Λάικ – ντισλάικ: Από τον Πάνο Βλάχο και τον Μαμντάνι έως τον Απόστολο Γκλέτσο
Διαβάζεται σε 12'
Τα λάικ και τα ντισλάικ σε όσα παρατηρήσαμε στις βόλτες μας στην πόλη και στα θεάματα που βλέπουμε κάθε εβδομάδα και που συνήθως τα συζητάμε μόνο μεταξύ μας.
- 07 Νοεμβρίου 2025 06:10
Τα λάικ και τα ντισλάικ σε όσα παρατηρήσαμε στις βόλτες μας στην πόλη και στα θεάματα που βλέπουμε κάθε εβδομάδα και που συνήθως τα συζητάμε μόνο μεταξύ μας.
Σε αυτήν την στήλη, θα προσπαθήσουμε να καταγράφουμε σε τακτική βάση τι μας άρεσε και τι δε μας άρεσε, τα λάικ και τα ντισλάικ, τι μας έκανε εντύπωση και τι μας ξάφνιασε. Όχι, τόσο σε επίπεδο κριτικής, όσο σε επίπεδο ελεύθερου συνειρμού.
Από τα μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα μέχρι τα μικρότερα, αλλά και τα σχεδόν αόρατα, αυτά που υπάρχουν παντού μέσα στη ζωή μας. Όσα παρατηρούμε στις βόλτες μας στην πόλη και στα θεάματα που βλέπουμε κάθε εβδομάδα και που τα συζητάμε μόνο μεταξύ μας.
Αυτή την εβδομάδα σχολιάζουμε από τον Πάνο Βλάχο και τον Μαμντάνι έως τον Απόστολο Γκλέτσο.
ΛΑΙΚ
Πάνος Βλάχος, Μεσενίκολας, Τσόκλης και ένα…Φραντζολάκι για τη Γεωργία Οικονόμου
Ο Πάνος Βλάχος στον Δον Ζουάν τα λέει όλα. Η απολύτη αποδόμηση των πάντων. Του εαυτού του, της πατριαρχίας, της μητριαρχίας, της πολιτικής ορθότητας. Με αφορμή το κλασικό έργο του Μολιέρου κατάφερε και τα χώρεσε όλα μέσα σε μία μόνο παράσταση. Κι αν έγινε λίγο φλύαρος και αν χάσκει κάπου η δραματουργία του, δεν πειράζει. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ανέλαβε την ευθύνη να πάρει θέση απέναντι σε όλα αυτά που ζούμε. Και πώς έχει κάτι να πει. Και το πιο όμορφο; Ένα θέατρο γεμάτο νέους ανθρώπους να ακούν, να γελούν, να σκέφτονται.
Ο Μεσενικόλας είναι ένα μικρό θαύμα κρυμμένο στις πλαγιές της Καρδίτσας. Ένα χωριό που μοσχοβολάει καστανιά, κρασί και ιστορία. Από εκεί ψηλά βλέπεις όλη τη Θεσσαλία ν’ απλώνεται μπροστά σου, κι αν έχει καθαρή μέρα, ο Όλυμπος μοιάζει να σε κοιτά στα μάτια. Ήσυχο, αυθεντικό, ζεστό – ένα μέρος που σου θυμίζει τι σημαίνει ελληνικό φθινόπωρο. Διαμάντι, πράγματι. Πήγα εκεί για λίγες ώρες στο πλαίσιο μίας αποστολής οινοτουρισμού και το λάτρεψα.
Ο Κώστας Τσόκλης, στα 94 του, εξακολουθεί να προκαλεί Δέος — κυριολεκτικά και μεταφορικά. Η νέα του εγκατάσταση στο Καπνεργοστάσιο είναι μια ζωγραφική έκρηξη χρώματος, ψυχής και στοχασμού. Ενώνει 90 έργα σε ένα γιγαντιαίο σύμπαν που πάλλεται ανάμεσα στο ορατό και το άγνωστο. Ο Τσόκλης δεν ζωγραφίζει απλώς· συνομιλεί με το Χάος, τη Μνήμη, τον Θεό και τον Εαυτό του. Ένα έργο ορόσημο, μνημείο της αδιάκοπης περιέργειας της τέχνης.
Πάει και το Φραντζολάκι: Μου το έστειλαν οι εκδόσεις Πόλις κι από τότε δεν βγαίνει απ’ την τσάντα μου — μην τύχει και βρω λίγο χρόνο για διάβασμα και δεν το έχω μαζί μου. Ο Κράσναχορκαϊ, ο φετινός νομπελίστας, με έχει παρασύρει σ’ ένα παράξενο, σχεδόν υπνωτικό σύμπαν. Ο 91χρονος ήρωάς του, ο Γιόζι Κάντα, παλεύει να κρυφτεί απ’ τον κόσμο — κι εγώ μαζί του. Σαρκασμός, ποίηση, φιλοσοφία· λογοτεχνία που σε ταρακουνά ως μέσα.
