Γιαν Βαν – Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης: Οι μουσικές τους γίνονται φωνή μνήμης, μοναξιάς και ελπίδας στη Μικρή Επίδαυρο
Διαβάζεται σε 11'
Δύο παραστάσεις στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου μάς καλούν να ακούσουμε αλλιώς. Όχι μόνο με τα αυτιά αλλά με το σώμα, τη μνήμη και την ψυχή – Ο Γιάν Βαν και ο Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης μιλούν στο NEWS 24/7 γι΄αυτές.
- 19 Ιουνίου 2025 06:29
Τι συμβαίνει όταν ο λόγος δεν περιορίζεται στη φωνή, αλλά γίνεται τραγούδι, ήχος, αναπνοή μέσα σε έναν σκηνικό κόσμο; Και πώς μπορεί η μουσική να σταθεί όχι ως επένδυση, αλλά ως ισότιμος συνομιλητής του κειμένου;
Σε δύο από τις παραστάσεις που θα δούμε στη Μικρή Επίδαυρο, τη «Θήβα – Μοναξιά» που σκηνοθετεί η Όλια Λαζαρίδου στις 4 και 5 Ιουλίου και τις «Ιαχές» που σκηνοθετεί ο Χρήστος Στέργιογλου στις11 – 12 Ιουλίου, η ποίηση –αρχαία, νεότερη, ελληνική και παγκόσμια– μεταμορφώνεται σε ήχους, σε κραυγή και ψίθυρο, σε μνήμη και ονειρική παραίσθηση.
Ο Γιαν Βαν και ο Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης, δύο συνθέτες με εντελώς διαφορετική μουσική διαδρομή, συνθέτουν πρωτότυπα έργα που δεν υπηρετούν απλώς το κείμενο, αλλά συνομιλούν μαζί του.
Στο “Θήβα – Μοναξιά”, ο Γιαν Βαν φτιάχνει ένα ηχητικό σύμπαν από τραπέζια, επεξεργασμένες φωνές και ζωντανά όργανα, δίνοντας φωνή στην αποσπασματική, υπαινικτική μνήμη μιας πόλης που ψάχνει την Αντιγόνη της μέσα στον χρόνο.
Στις “Ιαχές”, ο Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης συνθέτει ένα πρωτότυπο μουσικό έργο που διατρέχει σπαράγματα αρχαίου δράματος, δημοτικής ποίησης και σύγχρονου στίχου, δημιουργώντας ένα ενιαίο μουσικό σώμα που συνομιλεί με την τραγωδία του ξεριζωμού και της ανθρώπινης απώλειας.
Εμείς μιλήσαμε με τους δύο συνθέτες για το πώς έφτιαξαν τον ήχο της μνήμης, του τραύματος, αλλά και της ελπίδας. Για τη διακριτική δύναμη της μουσικής, όταν δεν σχολιάζει, αλλά συνοδεύει – όταν γίνεται ορατή σαν σκιά και συγκλονιστική σαν σιωπή.
«Θήβα – Μοναξιά»: Ένα ηχητικό τραγούδι μνήμης, μοναξιάς και επιστροφής στο ιερό τραπέζι
Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου
4 –5 Ιουλίου
Σε μια επαρχία ξεγραμμένη εδώ και χρόνια, μια φωνή ψάχνει εκείνο το κορίτσι που το λέγαν Αντιγόνη. Η πόλη ξυπνά. Θυμάται. Ονειρεύεται. Θρυμματίζεται σε λέξεις και ήχους που αχνίζουν κι έπειτα σβήνουν. Η “Θήβα – Μοναξιά”, μια παράσταση-παραλογή βασισμένη στον μύθο της Αντιγόνης, συνομιλεί όχι μόνο με τη μεγάλη παραγωγή “Αντιγόνη” του Σοφοκλή που σκηνοθετεί ο Ούρλιχ Ράσε στην Επίδαυρο, αλλά και με τη συλλογική μας μνήμη.
