Ματιές στην Ελλάδα της πανδημίας και της Ιστορίας

Ματιές στην Ελλάδα της πανδημίας και της Ιστορίας

Μεταδίδεται διαδικτυακά η πειραματική ταινία «Μικρή Ελλάδα» που δημιούργησαν ο Κώστας Γάκης και οι μαθητές-συνεργάτες σε μια προσπάθεια να ξορκίσουν τον εγκλεισμό και να εκμηδενίσουν τις αποστάσεις.

Ως αντίδοτο στον εγκλεισμό που μας επέβαλε η πανδημία, ο κόσμος καταπιάστηκε με διάφορα –ένας άρχισε να ζυμώνει σπιτικό ψωμί, ο άλλος ξεκαθάριζε αενάως τα συρταροντουλάπια του, ο τρίτος έπιασε ένα μουσικό όργανο… Ο Κώστας Γάκης αποφάσισε να στήσει μια ψηφιακή γέφυρα. Έναν δίαυλο που θα ένωνε την δημιουργικότητα και τις ανησυχίες του γνωστού σκηνοθέτη-ηθοποιού-μουσικού με εκείνες 12 σεμιναριακών «μαθητών» του. Οι οποίοι, μάλιστα, βρίσκονταν ο καθείς σε άλλο μέρος της Ελλάδας –ή και του κόσμου.

«Κάθε Κυριακή που ανταμώναμε,» λέει στο NEWS 24/7 ο Γάκης, «με ανθρώπους από την άλλη άκρη του πλανήτη, είχαμε ανάγκη και να ξεδώσουμε, να σαχλαμαρίσουμε, ή να βιντεοσκοπήσουμε παρέα μια βόλτα στην γειτονιά μας σε Μετακίνηση 6. Έλεγες, τουλάχιστον ξέρω ότι αυτή την στιγμή 15 άνθρωποι σε όλον τον κόσμο χτυπάει η καρδιά μας προς την ίδια κατεύθυνση. Και παρ’ όλη την καραντίνα και τα κλεισίματα, μπορούμε να βρούμε τρόπους να παραμένουμε ζωντανοί και δημιουργικοί. Κάτι σαν το γνωστό “δεν θα πεθάνουμε ποτέ, κουφάλα νεκροθάφτη”!»

Αλλά, βέβαια, αυτές οι διαδικτυακές συναντήσεις του Κώστα Γάκη, και της συνεργάτιδάς του, Νατάσας-Φαίης Κοσμίδου, με τους Αναστασία Αμπατζόγλου, Σοφία Ανδριτσοπούλου, Χριστίνα Βεριβάκη, Σωσσάνα Βερτσώνη, Χριστίνα Βράκα, Χριστιάνα Κανδυλιώτη, Φωτεινή Καπνισάκη, Πάνο Νιάγκο, Σοφία Παγώνη, Χριστίνα Πολίτου, Νατάσα Σμυρνιώτη και Βασιλεία Τερζάκη δεν ήταν απλό χαζολόγημα. Κατέτειναν κάπου. Είχαν, κατά το κοινώς λεγόμενο, ένα κόνσεπτ. Το οποίο, μάλιστα, αφορούσε την Ελλάδα. Την Ελλάδα του χθες και του σήμερα, την Ελλάδα ως… κόνσεπτ. Κι έτσι, η ψηφιακή γέφυρα που ένωσε αυτούς τους νέους, δημιουργικούς ανθρώπους –ερασιτέχνες ή επαγγελματίες ηθοποιοί όλοι τους– έγινε και μια γέφυρα μεταξύ της σημερινής κορονόπληκτης Ελλάδας και της μνήμης, συλλογικής και ατομικής, του τόπου μας.

Το αποτέλεσμα –το τελικό προϊόν, αν αγαπάτε– αυτών των τρίμηνων διαδικτυακών συναντήσεων-βιντεοσκοπήσεων μετουσιώθηκαν από τον Γάκη, την Κοσμίδου, και τον μοντέρ Άρη Αγγέλου σε μια ταινία, διάρκειας 85 λεπτών, που έως τις 30 Ιουνίου μπορεί κανείς να την δει διαδικτυακά στο https://www.viva.gr/tickets/theater/streaming/mia-mikri-ellada/, έναντι 5€. Τίτλος της, «Μικρή Ελλάδα». Μια ταινία που κινείται μεταξύ ντοκιμαντέρ-μαρτυρίας και ποιητικής θεατρικής πράξης, «ένα ψηφιδωτό διαφορετικών γλωσσών, αλλά πάντα με κεντρικό σύνθημα την ανθρώπινη εμπειρία, την κατανόηση, και την μνήμη,» εξηγεί ο Γάκης. Θέλει, όμως, περαιτέρω εξήγηση το εγχείρημα –περί τίνος, δηλαδή, πρόκειται;