Και κάτι τηλεοπτικό για το τέλος. “Μία Νύχτα Μόνο” και επιτέλους μία συμπαθητική σειρά στην ελληνική τηλεόραση. Την παράσταση δεν κλέβει το πρωταγωνιστικό δίδυμο Λάλου- Λαμπροπούλου, αλλά ο Τάσος Ιορδανίδης και η Λυδία Φωτοπούλου.
Γάτες, μπουζούκια αλά παλαιά και ένα πάρτι στη Νέα Υόρκη για τη Χριστίνα Τσατσαράγκου
Μας έπεσαν τα σαγόνια βλέποντας τη γιορτή για το άνοιγμα του Μεγάλου Αιγυπτιακού Μουσείου που άνοιξε τις πύλες του, έπειτα από περισσότερα από είκοσι χρόνια προετοιμασίας. Μία από τους βασικούς δημιουργούς του έργου είναι γυναίκα, η Ιρλανδή αρχιτέκτονας Ρόιζιν Χένεγκαν, η οποία εξήγησε: “Το σημείο βρίσκεται πολύ κοντά στις πυραμίδες, και δεν θέλαμε να αλλοιώσουμε το προφίλ τους. Καθώς φεύγει κανείς από το Κάιρο και αντικρίζει τις πυραμίδες να υψώνονται μέσα στην έρημο, δεν θέλαμε τίποτα να σπάει αυτή τη γραμμή του ορίζοντα. Γι’ αυτό κρατήσαμε το κτίριο χαμηλό. Σχεδιάσαμε τις μόνιμες αίθουσες έτσι ώστε οι πυραμίδες να φαίνονται από μέσα, ώστε με έναν τρόπο να αποτελούν κι εκείνες το μεγαλύτερο “έκθεμα” της συλλογής. Είναι απίστευτο να το βλέπεις τώρα να ολοκληρώνεται – από ένα σκίτσο που έγινε πριν από πάνω από είκοσι χρόνια, να γίνεται πραγματικότητα»
Κλάψαμε στη συνέντευξη Τύπου για την παράσταση “Αλεξάνδρεια” και αν το συναίσθημα που έβγαλαν οι συντελεστές και ο Φωκάς Ευαγγελινός μεταφερθεί αυτούσιο στη σκηνή του Παλλάς, θα δούμε ένα μικρό αριστούργημα.
Ήπιαμε ποτό στο θρυλικό μπαρ “Vaginahood” στο Κολωνάκι και η βραδιά γέμισε από γυναικεία βιώματα και ιστορίες δύσκολες κι ευάλωτες. Στο τέλος της παράστασης και ενώ γελάσαμε, κλάψαμε, ταυτιστήκαμε… είδαμε να προβάλλονται στις οθόνες οι “στρατιές” των επιδραστικών γυναικών που έχουν ανοίξει το δρόμο για τα σημερινά μας δικαιώματα. Παρούσα στους θεατές και η Μάγδα Φύσσα.
Πανταζής – Άντζελα στον ίδιο καναπέ στον Αρναούτογλου και ταξιδέψαμε στα πραγματικά-κανονικά-ορθόδοξα-μπουζούκια. Το δίδυμο των “βετεράνων” της νύχτας έκανε ήδη πρεμιέρα στην «Αθηναία» και ό,τι και να πούμε –και ό,τι και να ακούμε– είναι μια μοναδική σύμπραξη.
Μιάου… και το Cats στο Christmas Theater είναι μια κανονική βουτιά στα τέλη των ’80s και τις αρχές των ’90s. Η ανάμνηση από τις Γάτες στο πάλαι ποτέ Badminton ξαναξύπνησαν. Οι μουσικές του Άντριου Λόιντ Γουέμπερ, που τότε ακούγονταν εκφραστικά πρωτοπόρες, εξακολουθούν να λειτουργούν συναισθηματικά, έστω κι αν πια δεν πατάνε τα κουμπιά της έκπληξης. Φωνές, ερμηνείες, σκηνικά εντυπωσιάζουν. Αν είσαι φαν των Cats, δεν το χάνεις. Αν πάλι θέλεις να βυθιστείς σε ένα σύμπαν νοσταλγίας, σαν να μπαίνεις σε χρονοκάψουλα, πάλι δεν το χάνεις.
Μην περιμένεις όμως κάποια ανανέωση: ούτε νέα ενορχήστρωση, ούτε φρέσκια χορογραφία, ούτε δραματουργική πρωτοτυπία. Οι Γάτες παραμένουν αυτό που ήταν — και ίσως αυτό να είναι και η μεγαλύτερη αρετή τους. Στιγμές όπως η σκηνή του “The Magical Mr. Mistoffelees” ή το σέξι-νουάρ “Macavity” αποδεικνύουν γιατί το έργο έγινε φαινόμενο, το ίδιο και το θρυλικό “Memory”. Και βέβαια, οι Γάτες κατεβαίνουν συχνά πυκνά στο κοινό και η αίθουσα γεμίζει με παιδικό ενθουσιασμό.
Τα πάντα ειπώθηκαν για τον Μαντάνι και respect – εμείς θα θέλαμε να χορέψουμε στην ακόλουθη παρτάρα κι ας μην είμαστε ΑΠΟ τη Νέα Υόρκη.
“Πάττυ”, Ιπέρ και Μαμντάνι, για τον Θοδωρή Δημητρόπουλο
Μια σύντομη ανταπόκριση από το φετινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στα σημερινά μου λάικ: Το “Πολύ Κοριτσίστικο Όνομα το Πάττυ” του Γιώργου Γεωργόπουλου είναι η πρώτη ταινιάρα του ‘26 που είδαμε ήδη. Μια coming of age αθλητική ταινία σαν ελληνικό “Karate Kid” με μια νεαρή κοπέλα που έρχεται στην Αθήνα για να γίνει πρωταθλήτρια του τζούντο με προπονητή έναν στωικό, πληγωμένο Βαγγέλη Μουρίκη. Στο τρίτο act δεν παίζει να μην συγκινηθείς. Η ταινία βγαίνει τον Φλεβάρη στα σινεμά, και ήταν το απόλυτο talk of the town του φετινού φεστιβάλ.
Τέλειο το αφιέρωμα του φεστιβάλ στην Ιζαμπέλ Ιπέρ και κάποιους από τους κορυφαίους ρόλους της καριέρας της, από Χάνεκε και Πολ Βερχόφεν μέχρι “Heaven’s Gate” και “Henry Fool”. Από τις πραγματικά πιο άφοβες ερμηνεύτριες που έχει δει ποτέ το παγκόσμιο σινεμά, και υπάρχει και κάτι εντυπωσιακό στον τρόπο με τον οποίο απλά αρνείται να εξηγήσει το craft της και να μυθολογικοποιήσει τη δουλειά της.
Το φεστιβάλ έδωσε χώρο φέτος στην κολεκτίβα Filmmakers for Palestine Greece στην Αποθήκη Δ για να ενημερώνει τους θεατές, ενώ παραχώρησε και χώρο στο Μουσείο Κινηματογράφου για ένα εξαιρετικό πάνελ πάνω στο σινεμά ως εργαλείο δράσης και αλληλεγγύης για την Παλαιστίνη. Μια πολύ σημαντική εξέλιξη.
Ενώ φτάνει σύντομα στη Θεσσαλονίκη κι η πολύ σημαντική παλαιστίνια δημιουργός Ανμαρί Τζασίρ για να παρουσιάσει την ταινία “Palestine 36”, την επίσημη πρόταση της Παλαιστίνης στα φετινά Όσκαρ. Η Τζασίρ παραχώρησε μια πολύτιμη συνέντευξη στο NEWS24/7 που θα μπορείτε να διαβάσετε τις επόμενες μέρες.
Και κάτι που δεν έχει να κάνει με το φεστιβάλ, αν και έχει πλάκα πώς πάντα κάθε λογής αμερικάνικες εκλογές συμπίπτουν με τη διοργάνωση. Απίστευτος ο θρίαμβος του Ζοχράν Μαμντάνι στη Νέα Υόρκη κυρίως λόγω του τρόπου με τον οποίο όλο το συντηρητικό κατεστημένο των Δημοκρατικών είχε πέσει να τον σταματήσει. Άλλο ένα σημαντικό νέο πρόσωπο στην εμφανή στροφή προς τα (σχετικά πάντα μιλάμε, και για τα δεδομένα της Αμερικής) αριστερά που ξεκάθαρα κάνει γκελ στους ψηφοφόρους αυτή τη στιγμή.
Στις αίθουσες αυτή την εβδομάδα κυκλοφορούν δύο πολύ καλά ντοκιμαντέρ για το παλαιστινιακό, το σπουδαίο “Κράτα την Ψυχή σου στο Χέρι και Περπάτα” για την οποία έχουμε γράψει πολλά, και το “Συνύπαρξη, Λέμε Τώρα!” που κέρδισε το περσινό φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Αξίζουν και τα δύο. Εννοείται βλέπουμε Λάνθιμο και “Βουγονία”, αλλά ας μην χαθούν κι αυτά τα φιλμ.
ΝΤΙΣΛΑΪΚ
Κίμπερλι, Γκλέτσος και η φυλή των greekglish για τη Γεωργία Οικονόμου
Δεν ξέρω για εσάς, αλλά εγώ βαρέθηκα να διαβάζω για την Κίμπερλι Γκίλφοιλ, τη νέα πρέσβη εξ Αμερικής. Κάθε μέρα το ίδιο στόρι: ποια είναι, τι φόρεσε, τι είπε, πού πήγε. Η διπλωματία έγινε lifestyle στήλη και η είδηση κουτσομπολιό. Αντί να μαθαίνουμε τι πραγματικά εκπροσωπεί, ασχολούμαστε με το Instagram της. Ωραία, την είδαμε, την μάθαμε — πάμε παρακάτω;
Γκλέτσος vs Μουτίδου — άλλη μια σκηνή στο θέατρο της τηλεόρασης που κανείς δεν βγαίνει κερδισμένος. Ο ένας φεύγει οργισμένος, η άλλη μένει να απαντά με φράσεις που δεν οδηγούν πουθενά. Κι όμως, και οι δύο έχουν κάτι να πουν, αν το έλεγαν πιο ήσυχα. Αντί για διάλογο, έχουμε έναν διαγωνισμό έντασης. Και κάπως έτσι, το θέμα —το ίδιο το θέατρο— χάνεται μέσα στη φασαρία. Κρίμα.
Πάμε καλά; Γιατί, καλέ, να αρχίζεις μια πρόταση στα ελληνικά και να τη συνεχίζεις στα αγγλικά; Seriously now? Ελλάντα εδώ, μιλάμε ελληνικά! Καθόμουν σαν στήλη άλατος κι κρυφάκουγα σε ένα μπαρ έναν πολύ εμφανίσιμο τύπο γύρω στα 50 να προσπαθεί να την πέσει σε μία κοπέλα περιγράφοντας τη μέρα του σε… άπταιστα greekglish. Wannabe sophistication φάση. Πολύ, μα πολύ ντεκαβλέ. Και λίγο cringe, να το πούμε κι αυτό. Και το σχολιάζω γιατί αυτή η φυλή των greekglish όλο και αυξάνεται γύρω μας.
Εκρήξεις στην TV, “Drop the mic” και τέρατα γιαλαντζί για τη Χριστίνα Τσατσαράγκου
Όχι στην έκρηξη του Απόστολου Γκλέτσου και για άλλον ένα λόγο… μα δεν μπορούμε άλλες φωνές! Αν θέλετε να ξεθυμάνετε κάντε το ιδιωτικά επιτέλους. Ούτε στην τηλεόραση, ούτε στο δημόσιο χώρο αντέχουμε να ακούμε τις αγριοφωνάρες σας…
Συγγνώμη, 264 τραγούδια για την ελληνική Eurovision δεν είναι κομμάτι πολλά για μια σταλίτσα χώρα;
Είδα το Witcher στο Netflix και πραγματικά ήταν χάσιμο χρόνου. Χάλια σενάριο, χάλια περούκες, χάλια τέρατα. O νέος Geralt δεν πιάνει μία μπροστά στον Henry Cavill. Ευτυχώς ο Laurence Fishburne προσέδωσε μια ατμόσφαιρα “μπλε χάπι κόκκινο χάπι” και χαθήκαμε στη φωνή του. Κατά τα άλλα, αδύναμοι κλισέ διάλογοι και έλλειψη φαντασίας.
Στον καρδιολόγο με τον 83χρονο πατέρα μου για έλεγχο του βηματοδότη, συνειδητοποιώ πόσο έχει αλλάξει η σχέση γιατρού και ασθενούς. Οι γιατροί της πρώτης γραμμής τρέχουν ασταμάτητα, σηκώνουν τηλέφωνα, δίνουν οδηγίες μέσω… viber, βλέπουν δεκάδες περιστατικά τη μέρα – κι έτσι χάνεται εκείνη η ανθρώπινη επαφή με τον άνθρωπο απέναντι. Συχνά, δεν έχουν χρόνο να σταθούν λίγο παραπάνω, να εξηγήσουν, να απαντήσουν στις απορίες, να καθησυχάσουν. Ο ασθενής μένει να μαντεύει τι ακολουθεί. Δεν είπαμε να γίνουν όλοι ξαφνικα ψυχολόγοι, αλλά η εμπιστοσύνη που χτίζεις με τον γιατρό είναι ένα σημαντικό βήμα προς την ίαση.