Το κείμενο του βραβευμένου συγγραφέα Κυριάκου Χαρίτου (Κρατικό Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου 2023) αποφεύγει τη γραμμική αφήγηση. Παίρνει τη μορφή ενός παραμιλητού, ενός τραγουδιού που έρχεται από τα βάθη του τόπου. Η σκηνοθεσία είναι της Όλιας Λαζαρίδου και η πρωτότυπη μουσική σύνθεση του Γιαν Βαν.
Ένα τραπέζι – σύμβολο και η ηχητική του μνήμη
Ο Γιαν Βαν δεν περιορίστηκε σε μια συνήθη μουσική επένδυση. Χαρακτηριστικά αναφέρει πως «από την αρχή, η Όλια Λαζαρίδου ήθελε κάτι ονειρικό, κάτι που να μοιάζει με παραίσθηση. Το κείμενο μπαινοβγαίνει σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, δεν υπάρχει σαφής αλληλουχία. Ο ήχος έπρεπε να ακολουθήσει – και ακολούθησε- αυτή τη ροή: επεξεργασμένες φωνές, ζωντανά παιξίματα, τόνικά κέντρα, ήχοι που μοιάζουν να έρχονται από άλλον κόσμο».
Κεντρικό ηχητικό στοιχείο της παράστασης είναι… τα τραπέζια. Το σκηνικό που επιμελήθηκε ο Άγγελος Μέντης έχει μέσα του τραπέζια και αυτά ο Γιαν Βαν τα μετέτρεψε σε ηχητικές επιφάνειες – όργανα. «Το ξύλινο τραπέζι φέρνει ρυθμούς, το μεταλλικό λειτουργεί σαν ηχείο, το μεγάλο κεντρικό τραπέζι έχει νερό και ηχεία – γίνεται τάφος, βωμός, ήχος και μνήμη μαζί», εξηγεί ο Γιαν Βαν. Οι ηθοποιοί αγγίζουν, χτυπούν ή ακούν τα τραπέζια, συνομιλώντας με τα ηχητικά αποτυπώματά τους.
Η μουσική ως σκιά, όχι ως σχόλιο
Ο Γιαν Βαν αντιμετωπίζει τη μουσική όχι ως συναισθηματικό σχόλιο, αλλά ως συνοδοιπόρο του κειμένου: «Αν προσπαθήσεις να επιβάλεις συναίσθημα, το αποτέλεσμα μπορεί να γίνει μελό ή να καταπιεί το λόγο. Η δουλειά μου είναι υποστηρικτική και θέλω η μουσική μου να αναδύεται οργανικά».
Η παράσταση ενσωματώνει τραγούδια, χορικά, μικρά επαναλαμβανόμενα μοτίβα – λέξεις – σύμβολα που επιστρέφουν σαν σκοτεινά ρεφρέν. Όλα αυτά δεν ακολουθούν κάποια κλασική φόρμα – υπάρχουν για να παρασύρουν, όχι να εξηγούν.
Η στιγμή που ανοίγει μία ρωγμή…
“Υπάρχει μια στιγμή μέσα στην παράσταση που νιώθω πως ανοίγει μια ρωγμή. Ένα σημείο όπου ο λόγος, που έτσι κι αλλιώς είναι πολύ δυνατός σε όλο το έργο, επιστρέφει με επαναλαμβανόμενες φράσεις – σχεδόν σαν μικρά συνθήματα ή ρεφρέν. Κάποιες λέξεις και φράσεις ξανάρχονται, σαν να σε στοιχειώνουν λίγο. Μια από αυτές είναι και η λέξη «ανθρωπάκος»” λέει ο Γιάν Βαν.
Και συνεχίζει “Αυτό το «ανθρωπάκος» κουβαλάει μέσα του όλο τον μόχθο και την προσπάθεια του ανθρώπου να τα βγάλει πέρα – να επιβιώσει, να βελτιώσει τη ζωή του, να σταθεί στα πόδια του. Κι αυτός ο μοχθός, αυτή η πάλη, βγαίνει πολύ όμορφα μέσα στη σκηνή.
Το συγκεκριμένο σημείο έχει «κουμπώσει» εξαιρετικά και με τη μουσική. Υπάρχει ένα ηχογραφημένο περιβάλλον, και από πάνω του παίζει μια αρμένικη φλογέρα που βγάζει ένα ρυθμικό στοιχείο που ξαφνικά σε μετατοπίζει, σε μεταφέρει αλλού. Και πάνω σε αυτόν τον ήχο, οι ηθοποιοί μιλούν. Είναι συγκινητικό, όμορφο, και ταυτόχρονα βγάζει και κάτι το βαθιά απωθημένο”.
Η Αντιγόνη, η μοναξιά και ο ήχος της εσωτερικής ακρόασης
Όταν η συζήτησή μας στρέφεται στην Αντιγόνη, ο Γιαν Βαν δεν μιλά με όρους ηρωικής ταύτισης. «Όχι, δεν συγκινήθηκα τόσο από την ηρωίδα του Σοφοκλή όσο από την τεχνική πρόκληση της παράστασης αυτής καθεαυτής. Το πώς θα κάνουμε ήχο τον εσωτερικό κόσμο ενός τόπου που θρηνεί και θυμάται. Αυτή η δουλειά με έβαλε να σκεφτώ αλλιώς. Με προκάλεσε να βγάλω ήχο από σκηνικά αντικείμενα, να φτιάξω τοπία από ψίθυρους και σιωπές».
Η μοναξιά στην παράσταση δεν είναι συναισθηματικό δράμα. Είναι υπαρξιακή θέση. Η Αντιγόνη, όπως και κάθε τραγικός ήρωας, μένει μόνη γιατί αρνείται να συμβιβαστεί. «Η μουσική δεν χρειάζεται να υπογραμμίσει αυτή τη μοναξιά. Αρκεί να την υπαινιχθεί», επιμένει ο συνθέτης.
Ιαχές: Όταν η μουσική γίνεται κραυγή για τη ζωή μέσα από τον πόνο της σκλαβιάς και της προσφυγιάς
Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου
11 – 12 Ιουλίου
Τι ήχο έχει η σκέψη ενός πρόσφυγα; Η απελπισία ενός αιχμάλωτου; Η κραυγή ενός ανθρώπου που, όπως γράφει ο Σεφέρης στον «Τελευταίο Σταθμό», κατάντησε πραμάτεια; Ερωτήματα σαν αυτά αποτέλεσαν τον θεμέλιο λίθο για τη δημιουργία της μουσικής παράστασης “Ιαχές”, ενός πρωτότυπου έργου που συνδυάζει την ποίηση, το αρχαίο δράμα και τη μουσική σε μια ενιαία αισθητική και συναισθηματική εμπειρία.
Η σκηνοθεσία της παράστασης – που θα παρουσιαστεί στο Μικρό Θέατρο Επιδαύρου στις 11 και 12 Ιουλίου – φέρει την υπογραφή του Χρήστου Στέργιογλου, ενώ τη σύνθεση της μουσικής υπογράφει ο Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης. Την παράσταση ερμηνεύει το Alex Drakos Quartet, με τον λυρικό τραγουδιστή Γιώργο Ιατρού και τον ίδιο τον Χρήστο Στέργιογλου επί σκηνής.
Ο Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης αναφέρει πως γνωρίστηκαν με τον Χρήστο Στέργιογλου: «Παίζαμε ένα τζαζ live και ο Χρήστος ήταν στο κοινό. Με πλησίασε ενθουσιασμένος, μου είπε ότι ακούγοντάς μας του ήρθαν στο μυαλό αγγελιοφόροι και άγγελοι, και συνειρμικά το μυαλό του πήγε στο αρχαίο δράμα».
Αν και η συνάντηση αυτή έλαβε χώρα πριν χρόνια, η συνεργασία τους καρποφόρησε τώρα, σε μια μουσική παράσταση που αγγίζει πανανθρώπινα ζητήματα: σκλαβιά, ξεριζωμό, απώλεια, αλλά και ελπίδα.
Ένα ποιητικό ψηφιδωτό
Το κείμενο της παράστασης είναι ένα μωσαϊκό από αποσπάσματα αρχαίων τραγωδιών, στίχους από δημοτική, νεότερη ελληνική και παγκόσμια ποίηση, αλλά και πρωτότυπα σύγχρονα κείμενα. Όπως εξηγεί ο συνθέτης: «Πρόκειται για μια ιστορία – όχι με την έννοια της πλοκής, αλλά ως εσωτερική περιγραφή των αισθήσεων και των εμπειριών ενός κατατρεγμένου ανθρώπου. Οι ‘Ιαχές’ αυτές είναι κραυγές αγωνίας, πόνου, αλλά και ανάγκης για ζωή».
Ο ίδιος ξεχωρίζει ιδιαίτερα το ποίημα “Το παιδί με τη σάλπιγγα” του Νικηφόρου Βρεττάκου: «Τον Βρεττάκο τον ανακάλυψα σαν ποιητή μέσα από αυτή τη δουλειά και πλέον είναι από τους αγαπημένους μου. Είναι ένα ποίημα απαλό σαν χάδι και εξαιρετικά συγκινητικό».
Η σύνθεση του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη δεν περιορίζεται σε ένα μουσικό είδος στις “Ιαχές”. Ο ίδιος αναφέρει πως αντλεί στοιχεία από τη λόγια μουσική, την τζαζ, τη δημοτική παράδοση – όλα όμως ενορχηστρωμένα σε μια ενιαία μουσική φόρμα, χωρίς να δημιουργείται η αίσθηση του ετερόκλητου.
«Η μουσική λειτουργεί σαν νήμα που διατρέχει όλη την παράσταση, σαν μεγάλης φόρμας σύνθεση. Δεν είναι σκόρπια κομμάτια – έχει μια συνθετική λογική, όπως σε μια όπερα, με μοτίβα που επανέρχονται».
Το Alex Drakos Quartet, με τους Γιώργο Γεωργιάδη (μπάσο), Γιάννη Παπαδόπουλο (πιάνο, πλήκτρα), Δημήτρη Σακκά (σαξόφωνο, φλάουτο), συνομιλεί επί σκηνής με τους ερμηνευτές, δημιουργώντας ένα ηχητικό τοπίο που ο ίδιος αισθάνεται πως ξεπερνά το μουσικό θέατρο.
Από τη συντριβή στο φως
Παρότι η θεματολογία των Ιαχών περιστρέφεται γύρω από τον πόνο, την απώλεια και την εξορία, ο πυρήνας της παράστασης είναι φωτεινός. «Πίσω από τον πόνο, νιώθεις μια λαχτάρα για ζωή. Αυτό μου είπε κι ο Χρήστος μόλις του το εξέφρασα. Αυτή η ανάγκη για ζωή είναι που μας ωθεί. Είναι η δύναμη πίσω από τον αγώνα του πρόσφυγα, πίσω από την κραυγή του κατατρεγμένου», σημειώνει ο Κτιστάκης.
Αυτή η ισορροπία ανάμεσα στη συντριβή και την ελπίδα, ανάμεσα στη μαυρίλα και το φως, κάνει τις “Ιαχές” ένα έργο βαθιά ανθρώπινο – όχι απλώς ένα ρέκβιεμ, αλλά μια μουσική μαρτυρία για το τι σημαίνει να επιμένεις να ζεις.