Το αποτύπωμα μίας καλλιτεχνικής διεύθυνσης: Ο απολογισμός της Κατερίνας Ευαγγελάτου
Διαβάζεται σε 11'
Έξι χρόνια μετά την ανάληψη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης, η Κατερίνα Ευαγγελάτου κατεβαίνει από τη σκηνή του μεγαλύτερου πολιτιστικού θεσμού της χώρας, αφήνοντας πίσω της ένα φεστιβάλ πιο ανοιχτό, πιο τολμηρό, πιο συνεκτικό από ποτέ.
- 01 Αυγούστου 2025 09:29
Ήταν σαν να επιστρέφει στο αρχικό σημείο μίας διαδρομής. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου ανέβηκε στο βήμα της της Πειραιώς 260, στον χώρο που φιλοξένησε την πιο τολμηρή εκδοχή του φεστιβαλικού της οράματος. Και εκεί έκανε τον απολογισμό της θητείας της.
Έξι χρόνια νωρίτερα, ως πρώτη γυναίκα στην ιστορία του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου αναλάμβανε τα ηνία του πιο ιστορικού θεσμού πολιτισμού της χώρας. Η στιγμή ήταν ήδη σημαντική. Κανείς, όμως, δεν μπορούσε να προβλέψει ότι ολόκληρη η πρώτη της διαδρομή θα έπρεπε να συντελεστεί εν μέσω πανδημίας, απαγορεύσεων, ακυρώσεων, φόβου.
Για σχεδόν δύο χρόνια, η τέχνη έγινε διαχείριση κρίσης. Και η Κατερίνα Ευαγγελάτου δεν υποχώρησε. Παρέμεινε παρούσα, ήρεμη, μαχητική, μεθοδική. Και μόλις τα φώτα άναψαν ξανά, επανέφερε με τόλμη τη φεστιβαλική έννοια στην ουσία της: το άνοιγμα, το ρίσκο, την πρόταση.
Ο απολογισμός της δεν ήταν αριθμητικός. Ήταν βαθιά ανθρώπινος. Δεν είχε τόση σημασία τι «ανέβηκε», πόσες συνεργασίες πραγματοποιήθηκαν, πόσα sold out καταγράφηκαν. Σημασία είχε ποιον δρόμο άνοιξε αυτό το πέρασμα. Ποια ερωτήματα τόλμησε να θέσει. Πόσους νέους δημιουργούς έβαλε στην καρδιά του θεσμού. Πόσες γυναίκες, πόσες φωνές που δεν είχαν ακουστεί στο παρελθόν. Σε έναν θεσμό με βαρύ παρελθόν, θεσμική μνήμη και καλλιτεχνική ευθύνη, η ίδια τόλμησε να προτείνει μια νέα αρχιτεκτονική για το μέλλον, χτισμένη πάνω σε έντεκα θεμελιώδεις πυλώνες που δεν περιορίστηκαν στο “τι ανεβαίνει”, αλλά επεκτάθηκαν στο “γιατί”, “πώς” και “σε ποιον απευθύνεται”.
Πιο συγκεκριμένα
- Εξωστρέφεια, όχι ως βιτρίνα αλλά ως ανάγκη
Η Κατερίνα Ευαγγελάτου επιχείρησε και πέτυχε τη διεθνή του αναβάθμιση, επανασυνδέοντας την Αθήνα και την Επίδαυρο με δίκτυα διεθνών καλλιτεχνών, επιμελητών και θεατών. - Grape: μια αγορά για την εξαγωγή της ελληνικής δημιουργίας
Μέσα από τον θεσμό του grape – Greek Agora of Performance, διαμόρφωσε ένα σταθερό πλαίσιο για την παρουσίαση και την εξαγωγή ελληνικών παραστάσεων στο εξωτερικό. Η εγχώρια δημιουργία απέκτησε φωνή, ρίζες και διαβατήριο. - Αρχαίο δράμα, ξανά με φρέσκια ανάγνωση
Η αναζωογόνηση του Αρχαίου Δράματος δεν έγινε μέσα από την αναπαλαίωση, αλλά από την πρόκληση: νέοι δημιουργοί, τολμηρές αναγνώσεις, ανάθεση έργων και καλλιτεχνών με φρέσκια ματιά πάνω στον αρχαιοελληνικό λόγο. - Δραματουργικές ενότητες – Κύκλοι με νοηματικό βάθος
Το πρόγραμμα έπαψε να είναι απλώς ένας κατάλογος παραστάσεων. Η δημιουργία θεματικών κύκλων έδωσε βάθος, δραματουργία, συνέχεια. Το Φεστιβάλ άρχισε να σκέφτεται ως σύνολο, όχι ως συρραφή. - Open Plan – Μία νέα αναπνοή
Το Open Plan δεν ήταν απλώς μία χρονική επιμήκυνση του Φεστιβαλ. Ήταν μια νέα αναπνοή μέσα στη διάρκεια του χρόνου, με εκπαιδευτικά προγράμματα, σεμινάρια, συνεργασίες και δράσεις που έσπαγαν τον κύκλο της σεζόν. - Πολυφωνία και καλλιτεχνικά είδη που κάποτε έμεναν εκτός
Η πλατφόρμα της Ευαγγελάτου έδωσε χώρο σε νέα μέσα, υβριδικές μορφές τέχνης, περφόρμανς, καλλιτέχνες που μέχρι πρότινος έμεναν στην περιφέρεια του “θεσμικού” πολιτισμού. - Διάλογος με την εγχώρια πολιτιστική κοινότητα
Μέσα από συνεργασίες με μουσεία, οργανισμούς, θεατρικές σκηνές και πανεπιστήμια, το Φεστιβάλ εντάχθηκε σε ένα δίκτυο ανταλλαγών και συν-δημιουργίας, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο του ως πυλώνα. - Εκδοτική δραστηριότητα
Η ανάπτυξη του εκδοτικού τομέα του Φεστιβάλ έδωσε μια νέα διάσταση: τεκμηρίωση, μνήμη, στοχασμός. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε σεζόν συνοδευόταν από καλαίσθητες και ουσιαστικές εκδόσεις. - Νέα ταυτότητα
Η αισθητική ανανέωση του Φεστιβάλ αντικατοπτρίζει μια νέα ταυτότητα. Μια ταυτότητα που κοιτά το σήμερα με αυτοπεποίθηση και συνέπεια. - Χορηγίες – Υποδομές
Μέσα στα έξι χρόνια, διευρύνθηκαν οι χορηγικές συνεργασίες, ενώ ξεκίνησε και η σταδιακή αναβάθμιση των υποδομών.
Το Φεστιβάλ Αθηνών ως ενεργό υποκείμενο του παγκόσμιου πολιτιστικού διαλόγου
Λίγο πριν η σκυτάλη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης περάσει στον σκηνοθέτη και καλλιτεχνικό διευθυντή της «Ελευσίς 2023» Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, Μιχαήλ Μαρμαρινό, μπορούμε να πούμε πως αν κάτι χαρακτήρισε τη θητεία της Κατερίνας Ευαγγελάτου, ήταν το θάρρος να δει το Φεστιβάλ όχι μόνο ως πλατφόρμα καλλιτεχνικής παραγωγής, αλλά ως ενεργό υποκείμενο του παγκόσμιου πολιτιστικού διαλόγου.
Όπως ανέφερε και η ίδια, μέσα από παγκόσμιες πρεμιέρες, διεθνείς συμπαραγωγές, προσκλήσεις σε σπουδαία ονόματα του παγκόσμιου θεάτρου, του χορού και της μουσικής, το Φεστιβάλ κατάφερε να επανατοποθετηθεί στον διεθνή χάρτη με εντυπωσιακό τρόπο.
Όμως αυτό που έμεινε – πέρα από τα μεγάλα ονόματα – ήταν η δομική προσπάθεια να στηθεί ένας σταθερός μηχανισμός διεθνούς διάδρασης.
Όχι πρόσκαιρη λάμψη…
Αυτό ακριβώς πέτυχε το grape – Greek Agora of Performance: μια πλατφόρμα που από το 2023 μετουσιώθηκε σε συστηματική παρουσίαση της ελληνικής δημιουργίας στο εξωτερικό. Σε μια χώρα που για δεκαετίες παρακολουθούσε τα διεθνή φεστιβάλ από απόσταση, η πρωτοβουλία αυτή έφερε πάνω από 180 επαγγελματίες του θεάτρου και του χορού στην Αθήνα. Και τα αποτελέσματα ήταν απτά: από τις 22 παραγωγές που παρουσιάστηκαν σε δύο χρόνια, οι 11 ταξίδεψαν σε 19 χώρες και 40 πόλεις – από τις Βρυξέλλες μέχρι την Ταιπέι, από το Λονδίνο μέχρι τη Νέα Υόρκη.
Και φυσικά, εκεί όπου χτυπά η πιο βαθιά φλέβα του Φεστιβάλ – στο Αρχαίο Δράμα – η Κατερίνα Ευαγγελάτου δεν ακολούθησε πεπατημένες και δε δίστασε να ρισκάρει. Ανέθεσε έργα, προσκάλεσε δημιουργούς με φρέσκια ματιά, έθεσε ερωτήματα αντί να επαναλάβει απαντήσεις. Ο επιτυχημένος Κύκλος Contemporary Ancients απέδειξε ότι η σύνδεση της αρχαίας κληρονομιάς με τις σημερινές παραστατικές πρακτικές δεν είναι απλώς δυνατότητα – είναι αναγκαιότητα.
Αξέχαστη θα μείνει η παγκόσμια πρεμιέρα, του “Hecuba not Hecuba“ (2024) που παρουσίασε ο Τιάγκο Ροντίγκρες και η Κομεντί Φρανσέζ στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, μία συγκλονιστική εμπειρία και ένα μάθημα για το πόσο εποικοδομητικά μπορεί να συνδεθεί το παρελθόν με το παρόν μάς. Λίγα χρόνια πριν, το 2021, είχαμε δει στην αργολική ορχήστρα την πολύ ενδιαφέρουσα διασκευή του “Οιδίποδα” του Τόμας Οστερμάγιερ, αλλά και την εξαιρετική “Άλκηστη” του Γερμανού Γιόχαν Σίμονς. Η Κατερίνα Ευαγγελάτου ήταν αυτή που μας σύστησε και τον Ούλριχ Ράσε και το μηχανικό του θέατρο. Η αρχή έγινε με τον “Αγαμέμνονα” (2022), ενώ φέτος είδαμε την δική του “Αντιγόνη“ με ελληνική διανομή. Mε ελληνική διανομή είδαμε και το 2023 την παγκόσμια πρεμιέρα της “Μήδειας” που σκηνοθέτησε ο ρηξικέλευθος σκηνοθέτης Φρανκ Κάστορφ, ο καινοτόμος ιστορικός διευθυντής της βερολινέζικης Φολκσμπίνε.
Παράλληλα δε δίστασε να βάλει στην Επίδαυρο μουσική και να προσκαλέσει δύο από τους πιο εμβληματικούς Έλληνες καλλιτέχνες. Τον Λεωνίδα Καβάκο Καβάκο που ερμήνευσε το 2020 έργα του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Ήταν μια εμβληματική στιγμή για τα 65 χρόνια αδιάλειπτης ιστορίας του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου. Και τον Θεόδωρο Κουρενζή που απολαύσαμε φέτος στο επετειακό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ να διευθύνει την Utopia, την ανεξάρτητη ορχήστρα που ίδρυσε το 2022, στην Τέταρτη συμφωνία του Μάλερ, τη δημοφιλέστερη του Αυστριακού μουσουργού.
Πλήθος παραστάσεων υπήρξαν σημεία τομής για τον δημόσιο διάλογο γύρω από το αρχαίο δράμα, και κατάφεραν να απευθυνθούν τόσο σε ειδικούς όσο και σε ένα κοινό που ήρθε στην Επίδαυρο, όχι για να επιβεβαιώσει το παρελθόν, αλλά για να το ξαναδιαβάσει στο φως του παρόντος.
Η δημιουργία θεματικών και ειδολογικών κύκλων δεν ήταν ένα αισθητικό περιτύλιγμα, αλλά μια απόφαση να αντιμετωπιστεί το Φεστιβάλ ως ενιαίο έργο. Να μην είναι απλώς διοργάνωση, αλλά δραματουργία. Οι κύκλοι αυτοί λειτούργησαν ως συνεκτικός ιστός ανάμεσα σε δεκάδες, ετερόκλητες δράσεις: άλλοτε φώτιζαν μια ιστορική στιγμή, άλλοτε μια ιδέα, άλλοτε ένα αίσθημα – όμως πάντοτε υπήρχε ένας βαθύτερος ρυθμός πίσω από την επιλογή.
Έτσι, εκτός από τον Κύκλο Contemporary Ancients, είδαμε τους Μονολόγους, τη Σκηνή των Βιβλίων, που έφερε στο προσκήνιο τη λογοτεχνία, την Ελευθερία και τη Μεταπολίτευση, που λειτούργησαν σαν πολιτικά και υπαρξιακά χρονικά, τις Ρίζες, που αναζήτησαν τις καταγωγές μέσα από τη σύγχρονη δημιουργία.
Μια διοίκηση που αφήνει πίσω της οικονομικό πλεόνασμα
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, το Φεστιβάλ παραδίδεται με αποθεματικό άνω των 500.000 ευρώ στα ταμεία του – ποσό που φανερώνει προγραμματισμό, οικονομική υπευθυνότητα και μακροπρόθεσμη σκέψη. Το πλεόνασμα αυτό έρχεται ως επιστέγασμα μιας εξαετίας που ξεκίνησε με πανδημία, κρίσεις και αβεβαιότητα, και ολοκληρώνεται με σταθερότητα και ανάπτυξη.
Το κοινό επέστρεψε – και με το παραπάνω. Αν το 2019 ο συνολικός αριθμός θεατών του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου ανερχόταν σε 200.000, το καλοκαίρι του 2024 πλησίασε τους 250.000, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 25%. Παρά τις «νεκρές» λόγω πανδημίας χρονιές, το συνολικό άθροισμα των θεατών της εξαετίας φτάνει σχεδόν το ένα εκατομμύριο.
Και αυτή η εμπιστοσύνη του κοινού αποτυπώθηκε και στα ταμεία:
- 6 εκατ. ευρώ εισπράξεις το 2022
- 7 εκατ. ευρώ το 2023
- 7,5 εκατ. ευρώ το 2024
Χορηγοί, συνεργασίες, υπέρβαση
Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η πορεία στον τομέα των χορηγιών: από 147.000 ευρώ το 2019, το Φεστιβάλ έφτασε να συγκεντρώνει το 2025 3.250.000 ευρώ σε χορηγίες και δωρεές – μια επίδοση-ρεκόρ που συνδέεται άμεσα με την επέτειο των 70 χρόνων του θεσμού, αλλά και με την επιμονή της διοίκησης να επενδύσει στη συνέργεια και την εξωστρέφεια.
Όπως σημείωσε η ίδια η Κατερίνα Ευαγγελάτου: «Για πρώτη φορά συσπειρώθηκε γύρω από το Φεστιβάλ τόσο μεγάλη ομάδα υποστηρικτών, με αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση στα έσοδά μας.»
Κατερίνα Ευαγγελάτου: Ένας απολογισμός με αυτοκριτική
Η Κατερίνα Ευαγγελάτου στον απολογισμό της δε θριαμβολόγησε. Αντιθέτως, μίλησε με ειλικρίνεια λέγοντας:
“Κατά τη δική μας εξαετία επιδιώξαμε να δημιουργήσουμε ένα πρόγραμμα πολυφωνικό, σύγχρονο και τολμηρό, με καλλιτέχνες από όλα τα μέρη του κόσμου· καλλιτέχνες που κατά τη γνώμη μας είχαν να κομίσουν μια πρόταση ενδιαφέρουσα, που να συνομιλεί δημιουργικά με τις κατευθύνσεις του γενικότερου σχεδιασμού μας. Έγιναν όλα σωστά; Και βέβαια όχι. Τα λάθη και οι παραλείψεις μας δεν ήταν, όμως, από πρόθεση να αδικήσουμε κανέναν”.
Αυτό δεν είναι απλώς αυτοκριτική. Είναι στάση. Είναι η αποδοχή ότι η δημιουργία, ειδικά όταν έχεις στα χέρια σου έναν θεσμό με την ιστορία του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, είναι μια πράξη τολμηρή, γεμάτη από εντάσεις, ρίσκα και ευθύνες.
Ένα Φεστιβάλ για όλους – χωρίς να χάνει τον προσανατολισμό του
Ανάμεσα στους κύριους άξονες της θητείας της Κατερίνας Ευαγγελάτου ήταν και η διεύρυνση του κοινού του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου – όχι ως στρατηγική αύξησης αριθμών, αλλά ως πολιτισμική επιλογή. Η προσέλκυση νέων θεατών επιδιώχθηκε μέσα από τη διεύρυνση των καλλιτεχνικών ρευμάτων και τη φιλοξενία νέων μορφών έκφρασης που για δεκαετίες βρίσκονταν εκτός θεσμικού ρεπερτορίου.
Από το street dance μέχρι τη νέα μουσική και τη δημιουργία του Subset Festival, από τον κινηματογράφο, τη μόδα και την κεραμική μέχρι το θέατρο στο ραδιόφωνο, το Φεστιβάλ αγκάλιασε ένα ευρύ φάσμα καλλιτεχνικών γλωσσών μέσα από την πλατφόρμα Open Plan και τις χειμερινές δράσεις του. Αυτή η ανανέωση δεν ήρθε ως επιφανειακή προσθήκη, αλλά ως συνειδητή πολιτισμική μετατόπιση.
Παράλληλα, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε και στην επικοινωνιακή ανανέωση του ίδιου του Φεστιβάλ. Ο επανεπεξεργασμένος οπτικός σχεδιασμός, οι συνεργασίες με δημιουργικά γραφεία, η πλούσια εκδοτική δραστηριότητα με καταλόγους, λευκώματα και μεταφράσεις νέων θεατρικών έργων, καθώς και η ενισχυμένη ψηφιακή και υπαίθρια παρουσία, συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου και συνεκτικού προφίλ.
Το Φεστιβάλ άνοιξε τα όριά του χωρίς να απολέσει τον χαρακτήρα του. Και αυτή η ισορροπία ανάμεσα στην ταυτότητα και την εξέλιξη, ίσως είναι ένα από τα πιο ουσιαστικά επιτεύγματα αυτής της εξαετούς διαδρομής.
Μετά τη ρηξικέλευθη τομή που έκανε ο Γιώργος Λούκος στο Φεστιβαλ Αθηνών, η Κατερίνα Ευαγγελάτου δεν επιχείρησε ούτε να τον μιμηθεί ούτε να τον διαψεύσει. Προχώρησε με δικό της σχέδιο. Και το αποτύπωμά της – ισχυρό, γειωμένο και με πολιτισμικό νεύρο – μένει στο σώμα του θεσμού.Δεν έχει σημασία αν συμφώνησαν όλοι. Σημασία έχει πως το Φεστιβάλ, για έξι χρόνια, είχε κατεύθυνση. Και αυτό, σε καιρούς αστάθειας, είναι ήδη μια πράξη πολιτισμού.