Από την μικρή στην μεγάλη Ελλάδα

Αρχικά, να πούμε πως όλοι «οι συν-δημιουργοί» στο πρότζεκτ της «Μικρής Ελλάδας» συμμετείχαν και σε ένα διαδικτυακό εργαστήριο που πραγματοποίησε πέρυσι ο Γάκης μεταξύ Μαρτίου και Μαΐου 2020. Ένας, μάλιστα, όρος εκείνου του εργαστηρίου ήταν «να μην είναι όλοι από Αθήνα». Κι έτσι μαζεύτηκαν άνθρωποι, γυναίκες στην συντριπτική πλειονότητά τους –«πάντα είναι πολύ περισσότερες οι γυναίκες σε αυτά τα εργαστήρια και τα σεμινάρια,» βεβαιώνει ο Γάκης–, από τα Χανιά, την Κω, την Θεσσαλονίκη, την Ακράτα, την Αιγείρα, από την Αθήνα, την Νέα Υόρκη, το Νιού Τζέρζι, και το Λιντς της Αγγλίας. Όλοι Έλληνες.

Κι άρχισαν να «περιεργάζεται» ο καθένας τον γενέθλιο τόπο του με βάση τρεις συγκεκριμένους άξονες. «Ένας,» λέει ο εμπνευστής και σκηνοθέτης του πρότζεκτ, «είναι η “αντικειμενική” ιστορία του κάθε τόπου. Για παράδειγμα, αν είσαι από την Χίο είναι η Δασκαλόπετρα, είναι ο Όμηρος, είναι η Σφαγή της Χίου, πράγματα ιστορικά, η μνήμη του κάθε τόπου. Δεύτερος άξονας, είναι η προσωπική Ελλάδα του καθενός. Δηλαδή, αν είμαι από την Χίο τι έχω ζήσει εγώ στην Δασκαλόπετρα, σε συνάρτηση με φίλους, προγόνους, γνωστούς. Και ο τρίτος άξονας έδινε έμφαση στις ιστορίες των παππούδων μας –που είναι και η ηλικία που πλήττεται περισσότερο από την πανδημία. Πήραμε, λοιπόν, αφηγήσεις, συνεντεύξεις τους και τις μεταποιήσαμε σε θέατρο.»

Στην δεύτερη φάση του εγχειρήματος, από τον Δεκέμβρη του ’20 έως τον περασμένο Φεβρουάριο, όλο το παραπάνω υλικό, χειροπιαστό και άυλο, ζυμώθηκε, εξελίχθηκε μέσα από τις προαναφερθείσες ιντερνετικές συναντήσεις. Χρησιμοποιώντας διάφορες θεατρικές σωματικές τεχνικές («όλοι μαζί στο Zoom, να σηκώνουν το ένα χέρι, ή να εισπνέουν όλοι μαζί, ή να γελάνε όλοι μαζί, κι εγώ ήμουν με ανοιχτή την κάμερα και οδηγούσα την ομάδα. Και, φυσικά, αυτοσχεδιάζαμε και πάρα πολύ,» σημειώνει ο Γάκης), σε συνδυασμό με βιντεάκια που φιλμάριζαν οι συν-δημιουργοί από την «πανδημική» καθημερινότητα του τόπου κατοικίας τους, προέκυψαν οι ιστορίες που απαρτίζουν την ταινία. Ντύθηκαν με μουσικές του Γάκη, ενώ η off αφήγηση του ίδιου συνδέει όλες αυτές τις προσωπικές ιστορίες σε κάτι συνολικό.

Κάτι, ίσως, σημαντικότερο; «Ναι, δεν πρόκειται για μερικά home video με μουσική υπόκρουση,» λέει ο Γάκης. «Μέσα από τις ιστορίες που σταχυολογήσαμε και επιλέξαμε για την ταινία μαζί με την Νατάσα, ώστε να μην είναι όλες από το ίδιο κανάλι, αποτυπώνεται μια δουλειά με πολύ συγκεκριμένη ταυτότητα. Αυτό που προέκυψε είναι μια τρυφερή επανοικειοποίηση της ελληνικότητας. Φτιάξαμε, νομίζω, κάτι που είναι όλη μας η αγάπη, όλη μας η ζεστασιά, όλη μας η ανάγκη να βάλουμε τα χεράκια μας πάνω από την φωτιά της μνήμης μέσα στην καραντίνα.»

Κλείνοντας, να σημειώσουμε πως γίνονται ήδη ενέργειες και κουβέντες, ώστε καθένας από τους συν-δημιουργούς της «Μικρής Ελλάδας» να καταφέρει να κάνει μια παρουσίαση της ταινίας στον τόπο του, εκεί, δηλαδή, όπου η κάθε κοινότητα θα έρθει σε επαφή με όσα κουβαλάει, με όσα συνθέτουν την δική της Ελλάδα.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα