Οι ταινίες της εβδομάδας: “Δε Θέλω να Γίνω Δυσάρεστος”, σίκουελ “Space Jam” και “Mulholland Drive” ξανά στις αίθουσες

Διαβάζεται σε 8'
Οι ταινίες της εβδομάδας: “Δε Θέλω να Γίνω Δυσάρεστος”, σίκουελ “Space Jam” και “Mulholland Drive” ξανά στις αίθουσες

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες. Σήμερα ξεχωρίζει μια ευφάνταστη (και επίκαιρη!) ελληνική ταινία και δύο μεγάλα αριστουργήματα του αμερικάνικου σινεμά σε επανέκδοση.

Οι κινηματογράφοι έχουν ανοίξει και το σινεμά αποτελεί πάλι μια αφορμή εξόδου. Παρουσιάζουμε όλες τις πρεμιέρες της Πέμπτης 15 Ιουλίου.

Οι κριτικές των ταινιών της εβδομάδας:

Δεν Θέλω Να Γίνω Δυσάρεστος, Αλλά Πρέπει Να Μιλήσουμε Για Κάτι Πολύ Σοβαρό

3 / 5

(Γιώργος Γεωργόπουλος, 1ω40λ)

Ο Άρης είναι πετυχημένο στέλεχος εταιρείας που μια μέρα μαθαίνει πως είναι φορέας ενός φονικού ιού που μεταδίδεται σεξουαλικά και είναι φονικός μόνο για τις γυναίκες. Καθώς η αναζήτηση του εμβολίου εντείνεται, ο Άρης πρέπει να ενημερώσει όλες τις πρώην του προσπαθώντας να μάθει ποια του μετέδωσε τον ιό.

Μέσα από την ισορροπία δραματικής βαρύτητας και μαύρου χιούμορ, και χάρη στον αποστασιοποιημένα quirky χαρακτήρα των αισθητικών της στοιχείων, η ταινία πετυχαίνει μια μίξη τραβηγμένου κόνσεπτ και υπαρξιακής αναζήτησης φτάνοντας σε ένα αξιομνημόνευτο αποτέλεσμα. Με επιρροές που εντοπίζονται από την λογοτεχνία του φανταστικού μέχρι κάτι σαν τα “Σπασμένα Λουλούδια” του Τζιμ Τζάρμους, ο σκηνοθέτης του “Tungsten” καταφέρνει και πάλι (μια δεκαετία μετά το ντεμπούτο του) να ακολουθήσει αποξενωμένους ήρωες σε μια διαδικασία πλήρωσης σε σχέση με τον κόσμο που τους περιβάλλει.

Ο Βαγγέλης Μουρίκης σε έναν ιδιοσυγκρασιακό β’ ρόλο μπορεί να οδηγήσει τον θεατή στο γέλιο ή στα όρια του, ενώ η δραματουργία μένει σε σημεία ατελής αφήνοντας έναν τολμηρό συμβολισμό συχνά εκτεθειμένο. Όμως ο Γεωργόπουλος υποστηρίζει την ιδέα του (και τον τόνο του φιλμ του) στο έπακρο, μοιάζοντας κι ο ίδιος να βρίσκεται στη διαδικασία μιας ταπεινής αναζήτησης- και μαζί η ταινία του, και μαζί της κι εμείς.

Το Φεστιβάλ του Ρίφκιν

1 / 5

(“Rifkin’s Festival”, Γούντι Άλεν, 1ω28λ)

Ένα ζευγάρι αμερικάνων βρίσκονται στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν, όπου χάνονται στη μαγεία της τοποθεσίας αλλά και της διοργάνωσης. Εκείνη θα βρεθεί σε παράνομο δεσμό με έναν ανερχόμενο χιπ Γάλλο σκηνοθέτη, εκείνος θα ερωτευτεί μια ντόπια γιατρό. Ο Γούντι Άλεν επιστρέφει με ένα σενάριο που ξεκάθαρα έχει γραφτεί δεκαετίες πριν και μάζευε σκόνη στο συρτάρι με τα απορριπτέα, και με τις πλάτες του Φεστιβάλ Σαν Σεμπαστιάν, για το οποίο η ταινία είναι βασικά native διαφήμιση.

Ο Άλεν τα τελευταία χρόνια έχει παραδώσει μια σειρά από ασήμαντες και ακίνδυνες ιστορίες που θα μπορούσε να έχει σκηνοθετήσει στον ύπνο του στα ‘70s, αλλά σε περιπτώσεις όπως τη σειρά “Crisis in Six Scenes” ή ακόμα και το “Μια Βροχερή Μέρα στη Νέα Υόρκη”, το καστ και η ανάλαφρη διάθεση επέτρεπαν στην ικανότητά του ως διασκεδαστή να επικρατήσει. Αυτή τη φορά όμως μοιάζει αφ’υψηλού ειρωνικός και πικραμένος, μοστράροντας τις ίδιες, μετρημένες στα δάχτυλα κινηματογραφικές του αναφορές εδώ και δεκαετίες, ως ευαγγέλιο και μέτρο σύγκρισης. Προφανής, εκτός τόπου και χρόνου, στο επίκεντρο μιας αραχνιασμένης ιστορίας από τα ενδότερα της κινηματογραφικής βιομηχανίας, ο Άλεν στηρίζεται ολοκληρωτικά στις πλάτες του -μαγικού, για μια ακόμα φορά- διευθυντή φωτογραφίας Βιτόριο Στοράρο (που εντοπίζει και εναρμονίζει διαθέσεις και αποχρώσεις) και του πρωταγωνιστή του, Γουάλας Σον, που σε μεγάλα κέφια βρίσκει την εγγενή τραγικότητα του ήρωά του με τρόπο που το σενάριο αγνοεί πλήρως. Η ταινία αυτή θα μπορούσε, πολύ απλά, να είναι μια συνέντευξη.

Spiral: Ο Μύθος του Saw

2/5

(“Spiral: From the Book of Saw”, Ντάρεν Λιν Μπούσμαν, 1ω33λ)

Η Αιώνια Κάθαρση

2.5 / 5

(“The Forever Purge”, Εβεράρντο Γκουτ, 1ω43λ)

Δύο franchise τρόμου με πολυάριθμες ταινίες στο ενεργητικό τους και πολυάριθμους φανς επιστρέφουν αυτή τη βδομάδα με εντελώς πολιτικές διαθέσεις. Αυτό δεν είναι νέα εξέλιξη για το “Purge”, τη σειρά ταινιών τρόμου όπου μια φορά το χρόνο, για 12 ώρες, κάθε έγκλημα επιτρέπεται. Ένα high concept θρίλερ σπιτικής εισβολής (στην πρώτη ταινία, με τον Ίθαν Χοκ) μετατράπηκε στη διαδρομή σε γεμάτο πολιτική φόρτισα σειρά, όπου τα ρατσιστικά εγκλήματα αποτελούν πρώτη και κύρια πηγή ξεσπάσματος. Στο νέο κεφάλαιο, το Purge συνεχίζεται ακόμα και μετά το 12ωρο, από ακραίες ομάδες που όμως ξεκάθαρα εκφράζουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η δράση χωλαίνει και ο νιχιλισμός που διαπερνά το φιλμ έχει εκφραστεί καλύτερα σε προηγούμενα έργα της σειράς, όμως ο συμβολισμός της επικείμενης απόδρασης στο Μεξικό διατηρεί μεγάλη ισχύ.

Από την άλλη, το “Saw” ήταν πάντα μια σειρά τρόμου πολιτική μόνο υπό την έννοια των όσων εξέφραζε με την ίδια της την ύπαρξη: Μια στροφή προς κενές ενέσεις τρόμου και αηδίας που εκπροσωπούσε απόλυτα την απολιτίκ meta αποστασιοποίηση των αρχών του 21ου αιώνα. Είναι σίγουρα ένα κάποιο ταξίδι το να βλέπεις μια “Saw” ταινία (αυτή τη φορά, “Spiral”) να φτάνει σε αινίγματα κατασκευασμένα με εκδικητική μανία απέναντι σε διαφθαρμένες και ρατσιστικές αστυνομικές πρακτικές, πλασάροντας αυτή τη νέα οπτική μέσα από μια σειρά αναφορών στο ήδη υπάρχον franchise. Το πρόβλημα είναι παρόλαυτά πως τίποτα εδώ δεν συνιστά πολιτικοκοινωνική κοσμοθεωρία (η ταινία, όπως κι ο ήρωάς της, βασικά κοιτάζει με σοκ και αποτροπιασμό τις ιδέες της, χωρίς να ξέρει πώς να αντιδράσει απέναντί τους), με τον Κρις Ροκ σε μια από τις χειρότερες ερμηνείες της πρόσφατης κινηματογραφικής μνήμης απλώς να γυροφέρνει στο μέσον μιας παντελώς προβλέψιμης αιματοβαμμένης πλοκής. Τουλάχιστον αρκετοί θανατηφόροι γρίφοι αξίζουν τον κόπο- και το θέαμα.

Κυκλοφορούν επίσης

Ένας Γιος: Ένα 11χρονο αγόρι τραυματίζεται σοβαρά και είναι σε αναζήτηση δωρητή για μεταμόσχευση, κάτι που θα σταθεί αφορμή για να αποκαλυφθεί ένα τρομερό οικογενειακό μυστικό. Βραβευμένο με Σεζάρ δράμα που κέρδισε βραβεία κοινού και επιτροπής στο πιο πρόσφατο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου.

Διαστημικά Καλάθια: Η Νέα Γενιά: Σίκουελ του μπλοκμπάστερ με τον Μάικλ Τζόρνταν και τον Μπαγκς Μπάνι που αγαπήθηκε μια ολόκληρη γενιά στα ‘90s. Αυτή τη φορά πρωταγωνιστής είναι ο ΛεΜπρόν Τζέιμς και μια στρατιά χαρακτήρων πνευματικής ιδιοκτησίας της Warner.

Σε επανέκδοση

Οδός Μαλχόλαντ

5 / 5

(“Mulholland Dr.”, Ντέιβιντ Λιντς, 2ω27λ)

Μια κοπέλα με όνειρο να γίνει ηθοποιός ανακαλύπτει στο διαμέρισμά της μια γυναίκα με αμνησία. Ποια είναι η αλήθεια για την κατάστασή της; Στο εφιαλτικά νουάρ σύμπαν του Μαλχόλαντ τίποτα δεν είναι (μόνο) αλήθεια και τίποτα δεν είναι (μόνο) όνειρο. Αυτό που κάποτε ξεκίνησε ως τηλεοπτικός πιλότος σειράς που μάλιστα απορρίφθηκε από το τηλεοπτικό δίκτυο, μετατρέπεται σε ένα σουρεαλιστικό όνειρο όσο και ψυχαναλυτικό εφιάλτη με ρίζες στην πραγματικότητα. Μια μεγαλειώδης σπουδή πάνω στο μεγάλο ψέμα του κόσμου του θεάματος, που μέσα από κρυμμένες επιθυμίες και συσχετισμούς (σεξουαλικών, επαγγελματικών, και κάθε είδους) δυνάμεων, εξελίσσεται στο αριστούργημα της φιλμογραφίας του Ντέιβιντ Λιντς εξερευνώντας την ίδια την ιδέα του μυστηρίου και των ασυνείδητων ψευδαισθήσεων. Η σημαντικότερη αμερικάνικη ταινία του 21ου αιώνα.

Η Συνομιλία

4.5 / 5

(“The Conversation”, Φράνσις Φορντ Κόπολα, 1ω53λ)

Ένας ειδικός στις παρακολουθήσεις αρχίζει να υποπτεύεται πως το ζευγάρι που κατασκοπεύει πρόκειται να δολοφονηθεί. Ο εκπληκτικός Τζιν Χάκμαν ερμηνεύει την αμφιβολία και την ηθική απόγνωσης με την απλή γλώσσα του σώματος ή ακόμα και ως φιγούρα που κινείται αβέβαια μέσα σε σκιές, στο αριστούργημα του Κόπολα που τιμήθηκε με Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες. Μια σκηνή (η αρχική, πάνω στους τίτλους αρχής) επαναλαμβάνεται καθόλη τη διάρκεια του φιλμ σα να επρόκειτο για πατρόν ή για μετρονόμο, με τον Κόπολα να κινείται μέσα σε αυστηρά οριοθετημένους φιλμικούς χρόνους ώστε να αναπτύξει μια κατασκοπική ιστορία βασισμένη σε ήχους, σε χροιές και σε επίπεδα ανάγνωσης– ή ακοής, έστω. Ή πολύ απλά, όταν τα πάντα βρίσκονται ήδη κάτω από τα πόδια σου και μπροστά στα μάτια σου: Μια καθηλωτική άσκηση ύφους πάνω στην ηθική αγωνία του να είσαι ήδη ένα με το σκοτάδι.

Έλεγχος στους Δρόμους

3.5/5

(“Trial on the Road”, Αλεξέι Γκέρμαν, 1ω36λ)

Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, Ρώσος στρατιώτης συλλαμβάνεται από τους Ναζί κια αναγκάζεται να πολεμήσει στο πλευρό τους. Όταν αιχμαλωτίζεται από τους αντάρτες, θα πρέπει να αποδείξει εκ νέου την πίστη του στον αγώνα τους. Η πρώτη σόλο ταινία του σπουδαίου Αλεξέι Γκέρμαν (“Hard to be a God”), γυρίστηκε το 1971 αλλά κυκλοφόρησε το 1986, μένοντας εν τω μεταξύ στο ράφι από ένα καθεστώς αντίθετο με το φιλοσοφικά αβέβαιο μήνυμα της ταινίας. Ο Γκέρμαν σκηνοθετεί ένα σκηνικό πολέμου σα να επρόκειτο για αντιμαχίες σε έναν άλλο πλανήτη, με στρατιώτες-απλούς καθημερινούς ανθρώπους να σκοτώνονται μεταξύ τους υπό τις διαταγές αόρατων αφεντικών και σε στήριξη ενός αγώνα δίχως τέλος. Σκληρό, παγωμένο, χάνει στο φινάλε, αλλά στρώνει το δρόμο για τα μετέπειτα αριστουργήματα του σκηνοθέτη.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα