τσοκομπάρ. Παρά τα αποδεικτικά βίντεο, η δικαιοσύνη αποδόθηκε εννιά χρόνια αργότερα. Ακολουθώντας αυτή την δικαστική υπόθεση, η Μαρτέλ εξερευνά το πώς (όπως αναφέρει το πρόγραμμα του 14ου φεστιβάλ πρωτοποριακού κινηματογράφου) «αιώνες εξολόθρευσης κρύβονται πίσω από μια πράξη βίας, και συνθέτει μια ποιητική εθνογραφία αποικιοκρατίας, αντίστασης και ήρεμης επιμονής εκείνων που στερούνται τη θέση τους στη γη».

Τον Σεπτέμβριο γράφαμε από τη Βενετία, όπου και προβλήθηκε –ακατανόητα εκτός Διαγωνιστικού– η ταινία σε παγκόσμια πρεμιέρα:
Σήμερα, η αποικιοκρατία παίρνει τη μορφή μιας δαιδαλώδους γραφειοκρατίας, με τοπικές κυβερνήσεις και τοπικά συμφέροντα να έρχονται μαζί για να κλέψουν κάτι που δεν είναι δικό τους. Η βία ωστόσο παραμένει πάντα ωμή και εμφανής. Ενώ καταθλίβει η υπενθύμιση πως μέχρι και σήμερα, μέχρι δηλαδή και τον «εξευγενισμένο» 21ο αιώνα, καμία γη δεν είναι εξασφαλισμένη όπως μεγαλώσαμε νομίζοντας – η αρπαγή γης παίρνει διαφορετικές μορφές, από τις περιοχές του Τσοκομπάρ μέχρι την ιαπωνική ύπαιθρο του “Διάβολος Δεν Υπάρχει”, και φυσικά μέχρι την Παλαιστίνη.

Η Λουκρέσια Μαρτέλ μας διέθεσε λίγο από τον χρόνο της, τη μέρα μετά την πρεμιέρα της ταινίας, και μίλησε πολύ ανοιχτά και ειλικρινά για το ρόλο της στη διάδοση μιας ιστορίας που δεν είναι «δική της», λέγοντας το πάρα πολύ τίμιο και θαρραλέο: «Ο κινηματογράφος είναι πάντα ρίσκο. Δεν πρέπει να φοβόμαστε την κριτική από το μέλλον».

Μαζί, μας μίλησε για το ενδιαφέρον της για αυτή την υπόθεση, και το πώς τοποθετείται μια ταινία σαν αυτή μέσα στην εποχή Μιλέι, ο οποίος έχει την εξουσία στην Αργεντινή. Τώρα, με αφορμή την προβολή της ταινίας “Η Γη Μας” στο 15ο φεστιβάλ πρωτοποριακού κινηματογράφου, παρουσιάζουμε τα όσα μας είπε η σπουδαία δημιουργός στη Βενετία.

Η Λουκρέσια Μαρτέλ Eugenio Fernandez Abril

Ας πιάσουμε λίγο το context. Η ταινία όταν ήταν ακόμα πρότζεκτ σε ανάπτυξη, είχε βραβευτεί στο Λοκάρνο το 2020, όταν ακόμα αναφερόταν ως “Chocobar”.

Όχι, ποτέ δεν λεγόταν “Chocobar”. Μεταξύ μας το χρησιμοποιούσαμε απλώς ως αναφορά, γιατί δεν υπήρχε ακόμη τίτλος. Δεν ήταν τίτλος της ταινίας.

Το πρόβλημα ήταν ότι στην Αργεντινή το όνομα Τσοκομπάρ συνδέεται με μια πολύ συγκεκριμένη υπόθεση: έναν αστυνομικό και μια ευρύτερη δημόσια συζήτηση για την κατάχρηση όπλων από την αστυνομία. Υπάρχει μέχρι και αναφορά σε «νόμο Τσοκομπάρ». Η οικογένεια μάς ζήτησε να μην χρησιμοποιήσουμε αυτό το όνομα. Αλλά ο Τύπος άρχισε να το χρησιμοποιεί σαν να ήταν ο τίτλος, και αυτό ήταν δικό μας λάθος, επειδή δεν το ξεκαθαρίσαμε από την αρχή.

Η ταινία ξεκινά από μια συγκεκριμένη δίκη, αλλά στη συνέχεια ανοίγει σε μια ευρύτερη εξερεύνηση της γης και της ιδιοκτησίας της. Ήταν αυτό από την αρχή στο μυαλό σας;

Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στον ποταμό Παρανά πήρα την απόφαση να γυρίσω το “Zama”. Όταν ερευνούσα για εκείνη την ταινία, έψαχνα στο διαδίκτυο υλικό για απομονωμένες κοινότητες, τελετουργίες, πράγματα που χρειαζόμουν για τη μυθοπλασία.
Κάποια στιγμή ξαναείδα ένα βίντεο που είχα δει μήνες πριν και το είχα ξεχάσει τελείως. Αναρωτήθηκα γιατί το είχα διαγράψει από τη μνήμη μου, ενώ ήταν τόσο σημαντικό. Αυτό με οδήγησε να ερευνήσω περισσότερο.

Επικοινώνησα με έναν ανεξάρτητο δημοσιογράφο στο Τουκουμάν, που παρακολουθούσε την υπόθεση, και μέσω αυτού γνώρισα την κοινότητα. Άλλο πράγμα να μιλάς θεωρητικά για τον ρατσισμό και άλλο να μιλάς με ανθρώπους που έχουν χάσει συγγενείς τους και φοβούνται ότι θα τους πάρουν τη γη όπου ζουν. Εκεί ξεκίνησαν όλα.

Η ταινία δείχνει μια βαθιά σχέση με τους ανθρώπους και τον χρόνο που χτίζεται βήμα βήμα. Ταυτόχρονα, έρχεστε αντιμέτωπη με την ιστορία της χώρας σας. Θα θέλατε να μιλήσετε γι’ αυτό;

Έχουμε κάνει πολλά λάθη στη Δύση – η Αριστερά, το φεμινιστικό κίνημα, όλοι μας. Ένα από τα λάθη που πληρώνουμε ακριβά είναι η πολιτισμική οικειοποίηση. Στη Λατινική Αμερική όλοι έχουν μια ιστορία πολύ δύσκολη να ειπωθεί: λευκοί, μαύροι, ιθαγενικές αυτόχθονες κοινότητες, άνθρωποι μικτής καταγωγής.

Ως σκηνοθέτρια μυθοπλασίας, ως άτομο με πρόσβαση στο διεθνές σινεμά και σε χρηματοδότηση, έχω ένα μικρό είδος εξουσίας. Αλλά δεν μπορούσα να τη χρησιμοποιήσω για να «μιλήσω αντί» μιας ιθαγενικής κοινότητας. Αυτό θα έμοιαζε με κλοπή.

Συζητήσαμε πολύ με την κοινότητα. Αυτή δεν είναι μια ταινία με τη «φωνή» των αυτοχρθόνων. Οι αυτόχθονες πρέπει να μιλούν με τη δική τους φωνή και με τα δικά τους εργαλεία. Γι’ αυτό οργανώσαμε εργαστήρια κινηματογράφου, ώστε οι ίδιοι να μάθουν να χρησιμοποιούν την κάμερα. Ίσως κάποια μέρα υπάρξει μια ταινία φτιαγμένη εξ ολοκλήρου από αυτούς.

Αυτή η ταινία είναι έργο μιας γυναίκας της λευκής αργεντίνικης μεσαίας τάξης, κόρης Ευρωπαίων μεταναστών, που προσπαθεί να καταλάβει την ιστορία της χώρας της. Δεν είναι ιθαγενές σινεμά. Και το λέω καθαρά.

Πολλές σκηνές της ταινίας προέκυψαν από αυτά τα εργαστήρια και γυρίστηκαν από τους νέους της κοινότητας. Ζούμε σε ένα πολύ δύσκολο ιστορικό σταυροδρόμι. Πρέπει να δεχτούμε τον κίνδυνο ότι ίσως, στο μέλλον, κάποιος θα πει πως αυτή η ταινία δεν αντανακλά την πραγματικότητα. Προτιμώ αυτόν τον κίνδυνο από το να μη γίνει καθόλου η ταινία.

Ο κινηματογράφος είναι πάντα ρίσκο: οικονομικό, αισθητικό, ιστορικό. Αν φοβηθούμε να αγγίξουμε δύσκολα θέματα επειδή αφορούν τη ζωή άλλων ανθρώπων, τότε δεν μπορούμε να κάνουμε σινεμά.

Κάναμε μια παγκόσμια πρώτη προβολή μέσα στην ίδια την κοινότητα. Δεν σημαίνει ότι όλοι συμφώνησαν ή ότι υπάρχει κάποιο «έγγραφο έγκρισης». Και στο μέλλον μπορεί να αλλάξουν γνώμη. Αυτό είναι μέρος της διαδικασίας.

Δεν πρέπει να φοβόμαστε την κριτική από το μέλλον. Άνδρες πρέπει να μπορούν να κάνουν ταινίες για γυναίκες, γυναίκες για άνδρες, λευκοί για μαύρους και το αντίστροφο. Αλλιώς δεν ξέρουμε προς τα πού πηγαίνουμε ως είδος.

Rei Pictures – Louverture Films

Όταν ξεκινήσατε το πρότζεκτ, δεν μπορούσατε να προβλέψετε την άνοδο του Χαβιέρ Μιλέι. Πώς αλλάζει το νόημα της ταινίας σήμερα;

Υπάρχει μια μεγάλη φαντασίωση, ειδικά στην Αργεντινή, ότι άνθρωποι όπως ο Μιλέι, ο Τραμπ ή ο Πούτιν εμφανίζονται από το πουθενά. Κανείς δεν εμφανίζεται από το μηδέν. Η ιστορία είναι μια συνεχής διαδικασία, δευτερόλεπτο το δευτερόλεπτο.

Αν δεν περνούσαμε τη ζωή μας αναγκασμένοι να τρέχουμε για να πληρώσουμε το ενοίκιο, ίσως να είχαμε χρόνο να δούμε αυτά τα φαινόμενα να έρχονται.

Στην Αργεντινή, από την ίδρυση του κράτους, καλλιεργήθηκαν δύο πόλοι σκέψης. Αλλά αυτή η διχοτόμηση δεν είναι αληθινή. Ακόμη και στη δικτατορία, μέσα στην ίδια οικογένεια υπήρχαν άνθρωποι και από τις δύο πλευρές. Ξέρω ανθρώπους που ψήφισαν Μιλέι και παρ’ όλα αυτά θα ρίσκαρα τη ζωή μου για να τους σώσω.

Θυμάμαι τα Χριστούγεννα στο σπίτι μου: ένας θείος που αγωνίστηκε για την απελευθέρωση και ο αδελφός του στρατιώτης που συμμετείχε σε επιχειρήσεις της δικτατορίας. Όλοι μαζί στο ίδιο τραπέζι.

Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις ταινίες χωρίς πόλωση. Σήμερα, αν πεις ότι υποστηρίζεις την Παλαιστίνη, θεωρείται ότι είσαι εναντίον των Εβραίων. Είναι αντιστοιχίες που δεν ανταποκρίνονται στην ανθρώπινη πολυπλοκότητα.

Ο χρόνος έχει επιταχυνθεί. Η πληροφορία κινείται με την ταχύτητα του ηλεκτρισμού, όχι με την ανθρώπινη ταχύτητα. Ο χώρος συρρικνώνεται. Ζούμε σε μικρούς φυσικούς χώρους, αλλά μέσα σε έναν τεράστιο εικονικό χώρο.

Αυτό ξεπερνά την Αριστερά, τη Δεξιά, τον φεμινισμό. Υπάρχει μια γενικευμένη απόγνωση: τεχνητή νοημοσύνη, πόλεμοι, γεωπολιτικές εντάσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κινηματογράφος έχει σήμερα μεγαλύτερη σημασία από ποτέ, γιατί σε μεγάλο μέρος του πλανήτη οι άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση στη γραφή, αλλά καταλαβαίνουν εικόνες και ήχο.

Τα λόγια, οι συνθήκες, ακόμη και τα κείμενα του ΟΗΕ, μοιάζουν να έχουν χάσει το νόημά τους. Η δύναμη βρίσκεται πλέον στις εικόνες και στους ήχους. Μπορεί να κάνω ιστορικό λάθος, αλλά πιστεύω ότι τώρα είναι η στιγμή να αναλάβουμε αυτό το ρίσκο.

Σχετικό Άρθρο
Σχετικό Άρθρο
Σχετικό Άρθρο
Σχετικό Άρθρο
Info:

Η ταινία “Η Γη Μας” (Landmarks / Nuestra Tierra) της Λουκρέσια Μαρτέλ προβάλλεται την Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου στην Ταινιοθήκη στο πλαίσιο του 14ου φεστιβάλ πρωτοποριακού κινηματογράφου. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο στο φεστιβάλ Βενετίας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα