Σε σύγκρουση με το ΚΚΕ οδηγεί ο νόμος για τις διαδηλώσεις και τις απεργίες

Σε σύγκρουση με το ΚΚΕ οδηγεί ο νόμος για τις διαδηλώσεις και τις απεργίες
Στιγμιότυπο από απεργιακή συγκέντρωση του ΠΑΜΕ Eurokinissi

Ο Περισσός διαμηνύει ότι δεν πρόκειται να εφαρμοστεί ο νόμος. Το Μαξίμου ενδέχεται να βρει μόνο σύμμαχο στη Βουλή την “Ελληνική Λύση” του Κυριάκου Βελόπουλου. Προς το παρόν, πάντως, αντιδρούν μόνο τα κόμματα και όχι τα συνδικάτα, που δείχνουν και με αυτό τον τρόπο ότι είναι ανίσχυρα να επηρεάσουν τις εξελίξεις.

Κομβικό σημείο για την επιβολή ή όχι της ηγεμονίας της κυβέρνησης σε πολιτικό επίπεδο κρίνεται εκ των πραγμάτων όχι μόνο ο νόμος για τον τρόπο πραγματοποίησης των διαδηλώσεων, αλλά και του τρόπου προκήρυξης των απεργιών. Παράλληλα τυχόν ρύθμιση για το προσωπικό ασφαλείας σε ΔΕΚΟ, όπως για παράδειγμα σε μέσα μαζικής μεταφοράς, εφόσον οδηγεί στην κατάργηση στην πράξη του δικαιώματος της απεργίας, ενδέχεται να οδηγήσει σε μετωπική σύγκρουση της κυβέρνησης με τα συνδικάτα του χώρου.

Η κίνηση της κυβέρνησης για “ρυθμίσεις” στον τρόπο προκήρυξης των απεργιών και τον τρόπο διεξαγωγής των διαδηλώσεων θεωρείται “υψηλού ρίσκου”, καθώς πολλές κυβερνήσεις από τη μεταπολίτευση και μετά θέλησαν ή σχεδίασαν να προχωρήσουν σε τέτοιες κινήσεις, αλλά τελικά δεν το αποτόλμησαν. Το Μέγαρο Μαξίμου σήμερα προφανώς εκτιμά ότι οι συσχετισμοί στην κοινωνία έχουν αλλάξει, ότι τα συνδικάτα είναι πλέον ανίσχυρα να επιβάλλουν τις θελήσεις τους, αλλά και ότι η κοινή γνώμη έχει κουραστεί από τα κλεισίματα των δρόμων με το παραμικρό, καθώς πολλοί ξεπερνούν κάθε όριο, στρέφοντας ουσιαστικά τους πολίτες εναντίον της. Ταυτόχρονα, το “παράδειγμα Θάτσερ”, φαίνεται να μοιάζει για την κυβέρνηση ως το …τρόπαιο του Μιλτιάδη στη μάχη του Μαραθώνα (“ουκ εά με καθεύδειν το του Μιλτιάδου τρόπαιον” , δηλαδή “δεν με αφήνει να κοιμηθώ το τρόπαιο του Μιλτιάδη” έλεγε ο Θεμιστοκλής, που μπόρεσε να …κοιμηθεί μόνο μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας): Η Θάτσερ, με τη -στρατηγική- νίκη της επί των συνδικάτων στη Βρετανία, κατόρθωσε να ηγεμονεύσει πολιτικά επί πολλά χρόνια, συντρίβοντας ουσιαστικά τους μεγάλους της αντιπάλους, το κόμμα των Εργατικών. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εκτιμά προφανώς ότι οι συνθήκες είναι ώριμες, προκειμένου να πετύχει κάτι αντίστοιχο και στη χώρα μας, σπρώχνοντας στο πολιτικό περιθώριο ΣΥΡΙΖΑ και Αριστερά.

Σε πολιτικό επίπεδο, πάντως, υπάρχουν ήδη τα πρώτα -ενδιαφέροντα- συμπεράσματα από τις αποφάσεις της κυβέρνησης:

Πρώτον, συναίνεση από την αντιπολίτευση δεν βρίσκει. Το ενδιαφέρον να ψηφίσει (και αυτά) τα νομοσχέδια μόνο με την “Ελληνική Λύση” του Κυριάκου Βελόπουλου, είναι σχεδόν βέβαιον. Η συμπόρευση, άλλωστε, της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας με την “Ελληνική Λύση” σε πολλά θέματα, δείχνει να αποτελεί ένα από τα αξιοσημείωτα σημεία της μετεκλογικής περιόδου, με τον Κυριάκο Βελόπουλο να πιέζει για περισσότερο “συνεπή μέτρα”.

Δεύτερον -και κυριότερο: Η ΝΔ ανοίγει ευθέως μέτωπο με το ΚΚΕ, κάτι που απέφυγε να κάνει από την εποχή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος είχε επιλέξει το ‘89 τελείως διαφορετική πολιτική έναντι του Περισσού. Το απευθείας μέτωπο με το ΚΚΕ και τις δυνάμεις του δεν θα είναι εύκολη υπόθεση, ενώ πολιτικά ενδέχεται σε βάθος χρόνου να στοιχίσει στην κυβέρνηση. Το ΚΚΕ, μάλιστα, έχει ήδη διαμηνύσει με ανακοίνωσή του πως το νομοσχέδιο για τον περιορισμό των διαδηλώσεων “θα παραμείνει στα χαρτιά”, χωρίς ωστόσο, ακόμα να ξεκαθαρίζει εάν πχ το ΠΑΜΕ στις συγκεντρώσεις θα δίνει ονόματα υπευθύνων κοκ.

Ενδιαφέρον, επίσης, εμφανίζει η στάση που θα τηρήσουν ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ εάν θα υποστηρίξει ότι ελάχιστος κόσμος μπορεί να κλείνει το κέντρο της πόλης, το δε ΚΙΝΑΛ πώς θα αντιδράσει απέναντι στο νομοσχέδιο για τις κινητοποιήσεις, το οποίο θα βασίζεται σε πρόταση του πρώην Δημάρχου Αθηναίων και επιφανούς στελέχους του Γιώργου Καμίνη.

Αξίζει, τέλος, να επισημάνουμε πως αποτελεί “αξίωμα” στην πολιτική ότι οι νόμοι για τις διαδηλώσεις ή τις απεργίες έχουν ισχύ σε  “ήρεμες στιγμές” της κοινωνικής ζωής του τόπου. Και πως αυτές που κρίνουν το μέγεθος και τον τρόπο που πραγματοποιούνται, εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις πολιτικές που ασκούν οι κυβερνήσεις, αλλά -έστω και εν μέρει- και από τις εναλλακτικές λύσεις που υπάρχουν. Ένα παράδειγμα στα όσα συμβαίνουν στη Γαλλία τον τελευταίο χρόνο, μπορεί να πείσει για του λόγου το αληθές…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα